Χερμάν Μπούργος: Η εξομολόγηση για τον καρκίνο, την Ελλάδα και τον δικό του Θεό του πολέμου

Ο προπονητής του Άρη, βρίσκεται με την οικογένειά του στο σπίτι του στη Μαδρίτη και παραχώρισε μία αποκαλυπτική συνέντευξη στην εφημερίδα «Nacion» της Αργεντινής, μιλώντας για τη μάχη του με τον καρκίνο, τους οπαδούς της ομάδας του και δεν κρύβει τον ενθουσιασμό του που ζει και εργάζεται στο λίκνο του πολιτισμού, στην Ελλάδα και στην περιοχή του Φίλιππου και του Μεγάλου Αλεξάνδρου. 

Οι απαντήσεις του Χερμάν Μπούργος στις ερωτήσεις για λογαριασμό της «La Nacion»: 

–Είναι ο καρκίνος μια ανάμνηση, μόνο η ουλή των 35 πόντων;

«Όταν έχεις αυτή την ασθένεια, έχεις καρκίνο, για πέντε χρόνια πρέπει να σε παρακολουθούν και αυτό είναι, αν όλα πάνε καλά, τεκμαίρεται ότι έχεις ήδη θεραπευτεί».

Ο δημοσιογράφος σχολιάζει: Η ερώτηση για το αν είχε αφήσει το τσιγάρο δεν έχει πλέον πολύ νόημα, αλλά εξακολουθεί να απαντά. «Ναι, ναι, το αφήνω… Στο σταχτοδοχείο, χαχαχαχαχα», και ξεσπάει στο συνηθισμένο πρωτόγονο γέλιο του. Δεν έχασε το χιούμορ του ούτε όταν πέρασε καρκίνο στα νεφρά το 2013. Χειρουργήθηκε από τη μια μέρα στην άλλη. Τότε του εξήγησαν ότι ο ένοχος μπορεί να είναι το κάπνισμα, γιατί παρόλο που η πίσσα προσβάλλει το λαιμό και τους πνεύμονες, η νικοτίνη αποβάλλεται μέσω των ούρων… Αλλά ο μισοχαλασμένος αναπτήρας του, με τα κλικ του, μια, δύο, τρεις φορές, θα συνοδεύει ολόκληρη η συνομιλία.

–Ανακάλυψες τότε μια πιο ανθρώπινη διάσταση;

«Πιστεύω πολύ στη δύναμη του μυαλού και μερικές φορές δεν έχεις τη διάσταση του πόσο μακριά μπορείς να φτάσεις, πού μπορείς να φτάσεις. Έζησα αυτή την κατάσταση με έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο, και προσπάθησα να βοηθήσω, να συνοδεύσω τους ανθρώπους που δίνουν μάχη για τη ζωή τους στα νοσοκομεία, πολλοί άνθρωποι δεν περνούν καλά. Το ζήσαμε και τώρα με τον Covid, ο οποίος δεν έχει φύγει εντελώς, και έχουμε χάσει πολλούς ανθρώπους. Ο τρόπος σκέψης μου ήταν πάντα να δίνω δύναμη σε τόσους πολλούς που αγωνίζονται. Εκεί έγινα ένας από αυτούς». 

–Είχες συνειδητοποιήσει το δημόσιο «βάρος» που είχες ή το κατάλαβες τότε με τον καρκίνο;

«Το καταλαβαίνεις με τα παιδιά. Πιστεύουν ότι υπάρχει μια απόσταση που τους εμποδίζει να δουν ότι κάποιος είναι επίσης άνθρωπος, άλλος ένας άνθρωπος και με μια απλή κίνηση μπορείς να αλλάξεις τη ζωή του παιδιού, ορκίζομαι ότι δεν θα ξεχαστεί ποτέ. Κι αν κάνεις το αντίθετο, μια αγένεια, μια παράβλεψη, τους αφήνεις και μια φρικτή ανάμνηση στη ζωή τους».

-Δείχνεις πάντα πολύ κοντά στα παιδιά. Πώς τα πάτε με τη Sasha, τη Florencia και τον Luca, τα παιδιά σου;

«Και…, είμαι μπαμπάς, δεν είμαστε φίλοι, χαχαχαχαχα. Επιδιώκω να τους δώσω την αυτοπεποίθηση και να τους οδηγήσω, μέχρι να μεγαλώσουν. Να τους δείξω ότι έχουν πάντα ένα μέρος να επιστρέψουν. Και με τον ποδοσφαιριστή το ίδιο: δεν χτίζω φιλία, εδραιώνω εμπιστοσύνη, κατάλαβες; Γιατί το να φτιάχνεις μια ομάδα είναι σαν να δημιουργείς μια οικογένεια».

«Η ομάδα που ηγούμαι, είναι ο Άρης, ο Θεός του Πολέμου!»

Ο δημοσιογράφος αναφέρει ότι «σε λίγες εβδομάδες ο «Μόνο» θα επιστρέψει στην Ελλάδα, στην πόλη της Θεσσαλονίκης, στα βόρεια, στις ακτές του Αιγαίου, με τον Μπούργος να σχολιάζει:

«Ζω στην περιοχή όπου γεννήθηκε ο Φίλιππος της Μακεδονίας. Εκεί βρίσκεται το άγαλμα του Φιλίππου και του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Πατέρας και γιος ένα τετράγωνο μακριά… Υπέροχα!!! Δείτε τι είναι η Ελλάδα σε πολιτιστικό επίπεδο, με τη μυθολογία της… Ο Άρης, η ομάδα που ηγούμαι, είναι ο Άρης, ο Θεός του Πολέμου!, ο γιος του Δία και της Ήρας… και ο Όλυμπος υπάρχει, νόμιζα ότι ήταν μέρος της μυθολογίας, αλλά όχι, είναι το ψηλότερο βουνό της Ελλάδας, στα Βαλκάνια και είναι απέναντι από τη Θεσσαλονίκη. Έχω τα πάντα εκεί. Για όσους αγαπούν την ιστορία, όπως εγώ, που παθιάζομαι με την καταγωγή, από πού προερχόμαστε, η Ελλάδα είναι το λίκνο του πολιτισμού», αναφέρει με απερίγραπτο ενθουσιασμό.

-Αφιέρωσες χρόνο για να περιηγηθείς, να γνωρίσεις την πόλη;

«Όχι για περπάτημα. Ναι, βρίσκω χρόνο για να ακούσω τους ανθρώπους. Έπειτα ζω σε αυτοσυγκέντρωση, οι μέρες μου έχουν 72 ώρες. Και ο προπονητής δεν σταματά ποτέ, αυτή είναι η μεγάλη διαφορά με τον παίκτη. Ο παίκτης είναι δύο ώρες, δυόμιση ώρες, ίσως λίγο παραπάνω στην προετοιμασία, αλλά για τον προπονητή είναι 24 ώρες το 24ωρο, δεν κλείνεις ποτέ το τηλέφωνο. Είναι πολύ περισσότερο, αλλά και πολύ πιο διασκεδαστικό».

–Έφτασες σε έναν Άρη Θεσσαλονίκης σε κρίση τον Φεβρουάριο και σε τρεις μήνες προκριθήκατε στην Conference League.

«Είναι ωραίο να βλέπεις πότε αντιδρά η ομάδα, γιατί τελικά πρόκειται για τη διόρθωση καταστάσεων, αυτό που κάνουμε εμείς οι προπονητές. Αυτό που κάνουμε εμείς οι προπονητές είναι να φτιάχνουμε, να διορθώνουμε, να βλετιώνουμε και να στοχεύουμε πάντα στη νίκη, κάτι που μας συγκινεί όλους. Ξεκινήσαμε όγδοοι και τερματίσαμε τρίτοι, ήταν υπέροχο το πώς οι παίκτες ανταποκρίθηκαν αμέσως. Είναι αυτό που έμαθα μετά από τόσο καιρό: ο παίκτης πρέπει να οδηγείται και όταν βρίσκει τον προπονητή που του λέει πώς, απαντά. Αλλά αυτό είναι το πιο δύσκολο πράγμα για τον προπονητή: να καθορίσει το πώς. Αν το αποκτήσεις και μετά κερδίσεις, γίνεσαι πιο δυνατός. Γιατί ό,τι μιλάς, ό,τι δείχνεις και ό,τι λες, χρειάζεται πάντα να το διασφαλίζεις με θριάμβους».

Για το θέμα της επικοινωνίας με τους ποδοσφαιριστές τόνισε:

«Η γλώσσα δεν έχει δευτερεύουσα σημασία, η γλώσσα είναι θεμελιώδης. Υπάρχουν παίκτες που μιλούν πέντε γλώσσες και προπονητές που μιλούν τέσσερις ή πέντε γλώσσες. Πρέπει να προετοιμαστεί κανείς, μιλάω τρεις γλώσσες, Αγγλικά, Ιταλικά και τη μητρική μου, φυσικά. Γιατί το να εξαρτάται από μεταφραστή δεν είναι το ίδιο με το να φτάσεις απευθείας στον παίκτη. Όταν περνάς από έναν μεταφραστή, δεν είναι πια το ίδιο, το μήνυμα δεν φτάνει με την ίδια δύναμη. Γιατί είναι το λεξιλόγιο που επιτρέπει την ιδέα σου να γίνει πιο γρήγορα κατανοητή, γιατί δεν έχεις χρόνο, δεν υπάρχει χρόνος εδώ. Επίσης, ο μεταφραστής μπορεί να μεταφέρει τις λέξεις, αλλά όχι τα συναισθήματά σου. Βάλτε τον εαυτό σας στη θέση του παίκτη: ποιον κοιτάτε; Με κοιτάς ή κοιτάς τον μεταφραστή

-Μεγαλύτερη αξία έχουν όσα έκανε Μπιέλσα στη Λιντς, λοιπόν, που ήταν εκεί χωρίς να κατακτήσει τη γλώσσα.

«Βεβαίως, απολύτως. Αυτός είναι διπλός θρίαμβος. Αλλά μιλάμε για τον καλύτερο προπονητή στον κόσμο. Ο Μπιέλσα είναι το πανεπιστήμιο των προπονητών». 

–Σας εξέπληξε το πάθος των Ελλήνων φιλάθλων;

«Μοιάζουν πολύ με αυτούς στην Αργεντινή. Και το συνδέω πολύ με το Ροζάριο, ξέρεις; Γιατί στη Θεσσαλονίκη υπάρχουν δύο ομάδες, τρεις ουσιαστικά επειδή υποβιβάστηκε ο Ηρακλής, έμειναν δύο, εμείς και ο ΠΑΟΚ, και μου δίνουν την αίσθηση του ντέρμπι Νιούελς-Σεντράλ».

 

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News