Ολυμπιακός: Τι κρατάει, τι πετάει από τα δύο προηγούμενα Final Four

Τρία πράγματα που ο Ολυμπιακός θέλει να εμφανίσει ξανά στο Βερολίνο και τρία πράγματα που ελπίζει να μείνουν στο… πρόσφατο παρελθόν, των τριών εμφανίσεών του σε Βελιγράδι και Κάουνας. Τη εξαιρέσει του αδιάφορου μικρού τελικού πρόπερσι, σκανάρουμε πρόσωπα και αριθμούς.

Ετοιμος για τρίτο συνεχόμενο φάιναλ φορ Ευρωλίγκας, ο Ολυμπιακός έχει ουκ ολίγα πράγματα να κρατήσει από τις σχετικές συμμετοχές του πέρυσι στο Κάουνας και πρόπερσι στο Βελιγράδι.

Συνολικός απολογισμός των τεσσάρων αγώνων του, τρεις ήττες, δύο οριακές στα παιχνίδια που… μετρούσαν, μία νίκη, κανένα τρόπαιο. Για να έρθει αυτό που θα διεκδικηθεί στο Βερολίνο, η ομάδα του Γιώργου Μπαρτζώκα οφείλει να πάρει πάλι πράγματα από παίκτες που ξέρουν από τέτοιες καταστάσεις, να σκαρώσει νέα μεγάλα σερί «στραγγαλίζοντας» αμυντικά τους αντιπάλους της.

Από την άλλη, χρειάζεται μεγαλύτερη ευστοχία, καλύτερος έλεγχος των ριμπάουντ και… ρέντα. Να τα καταφέρει, αν θέλετε, και στην τελευταία φάση μιας αναμέτρησης που θα κριθεί στο φινάλε. Εξετάζοντας λοιπόν τα τρία ματς στα οποία διακυβεύονταν (και τι!) πράγματα, τη εξαιρέσει δηλαδή του μικρού τελικού με την Μπαρτσελόνα το 2022, ιδού τα SOS για τη γερμανική πρωτεύουσα.

Κρατάει, λοιπόν…

1) Τις μεγάλες επιστροφές. Αν υπάρχει τέλειο δεκάλεπτο ομάδας στην ιστορία της Ευρωλίγκας, το έκανε ο Ολυμπιακός στο τρίτο του περσινού ημιτελικού. Το 27-2 μετέτρεψε το -12 του ημιχρόνου (όταν είχε βάλει συνολικά 29 πόντους…) σε +13, η άμυνα «στραγγάλιζε» τον Μάικ Τζέιμς και την παρέα του, καλάθια με συνεχή κοψίματα προς αυτό και μακρινά σουτ με σχεδόν απόλυτη ευστοχία ολοκλήρωναν το πάρτι. Ποιος θυμάται όμως ότι και πρόπερσι γύρισε από το -11 της τρίτης περιόδου με την Εφές, ροκανίζοντας γρήγορα τη διαφορά και ισοφαρίζοντας πριν τον… Μίτσιτς; Στο πρώτο ημίχρονο είχε σκαρώσει και τρία σερί 8-0, 7-0, 6-0. Θα χρειαστούν ξανά τέτοια ξεσπάσματα, κανένας δεν περιμένει περιπάτους.

2) Το know how των παλιών. Στο κατάλληλο σημείο γύρισε και ξαναβρήκε ρυθμό ο Κώστας Παπανικολάου, απών στους τρεις πρώτους προημιτελικούς με την Μπαρτσελόνα. Διψήφιος στον ημιτελικό κόντρα στην Εφές σε πόντους και αξιολόγηση, κορυφαίος όλων στον περσινό κόντρα στη Μονακό, με αντίστοιχα 15 και 21, χώρια οι αμυνάρες και τα 8 ριμπάουντ. Ακόμα πιο κομβικός με την Μπάρτσα, ο Σακίλ ΜακΚίσικ είχε 12 πόντους με την Εφές και 14 στον τελικό με τη Ρεάλ, σε μόλις 17’. Ο Μουσταφά Φαλ είχε κάνει τη διαφορά με τους Μονεγάσκους (12-4-4), έχοντας διψήφιο ranking και πρόπερσι, ο δε Κάναν (που ήρθε την περασμένη σεζόν) τράβηξε 21 με 5/6 τρίποντα κόντρα στη «Βασίλισσα». Ο Γουόκαπ; «Ησυχος» επιθετικά, αλλά με τη φανταστική αναλογία 16 τελικών ασίστ προς 3 λαθάκια στα ματς που επεξεργαζόμαστε.

3) Tα stocks των ημιτελικών. Last, but not least που λένε και στα χωριά του Τόμας και του Αϊζέια, η πιεστική άμυνα και το πώς αυτή αποτυπώνεται σε hustle καταστάσεις και σε κλεψίματα και κοψίματα. Stocks τα λένε αυτά τα τελευταία επίσης στο Αμέρικα, εκ του steals + blocks. Οι Πειραιώτες έκλεψαν επτά μπάλες στον προ διετίας ημιτελικό με την ομάδα του Εργκίν Αταμάν (εκείνη τέσσερις), ρίχνοντας και τρεις τάπες. Από τα πρώτα πάρθηκαν και οκτώ πολύτιμοι πόντοι στο τρανζίσιον, έναντι κανενός των Τούρκων! Στον περσινό ημιτελικό είχαμε πάλι επτά «ερυθρόλευκα» κλεψίματα (έναντι πέντε), βασικός λόγος για τους 15 πόντους από λάθη αντιπάλων.

Πετάει, λοιπόν…

1) Τις τελευταίες φάσεις. Είτε μιλάμε για απλή ατυχία είτε για λαθάκια στις αλλαγές των μαρκαρισμάτων είτε για (τη δεδομένη εδώ) ικανότητα των… αποδεδειγμένων winners που πήραν τα τελευταία σουτ, η αλήθεια είναι μία και δεν αλλάζει: ο Ολυμπιακός έχασε με τον πιο κρύο, τον πιο άδοξο τρόπο από Εφές και Ρεάλ. O Βασίλιε Μίτσιτς βρήκε μπροστά του τον Σάσα Βεζένκοφ, με τον (αρχικά αντίπαλό του) Γουόκαπ να πηγαίνει στον -καλό σουτέρ- Αντριάν Μοερμάν και ο Σέρβος γκαρντ το «μπουμπούνισε» από την κορυφή του τριπόντου για το 77-74. O Σέρχιο Γιουλ είχε πάνω του τον (επίσης εξαιρετικό αμυντικό) Παπανικολάου. Ο Εντι Ταβάρες έδωσε το σκριν, ο Φαλ άλλαξε και παρ’ ότι ο αντίπαλος γκαρντ δεν πέρασε και τούτη τη φορά τον ψηλό, ο πρώτος σταμάτησε και το έβαλε μπροστά του για το 79-78. Είχε και ένα σουτ της φωτιάς στην εκπνοή η ελληνική ομάδα, μα ο Κώστας Σλούκας αστόχησε.

2) Χαμένες βολές και τρίποντα. Το ιστορικό «διπλό» στο «Παλάου Μπλαουγκράνα» με το επικό τέταρτο δεκάλεπτο… σκέπασε την τεράστια αστοχία στις βολές – επειδή αυτές δεν κόστισαν, στο Game 5 με την Μπαρτσελόνα. Αν όμως οι «ερυθρόλευκοι» ξαναέχουν 13/24, μάλλον δεν θα πανηγυρίζουν στο τέλος. Δεν ήταν το μοναδικό φετινό παιχνίδι με υπερβολική σχετική αστοχία. Με τη Μονακό είχαν πάει επίσης κόντρα στις… πιθανότητες, έχοντας 19/33. Εκεί σκέπασε την αστοχία από τη γραμμή η τρομερή τρίτη περίοδος. Συνολικά χαλάλισαν 25 βολές με Εφές, Μονεγάσκους και Ρεάλ. Ποσοστό, μόλις 65%. Ούτε στα τρίποντα το ποσοστό ήταν καλό στους ίδιους αγώνες: 32%, με 26/80 συνολικά σουτ έξω από τα 6,75 μ. Ειδικά ο Γουόκαπ των 1/7 τριπόντων (και της μηδενικής στο σκοράρισμα περσινής παρουσίας σε 47 λεπτά), μπορεί να κάνει το step up επιθετικά.

3) Tις… ανανεώσεις αντιπάλων. Και με τους Τούρκους και με τους Γάλλους και με τους Ισπανούς, η ομάδα του Γιώργου Μπαρτζώκα είδε τις αντιπάλους της να παίρνουν διψήφιο αριθμό επιθετικών ριμπάουντ. Κάτι που η ίδια έκανε μονάχα απέναντι στη Ρεάλ. Οριακά (10), όταν η ομάδα που έχει μπροστά της και στο Βερολίνο ανανέωσε 13 δικές της επιθέσεις. Μέχρι και ο Σέρχιο Ροντρίγκεθ μάζεψε δύο επιθετικά ριμπάουντ, με το μαδριλένικο 14-10 στους second chance points (τους πόντους από τέτοιες δεύτερες ευκαιρίες) να παίζει τον δικό του ρόλο στο τελικό αποτέλεσμα. Αρνητικοί ήταν αυτοί οι αριθμοί και με τη Μονακό (9-3 υπέρ της), εκεί όμως εξηγούνταν από τη… λιθοβολία της στο δεύτερο ημίχρονο και τις πολύ περισσότερες ευκαιρίες να ανανεώσει επιθέσεις από τα άστοχα σουτ.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News