Συνέντευξη Νόνι Λίμα: «Με έφερε στην Ελλάδα ο... Ζαμπέτας, μου έσωσε την καριέρα ο Νταϊφάς»

Ο Νόνι Λίμα, ο εμβληματικός άσος του Πανιωνίου που μεγαλούργησε στα γήπεδα της Α’ Εθνικής τη δεκαετία του ’80, σε μια συνέντευξη – εξομολόγηση για τις εμπειρίες του στα ελληνικά γήπεδα.

Ο εμβληματικός Νόνι Λίμα, ο ποδοσφαιριστής – σύμβολο μιας ολόκληρης εποχής για τον Πανιώνιο και τη Νέα Σμύρνη μιλάει στον Γιώργο Μπιτσικώκο για την καριέρα του και αποκαλύπτει στιγμές μιας ζωής γεμάτης από συγκινήσεις, χαρές, αλλά και μεγάλες δοκιμασίες!

Στα μέσα της δεκαετίας του ’70 εμφανίστηκε στην Ελλάδα ένας ποδοσφαιριστής από το μακρινό Κάπο Βέρντε, που αποτέλεσε αντικείμενο θαυμασμού, αλλά και κίνησε την περιέργεια όλων των ανθρώπων του ελληνικού ποδοσφαίρου. Δεν ήταν άλλωστε συνηθισμένο το ελληνικό ποδόσφαιρο -τότε- στην ύπαρξη ξένων αθλητών στις ομάδες. Πόσο μάλλον μαύρων και μάλιστα προερχόμενων από μια αποικία της Πορτογαλίας, το Κάπο Βέρντε.

Ο Νόνι Λίμα έμελλε να είναι ο πρώτος ξένος στην ιστορία του Πανιωνίου, αλλά ταυτόχρονα και ο πλέον εμβληματικός. Μέσος με τεράστιο ταλέντο και προσόντα, που γρήγορα ξεδίπλωσε όλες τις πτυχές τους και έγινε απαραίτητος στην ομάδα του. Μετά δε και κατάκτηση του κυπέλλου από τον Πανιώνιο το 1979, άρχισαν να πέφτουν στα πόδια του βροχή οι προτάσεις.

Ο ίδιος μιλάει στο sportday.gr κάνοντας ουσιαστικά αναδρομή στην καριέρα του, στη ζωή του στην Ελλάδα και την οικογένεια που έχει αποκτήσει.

Σήμερα αποκαλύπτει τις προτάσεις από Τότεναμ και Αμβούργο και πως αυτές δεν προχώρησαν, την μεταγραφή στον Ολυμπιακό η οποία αναβλήθηκε για ένα χρόνο καθώς η τότε διοίκηση του Πανιωνίου δεν ήθελε να τον παραχωρήσει “πακέτο” μαζί με τον Αναστόπουλο, καθώς φοβήθηκε τις αντιδράσεις του κόσμου. Το πως ο Σταύρος Νταϊφάς και ο Νίκος Ευθυμίου, παρά το γεγονός ότι δεν έγινε ποτέ λόγω τραυματισμού η μεταγραφή του στον Ολυμπιακό, του έσωσαν την καριέρα στέλνοντάς τον σε γιατρό στην Αγγλία.

Παράλληλα μιλάει για τις δύο(!) θητείες που αναγκάστηκε να υπηρετήσει στον Ελληνικό Στρατό λόγω… Ρότσα, με την μια να είναι μαζί με τον -μετέπειτα Πρωθυπουργό- Γιώργο Παπανδρέου και πως πήρε το διαβατήριο. Τις συνομιλίες με τον Αλκέτα Παναγούλια για να παίξει στην Εθνική, όνειρο που όπως λέει έμεινε ανεκπλήρωτο και το “βίωσε” μέσω τουτης συμμετοχής του συγγενή του Ντανιέλ Μπατίστα που αυτός έφερε στην Ελλάδα, αλλά και για τα φιλαράκια του Δημήτρη Σιόβα, Μάρκο Σεφερλή, Θανάση Μπέλλο που τόσο του έχουν σταθεί στην πρόσφατη περιπέτεια της υγείας του και όχι μόνο.

«Τις πρώτες μέρες που ήρθα στην Ελλάδα πήγαινα συνέχεια στην Ακρόπολη και θαύμαζα τα έργα των Αρχαίων Ελλήνων»

Νόνι είσαι στην Ελλάδα από το 1976;

Ναι ακριβώς από τότε. Είμαι μάλιστα ο πρώτος ξένος στην ιστορία του Πανιωνίου.

Πώς ήρθες στην Ελλάδα;

Είχα έναν φίλο, τον Τόνι, ο οποίος ήταν τραγουδιστής και μουσικός και μάλιστα δούλευε και με τον μεγάλο Γιώργο Ζαμπέτα. Ήταν συμπατριώτης μου και ήρθε στο Κάπο Βέρντε για διακοπές. Εκεί με είδε να παίζω μπάλα στην ομάδα της πόλης μου, την Καστίλιο Σάο Βισέντε και μου είπε πως θα με πάρει μαζί του στην Ελλάδα να μου βρει ομάδα.

Οπότε εσύ πήρες αμέσως την απόφαση;

Εγώ τότε ήμουν στην τελευταία τάξη του Λυκείου και τελείωνα και ήταν να πάω για σπουδές στη Λισαβόνα. Οπότε μπήκα σε μεγάλο δίλλημα. Να πάω να σπουδάσω ή να έρθω στην Ελλάδα για μπάλα;

Τι θα σπούδαζες στη Λισαβόνα;

Επειδή στο σχολείο κάναμε ελληνική ιστορία, μου άρεσε πολύ και ήθελα να σπουδάσω φιλοσοφία. Πάντα λάτρευα την ιστορία της Ελλάδας. Μάλιστα όταν τελικά πήρα την απόφαση και ήρθα, τον πρώτο καιρό πήγαινα κάθε μέρα στην Ακρόπολη και θαύμαζα τα έργα των αρχαίων Ελλήνων. Ένιωθα υπέροχα, γιατί όλα αυτά που διάβαζα στο σχολείο, τα έβλεπα ξαφνικά μπροστά μου. Ήμουνα τυχερός και γι αυτό το λόγο που ήρθα στον Πανιώνιο. Γιατί ήμουν κοντά στην Ακρόπολη και μπορούσα να πηγαίνω κάθε μέρα.

Η αγάπη που είχες δηλαδή για την Ελλάδα σε κράτησε εδώ τόσα χρόνια;

Εγώ ήρθα 18 χρονών παιδί, αλλά δεν ένιωσα μόνος μου ποτέ. Αμέσως με αγκάλιασαν όλοι στον Πανιώνιο και ένιωσα ότι βρήκα μια νέα οικογένεια. Προπονητής ήταν ο Πάνος Μάρκοβιτς, αλλά βρήκα και εξαιρετικούς συμπαίκτες. Τόσο σε αξία, όσο και σε προσωπικότητα. Μάλιστα ήταν δύσκολο να καθιερωθώ γιατί ήταν όλοι τους παικταράδες τότε στην ομάδα.

«Έβαλα τέσσερα γκολ σε ένα ημίχρονο στο δοκιμαστικό μου και μου είπαν από τον Πανιώνιο ότι… δεν με αφήνουν να φύγω»

Πώς έγινε η μεταγραφή σου στον Πανιώνιο;

Θυμάμαι ότι για να με δοκιμάσουν έκλεισαν έναν φιλικό με ομάδα από τον Πειραιά. Στο πρώτο ημίχρονο είχα τρακ και έπαιζα απλά. Έδινα την μπάλα με τη μια. Στο ημίχρονο, ο Πάνος Μάρκοβιτς, είπε στον Τόνι: «Πες του μικρού να παίξει ελεύθερα. Να κάνει ότι θέλει». Οπότε αυτό ήταν. Στο δεύτερο ημίχρονο βγήκα απελευθερομένος και άρχισα να κάνω το παιχνίδι μου. Να τριπλάρω όποιον έβρισκα. Πέτυχα 4 γκολ και αυτό ήταν.

Τέσσερα γκολ σε ένα ημίχρονο;

Ναι και αμέσως μου είπαν ότι θα μείνω εδώ και δεν με αφήνουν να φύγω.

Ήρθες το 1976 και μετά από 3 χρόνια ο Πανιώνιος πήρε το κύπελλο.

Ήταν η μεγαλύτερη στιγμή της ομάδας μέχρι τότε. Κάναμε μια φανταστική πορεία. Θυμάμαι ότι είχαμε χάσει από τον Άρη στη Θεσσαλονίκη με 5-2, όμως στη ρεβάνς κερδίσαμε 5-1 και πήγαμε στον τελικό. Η ΑΕΚ τότε ήταν η καλύτερη ομάδα, με Μπάγεβιτς, Μαύρο, Δομάζο, Νικολούδη, Τάσο. Βρεθήκαμε πίσω στο σκορ στο ημίχρονο και είπαμε να βγούμε και να παίξουμε ελεύθερα και ότι βγει. Ε και μας βγήκε (γέλια). Πήραμε δύναμη ο ένας από τον άλλο. Ο Αναστόπουλος έκανε το 1-1, εγώ μετά το 2-1 και το 3-1 ο Παθιακάκης.

«Κάηκε» η πόλη τότε.

Πράγματι. Έγινε χαμός, ο κόσμος μας ακολουθούσε με το πούλμαν, αξέχαστες στιγμές.

«Είχαμε συμφωνήσει να πάμε μεταγραφή – πακέτο στον Ολυμπιακό μαζί με τον Αναστόπουλο»

Τότε άρχισαν οι προτάσεις;

Ναι τότε. Ήρθε ο Ολυμπιακός και ήθελε να μας πάρει πακέτο με τον Αναστόπουλο. Όμως η διοίκηση του Πανιώνιου, παρότι εγώ είχα συμφωνήσει με τον κ. Νταιφά και τον κ. Ευθυμίου και με ήθελε και ο Γκόρσκι που ήταν τότε προπονητής, δεν ήθελε να μας δώσει και τους δύο μαζί. Έτσι έφυγε ο Αναστόπουλος και η συμφωνία ήταν να πάω εγώ την επόμενη χρονιά.

Αλλά ήσουν ο άτυχος.

Ναι. Παίζαμε στη Ρόδο και εκεί τραυματίστηκα και ξεκίνησε η περιπέτειά μου. Το ξεπέρασα αλλά μετά σε ένα παιχνίδι με την ΑΕΚ στη Φιλαδέλφεια, σε μια κόντρα με τον Στέλιο Μανωλά τραυματίστηκα ξανά σοβαρά. Χειρουργήθηκα από τον κ. Μήτσου και μου άφησε τον γύψο στο πόδι. Έπαθα σηψαιμία και παρολίγο να χάσω το πόδι μου.

Μετά τι έγινε;

Βρήκανε από τον Πανιώνιο έναν γιατρό στη Σουηδία, τον κ. Έρικσεν. Πήγα εκεί και μου είπε ότι είναι δύσκολη η κατάστασή μου και θα πρέπει να γυρίσω στην Ελλάδα και να σκεφτώ το μέλλον μου εκτός ποδοσφαίρου.

Ο Ολυμπιακός από κει και πέρα, σταμάτησε να ασχολείται μαζί σου; Το ρωτάω γιατί μου είπες ότι είχες συμφωνήσει και σε περίμεναν.

Τότε χτύπησε στον Ολυμπιακό ο Τάκης Περσίας και τον έστειλε ο Ολυμπιακός στην Αγγλία σε έναν γιατρό που θυμάμαι τον έλεγαν  Κόλτον. Μίλησα με τον κ. Ευθυμίου και πάλι με τον κ. Νταιφά και τότε με έστειλαν κι εμένα. Μας πρόσεξε ο άνθρωπος και ήταν και αυτός που τελικά μου έσωσε την καριέρα. Μου έβγαλε το σίδερο που μου είχαν βάλει εδώ στο πόδι. Μετά εγώ έκανα θεραπείες και γυμναστήριο και κατάφερα να δυναμώσω ξανά το πόδι μου.

Αλλά η μεταγραφή είχε χαλάσει.

Ναι η μεταγραφή δεν έγινε ποτέ.

Άλλες προτάσεις δεν είχες;

Φυσικά αλλά κι εκεί ήμουν άτυχος.

Δηλαδή;

Ένας από τους ξένους προπονητές που είχαμε αρχικά ήθελε να με στείλει στην Τότεναμ, γιατί είχε εκεί διασυνδέσεις. Όμως επειδή εκεί δεν βρέθηκε τελικά πρόσφορο έδαφος, έκανε επαφή με το Αμβούργο στο οποίο ήταν ο Κέβιν Κίγκαν. Όμως καμία από τις δύο περιπτώσεις δεν προχώρησε. Εγώ ήμουν μικρός και δεν ήταν εδώ και ο μάνατζέρ μου, οπότε δεν θα μάθουμε ποτέ εάν θα προχωρούσε και η περίπτωση μου. Μετά ήρθε και ο τραυματισμός και όλα αυτά τελείωσαν.

«Στην Καλαμάτα υπηρέτησα φαντάρος με τον Γιώργο Παπανδρέου»

Πάμε τώρα σε άλλο θέμα. Πώς έγινες Έλληνας;

Αφού πέρασαν τα χρόνια, ο κ. Αμανίτης που είχε διασυνδέσεις με το Στρατό, μου έκανε την πρόταση για να πάρω ελληνικό διαβατήριο. Πράγματι παρουσιάστηκα στο Στρατό και ορκίστηκα κανονικά. Έδωσα στρατιωτικό όρκο και πήγα στην Καλαμάτα. Μάλιστα εκεί στην Καλαμάτα υπηρέτησα μαζί με τον Γιώργο Παπανδρέου.

Ο πρώην πρωθυπουργός;

Ναι μόλις είχε έρθει από την Αμερική για να υπηρετήσει τη θητεία του και ήμασταν μαζί.

Εσύ όμως έκανες δύο θητείες.

Ναι γιατί τότε είχε γίνει η περιβόητη υπόθεση με τον Ρότσα και την ελληνοποίησή του, για την οποία ο Ολυμπιακός είχε κάνει ένσταση και αποφασίστηκε όλοι όσοι είχαμε κάνει τα χαρτιά μας για να γίνουμε Έλληνες, να υπηρετήσουμε ξανά. Έτσι κι εγώ ξαναπήγα Στρατό. Αλλά δεν με ένοιαζε γιατί περνούσα καλά και έκανα φίλους. Εγώ έκανα πως δεν μίλαγα ελληνικά για να γλυτώνω από τις αγγαρείες.

Τα περιγράφεις όλα ιδανικά. Αλήθεια ρατσισμό αντιμετώπισες στην Ελλάδα;

Όχι ποτέ. Όπου πήγαινα και όπου πάω ακόμα ο κόσμος με αγαπάει.

Ωραία θέλω να μου πεις τότε, πως βγήκε το παρατσούκλι σου «σκούρος».

(Γέλια). Πάντα μου άρεσε. Στα αποδυτήρια με τα φιλαράκια μου, τον Μαυρίκη, τον Γραβάνη, τον Εμβολιάδη, τον Ζαχαρόπουλο με τα παιδιά που ήμασταν πάντα μαζί, κάναμε όλο πειράγματα. Τους διευκόλυνε το «σκούρος» για να με φωνάζουν και ο Μαυρίκης ήταν αυτός που μου το κόλλησε.  Έλεγε στον κόσμο: «Ο Νόνι είναι Έλληνας, απλά είναι λίγο πιο σκούρος». (Γέλια).

«Έλεγαν στην ΕΠΟ πως η Ελλάδα δεν έχει αποικίες όπως η Πορτογαλία και δεν κατάφερα να αγωνιστώ ποτέ στην Εθνική»

Σου έμεινε απωθημένο ότι δεν αγωνίστηκες στην Εθνική;

Βέβαια. Είχα πάει φαντάρος και ήμουν πλέον Έλληνας και περίμενα να με καλέσουν. Είχα μιλήσει με τον Αλκέτα Παναγούλια και ήξερα ότι του άρεσα πάρα πολύ. Μάλιστα με είχε καλέσει για προπονήσεις. Αλλά τότε κάτι έτυχε με την ΕΠΟ, όπου πρόεδρος ήταν ο Ματζαβελάκης και λέγανε πως η Ελλάδα δεν έχει αποικίες όπως η Πορτογαλία και τελικά δεν με καλέσανε. Αλλά στην Εθνική τότε ήταν πολύ δύσκολο, με τα χαφ που είχε το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα. Νικολούδης, Σεμερτζίδης, Κουσουλάκης, Κούης, ήταν δύσκολο να βρεις χώρο.

Ποιος ήταν για σένα ο πιο δύσκολος αντίπαλος;

Χατζηπαναγής. Κανείς δεν μπορούσε να τον σταματήσει. Και μετά ένας παίκτης του Παναθηναϊκού που τον έλεγαν Ζάετς. Τον θυμάσαι; (Γέλια). Απίστευτος παίκτης. Μεταξύ μας υπήρχε σεβασμός και ακόμα υπάρχει. Με τον Χατζηπαναγή βρεθήκαμε πρόσφατα σε ένα φιλανθρωπικό παιχνίδι στη Ρόδο. Είχαμε αγκαλιές και φιλιά και φυσικά θυμηθήκαμε τα παλιά.

Έμεινες λοιπόν στην Ελλάδα και έκανες και τρία παιδιά.

Βέβαια, ο Κώστας που είναι ποδοσφαιριστής και παίζει στην Επισκοπή, ο Μάρκος που είναι χορευτής και η κόρη μου η Ζίλντα που έχει σπουδάσει μάρκετινγκ.

Τώρα όμως έχεις πάλι δυσκολίες με την υγεία σου.

Είχα μια περιπέτεια μεγάλη, αλλά ευτυχώς βρήκα καλούς γιατρούς και με προσέξαν, έκανα τις θεραπείες μου και πλέον νιώθω καλά. Ο κόσμος στάθηκε δίπλα μου, όπως φυσικά και οι φίλοι μου.

Ποιοι φίλοι σου; Ποιοι είναι οι «κολλητοί» σου που λέμε.

Ο Μάρκος Σεφερλής, ο Δημήτρης Σιόβας, ο Θανάσης Μπέλλος, ο Γραμμένος, ο γιατρός ο Γιαλάφος.

«Αν ήμουν γερός θα πήγαινα στο Survivor. Είμαι κι εγώ από ζούγκλα και αντέχω!»

Πες μου λίγο για τον Μπέλλο και το «Survivor».

Μας την έκανε. Εκεί που όλοι είχαμε ποντάρει σε αυτόν και ήταν πολύ καλός, ξαφνικά δεν ένιωσε καλά και δεν μπορούσε να συνεχίσει. Είχαμε κάνει fan club και μας… πούλησε. (Γέλια).

Θα πήγαινες εσύ στο Survivor;

Αμέ, άμα ήμουν καλά θα πήγαινα. Μην ξεχνάς ότι εγώ είμαι από ζούγκλα και αντέχω (πολλά γέλια). Άλλωστε θα είχε καρύδες και ξέρω πώς να της μαζέψω, δεν θα πείναγα…

«Όταν ο Αλέφαντος μπήκε στα αποδυτήρια του Ολυμπιακού και έσπασε το πινακάκι του Κέσλερ»

Τι άλλο να πούμε;

Θα σου πω μια ιστορία με τον Αλέφαντο. Παίζουμε εδώ στη Νέα Σμύρνη με τον Ολυμπιακό και προπονητής του είναι ο Κέσλερ. Όπως περνάει ο «Αλέ» και τον βλέπει να κάνει τακτική στον πίνακα, κοντοστέκεται στην πόρτα. Εγώ ήμουν με τον Έβανς Παυλόπουλο και μου λέει: «Κοίτα Νόνι, κάτι θα κάνει τώρα ο κυρ Νίκος». Και μπαίνει ο Αλέφαντος μέσα στα αποδυτήρια του Ολυμπιακού και ρίχνει μια μπουνιά στον πίνακα του Κέσλερ και του λέει: «Τι είναι αυτά που κάνεις ρε, τι ήρθες να κάνεις εδώ; Με τον Αλέφαντο αντίπαλο θα παίξεις, τι τα θέλεις αυτά;». (γέλια)

Πες μου την ιστορία με τον Ντανιέλ Μπατίστα και πως τον έφερες στην Ελλάδα.

Τον έφερα για τον Πανιώνιο, αλλά δεν μπορούσαμε να τον πάρουμε, γιατί δεν είχαμε θέση ξένου. Μετά τον πήγα στα Γιάννινα και ενώ τους εντυπωσίασε στη δοκιμή, δεν τα βρήκαν. Πήγε στην Ολλανδία και μετά τον ξαναφέραμε στην Ελλάδα. Τον πήγαμε στον Εθνικό και μετά από μερικά λεπτά στην προπόνηση, τον είδε ο Μουρκάκος και αμέσως τον πήρε στα γραφεία και υπέγραψε συμβόλαιο.

Ο Ντανιέλ έγινε τελικά ο πρώτος μαύρος παίκτης στην Εθνική Ελλάδος. Όταν το κατάφερε είδες ουσιαστικά τον εαυτό σου στο πρόσωπό του;

Χάρηκα πολύ και φυσικά από τη στιγμή που ήμασταν ξαδέλφια και κουμπάροι και όντως ήταν σαν να έβλεπα τον εαυτό μου.

Σε είδα τώρα τελευταία με τον Γκάρι Ροντρίγκες.

Είμαστε φιλαράκια. Όταν ήρθε στον ΠΑΟΚ, έμαθε ότι είμαστε εδώ, εγώ κι ο Ντανιέλ . Και όταν πήγα εγώ με τον Πανιώνιο στην Τούμπα, ήρθε και με βρήκε. Είναι από Κάπο Βέρντε, αλλά είναι γεννημένος στην Ολλανδία. Όμως ήξερε για μένα και ήρθε και με βρήκε. Πλέον είναι και στην εθνική Κάπο Βέρντε και εκεί προπονητής είναι φίλος μου και πλέον έχουμε επαφή.

Κάπο Βέρντε, Ελλάδα, Πανιώνιος. Όταν ακούς αυτές τις λέξεις τι σου έρχεται στο μυαλό πρώτα;

Το Κάπο Βέρντε είναι ο τόπος που με γέννησε και με μεγάλωσε. Στην Ελλάδα βρήκα τη δεύτερη πατρίδα μου. Πλέον είμαι περισσότερα χρόνια στην Ελλάδα, απ’ όσα έχω ζήσει στο Κάπο Βέρντε και παντού εισπράττω μόνο αγάπη. Εδώ έχουν γεννηθεί και τα παιδιά μου. Τώρα για τον Πανιώνιο τι να πω; Είναι η ζωή μου όλη. Εδώ στο γήπεδο θα είμαι πάντα, όσο ζω.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News