ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΛΙΑΔΕΛΗΣ: « Την ημέρα που κατατρόπωσε την ΑΕΚ του Ιωαννίδη και σήκωσε το Κύπελλο Ελλάδας»

Η κατάκτηση της κούπας του Κυπελλούχου Ελλάδας στο μπάσκετ από τον Άρη την 1η Φεβρουαρίου 1998 είχε τη σφραγίδα του σπουδαίου διεθνή γκαρντ που φόρεσε τη φανέλα Ολυμπιακού και ΠΑΟΚ

Ήταν αναμφίβολα μια από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις όλων των εποχών σε τελική φάση του Κυπέλλου Ελλάδας. Ο «υπό διάλυσιν» Άρης του Χρήστου Μαγκώτσιου, παίζοντας με…   μισή ομάδα κατάφερε κόντρα σε κάθε λογική να νικήσει την ΑΕΚ του Γιάννη Ιωαννίδη στον τελικό του Final 4 της διοργάνωσης. Και εκείνος που υπέγραψε τον άθλο για τον… λαβωμένο  ή σχεδόν γυμνό αν προτιμάτε αυτοκράτορα του ελληνικού μπάσκετ την αμέσως προηγούμενη δεκαετία ήταν ένας σύμφωνα με την παραδοχή του ίδιου ένας ξανθομάλλης… κοντός περιφεριακός παίκτης. Το ονοματεπώνυμο του Παναγιώτης Διαδέλης.

Ας ξετυλήξουμε όμως το κουβάρι εκείνου του σπουδαίου αγώνα ξεκινώντας από αρκετά πιο πριν. Παρά την επική κατάκτηση του Κυπέλλου Κόρατς την αμέσως προηγούμενη σεζόν με την τρομερή νίκη ανατροπή 88-70 στην Προύσα  επί της Τόφας από την οποία είχε χάσει στο Παλέ 66-77 ο Άρης πήγαινε σε εκείνο το μεγάλο αγωνιστικό ραντεβού με πλείστα όσα προβλήματα που είχαν αφετηρία  την έλλειψη χρημάτων. Ο Ζαφείρης Σαμολαδάς αδυνατούσε μόνος να στηρίξει την μακράν τότε δηλοφιλέστερη ομάδα μπάσκετ στην Ελλάδα και σταμάτησε να  προσφέρει την απαιτούμενη χρηματική …αιμοδοσία. Όμως η ομάδα της Θεσσαλονίκης παρά τη φυγή του Σούλη Μαρκόπουλου είχε ακόμα κάτι από τη δυναμική του παρελθόντος συν τον Ζάρκο Πάσπαλι. Και δεν ήταν διατεθειμένη να μην δώσει και εκείνη τη μεγάλη μάχη. Αν και στον ημιτελικό αντίπαλος ήταν ο Παναθηναϊκός που λίγους μήνες μετά θα κατακτούσε το πρωτάθλημα. Αν και  είχαν ήδη αποχωρήσει  οι σπουδαίοι Χοσέ Ορτίθ και Τιτ Σοκ. Αν και ο άπειρος τεχνικός του ήταν αναγκασμένος να χρησιμοποιήσει τον Πάσπαλι που υπέφερε από διάστρεμμα γ’ βαθμού.

33 πόντους στα μούτρα του Μπάϊρον Σκοτ

 Στην αναμέτρηση με το «τριφύλλι»  προσωπικός αντίπαλος του Λιαδέλη  ήταν ο μέγας Μπάιρον Σκοτ. Των τριών  τίτλων του ΝΒΑ την προηγούμενη δεκαετία με τους τρομερούς Λος Άντζελες Λέικερς των Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ και Μάτζικ Τζόνσον. Όμως ο  ύψους 1.90 μ. Έλληνας γκαρντ βομβάρδισε το αντίπαλο καλάθι με 33 πόντους. Και εν τέλει ο Άρης πήρε εντυπωσιακή νίκη –πρόκριση 83-68. Παρά τον θρίαμβο όμως των Θεσσαλονικέων ο τεχνικός της έτερης φιναλίστ Γιάννης Ιωαννίδης στη συνέντευξη Τύπου είπε ούτε λίγο ούτε πολύ ότι ο Άρης,  τον οποίο υπηρέτησε επί 20 χρόνια ως αθλητής και άλλα 10 από τον πάγκο, δεν ήταν  υπολογίσιμος αντίπαλος. Αυτό έδωσε έξτρα κίνητρο στην πρώην ομάδα του που είχε τον Πάσπαλι να ενορχηστρώνει κύρια ψυχολογικά από τον πάγκο και τον Μαγκώτσιο  να διαχειρίζεται επιτυχημένα τις συνθήκες του ματς.Αλλά και τους οπαδούς του Άρη που αποτελούσαν  την πλειοψηφία στις εξέδρες του γηπέδου και δημιούργησαν μια εντυπωσιακή ατμόσφαιρα.

 

22 στον τελικό με τον υπερόπτη «Ξανθό»

Στη μεγαλύτερη διάρκεια του αγώνα η ομάδα της Θεσσαλονίκης «κυνηγούσε» το σκορ και  κατάφερε να πάρει το προβαδισμα 43 δευτερόλεπτα πριν το τέλος. Δράστης ο μαχητής Σέρβος διεθνής φόργουορντ ο οποίος έχασε μεν ένα λέι άπ… προπόνησης, με φόλοου  πρόλαβε τους αντιπάλους του και έκανε το 67-65. Ο Χοσέ Λάσα ήταν εν συνεχεία ο μοιραίος παίκτης της ΑΕΚ με τον «Ξανθό» έξαλλο με τις επιλογές του Ισπανού. Ο Μάριο Μπόνι επέδειξε ολύμπια ψυχραιμία στις κρίσιμες βολές στο τέλος, η είσοδος  του Μπάνε Πρέλεβιτς απέτυχε να δώσει το φιλί της ζωής που  χρειαζόταν η ΑΕΚ,  για να τελειώσει 71-68 το παιχνίδι υπέρ του Άρη που ολοκλήρωσε με τον πλέον ονειρεμένο τρόπο μια διοργάνωση στην οποία έμοιαζε να είναι ο αδύναμος κρίκος. Μετά το τέλος του αγώνα ο  τεχνικός του νικητή «πνίγηκε» στις αγκαλιές των παικτών με όλο το Αλεξάνδρειο να φλέγεται από τους πανηγυρισμούς των οπαδών του Άρη. Αντίθετα, ο Ιωαννίδης, που στο Αλεξάνδρειο έχει τόσες και τόσες στιγμές δόξας, κάπνιζε νευρικά σε μια γωνιά του γηπέδου, μη μπορώντας να πιστέψει την ήττα του ίδιου και της ομάδας του.

Στις αλησμόνητες σκηνές και αυτή με τον Μάριο Μπόνι,  που λίγο καιρό μετά αποχαιρέτησε την ομάδα χαρίζοντας τα δεδουλευμένα  τα οποία του χρωστούσαν οι Θεσσαλονικείς, να κτυπά το… τύμπανο του θριάμβου. Όμως μπορεί ο Ιταλός να ήταν αυτός που μίλησε στο τέλος αλλά εκείνος ο οποίος είχε προσφέρει τις περισσότερες ανάσες στην ομάδα της Θεσσαλονίκης και στον τελικό ήταν εκ νέου ο Λιαδέλης  που πέτυχε 22 πόντους και δικαίως ανακηρύχτηκε MVP του F4.

ΑΡΗΣ: Λιαδέλης 22(1), Χρυσανθόπουλος 3(1), Πάσπαλι 12, Σιούτης 15(2), Γαλακτερός 3(1), Ναχάρ 3, Αγγελίδης 5(1), Φλώρος, Όρντμαν, Μπόνι 8.

ΑΕΚ: Κολντεμπέλα 2, Λάσα 13(2), Πρέλεβιτς, Άντερσον 18, Χατζής 14(2), Λάρσεν, Κακιούζης 4, Τσακαλίδης 6, Άντερσεν, Αλεξάντερ 11.

 

 

Ο πατέρας ήταν τερματοφύλακας του Ολυμπιακού

Όμως εδώ αξίζει να γνωρίσουμε αρκετά καλύτερα ποιος ήταν αυτός ο μέγας πρωταγωνιστής του απίθανου θριάμβου του Άρη. Και ας επιτραπεί στον υπογράφοντα το παρόν κείμενο να βάλει μέσα σ’ αυτή την μικρή παρουσίαση και την προσωπική του εμπειρία – γνωριμία μαζί του. Γιατί μπορώ να αυτοχαρακτηριστώ ως ο πρώτος μπασκετικός του … νονός. Ας τα πάρουμε όμως με τη σειρά. Ο Παναγιώτης γεννήθηκε στον Βόλο στις 7 Δεκεμβρίου 1974 (ειρήσθω εν παρόδω η ίδια ημερομηνία με τον έτερο, δικό μου Παναγιώτη, τον φυσικό μου γιό,  που όμως ήρθε στη ζωή 30 χρόνια μετά). Ο πατέρας του, Βαγγέλης, ήταν τερματοφύλακας  και είχε αγωνιστεί στον Ολυμπιακό των Σιδέρη, Γιούτσου και Μποτίνου στις δεκαετίες του 60 και 70 πριν μεταπηδηδήσει στη Λάρισα κι από ‘κει στον Ολυμπιακό Βόλου. Ο κανακάρης του όμως δεν είχε αγάπη για την … μπάλα του ποδοσφαίρου αλλά για την έτερη, και πιο ελκυστική τη δεκαετία του 80 με τα …σπυριά. Ξεκίνησε η σχέση με το μπάσκετ στην πρώτη γυμνασίου και με ασταμάτητη δουλειά μέσα σε λίγα χρόνια είχε αναδειχθεί σε ένα από τα νέα μεγάλα ταλέντα της επαρχίας (και πιο συγκεκριμένα στο Βόλο όπου πλέον διέμενε η οικογένεια Λιαδέλη).

 

Η γνωριμία μας στη Μόντσα και τα… βαφτίσια στην πόλη του Ισπανικού Εμφύλιου 

Κάπου εκεί οι δρόμοι μας συναντήθηκαν όπως και με ορισμένα άλλα τρανά ονόματα  του μπάσκετ και όχι μόνον. Ήταν καλοκαίρι του 1991 όταν ακολούθησα την εθνική Παίδων αρχικά στην Μόντσα της Ιταλίας (όπου έγινε η προετοιμασία) και στη συνέχεια στην Ισπανία για τη διοργάνωση του Μεσογειακού Κυπέλλου στην αποστολή της ομοσπονδίας μπάσκετ ως εκπρόσωπος του  Πανελλήνιου Συνδέσμου Αθλητικού Τύπου. Άμεσα με είχε εντυπωσιάσει η αφοσίωση αυτού του νεαρού παιδιού στο σπορ  το οποίο είχε επιλέξει. Και όταν λίγες ημέρες μετά  έγινα αυτόπτης μάρτυς και των κατορθωμάτων του  στην  ιστορική πόλη του Ισπανικού Εμφύλιου Πολέμου, το Τερουέλ,  και η ομάδα των Γιώργου Τσίτσκαρη και Αντώνη Χρηστέα κατέκτησε την τεράστιου μεγέθους κούπα (την οποία είχα την τιμή να περάσω με τα εμού χέρια μια ημέρα μετά από το τελωνείο στο παλαιό αεροδρόμιο του Ελληνικού) με τον Λιαδέλη εκ των μεγάλων πρωταγωνιστών, έσπευσα να τον βαφτίσω «ταύρο του Τερουέλ».  Μάλιστα είχα κληθεί από τον εκλεκτό συνάδελφο τότε αρχισυντάκτη του περιοδικού «Τρίποντο» Βασίλη Σκουντή να μεταφέρω τις εμπειρίες μου, σε εκείνη την αλησμόνητη και για εμένα αποστολή, μέσα σε ένα δισέλιδο. Και φυσικά μετά χαράς ανταποκρίθηκα.

 

Η 2η θέση στο Πανευρωπαϊκό πλάι σε Αλβέρτη, Ρετζιά

Λίγο καιρό μετά, εκπροσωπόντας την εφημερίδα «Απογευματινή» στην οποία εργαζόμουν «ανέβηκα» στη Θεσσαλονίκη για να δω εκείνη την ομάδα και τον Λιαδέλη. Στην οποία συμπαίκτες του ήταν μεταξύ άλλων ο τεράστιος Φραγκίσκος Αλβέρτης, τα έτερα «παιδιά» μου, επίσης διεθνείς μπασκετμπολίσες Γιώργος Μασλαρινός και Σωτήρης Νικολαΐδης και ο  σύντομα γιατρός – και άσος του μπάσκετ παράλληλα- ταλευταία χρόνια υπουργός Βασίλης Κικίλιας (συν τον απόντα στο προηγούμενο τουρνουά Ευθύμη Ρετζιά) να αναμετράται στις 25 Αυγούστου 1991, με την Ιταλία στον τελικό του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος Παίδων. Δυστυχώς τούτη τη φορά τα τρομερά Ελληνόπουλα δεν μπόρεσαν να νικήσουν την παρέα του Αντρέα Μενεγκίν (γιού του μεγάλου Ντίνο Μενεγκίν) που επικράτησε 106 -91 στο Αλεξάνδρειο. Παρά την ήττα όμως όλοι καταλαβαίναμε ότι εκείνη η φουρνιά είχε λαμπρό μέλλον.

 

Ο δε ξανθομάλλης γκαρντ της έμελλε στη συνέχεια να φορέσει στα 19 του χρόνια τη φανέλα με το νούμερο 5 του Άρη που έμεινε ορφανή μετά την αποχώρηση του Παναγιώτη Γιαννάκη για τον Παναθηναϊκό. Επτά χρόνια σπουδαίων εμπειριών στην μέγιστη ομάδα της Θεσσαλονίκης (1993-2000), στη συνέχεια η επεισοδιακή  μεταγραφή στον ΠΑΟΚ( 2000-02) συνοδευόμενη από την κάτι παραπάνω από θερμή υποδοχή στην πρώτη του επιστροφή στο Παλέ με τη φανέλα του αιώνιου αντιπάλου. Όταν πήγε το λεωφορείο να μπει από την Έκθεση προκλήθηκε πανικός με τους παίκτες του  «Δικεφάλου του Βορρά» τρομοκρατημένους. Όμως αν και εμφανώς τρακαρισμένος στην αρχή και συναισθηματικά έντονα φορτισμένος  έκανε καλό παιχνίδι (25 πόντοι) και ο ΠΑΟΚ νίκησε (65-70) με τον  Γιαννούλη να του λέει «τι κάνεις αδερφέ μου, δεν θα φύγουμε ποτέ από εδώ».

Πολυταξιδεμένος και μέγας μαχητής για να παραδοθεί στα 26

Έπειτα ξενιτεμοί και επιστροφές στα πάτρια εδάφη. Τη ρωσική Ουράλ Γκρέιτ (2002) τον Μακεδονικό  (2002-03),  την Βαλένθια (2003), τον Ολυμπιακό (2003-04), τον Απόλλωνα Πάτρας (2004-06), και την ουκρανική Αζoβμάς Μαριουπόλ  (2006-09) πριν κρεμάσει τα παπούτσια του στα 2014 με τη φανέλα της… Ανάληψης Βόλου. Και όλα αυτά ενώ από το 2001 και την πρώτη από τις τρεις λίαν δύσκολες  εγχειρήσεις στα γόνατα ο χειρούργος γιατρός  στο Διαβαλκανικό τον είχε προειδοποιήσει: «Παναγιώτη από εδώ και πέρα πρέπει να κοιτάξεις την υγεία σου, να κοιτάξεις τον Παναγιώτη και να σταματήσεις το μπάσκετ». Όμως ήταν 26 και είχε μπρος του μια μεγάλη μπασκετική ζωή που κράτησε άλλα οκτώ χρόνια παρά τα επάνω και τα κάτω της. Έπαιξε για τρεις χρονιές στην κορυφαία ευρωπαϊκή διασυλλογική διοργάνωση και κάθε φορά έκανε αυτό που ήξερε όσο λίγοι: Να βάζει τη μπάλα στο καλάθι. Με σήμα κατατεθέν τις …μπούκες του κάτω από το αντίπαλο καλάθι και το κράτημα αλλά …Γκάλης στον αέρα. Και κάτι που ασφαλώς ελάχιστοι γνωρίζουν.

Καλύτερο μέσο όρο PIR στην Ευρωλίγκα  από Διαμαντίδη, Σπανούλη και Καλάθη

 Είναι ο Έλληνας μπασκετμπολίστας έχει τον υψηλότερο μέσο όρο performance index rating στην ιστορία της Ευρωλίγκας. Ο «Βολιώτης άσος», όπως τον προσφωνούσαν στις τηλεοπτικές μεταδόσεις, είναι όντως ο  συμπατριώτης μας με τον υψηλότερο μέσο όρο PIR στην ιστορία της σημαντικότερης διοργάνωσης του ευρωπαϊκού μπάκετ! Σε σύνολο 42 παιχνιδιών (13+9+20 με ΠΑΟΚ, Ουράλ Γκρέιτ, Ολυμπιακό αντίστοιχα) είναι πίσω μόνον από τους Άντονι Πάρκερ  (21,4 σε 90 παιχνίδια στη Μακάμπι), Αλφόνσο Φορντ  (21 σε 54 παιχνίδια με  Περιστέρι, Ολυμπιακό, Σιένα) και Τζόσεφ Μπλερ  (20,9 σε 65 παιχνίδια με ΠΑΟΚ, Σκαβολίνι, Φενέρ και Αρμάνι Μιλάνο). Ο επόμενος Έλληνας είναι 53ος στην κατάταξη κι είναι ο μέγας Δημήτρης Διαμαντίδης (13,7 σε 278 παιχνίδια στον Παναθηναϊκό),  και ακόμα πιο κάτω οι  Νικ Καλάθης  και Βασίλης Μπανούλης. Μάλιστα ο Λιαδέλης είναι και δεύτερος σε μέσο όρο πόντων πίσω  μόνον από τον αείμνηστο Αλφόνσο Φορντ (22,2 σε 54 παιχνίδια)! Ένα «λιοντάρι των γηπέδων», όπως έμεινε στην Ιστορία, έγραψε το όνομα του με χρυσά γράμματα στη Βίβλο του Άρη  στον οποίο  ήταν ο 1ος σκόρερ με 2751 πόντους, από την εποχή που το πρωτάθλημα διεξάγεται από τον ΕΣΑΚΕ (την σεζόν 1992-1993) ενώ συνολικά σε 302 αγώνες με τη φανέλα της ομάδας της Θεσσαλονίκης πέτυχε 4170 πόντους (13,80 μ.ο.).

Ένα από τα μεγάλα του παράπονα ήταν ότι δεν είχε τις εμφανίσεις με το εθνόσημο που επιθυμούσε αφού στη μεγάλη εθνική είχε μόλις 25 παρουσίες. Θα ήταν στη 12άδα στο Ευρωμπάσκετ του 1999 στη Ντιζόν της Γαλλίας,  με  τεχνικό τον Κώστα Πετρόπουλο και τεχνικό σύμβουλο τον Γιάννη Ιωαννίδη όμως  χτύπησε στον αγώνα με την Ιταλία για το Ακρόπολις, δέκα ημέρες πριν από την έναρξη. Έτσι  είχε εθνικό απολογισμό 190 πόντους (μ.ο: 7.60), ενώ με τις ελπίδες μέτρησε 46  παρουσίες με 789 (μ.ο: 1715).

Ο έρωτας με τη Σαμπρίνα και το μήλο κάτω από τη μηλιά

Για φινάλε αυτής της αναφοράς στον τρανό πρωταγωνιστή του άθλου του Άρη στο Κύπελλο Ελλάδας πριν από 24 χρόνια λίγα λόγια για την κοινωνική του ζωή. Ήταν νυμφευμένος με την γνωστή τραγουδίστρια Σαμπρίνα με την οποία χώρισαν αρκετά νωρίς οι δρόμοι αλλά απέκτησαν ένα αγοράκι πριν από 17 χρόνια τον Βαγγέλη που ακολουθεί τα αθλητικά χνάρια του πατέρα του και φιλοδοξεί να κάνει και εκείνος καριέρα στο σπορ που αναδείχθηκε ο πρώην διεθνής γκαρντ και πρόσφατα ανακοινώθηκε από τον Ίωνα Βόλου. Ο πατέρας Λιαδέλης ζει στην ιδιαίτερη του πατρίδα την πρωτεύουσα της   Μαγνησίας όπους είναι επιτυχημένος. Όμως εκεί όπου αναμφίβολα γνώρισε τις πιο σπουδαίες μέχρι σήμερα στιγμές της ζωής του (και επαγγελματικά) ήταν δίχως αμφιβολία στα γήπεδα του μπάσκετ. Κερδίζοντας τον θαυμασμό των φίλων του σπορ. Ειδικών και  μη. Σαν και εμένα για παράδειγμα.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News