Συνέντευξη Γιάννης Βαλαώρας: «Μου έδιναν 20 δραχμές πριμ για κάθε γκολ να φάω... σουβλάκι - Γι' αυτό δεν έφυγα ποτέ απ' την ΑΕΛ»

Ήρθε η ώρα… του Γιάννη Βαλαώρα να ανοίξει την καρδιά του στο sportday.gr και να θυμηθεί τα αλησμόνητα χρόνια που έζησε με τη φανέλα της ΑΕΛ στα γήπεδα της Α’ Εθνικής τη δεκαετία του ’80.

Είστε λάτρης του ποδοσφαίρου της δεκαετίας του ’80 και ξεκινάμε να σας τραγουδάμε ένα σύνθημα. «Ήρθε η ώρα…», ποια συνέχεια συμπληρώνετε; «… του Γιάννη Βαλαώρα»! Δεν υπάρχει φίλαθλος που να μεγάλωσε σε εκείνη τη ρομαντική δεκαετία και να μη θυμάται το καθαρόαιμο άτι της Λάρισας που σκορπούσε τον τρόμο με τα γκολ του και έβαλε φαρδιά πλατιά την υπογραφή του στα θρυλικά τρόπαια της «βυσσινί θύελλας».

Φέτος, συμπληρώνονται τριάντα χρόνια από την αποχώρηση του σπουδαίου επιθετικού από την ενεργό δράση. Ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία της ΑΕΛ ζει μόνιμα τα τελευταία χρόνια στη μακρινή Κω, δραστηριοποιείται επαγγελματικά στο νησί με μεγάλη επιτυχία και έχει δημιουργήσει έναν επίγειο παράδεισο, ένα ησυχαστήριο το οποίο απολαμβάνει και ο ίδιος.

Βέβαια, όσα χρόνια κι αν περάσουν από τα χρόνια που μεσουρανούσε στα γήπεδα της Α’ Εθνικής, ένα ερώτημα αναζητεί απάντηση: Πως είναι δυνατόν αυτός ο παικταράς, αυτός ο μεγάλος γκολτζής να μην αγωνιστεί ποτέ σε Ολυμπιακό, Παναθηναϊκό ή ΑΕΚ που, εκείνη την εποχή, συγκέντρωναν στις τάξεις τους την ελίτ των Ελλήνων διεθνών; Ο ίδιος ο Γιάννης Βαλαώρας γυρίζει το χρόνο πίσω και δίνει στον Γιώργο Μπιτσικώκο την απάντησή του!

«”Τι μου το φέρατε αυτό εδώ να το ταϊζω;”… Με αυτή τη φράση ξεκίνησε η πορεία μου στο ποδόσφαιρο, σε μια μάντρα από παλιοσίδερα»

Διαγράψατε μια καριέρα ιδαίτερα σημαντική με τη φανέλα της ΑΕΛ. Από που όμως ξεκινήσατε;

Προέρχομαι από μια φτωχή οικογένεια και ουσιαστικά δεν είχα σκεφτεί ποτέ ότι θα γινόμουν επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Προκειμένου να βοηθήσω τους γονείς μου, από πολύ μικρός είχα μπει στη δουλειά. Εγώ δεν ήξερα τι θα πει καφετέρια. Πρώτη φορά πήγα στα 19 μου.

Γεννηθήκατε στη Λάρισα, απ’ όσο ξέρω.

Ναι φυσικά και είχα πιάσει δουλειά στην 303 ΠΕΒ. Υπήρξε και περίοδος στη ζωή μου όπου το πρωί δούλευα, το μεσημέρι πήγαινα για προπόνηση και το βράδυ στη σχολή Γουμενόπουλου.

Τι έχετε τελειώσει;

Τη σχολή εργοδηγών-μηχανολόγων.

Ποδόσφαιρο πότε παίξατε οργανωμένα;

Ξεκίνησα να παίζω μέσα στην 303 ΠΕΒ. Όταν είχαμε διάλειμμα ξεκινάγαμε το παιχνίδι πάνω στο τσιμέντο. Εγώ είχα όρεξη παρά το γεγονός ότι είχα δουλέψει τόρνο, φρέζα, έκανα ρεκτιφιέ σε μηχανές. Ήμουν αυτό που λέμε “μουτζούρης”.

Ναι αλλά δελτίο σε ομάδα πώς κάνατε;

Εκεί στο στρατόπεδο είχαμε έναν μάστορα τον Κυρίτση, ο οποίος μου έλεγε μόλις με έβλεπε να βγάλω δελτίο στην Ανθούπολη. Εγώ όμως φοβόμουν την μάνα μου, γιατί τότε όποιος έμπλεκε με το ποδόσφαιρο θεωρούνταν αλήτης. Ο πατέρας μου είχε πει ότι δεν έχει πρόβλημα, αλλά εγώ φοβόμουν την μάνα μου. Τελικά πήγα κρυφά και έβγαλα δελτίο. Θυμάμαι ότι ο πρόεδρος ο Μπίζος που είχε μάντρα με παλιοσίδερα είχε πει μόλις με είδε: “Τι μου το φέρατε αυτό εδώ, να το ταΐζω;”.

«Τα πρώτα χρόνια μου έδιναν πριμ είκοσι δραχμές σε κάθε γκολ για να τρώω σουβλάκια για να παχύνω»

Ήσασταν αδύνατος δηλαδή;

Μόνο αδύνατος; Τελικά μου έδωσε 100 δραχμές για να βγάλω φωτογραφίες για το δελτίο. Θυμάμαι ότι έκαναν 80 δραχμές και το 20άρικο το κράτησα για μένα. Όλα αυτά το 1976-77.

Η Ανθούπολη σας έδωσε λοιπόν την ευκαιρία.

Βέβαια και ήταν και μια ομάδα που είχε ήδη βγάλει παίκτες όπως ο Γκόλαντας, ο Βασιλείου, ο Δοδοντσάκης, που και αυτοί έπαιξαν στην ΑΕΛ.

Εκεί αρχίζατε να “χτίζετε” και την καριέρα σας;

Είχα έναν εξαιρετικό προπονητή τον Λάκη Μπακαρλιώτα, ο οποίος με “πλάκωσε” στις ατομικές προπονήσεις. Είχε διακρίνει σε μένα το ταλέντο και ήθελε να με κάνει σωστό παίκτη. Με έβαλε να παίξω και σε κάποια φιλικά και από τότε έγινα μέλος της ομάδας. Μάλιστα μου έδωσαν και πριμ 20 δραχμές να φάω σουβλάκια πάλι για να παχύνω (γέλια).

Παίξατε λοιπόν στην Ανθούπολη και σας είδαν από την ΑΕΛ.

Ναι είχαμε πάρει την άνοδο, καθώς κερδίσαμε την Θύελλα Σερρών. Ήρθε λοιπόν η ΑΕΛ και έδωσε στην Ανθούπολη 150.000 και μάλιστα με τρία γραμμάτια των 50.000. Τα δύο ήταν για τη Λάρισα και το ένα για μένα. Όμως εγώ επειδή ήθελα να παίξω στην ΑΕΛ, έδωσα και το δικό μου στην ομάδα για να μπορέσει να γίνει η μεταγραφή.

Πήγατε λοιπόν στην ΑΕΛ, η οποία ήταν σε ένα μεταβατικό στάδιο και ουσιαστικά τότε ξεκίνησε να “χτίζεται” η ομάδα που έλαμψε σε όλη την δεκαετία του 1980.

Ήταν το διάστημα που η ΑΕΛ έκανε ανανέωση και με τον Παύλο Γρηγοριάδη στον πάγκο, έδινε τις ευκαιρίες σε νεά παιδιά. Παράλληλα στην ομάδα ήταν ο Δράμαλης, ο Νίκος Αργυρούλης και άλλοι παικταράδες. Περιμέναμε τις Κυριακές για να πάμε να τους δούμε να παίζουν κόντρα σε Δεληκάρη, Δομάζο, Παπαϊωάννου και ξαφνικά ήμασταν μαζί στην ίδια ομάδα.

«Πριν το μοιραίο δυστύχημα όταν παίζαμε μαζί με Κουκουλίτσιο και Μουσιάρη δεν μπορούσε να μας σταματήσει κανείς. Κανείς!»

Στο ξεκίνημα της καριέρας σας πάντως, ζήσατε και τις πιο εφιαλτικές στιγμές σας.

Ναι. Ήμουν ο τρίτος στο δυστύχημα όπου χάθηκαν τα δύο παιδιά. Ο Μουσιάρης και ο Κουκουλίτσιος.

Μου είχε πει ο Γιώργος Πλίτσης ότι εάν δεν είχε γίνει αυτό και παίζατε κανονικά και οι τρεις, η ΑΕΛ θα είχε πάρει πιο νωρίς τίτλο, αλλά και περισσότερους.

Εγώ θα διαφωνήσω με τον Γιώργο. Δεν πιστεύω ότι θα μπορούσαμε να παίξουμε για περισσότερο από έναν χρόνο μαζί και οι τρεις.

Γιατί;

Γιατί κάποιος θα έπαιρνε μεταγραφή την πρώτη χρονιά, κάποιος τη δεύτερη και τουλάχιστον στην ΑΕΛ δεν θα παίζαμε για χρόνια.

Πείτε μου γι αυτά τα δύο παιδιά.

Τι να πρωτοπώ; Ο Κουκουλίτσιος έτρεχε ασταμάτητα. Πραγματικά ήταν απίστευτος. Από την άλλη πλευρά ο Μουσιάρης χόρευε με την μπάλα. Ειλικρινά δεν μπορώ να το περιγράψω. Έπρεπε να μπορούσες να τον δεις. Ήταν ένα απίστευτο ταλέντο που σίγουρα θα άφηνε εποχή στο ελληνικό ποδόσφαιρο και θα ήταν δίπλα σε όλους τους μεγάλους. Όταν παίζαμε και οι τρεις, όσο προλάβαμε, δεν μπορούσε να μας σταματήσει κανείς στην αντεπίθεση.

«Ο Παναθηναϊκός ήταν η πρώτη ομάδα που ενδιαφέρθηκε για μένα το 1981. Αργότερα βρέθηκα κοντά στην Άιντραχτ, αλλά η μεταγραφή δεν έγινε γιατί… ήμουν φαντάρος»

Μου είπατε ότι θα έφευγε σίγουρα κάποιος με μεταγραφή. Να μιλήσουμε για εσάς. Είχατε προτάσεις;

Από το 1980 κιόλας. Ο Παναθηναϊκός ήταν ο πρώτος που είχε ενδιαφερθεί και την επόμενη χρονιά το 1981 ο Ολυμπιακός με την ΑΕΚ. Μέχρι και ο Μακεδονικός που ήταν δυνατός εκείνη την εποχή είχε κάνει πρόταση στη ΑΕΛ. Όμως μετά το δυστύχημα, εγώ ήμουν η “σημαία” της ομάδας κατά κάποιο τρόπο και δεν υπήρχε περίπτωση να με δώσουν.

Ναι αλλά μείνατε στην ΑΕΛ και μετά την λήξη του συμβολαίου σας.

Δεν γινόταν διφορετικά. Όχι ότι είχα και κάποια ιδιαίτερη “κάψα” να φύγω, γιατί περνούσα καλά και κυρίως παίρναμε τίτλους. Όμως τότε τα συμβόλαιο ήταν 8ετή και είχε δικαίωμα της ανώτερης προσφοράς η ομάδα. Ήταν ο νόμος Βαλυράκη, που έλεγε πως με 15 εκατομμύρια μπορούσε να με κρατήσει η ΑΕΛ. Την έκαναν λοιπόν την προσφορά, γιατί πίεζε και ο κόσμος.

Δηλαδή;

Είχαν τυπώσει οι “ιερολοχίτες” φέιγ βολάν που έλεγαν ότι αν φύγω θα γίνει χαμός στην πόλη. Η διοίκηση τότε, με πρόεδρο τον Σαμαρά, δεν ήθελε με τίποτα να ρισκάρει, οπότε έκανε τα πάντα για να με κρατήσει.

Έχω διαβάσει ότι οι “ιερολοχίτες” είχαν βγάλει και το σύνθημα που σας ακολουθεί μέχρι και τώρα. Το περίφημο: “Και τώρα η ώρα του Γιάννη Βαλαώρα”.

Έτσι είναι. Παίζαμε με τον Παναθηναϊκό στην Λεωφόρο και 13.000 οπαδοί του Παναθηναϊκού με έβριζαν. Ήταν κάτι του στυλ: “Τσ…….. της ώρας κάνει ο Βαλαώρας”. Εγώ το άκουγα και περίμενα την κατάλλη στιγμή. Σε κάποια φάση, ο Μαλουμίδης έκανε μια κούρσα από τις γνωστές του και γύρισε την μπάλα. Εγώ αμέσως, όπως μου ήρθε σούταρα και κατάφερα να νικήσω τον Κωνσταντίνου. Εκείνη τη στιγμή λοιπόν οι “ιερολοχίτες” έβγαλα το σύνθημα: “Ήρθε η ώρα του Γιάννη Βαλαώρα.

Ένα σύνθημα που έχει ακουστεί σε όλη την Ελλάδα και για διάφορες περιπτώσεις.

Πραγματικά. Μέχρι και στην πολιτική το έχουν πει, αλλά και φυσικά μόλις κάποιος πει: “Ήρθε η ώρα”, αμέσως ακούγεται από κάποιον άλλο: “Του Γιάννη Βαλαώρα” (γέλια).

Όχι μόνο στην Ελλάδα και στην Ευρώπη ακούστηκε. Ζήσατε και μεγάλα βράδια στα ευρωπαϊκά κύπελλα.

Αξέχαστες στιγμές και αξέχαστα παιχνίδια.

Το καλύτερο ήταν με τη Σερβέτ;

Φυσικά. Μαγική νύχτα.

Θέλω να μου πείτε κάποια ιστορία από εκείνο το βράδυ.

Είχα πρόβλημα με τον πρόεδρο της Σερβέτ. Ήρθε μετά το ματς να ζητήσει τη φανέλα μου. Αλλά εγώ ήδη την είχα δώσει σε έναν φίλο μου, που είχε έρθει στην Ελβετία από τον Καναδά, μόνο και μόνο γι αυτό το παιχνίδι. Τελικά δεν την έδωσα στον πρόεδρο της Σερβέτ (γέλια).

Η Σερβέτ όμως απ όσο ξέρω, ήρθε γενικά στην Λάρισα για να ζητήσει εσάς τον ίδιο.

Ναι έγινε κι αυτό, αλλά η διοίκηση δεν το συτητούσε.

Η ελβετική ομάδα ήταν και η μόνη που σας ζήτησε;

Όχι. Είχα κι άλλες προτάσεις. Από την Σαμπντόρια για παράδειγμα, αλλά και από την Αϊντραχτ Φρανγκφούρτης. Όμως όταν ήρθαν οι Γερμανοί εγώ ήμουν φαντάρος και δεν μπορούσα να φύγω από την Ελλάδα. Έτσι δεν έγινε η μεταγραφή, που ίσως ήταν και η μόνη που συζήτησε η διοίκηση. Τότε θυμάμαι η Αϊντραχτ αντί για εμένα, πήρε τελικά τον Μπουμ Κου Τσα.

«Όταν το καλοκαίρι του 1987 μας έφεραν στην ΑΕΛ τον εσωτερικό κανονισμό, τους είπα να τον φέρουν πίσω και να προβλέπουν πριμ κατάκτησης πρωταθλήματος. Το πιστεύαμε όλοι στα αποδυτήρια γιατί παίζαμε μπαλάρα»

Μετανιώσατε ποτέ για το ότι δεν πιέσατε κι εσείς για κάποια μεταγραφή;

Όχι ποτέ. Ήμουν καλά στην ΑΕΛ και μπορεί να μην πήρα τα χρήματα που μπορούσα, αλλά τουλάχιστον έκανα φίλους και κέρδισα τον κόσμο της πόλης μου.

Πανηγυρίσατε πάντως και τίτλους. Έχετε μιλήσει πολλές φορές γι αυτά, οπότε εγώ θα σας ρωτήσω μόνο για το πότε πιστέψατε ότι θα παίρνατε το πρωτάθλημα του 1988.

Είτε το πιστεύετε είτε όχι, από το ξεκίνημα της χρονιάς.

Αυτό δεν είναι εύκολα πιστευτό.

Κι όμως. Όταν στο ξεκίνημα της χρονιάς ο τότε γενικός αρχηγός Χρήστος Λεβέντης μας έφερε τον εσωτερικό κανονισμό, παρατήρησα ότι δεν είχε πρόβλεψη για πριμ πρωταθλήματος. Τότε του είπα να τον πάρει πίσω και να φέρει με πριμ πρωταθλήματος. Έτυχε και περνούσε από την πόρτα των αποδυτηρίων ο πρόεδρος Στέλιος Καντώνιας και με άκουσε. Τότε μου είπε: “Γιάννη πάρτε εσείς πρωτάθλημα κι εγώ θα σας δώσω 50 εκατομμύρια”. Του απάντησε: “Ωραία πρόεδρε, αλλά εγώ το θέλω γραμμένο”. Τότε εκείνη την περίοδο, η ΑΕΛ έπαιζε για δέκα χρόνια, μπαλάρα. Πιστεύαμε στους εαυτούς μας και περιμέναμε να κατακτήσουμε τίτλους.

H θρυλική πρωταθλήτρια Λάρισα της σεζόν 1987-88. Πάνω σειρά: Μιχαήλ, Κολομητρούσης, Γκαλίτσιος, Κυριλλίδης, Ζιώγας, Μητσιμπόνας. Κάτω σειρά: Αλεξούλης, Βουτυρίτσας, Καραπιάλης, Βαλαώρας, Τσιώλης

Τελευταία ερώτηση. Ποιός ή ποιοί ήταν οι παίκτες που σας δυσκόλεψαν περισσότερο;

Στην δική μας εποχή οι κεντρικοί αμυντικοί ήταν ιδιαίτερα δυναμικοί. Σίγουρα όμως, όταν παίζαμε κόντρα στον Ολυμπιακό και τον Νοβοσέλατς, ή τον Παναθηναϊκό και τον Άνθιμο Καψή, ήταν παιχνίδια που τα απολάμβανα. Ήταν τεράστιοι παίκτες και για να γίνεις καλύτερος, θέλεις και πρέπει να παίζεις με τους καλύτερους.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News