ΛΕΞ: Για τους... Μαραντόνα και για εκείνους που θέλουν τον κόσμο πριν να μπουν μέσα στο χώμα του

Τον ΛΕΞ τον «είπαν φαινόμενο σαν τον Ναζάριο», όμως στην πραγματικότητα η Ελλάδα τον αγαπά όπως οι ποδοσφαιρόφιλοι αγαπούν τον Ντιέγκο Μαραντόνα και τους θνητούς Θεούς.
Δεν υπάρχει ούτε μία στο εκατομμύριο, μια σύντομη συλλογή σκέψεων σε ένα αθλητικό σάιτ να ξετυλίξει το κουβάρι των μεγάλων ερωτημάτων: πως από το «An Club», το «We» και τα battles του «THHF» φτάσαμε στις 60 χιλιάδες -μόνο την πρώτη μέρα- στο ΟΑΚΑ; Ευνοήθηκε η ραπ μέσα από το σύστημα ώστε να βγει από τα υπόγεια, να γίνει major μουσική και να «αποστειρωθεί», κατά την πάγια τακτική; Αποστειρώθηκε;
Πως ακριβώς κατάφερε η μουσική του περιθωρίου, που πια εκφράζεται με ρίμες, να ξεπεράσει σε επιτεύγματα τους προγενέστερους; Τα «Ξύλινα Σπαθιά που αφήνουν Τρύπες», κατά τον ΛΕΞ, ο οποίος έχει πει σε συνέντευξή του πως είναι εκείνοι που «έσπασαν την ανία στην πόλη». Ποια πόλη; Εκείνη που υμνήθηκε με χίλιους κι έναν τρόπους σ’ ένα ιστορικό βράδυ στην Καλογρέζα, κι η Αθήνα από κάτω ζητωκραύγαζε.
Καταλήγω σε κάτι: αν ο ΛΕΞ ήταν τέλειος, δε θα γινόταν αυτός ο θρύλος. Περπατώντας, με την τρίτη μπύρα στο χέρι, καμιά ώρα πριν την προκαθορισμένη όρεξη, παρατήρησα πως μετά τη στάμπα του καλλιτέχνη, η πιο συνηθισμένη στυλιστική επιλογή «θα έπρεπε», βάσει της εξέλιξης, να έχει τοποθετηθεί στο χρονοντούλαπο εδώ και 30 ή 35 χρόνια: Διάολε ήταν οι φανέλες του Ντιέγκο Μαραντόνα. Του Θεού της τέχνης της αλάνας (την οποία έχουν περιποιηθεί κι οι γκραφιτάδες της χιπ χοπ κουλτούρας), που στο μυαλό του ήταν τόσο γήινος όσο ο πιο απελπισμένος υμνητής του. Κοκαϊνη, παπάτζες, κωλοτούμπες, λάθος αποφάσεις. Θεός, μα κι άνθρωπος. Η συνταγή της ταύτισης κι εντέλει της λατρείας. Δε μας αρέσουν οι τέλειοι. Κάτι κρύβουν…
Ο πολιτικάντης που θα πετάξει ένα «ταπεινοί και πεινασμένοι» μπας και καθίσει στο τραπέζι με τη νεολαία, δε θα το καταλάβει. Ισως και να του ξινίσει αν ποτέ το αντιληφθεί. Ο «σκελετός» του σώματος των 60 χιλιάδων, όμως, το γνωρίζει. Ο ΛΕΞ των Βορ.Ας και των Α.Κ. δεν ήταν ποιητής, αν και ανέκαθεν ήταν λαογράφος. Εγραψε κι ανωριμότητες, που καμιά φορά επιστρέφουν και τον κυνηγούν από εκείνους που θίγονται και προσπαθούν απελπισμένα να τον βλάψουν. Ούτε οι συνεργάτες του, μερικοί εκ των οποίων πάτησαν και stage, δεν είναι… λογοτέχνες, Χιπχοπάδες είναι οι άνθρωποι. Αυτή είν’ η κουλτούρα τους, αυτή είναι η δουλειά τους. «Μετά είσαι καλλιτέχνης κι εκφραστής μιας γενιάς. Κι αυτό μπορεί να μη σ’ αρέσει, μα κάπως πρέπει να φας».
@dim_misail #ΛΕΞ ♬ πρωτότυπος ήχος – dim_misail
Δεν είναι ακριβώς έτσι
Είναι περίεργη η συζήτηση για το αν ο καλλιτέχνης ΛΕΞ είναι επαναστάτης. Σε κάποιους, ας πούμε, ξένισε η απόφασή του να μη μιλήσει για την Παλαιστίνη. Αυτό που τους διαφεύγει, είναι ότι… μίλησε. Η παρουσία του, η ραπ διαδρομή του, ήταν η αφορμή για όλους αυτούς τους ανθρώπους που βρέθηκαν στο ΟΑΚΑ και απαίτησαν λευτεριά στον καταπιεσμένο λαό. Για όλους αυτούς που δεν ξεχνούν πως «ο Παύλος ζει» και πως ο ναζισμός πρέπει πάντα και παντού να τσακίζεται. Ειτε όταν ακμάζει είτε όταν μοιάζει ανήμπορος να ξεφύγει απ’ την πηγάδα.
Αυτά πρεσβεύει ως ύπαρξη ο ΛΕΞ, τόσο όταν ραπάρει μπροστά σε 60 χιλιάδες κόσμο, όσο κι όταν δίνει τη σπίθα του σε κάποια κατάληψη, όπως τον Γενάρη του ‘23, όταν ήδη χαρακτηριζόταν «κοινωνικό φαινόμενο» από καλούς και κακούς δημοσιογράφους ή από καλούς και λιγότερο καλούς συναδέλφους του.
Το χαρακτηριστικό του είναι η αμεσότητα. Το πως μιλάει στην ψυχή εκείνου που αισθάνεται τα ίδια. Για την καταπίεση, για τα νυχτέρια στην πόλη, για τη βρωμιά, για την αλητεία, για την προσπάθεια διατήρησης του ήθους σου, για την αγχώδη διαταραχή.
Και είναι κίνητρο. Πρόκειται για το «αγόρι που φοβάται τον θάνατο, φοβάται το τέλος, φοβάται την ανυπαρξία». Για το παιδί που του λένε πως «η ζωή είν’ ωραία» κι απαντά πως «το ξέρει, αυτό είναι το πρόβλημα». Οσοι νιώθουν, στ’ αλήθεια, τους παραπάνω στίχους, γνωρίζουν πως όταν σκάβουν μέσα τους καταλήγουν σε μια αδιέξοδη σκέψη – απόφαση – προτροπή στον εαυτό τους: αφού είναι μία, ζήστην. «Γάμα τον κόσμο ώσπου να μπεις μέσα στο χώμα του». Τερμάτισέ την την…
Ε, αυτός θα την τερματίσει. Θα γίνει ο σπουδαιότερος όλων των εποχών στο είδος του, και στην πραγματικότητα θα ξεφύγει από αυτό. Εχει ξεφύγει. Οχι επειδή τον πιάνουν στο στόμα τους οι φίρμες των Μέσων, όχι επειδή τον σχολιάζει όλος ο κόσμος, όχι επειδή οι ασήμαντοι νιώθουν σημαντικοί και μποέμ όταν δήθεν αναρωτιόνται «τι είναι ΛΕΞ». Αλλά γιατί μέσα στον κόσμο, πίσω από τους τρελαμένους 20ρηδες που είχαν βγάλει τις ραπ ή τις παρτενοπέι μπλούζες τους, ήταν και πολλοί, πάρα πολλοί, που «κανονικά» δε θα είχαν σχέση με το σπορ. Γιατί ο ένας από τους τρεις της παρέας έδειχνε με facetime τον πανικό στη μητέρα του, που δεν ήταν εκεί επειδή… «ντρεπόταν που δεν ήξερε τους στίχους».
Στο κάτω κάτω, είναι τέχνη
Η «κυρία Χαρά» περπατά προς το stage κι είναι σα να μπήκε ο ηλεκτρικότερος των ροκ σταρ. Δε γίνεται να υπολογίσει κανείς το ποσοστό των παρευρισκόμενων που γνώριζαν πραγματικά το καλλιτεχνικό μέγεθος της Χαρούλας Αλεξίου ή την περιπέτεια των τελευταίων ετών. Αν πάντως μάντευες, βάσει της αντίδρασης, θα έλεγες… το 101%!
Ερμήνευσε αυτό το απίθανο τραγούδι, «Φύγε», και οι τελευταίοι στίχοι χάθηκαν. Χάθηκαν μέσα στα χειροκροτήματα νέων και παλιών που την έβλεπαν συγκλονισμένη στις γιγαντοοθόνες, και δε μπορούσαν να κρατηθούν. Εκατέρωθεν «ευχαριστώ» και μια ειλικρινής υπόκλιση από τον σταρ της βραδιάς που για λίγο είχε υποχωρήσει.
View this post on Instagram
Δέος, μαγεία, μουσική ιστορία εμπρός στα μάτια 60 χιλιάδων ανθρώπων από όλες τις γενιές, αλλά ιδίως νέων. Και αυτό είναι που έχει τη μεγαλύτερη αξία. Το έγραψε ωραία ο Λαζόπουλος: «πήρε το διαβατήριο από τα σημερινά νιάτα». Παρακάτω ανέφερε κάτι ενδιαφέρον. Οχι απαραίτητα σωστό, αλλά σίγουρα τροφή για συζητήσεις και σκέψεις: «οι πιτσιρικάδες αυτό που έχουν να πουν, το λένε πια στις συναυλιες. Οχι στις πορείες»,
Η ραπ σε ένα άλλο επίπεδο
Τρεις μέρες ολόκληρες, το θέμα συζήτησης στην παρέα ήταν το εξής: «πάμε το Σάββατο, να φάμε την ταλαιπωρία, να τελειώνουμε». Ηταν… επίπονες οι εμπειρίες από τις πρώτες ραπ προσπάθειες που είχαν γίνει προηγούμενα χρόνια στην Καλογρέζα. Μια και μόνο είσοδος, σπρωξίματα στις πύλες από τις 16:00, ξύλο, λιποθυμίες, περίπτερα μόνο στην είσοδο, κι όποιος αντέξει.
Από την προσφορά στα ταξί (7.5 ευρώ το Βύρωνας – Μαρούσι) ως την ευκολία στο πως «έσπασε» ο κόσμος, η εμπειρία του «ΛΕΞ στο ΟΑΚΑ» δεν είχε καμία σχέση με την οποιαδήποτε άλλη συναυλιακή εμπειρία στα χρονικά του ελληνικού ραπ. Ανετη προσέλευση, καθαρή ροή κόσμου, τεράστιος χώρος, εξαιρετικές πρώτες βοήθειες, πάμπολλα περίπτερα, πάμπολλες τουαλέτες κι ένα σύστημα με μάρκες για τις μπύρες, τα ποτά και τα νερά, που ευνόησε τους… προνοητικούς. Πραγματικό experience, με δραστηριότητες και προωθητικές ενέργειες, που έκαναν τον κόσμο να μην κοιτάζει κάθε τρεις και λίγο την… κλεψύδρα μέχρι την έναρξη του live, αλλά να απολαμβάνει τη στιγμή.
Το ραπ, δηλαδή, σε νέα ύψη. Οι εμπειρότεροι της σκηνής, εκείνοι που ήταν παρόντες στα λάιβ των Ζωντανών Νεκρών που μάζευαν 1.000 άτομα και χαρακτηρίζονταν -δικαίως για την εποχή- «ιστορικά», συμφωνούν πως ήταν ό,τι καλύτερο έχει συμβεί ποτέ στα χρονικά της ελληνικής βερσιόν της μουσικής του δρόμου.
Και, με κάποιο τρόπο, φαίνεται πως έχει και πιο πάνω.