Αντώνης Καρπετόπουλος: Θα κερδίσει ο Ολυμπιακός την Ευρωλίγκα γιατί άλλαξε παιχνίδι;
Αυτό που παίζει φέτος ο Ολυμπιακός είναι μοντέρνο μπάσκετ: το που θα βγάλει η επιλογή του θα το δούμε.
Δεν είχα σκοπό να γράψω κάτι για τις δύσκολες αλλά σημαντικές νίκες του Ολυμπιακού και του ΠΑΟ στην Ευρωλίγκα γιατί δεν είδα σε αυτά τα ματς κάτι καινούργιο από τις ελληνικές ομάδες – τις νίκες τις περίμενα. Αλλά δράττομαι της ευκαιρίας για μερικές επισημάνσεις για την αλλαγή του παιγνιδιού του Ολυμπιακού γιατί βλέπω διάφορους φίλους που προβληματίζονται για το ό,τι ο Ολυμπιακός εκτός έδρας δέχεται πολλούς πόντους κι αναρωτιούνται που πήγε η μέχρι πέρυσι τρομερή του άμυνα, τι φταίει για αυτό κτλ κτλ.
Συνιστώ ψυχραιμία: δεν φταίει τίποτα. Απλά η μετάβαση στους κανόνες της εποχής, δεν είναι πάντα εύκολη υπόθεση. Ανάλογους προβληματισμούς διάβαζα και πέρυσι από φίλους του ΠΑΟ που ανησυχούσαν γιατί ο Αταμάν δεν παίζει άμυνα κτλ. Στο τέλος ο ΠΑΟ είχε μια από τις καλύτερες άμυνες στην Ευρωλίγκα, αλλά το πιο σημαντικό είναι ότι όλοι είχαν καταλάβει πως δεν την κέρδισε την διοργάνωση για αυτό το λόγο: το κατάλαβαν και οι φίλοι του και οι εχθροί του. Αλλά ας τα πάρουμε με την σειρά.
Λίγο παραπάνω ξύλο
Παίζει κακή άμυνα ο Ολυμπιακός; Ναι, κυρίως μακριά από το ΣΕΦ. Στο ΣΕΦ στην Ευρωλίγκα, εξαιρουμένου του παιγνιδιού του με την Βιλερμπάν, οι επιδόσεις του είναι μια χαρά κι ο λόγος είναι απλός: ο Ολυμπιακός πιέζει πιο πολύ, ο κόσμος μπαίνει στην εξίσωση, οι διαιτητές του επιτρέπουν να παίξει λίγο «ξύλο» παραπάνω όπως στους περισσότερους γηπεδούχους και το σχήμα του Μπαρτζώκα «παίζω με δώδεκα παίκτες» λειτουργεί πιο εύκολα. Εκτός έδρας το πράγμα είναι πιο δύσκολο: ο Ολυμπιακός από το ξεκίνημα της σεζόν σε όλα του τα παιγνίδια έχει δεχτεί σε τουλάχιστον ένα ημίχρονο 50 πόντους. Στα δε πρώτα του ματς (με την Φενέρ, την Μπάγερν Μονάχου και την Εφές) είχε και τεράστιο πρόβλημα στα ριμπάουντ. Αυτό το τελευταίο λύθηκε με την επιστροφή του Μιλουτίνοφ και την βελτίωση της κατάστασης του Φαλ, μολονότι μάλιστα έφυγε ο Πετρούσεφ η παρουσία του οποίου στο «4» έκανε λίγο πιο σκληρό τον Ολυμπιακό που με Βεζένκοφ και Πίτερς στη θέση αυτή είναι σαν να λέει στους αντιπάλους «χτυπήστε τους».
Οι τρεις λόγοι
Γιατί συμβαίνει η άμυνα που πέρσι έσπαζε κόκκαλα φέτος να μην είναι ακόμα λειτουργική; Για τρεις λόγους. Ο πρώτος είναι ότι πολύ συχνά υπάρχουν στο παρκέ πεντάδες με μικρό δείκτη αθλητικότητας: η συνύπαρξη πχ του Βεζένκοφ, του Φουρνιέ και του Βιλντόζα επιβάλει ο Γουόκαπ να παίζει άμυνα για τρεις – ακόμα και για αυτόν είναι δύσκολο. Οι δυσκολίες των Γκος, Παπανικολάου, Ράιτ να βρουν την φόρμα τους κάνει την αμυντική δουλειά δυσκολότερη: στο ματς με την Μακάμπι με αυτούς στο παρκέ στο δεύτερο δεκάλεπτο, (και με τον ΜακΚίσικ που από άμυνα ξέρει), ο Ολυμπιακός έπρεπε να είναι τουλάχιστον αμυντικά συμπαγής – δεν ήταν όμως. Αυτό συνέβαινε γιατί υπάρχει φέτος από την μεριά του Γιώργου Μπαρτζώκα (για την ώρα τουλάχιστον…) μια μεγαλύτερη επένδυση στο επιθετικό παιγνίδι: για να το πω απλά ο προπονητής δείχνει να ασχολείται πιο πολύ με την επίθεση παρά με την άμυνα. Το αποτέλεσμα φαίνεται: ο Ολυμπιακός στην Ευρωλίγκα έχει σκοράρει περισσότερους από 90 πόντους σε πέντε ματς στην σειρά κι αυτό αμφιβάλω αν έχει γίνει ποτέ στην ιστορία. Τους πόντους αυτούς τους βρίσκει όχι μόνο χάρη στο ταλέντο του Φουρνιέ και του Βεζένκοφ, όπως πολλοί νομίζουν, αλλά χάρη σε τεράστια και πολυποίκιλη δουλειά: οι πιο πολλοί είναι στο σετ παιγνίδι. Κόντρα στον ΠΑΟ είχε τις περισσότερες ασίστ από κάθε άλλη ομάδα φέτος και η εικόνα του Γουόκαπ να ποστάρει συνεχώς (κυρίως τον Σλούκα) ήταν η εικόνα του ματς. Με την Βιλερμπάν το «τάισμα» των ψηλών είναι σχεδόν υποδειγματικό – το ματς το παίρνει ο Μιλουτίνοφ, αλλά κι ο Βεζένκοφ φτάνει ασταμάτητα κοντά στο καλάθι. Με την Μακάμπι οι ασίστ ήταν λιγότερες, αλλά οι πόντοι του Βεζένκοφ έρχονται πάλι σχεδόν όλοι χάρη στη συνολική δουλειά.
Ποιο είναι το πρόβλημα; Πως αν ο Μπαρτζώκας πάει στην λογική της δημιουργίας μιας πεντάδας βασικών και μιας αναπληρωματικών (όπως έκανε τα προηγούμενα χρόνια κι όπως φάνηκε ότι θέλει να κάνει στα ματς με την Βιλερμπάν και την Μακάμπι) το second unit είναι δύσκολο να υπηρετήσει ένα τόσο ραφινάτο επιθετικό σχέδιο. Όταν ο Ολυμπιακός (και κάθε ομάδα) ξοδεύει τόση πολλή σκέψη για να παίξει στην επίθεση δεν περισσεύει πολύ μυαλό για την άμυνα. Ο Ολυμπιακός στο ξεκίνημα μοιάζει με μαθητή που θέλει να δείχνει στον «προπονητή – δάσκαλό» του ότι έχει μάθει το μάθημα της επίθεσης: περιμένει να επιτεθεί για να δείξει πόσο καλύτερος έγινε. Όμως μυαλό (εκτός από πόδια, δύναμη, τρόπους κτλ) θέλει και η άμυνα.
Παίζει και ο αντίπαλος
Ο τρίτος λόγος της διαφορετικότητας των ματς είναι φυσικά ο ρυθμός: ο Ολυμπιακός φέτος παίζει πιο γρήγορα. Το «πιο γρήγορα» σημαίνει πιο πολλές κατοχές, πιο πολύ τρέξιμο, πιο πολύ πρωτοβουλία και κατ επέκταση και λίγο πιο πολλά λάθη. Το ματς με την Μακάμπι είναι ενδεικτικό: τα μηδέν λάθη έφεραν το αβαντάζ στην αρχή, τα πολλά λάθη έφεραν το καταστροφικό δεύτερο δεκάλεπτο, αλλά το γρήγορο τέμπο ήταν ίδιο – απλά το υπηρετούσαν διαφορετικοί παίκτες. Ο Μπαρτζώκας που το βλέπει αυτό δίνει όλο και πιο πολύ χρόνο στον Βιλντόζα, μειώνοντας τον χρόνο του Ντόρσεϊ αλλά και του Γκος. Ο Γκος μπορεί να του δίνει άμυνες και κάποιες ωραίες φάσεις, ο Ντόρσεϊ για να γίνει πιο χρήσιμος πρέπει να κρατά λιγότερο την μπάλα. Κι ο Γουόκαπ πρέπει να σουτάρει περισσότερο και καλύτερα. Αλλιώς κάθε ριμπάουντ του αντιπάλου και φυσικά κάθε λάθος μπορεί να γίνει εύκολο καλάθι του αντιπάλου στο transition. Oταν παίζεις ψάχνοντας περισσότερες κατοχές νομοτελειακά μπορεί να βρει πιο πολλές κι ο αντίπαλος.
Απαραίτητο να ασχοληθεί
Ο Ολυμπιακός πήγε πολύ γρήγορα από το μπάσκετ του ελεγχόμενου ρυθμού σε ένα μπάσκετ πιο γρήγορο, όπου το σουτ στο δέκατο δευτερόλεπτο της επίθεσης δεν απαγορεύεται αρκεί να γίνεται υπό καλές προϋποθέσεις: με το μπάσκετ αυτό για την ώρα δεν έχουν κανένα πρόβλημα ο Φουρνιέ, ο Βεζένκοφ, ο Βιλντόζα, ο Γουόκαπ (κι ας μην σουτάρει πολύ), ο ΜακΚίσικ και οι ψηλοί. Αν καταλαβαίνω καλά τον Μπαρτζώκα θα υπάρξουν προσεχώς και εντατικότερα μαθήματα άμυνας – θα δούμε πχ ελπίζω και κάτι διαφορετικό από την γνωστή άμυνα με αλλαγές με την οποία ο Βιλντόζα κι ο Βεζένκοφ κομμάτι ζορίζονται. Αλλά ήταν απαραίτητο από την μεριά του προπονητή να ασχοληθεί αρχικά και κυρίως με την επίθεση για να αλλάξει την ομάδα: διότι η περσινή χρονιά ήταν ένα μεγάλο μάθημα και για τον ίδιο.
Πέρσι ο Ολυμπιακός είχε το περισσότερο αμυντικό φίλτρο που είχε επί των ημερών του: βοήθησαν για αυτό πολύ και οι Ράιτ, Πετρούσεφ, Κάναν, Μπραζντέκις ακόμα και ο Σίκμα όσο έπαιζε. Αλλά οι τίτλοι πήγαν σε όσους έχουν γκαρντ που βάζουν την μπάλα στο καλάθι γιατί ειδικά στην Ευρωλίγκα την τελευταία δεκαετία έτσι συμβαίνει πάντα. Ρωτήστε τον Σπανούλη, τους Μίσιτς και Λάρκιν, τον Μπογκντάνοβιτς και τον Σλούκα, τους Τάιρις Ράιτ και Ντε Κολό, τον Ντόνσιτς που την κέρδισε 18 χρονών και φυσικά τους περσινούς γκαρντ του Αταμάν. Χωρίς ρυθμό και προσωπικότητες στην επίθεση δεν γίνεται τίποτα. Οσο καλή άμυνα και να παίξεις στο τέλος μετράει πάντα το ποιος βάζει πιο εύκολα την μπάλα στο καλάθι.
Για να ρίχνει κατοστάρες
Θα κερδίσει ο Ολυμπιακός την Ευρωλίγκα μόνο γιατί άλλαξε παιγνίδι; Κανείς δεν μπορεί να το πει. Ωστόσο είναι εύκολο να πεις κάτι άλλο: ότι με όπλο μόνο την άμυνα, ότι με «εντυπωσιακή front line (που λέγανε πέρσι…), ότι με παιγνίδι στο οποίο πριν κάποιος σουτάρει έπρεπε να γίνουν δέκα πάσες, δεν θα την κέρδιζε ποτέ την Ευρωλίγκα. Θα έκανε σπουδαία ματς, θα πήγαινε στο Final 4, θα γύριζε με άδεια τα χέρια. Το έγραφα για χρόνια: είναι συναρπαστικό να τρέχεις κόντρα στο ρεύμα. Μοιάζεις οραματιστής, το θέαμα μπορεί να είναι ανατριχιαστικά ενδιαφέρον, αλλά είναι δεδομένο ότι κάπου θα τρακάρεις. Αυτό που παίζει φέτος ο Ολυμπιακός είναι μοντέρνο μπάσκετ: το που θα βγάλει η επιλογή του θα το δούμε. Για να έχουμε την τελική του εικόνα χρειάζεται κι ο Εβανς – υπομονή. Αλλά δεν τίθεται θέμα σωστού ή λάθος δρόμου: ένας είναι ο δρόμος κι άλλος δεν υπάρχει.
Να ανησυχείτε όχι γιατί ο Ολυμπιακός δέχεται πάνω από 85 -90 πόντους: αυτό είναι η απόδειξη πως μαθαίνει κάτι καινούργιο. Να ανησυχείτε γιατί δεν ξεπερνά σταθερά τους 100. Για να ρίχνει κατοστάρες είναι φέτος φτιαγμένος…