Εθνική Ελλάδος: Η τέχνη του να μη φανφαρολογείς

Η Ελλάδα έφτασε με ησυχία και συγκέντρωση ως τα προημιτελικά του EuroBasket. Μόνο με την ίδια συνταγή θα πάει και παρακάτω…

Είναι πολύ ωραίες αυτές οι συζητήσεις που συνήθως λαμβάνουν χώρα τέτοιες μέρες, αποκαλόκαιρο. Που το «πως τη βλέπεις την εθνική» χρειάζεται μια διευκρίνιση. Ποιά από τις δύο;

Ολο και κάπου θα το έχει πάρει τ’ αυτί σου, στη δουλειά ή σε κάποιο καφέ, μέσα σε κάποια από τις κουβέντες στις οποίες εναλλάσσονται τα ονόματα των Σπανούλη, Γιοβάνοβιτς, Καρέτσα κι Αντετοκούνμπο: «α ρε Ρόγκα, α ρε Πάπα».

Δικαίως. Κουτί θα μας καθόταν η παρουσία ενός ακόμα εξαιρετικού σουτέρ όπως ο Ρογκαβόπουλος ή ενός παιδιού με το μέγεθος και την εμπειρία του Παπαγιάννη. 

Ωστόσο: καμιά φορά κάνει καλό η ηρεμία που πηγάζει από τη γενικότερη απαισιοδοξία. Αν προτιμάς τη λέξη «ρεαλισμός», κράτα αυτή. Είναι καλό να αποφεύγεται η φανφαρολογία κι η υπερβολή, ιδίως όταν μιλάμε για την Ελλάδα στον αθλητισμό. Μια χώρα που παραδοσιακά πετυχαίνει όταν δε τη συνοδεύει παροξυσμός και τεράστιες απαιτήσεις. 

Τις διοργανώσεις δε τις κερδίζουν τα depth charts των ιστοσελίδων. Τις κερδίζουν οι καλές ομάδες. Και καμιά φορά το να κρατάς τη μπάλα χαμηλά, είναι τέχνη. 

Ακόμα και σήμερα, με το αυτοκόλλητο της Ελλάδας κολλημένο από τον Θανάσαρο στα προημιτελικά, πολλοί αμφισβητούν τη δυναμική του συνόλου του Σπανούλη, χαρακτηρίζοντας την εθνική, «Γιάννης και φίλοι». Φυσικά, όποιος προσπαθήσει να συγκριθεί με τον καλύτερο μπασκετμπολίστα του πλανήτη, θα φανεί από ελάχιστος ως λίγος. Δεν είναι εκείνος, όμως, το μέτρο σύγκρισης. Ούτε θα ήταν φυσιολογικό αν ο «μεγάλος» έμοιαζε με έναν απ’ όλους ή με έναν λίγο καλύτερο από τους άλλους.

Η παρουσία του Αντετοκούνμπο είναι ευλογία, σα θεϊκό δώρο. Δεν κολλάει, ωστόσο, η υποτίμηση στην ομάδα που προκρίθηκε ως πρώτη από τον όμιλό της με το δεύτερο καλύτερο ποσοστό τριπόντων σε όλο το EuroBasket, και χθες, που η ρημάδα δεν έμπαινε, νίκησε πάλι, ούσα κυριαρχική σε ολόκληρο το παιχνίδι. 

Ο Σπανούλης κατάφερε κάτι σημαντικό. Εφτιαξε μια ομάδα που μπορεί να κάνει τον προπονητή του Ισραήλ να σκεφτεί πως ίσως πρέπει να πάει σε άμυνες «ένας με έναν» πάνω στον Γιάννη. Κατόπιν εορτής, βλέποντας τον Αθηναίο υπερήρωα να περνάει πάνω από όλη την αντίπαλη ομάδα και να δίνει τη νίκη στην Ελλάδα, ο Αριέλ Μπέιτ Χαλάμι φαίνεται χαζός. Μπορεί και να είναι, κρίνοντας από την καμαρωτή για τα Μ-16, όμως ως προς τη σκέψη του για την άμυνα, δε μπορείς να τον αδικήσεις. Ο Σκαριόλο τους έστελνε τρεις – τρεις πάνω στον Αντετοκούνμπο και είδε τους «φίλους» να ευστοχούν στα μισά τρίποντα από τα πολλά που εκτέλεσαν. «Choose your death», που λένε κι απ’ την άλλη.

Οσοι περιμέναμε το παιχνίδι με το Ισραήλ με έναν μικρό φόβο μη και δούμε τους διεθνείς μας να κοιτάζουν… μακριά, λόγω του ας πούμε εύκολου μονοπατιού μας, αισθανθήκαμε ανακουφισμένοι. Η τρισμέγιστη γραφικότητα «κοιτάζουμε το κάθε παιχνίδι ξεχωριστά», ευτυχώς ισχύει. Αρα ξεχωριστά θα κοιτάξουμε και τη μάχη με τη Λιθουανία.

Η χώρα της Βαλτικής έχει μια εθνική ομάδα καλύτερη από εκείνη του Ισραήλ, με μεγαλύτερα κορμιά. Ολοι αυτοί οι «-ις» μπορεί να μη σου γεμίζουν το μάτι, αλλά ξέρουν πολύ καλά πως να διαχειριστούν τις συνθήκες ενός αγώνα μπάσκετ. Τα παιδιά της Ζαλγκίρις, της Ρίτας, καθώς κι ο πρωταγωνιστής της κορυφαίας φετινής ελληνικής σαπουνόπερας, ο γίγαντας Βαλαντσιούνας, είναι τα μόνα μας προβλήματα. Παραφράζοντας γκάνγκστερ, μέχρι τα επόμενα, μόνο που για να υπάρξουν επόμενα, πρέπει αυτά να λυθούν με σοβαρότητα. Είτε μέσω μιας βραδιάς που θα μας «πάει», είτε μέσω του μετάλλου μας.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News