Γίργκεν Κλίνσμαν - Ένας υπέροχος ποδοσφαιρικός «απατεώνας»

Όταν κάποιος σας ζητά να περιγράψετε έναν τυπικό Γερμανό ποδοσφαιριστή, ποια χαρακτηριστικά σας έρχονται στο νου; Αφήστε να μαντέψουμε. Ψηλός, καλογυμνασμένος, πειθαρχημένος, αγέλαστος, κάτι σαν τον Τόμας Μίλερ της Μπάγερν.

Ε , λοιπόν, ο Γίργκεν Κλίνσμαν δεν ήταν τίποτα από όλα αυτά. Είχε μέτριο (για Γερμανό) ανάστημα, έκανε ό,τι ήθελε στο γήπεδο, ήταν πολύ εκφραστικός και δεν είχε τόσο δυνατό κορμί. Δεν διέθετε με λίγα λόγια το πακέτο του Γερμανού ποδοσφαιριστή. Άλλωστε ο άνθρωπος για φούρναρης ξεκίνησε…

Ο πατέρας του Ζίγκφριντ ήταν μεγαλοαρτοποιός και δίδαξε την τέχνη στο γιο του. Μόνο που αυτός κατείχε καλύτερα την τέχνη του γκολ, βάζοντας 16 γκολ σε ένα ματς ακαδημιών σε ηλικία 8 ετών.

Γέμισε με γκολ τα δίχτυα σε όλα τα μεγάλα πρωταθλήματα

Τα πολλά γκολ που πετύχαινε τον ταξίδεψαν από τη Στουτγκάρδη (Κίκερς και VfB) όπου είχε μετακομίσει στο μεταξύ η οικογένειά του, στο Μιλάνο, στην Ίντερ, για να συνθέσει τη θρυλική γερμανική τριάδα με τους Ματέους και Μπρέμε.

Έπειτα ήρθε το κοσμοπολίτικο Μονακό όπου παραλίγο να κατακτήσει το Champions League (ημιτελικά), το Λονδίνο για να παίξει με την Τότεναμ, από εκεί στον προορισμό κάθε Γερμανού παιχταρά, τη Μπάγερν Μονάχου, μετά στη Γένουα για λογαριασμό της Σαμπντόρια και τέλος στην Καλιφόρνια, που έμελλε να είναι το καταφύγιό του. 

Την ευχέρεια στο σκοράρισμα την είχε, δούλεψε και την ταχύτητά του σε σημείο να κάνει τα 100 μ. σε 11’’ και έγινε ένας από τους μεγαλύτερους γκολτζήδες στην ιστορία του παγκοσμίου ποδοσφαίρου σκοράροντας σε όλες τις διοργανώσεις που πήρε μέρος.

Με το ατημέλητο ξανθό μαλλί και το μεσογειακό ταπεραμέντο κέρδισε άμεσα στους Ιταλούς, μαθαίνοντας τη γλώσσα τους σε χρόνο ρεκόρ.

Τους δύσπιστους Άγγλους οπαδούς των Σπερς που είδαν με μεγάλη καχυποψία τη μεταγραφή του επειδή ήταν γνωστός «βουτηχτής» (είχε πάρει την αποβολή του Μονσόν, που άνοιξε το δρόμο για την κατάκτηση του Πσγκοσμίου Κυπέλλου το 1990), τους κέρδισε με το νικητήριο γκολ στο καλημέρα και πανηγυρισμό με μια… βουτιά. «Τούτος εδώ έχει το δικό μας χιούμορ» σκέφτηκαν και έγινε άμεσα ο αγαπημένος της εξέδρας. 

Στις 24 Μαΐου του 1998, σαν σήμερα, έδωσε το τελευταίο του παιχνίδι ως ποδοσφαιριστής, σε φιλικό μεταξύ μιας ομάδας All Stars και μιας μικτής της Στουτγκάρδης, φυσικά στο Γκότλιμπ Ντάιμλερ.

Ο άνθρωπος που έσπασε αυγά στη νασιοναλμανσάφτ

Η καριέρα του ως προπονητής ήταν πολύ πιο περιπετειώδης. Ανέλαβε να οδηγήσει την καταρρακωμένη από το φιάσκο του Euro 2004, εθνική Γερμανίας στο Μουντιάλ του 2006.

Αν και ήταν ανέκαθεν καλός δημοσιοσχετίστας, ως προπονητής έδινε την αίσθηση ότι ήθελε να προκαλέσει. Έδωσε βάση στην επίθεση, πέταξε τον αμετακίνητο από τα δοκάρια Όλιβερ Καν στον πάγκο και έκοψε τις αποκλειστικότητες από τον δυνάστη κάθε ομοσπονδιακού τεχνικού, τη φοβερή και τρομερή φυλλάδα του λαού, Bild. 

Το αποτέλεσμα τον δικαίωσε και έκλεισε πολλά στόματα, μεταξύ των οποίων και του Φραντς Μπεκενμπάουερ που αμφισβήτησε την πρόσληψή του (σ.σ.: αλήθεια ο Κάιζερ έχει πει ποτέ καλή κουβέντα για προπονητή;). Τρίτη θέση για τα πάντσερ στο δικό τους Μουντιάλ και το ηθικό των Γερμανών ανυψώθηκε. Η επιλογή του να μη συνεχίσει ωστόσο στην νασιοναλμανσάφτ δεν τον δικαίωσε. Ή κάτι διαισθάνθηκε…

Klinsmann raus!

Στην επιστροφή του στους πάγκους απέτυχε παταγωδώς στην Μπάγερν. Προσπάθησε να προχωρήσει σε ξεσκαρτάρισμα του ρόστερ, να φέρει νέα μέτρα και σταθμά, όπως γιόγκα, εξετάσεις και επιστημονικές αναλύσεις για κάθε παίκτη και συστήματα βασισμένα στο 3-5-2, που μάλλον κανείς δεν κατάλαβε, καθώς και δημοκρατικές συζητήσεις πριν από τα ματς.

Απολύθηκε από τους Ούλι Χένες και Καρλ-Χάιντς Ρουμενίγκε πέντε αγωνιστικές πριν από το φινάλε κι ενώ η Μπάγερν ήταν τρίτη, έχοντας χάσει δέκα ματς. 

Klinsmann raus!”, φώναζε όλο το γήπεδο, που κάποτε τον αποθέωνε.

Δουλεύαμε μόνο τη φυσική μας κατάσταση. Αμφιβάλλω αν είχε ιδέα από τακτική. Ύστερα από δύο μήνες καταλάβαμε ότι αυτή η ομάδα δεν είχε καμία τύχη” θα γράψει στην αυτοβιογραφία του ο Φίλιπ Λαμ.

Ο κύριος Τζέι Γκέπιγκεν

Από ο Μόναχο βρέθηκε στον Καναδά, όπου μάλλον διέλυσε την Τορόντο FC και μετά ήρθε το σωσίβιο των ΗΠΑ. Στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού ήταν τόσο δημοφιλής ώστε κυκλοφορούσε με το ψευδώνυμο Τζέι Γκέπιγκεν, το όνομά της πόλης όπου γεννήθηκε! 

Ξεκίνησε με ήττες, στην πορεία πέτυχε κάποιες νίκες και ταξίδεψε στο Μουντιάλ της Βραζιλίας με το τρόπαιο από το Gold Cup ανά χείρας. Οι ισοβαθμίες τον έστειλαν στο δεύτερο γύρο, όπου έπεσε στην παράταση κόντρα στο Βέλγιο. Η 4η θέση στο Gold Cup της επόμενης χρονιάς και το 0/2 στην πρεμιέρα των προκριματικών του Μουντιάλ του 2018 τον έστειλαν στο σπίτι του.

Μια τελευταία απόπειρα να επανέλθει το 2019 αναλαμβάνοντας τη Χέρτα έληξε άδοξα, μάλλον επειδή βαρέθηκε ή είχε κακομάθει στον ήλιο και την καλοπέραση της Καλιφόρνια.

Γύρισε στις ΗΠΑ και στη σύζυγό του, πρώην μοντέλο Ντέμπι Τσιν, ασχολείται με αγαοθοεργίες και σχολιάζει ως ειδήμων ποδοσφαιρικά ματς. Χαλαρά!

Γίργκεν Κλίνσμαν: ένας μποέμ, ένας καλοπερασάκιας του ποδοσφαίρου. Γκολτζής ολκής, «βουτηχτής», αμφιλεγόμενος προπονητής, χαμαιλέων, ένας άνθρωπος που δεν είσαι σίγουρος αν τον συμπαθείς ή τον αντιπαθείς. Είμαστε σίγουροι ότι είναι Γερμανός;

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News