Συνέντευξη Γιάννης Βονόρτας: «Η νύχτα που ο καπετάνιος έγινε... μπάρμαν στο ξενοδοχείο!»

EUROKINISSI

Ο Γιάννης Βονόρτας γυρίζει το χρόνο πίσω στη δεκαετία του ’80, θυμάται τα μυστικά που οδήγησαν τον Παναθηναϊκό στο πρώτο του επαγγελματικό πρωτάθλημα και αφηγείται απίθανα περιστατικά από την ιστορική πορεία των «πράσινων» στο Κύπελλο Πρωταθλητριών του 1985!

Στις αρχές της δεκαετίας του ’80, ο όρος «οργανωμένη ακαδημία ποδοσφαίρου», αποτελούσε ουσιαστικά άγνωστο λέξη στο γλωσσάρι του ελληνικού αθλητισμού. Οι περισσότερες ομάδες, ακόμη και οι μεγαλύτερες που διέθεταν την οικονομική επιφάνεια να υποστηρίξουν ανάλογα projects, περιορίζονταν στην ύπαρξη μιας ομάδας ερασιτεχνών ποδοσφαιριστών, ή μιας ομάδας νέων, που λειτουργούσε ουσιαστικά ως φυτώριο της πρώτης ομάδας.

Πρακτικά τα μεγάλα ταλέντα… έμπαιναν απ’ ευθείας στα βαθιά χωρίς να έχουν προετοιμαστεί κατάλληλα όσο ήταν ακόμη έφηβοι. Ο Γιάννης Βονόρτας αποτελεί την εξαίρεση στον κανόνα! Βρέθηκε στις Ακαδημίες του Παναθηναϊκού σε ηλικία 17 ετών, αξιοποίησε την εκεί του τετραετή παρουσία με τον καλύτερο τρόπο βοηθώντας την ατομική του εξέλιξη και το 1981 υπέγραψε το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο με τους «πράσινους».

Μέχρι να του χτυπήσει την πόρτα ένας σοβαρός τραυματισμός αποτέλεσε για μια πενταετία έναν από τους αθόρυβους… μικρούς ήρωες ορισμένων εκ των πλέον ιστορικών στιγμών του «τριφυλλιού» κατά τη διάρκεια της γέννησης του επαγγελματικού ποδοσφαίρου στη χώρα μας.

Αποτέλεσε πολύτιμο «στρατιώτη» του Γιάτσεκ Γκμοχ στο ιστορικό πρώτο επαγγελματικό πρωτάθλημα του Παναθηναϊκού, έζησε φορώντας τη φανέλα βασικού την ονειρεμένη πορεία του 1985 προς τα ημιτελικά του Κυπέλλου Πρωταθλητριών και ποτέ του δεν ξέχασε ανθρώπους που τον βοήθησαν να εκπληρώσει τα παιδικά του όνειρα, πριν ακόμη ενηλικιωθεί. Ενδεχομένως να ήταν κι αυτός ένας λόγος που ως προπονητής λατρεύει να βοηθάει νεαρούς σε ηλικία ποδοσφαιριστές να κυνηγούν τα δικά τους όνειρα!

Ο Γιάννης Βονόρτας, έρχεται να κολλήσει το δικό του πολύ ιδιαίτερο χαρτάκι στο άλμπουμ των αναμνήσεων του sportday.gr και να μας γυρίσει στην εποχή που τα πρωταθλήματα και οι τίτλοι αποτελούσαν… ρουτίνα στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας!

Photo Credits: Κλόντιαν Λάτο | Eurokinissi

Γιάννη να ξεκινήσουμε από το που γεννήθηκες.

Γεννήθηκα στο Βρότσλαβ της Πολωνίας. Οι γονείς μου ήταν πολιτικοί πρόσφυγες και έμεινα εκεί μέχρι την ηλικία των 4 ετών. Στη συνέχεια επιστρέψαμε όλη η οικογένεια στην Ελλάδα και εγκατασταθήκαμε στην περιοχή του Αγίου Παντελεήμονα.

«Η αυλή της εκκλησίας ήταν η δική μας αλάνα!»

Οπότε αυτή ήταν η γειτονιά σου και εκεί φαντάζομαι ότι ήταν η γειτονιά σου, όπου έπαιξες για πρώτη φορά ποδόσφαιρο.

Είχα προλάβει να παίξω λίγο στο πάρκο στην Πολωνία με μια πλαστική μπάλα, αλλά ουσιαστικά στον Άγιο Παντελήμονα ήταν η πρώτη φορά που έπαιξα ποδόσφαιρο. Η μοίρα όμως το έφερε αργότερα να συνδεθώ με την Πολωνία λόγω των προπονητών που είχα. Στον Άγιο Παντελεήμονα η αυλή της εκκλησίας ήταν η δική μας “αλάνα” για να παίζουμε μπάλα. Εκεί κάναμε τις “ομηρικές”μας μάχες. Τα καλοκαίρια συνέχιζα με την παρέα μου, στην ιδιαίτερη πατρίδα μου, το Μεγάλο Χωριό Ευρυτανίας. Ωραίες εποχές, λατρεία το ποδόσφαιρο τότε και γεμίζαμε τη μέρα μας με το ποδόσφαιρο.

Πως φτάσατε λοιπόν να παίξετε οργανωμένα ποδόσφαιρο;

Οι γονείς μου δεν είχαν καμία σχέση με το ποδόσφαιρο και για το λόγο αυτό, ουσιαστικά ξεκίνησα μεγάλος την ενασχόλησή μου οργανωμένα σε ομάδα. Παρά το γεγονός ότι είχαν ζήσει στην Πολωνία, δεν είχαν σχέση με το άθλημα και ο πατέρας μου είχε μια ροπή προς τα δυναμικά αθλήματα και την πάλη. Για το λόγο αυτό, κι εγώ έπαιζα διάφορα αθλήματα πριν το ποδόσφαιρο. Στο λύκειο είχαμε πάει με φίλους να παίξουμε μπάσκετ, ένα φιλικό παιχνίδι στον Προμπονά. Έπαιζα και βόλεϊ στον Πανελλήνιο και μπάσκετ λίγο στον Τρίτωνα. Μετά τον αγώνα του μπάσκετ, πήγαμε να δούμε την προπόνηση της ΑΕΚ. Προπονητής ήταν ο Φάντροκ και έκανε εκείνη τη μέρα ατομική προπόνηση σε Γεωργαμλή, Μανωλά, Βλάχο, Στυλιανόπουλο. Μόλις τελείωσε η προπόνηση, πήγαμε στα γραφεία και βρήκαμε έναν προπονητή, τον Γιουγκοσλάβο τον Πέτροβιτς. Του είπαμε ότι θέλουμε να δοκιμαστούμε κι εμείς. Εμένα με είδε ψηλό και μου είπε να πάω την επόμενη μέρα, αλλά εγώ ποτέ δεν πήγα. Απλά δεν πήγα.

Ο Παναθηναϊκός λοιπόν πως προέκυψε;

Ένας θείος μου που έμενε στην Πολωνία, ήταν “τρελός” με το ποδόσφαιρο και ακολουθούσε την εθνική Πολωνίας. Κάποια στιγμή συνάντησε σε ένα αεροδρόμιο τον Γκόρσκι και του μίλησε για μένα, γιατί κάτι είχε δει σε εμένα. Του ζήτησε λοιπόν να με δει και έτσι πήγα στον Παναθηναϊκό και για ένα μήνα έκανα δοκιμαστικά. Έτσι εντάχθηκα και στην ομάδα νέων το 1977 τη χρονιά που τελείωσα το λύκειο. Οι γονείς μου τότε μου επέτρεψαν να ασχοληθώ με το ποδόσφαιρο, καθώς τελείωνα το λύκειο. Στην πρώτη ομάδα γενικός αρχηγός τότε ήταν ο Φραγκίσκος Σούρπης και παρακολουθούσε τις ακαδημίες. Εγώ μετά από 4 μήνες περίπου, όταν προπονητής ήταν πλέον ο Λάκης Πετρόπουλος, έφτασα να προπονούμαι με την πρώτη ομάδα.

Επαγγελματίας πότε έγινες;

Για τέσσερα χρόνια ήμουν μεταξύ πρώτης και δεύτερης ομάδας. Ήμουν ερασιτέχνης και κατόπιν ημιεπαγγελματίας. Έπαιζα στο πρωτάθλημα νέων και έκανα προπονήσεις με την πρώτη ομάδα. Όλα αυτά με προπονητές, τον Σενέκοβιτς, τον Πεζάολα, τον Ράμσεϊ που είχε έρθει για να οργανώσει την ομάδα και έτσι κάποια στιγμή το 1982 έγινα επαγγελματίας.

Πρώτη ομάδα απευθείας ο Παναθηναϊκός δηλαδή.

Πρώτη μου ομάδα ήταν ο “Αγοράκλειτος” στη γειτονιά μου. Αλλά φυσικά ήταν μια ομάδα που την είχαμε φτιάξει εμείς τα παιδιά. Πρώτο μου δελτίο σε ομάδα ήταν όντως στον Παναθηναϊκό. Είμαι γέννημα – θρέμμα των ακαδημιών του Παναθηναϊκού.

Αναμνηστική φωτογραφία της ενδεκάδας του Παναθηναϊκού το 1983. Πάνω σειρά: Καψής, Μήνου, Βονόρτας, Βασιλείου, Αντωνίου, Ταράσης. Κάτω σειρά: Καραβίδας, Γαλάκος, Παπαβασιλείου, Ρότσα, Δημόπουλος.

Τι θυμάστε από εκείνες τις ημέρες;

Το 1981 είχαμε παίξει με την Ολυμπιακή ομάδα ένα ματς στο Βόλο και ένας παράγοντας του Βόλου με είχε δει και με ήθελε στην ομάδα. Τότε ήταν οι μέρες που ο Παναθηναϊκός είχε αποκτήσει Γαλάκο και Κυράστα, ενώ πριν είχε πάρει τον Δεληκάρη. Φεύγαμε τότε για προετοιμασία στη Ρουμανία και στην ομάδα ήταν 12-13 διεθνείς παίκτες. Στο αεροδρόμιο ο “καπετάνιος” (σημ. Γιώργος Βαρδινογιάννης) μου είπε ότι θέλει να με δώσει δανεικό. Εγώ τότε του ζήτησα να μείνω μια χρονιά ακόμα και να προσπαθήσω να κερδίσω τη θέση μου. Τελικά δεν με έδωσε και έμεινα στην ομάδα.

Η συνέχεια ποια ήταν;

Στη διάρκεια του πρωταθλήματος, ο Παναθηναϊκός είχε πολλούς τραυματισμούς και στο ξεκίνημα της νέας χρονιάς, η ομάδα είχε ουσιαστικά μείνει με 11 παίκτες. Τότε στις αρχές Φλεβάρη, αποφάσισε ο “καπετάνιος” να κάνει επαγγελματίες, εμένα και τον Βαγγέλη Σάμιο. Αργότερα έγινε και ο Φαμπιάτος, με τον Ποντική και τον Βαλομάνδρα. Έτσι ξαφνικά υπέγραψα και σε τρεις μέρες έπαιξα παιχνίδι με τον Άρη στη Θεσσαλονίκη. Ξεκίνησα ως αριστερό μπακ, γιατί υπήρχαν στην ομάδα νέων εκεί υπήρχε θέση, αλλά όταν αποχώρησαν οι μεγαλύτεροι βρήκα τη θέση μου στο κέντρο της άμυνας. Με βοήθησαν και πολύ οι προπονητές που είχα στην ομάδα νέων, ο Ανδρέας Παπαεμμανουήλ, ο Βαγγέλης Πανάκης, ο Νίκος Τζουνάκος, ο Φαρία και φυσικά και ο Λάκης Πετρόπουλος. Όλοι αυτοί, εκτός από τα προπονητικά, μας μετέδωσαν και τις αξίες και το ήθος του Παναθηναϊκού.

«Ο Γκμοχ γέμισε αυτοπεποίθηση όλους τους παίκτες που δεν ήμασταν στην ομάδα και έτσι ήρθε το πρώτο επαγγελματικό πρωτάθλημα του Παναθηναϊκού»

Έτσι ξεκίνησε λοιπόν μια μεγάλη καριέρα στον Παναθηναϊκό.

Εκείνη τη χρονιά δεν μπορέσαμε να πάρουμε τον τίτλο στο μπαράζ του Βόλου. Εγώ κατέγραψα κάποιες συμμετοχές και με έδωσαν δανεικό στο Αιγάλεω. Ήταν στη Β’ Εθνική και έπαιξα σε όλα τα παιχνίδια βασικός και κερδίσαμε και το πρωτάθλημα. Ο Παναθηναϊκός είχε συμφωνήσει ήδη με τον Γκμοχ, ο οποίος είχε παρακολουθήσει όλους τους παίκτες και το καλοκαίρι με ζήτησε πίσω.

Την πρώτη χρονιά μετά την επιστροφή σου, πήρατε και το νταμπλ.

Πραγματικά. Εγώ εκείνη τη χρονιά έκανα πάρα πολλές συμμετοχές. Ο Γκμοχ κατάφερε σε όλους τους παίκτες που δεν ήμασταν στην ομάδα, να μας δώσει αυτοπεποίθηση και γενικά να κάνει τον Παναθηναϊκό ομάδα. Πιστέψαμε όλοι στον στόχο που μας είχε βάλει. Όχι όμως από την αρχή. Δεν είχε πει ότι στόχος είναι το νταμπλ. Είχε πει ότι στόχος είναι να γίνουμε ομάδα και να παλεύουμε κάθε παιχνίδι. Πολλά χιλιόμετρα και πολύ προπόνηση. Κάποιες φορές ίσως να ήταν και υπερβολική η προπόνηση, αλλά αυτή μας έδωσε τη δυνατότητα να έχουμε το σθένος και να πάρουμε νίκες σε μεγάλες μάχες.

Πήρατε λοιπόν το νταμπλ και την επόμενη χρονιά ακολούθησε η εκπληκτική πορεία στην Ευρώπη.

Πρώτος αντίπαλος ήταν η Φέγενορντ, που ήταν μια πολύ καλά δομημένη ομάδα. Είχε εξαιρετικούς παίκτες, όπως τον Γκούλιτ, αλλά κι εμείς πατούσαμε γερά στα πόδια μας, λόγω και της προετοιμασίας που είχαμε κάνει. Θυμάμαι ότι εγώ, εκείνη την εποχή είχα ως ίνδαλμα τον Γιόχαν Κρόιφ. Στη φυσούνα λοιπόν, πριν βγούμε στο ΟΑΚΑ, ήρθε ξαφνικά και μας χαιρέτισε έναν έναν. Ήταν σχολιαστής για την ολλανδική τηλεόραση. Εγώ έπαθα “vertigo” εκείνη τη στιγμή και έκανα κάμποσα λεπτά να συνέλθω.

«Πριν βγούμε στο ΟΑΚΑ για το παιχνίδι με τη Φέγενορντ, ήρθε ξαφνικά ο Κρόιφ και μας χαιρέτισε έναν έναν. Ήταν σχολιαστής για την ολλανδική τηλεόραση. Εγώ έπαθα… “vertigo” εκείνη τη στιγμή και έκανα κάμποσα λεπτά να συνέλθω!»

Ο αγώνας πως ήταν;

Εμείς λόγω της καλή προετοιμασίας που είχαμε κάνει, εφαρμόσαμε το πρέσινγκ σε όλο το γήπεδο και μέχρι και τα τελευταία λεπτά της αναμέτρησης, πιέζαμε ψηλά και κάναμε ευκαιρίες. Φυσικά είχαμε και έμπειρους παίκτες που είχαν και την απαιτούμενη ποιότητα. Εκείνη τη χρονιά είχαν αποκτηθεί ο Ζάετς και ο Γαλάκος και υπήρχαν παίκτες όπως ο Καψής, ο Κυράστας, ο Γαλάκος, ο Ρότσα, ο Χαραλαμπίδης, ο Καρούλιας.

«Ρε συ, αυτός ο Γκούλιτ δεν κρατιέται με τίποτα. Θα μας διαλύσει…»

Ο Γκούλιτ πως ήταν;

Ασταμάτητος. Κάποια στιγμή, ένας συμπαίκτης μου προσπαθούσε να του κάνει φάουλ και δεν μπορούσε. Τελικά τον έριξε κάτω και γυρίζει και μας λέει: “Δεν κρατιέται με τίποτα αυτός ρε. Τον χτυπάς και βγάζει μαύρο αίμα. Θα μας διαλύσει”. Σε ένα κόρνερ μάλιστα, έκανε μια κεφαλιά και η μπάλα πήγε στο δοκάρι και έσκασε μερικά μέτρα έξω από τη γραμμή. Εγώ κινήθηκα γρήγορα και την έδιωξα και πρέπει να έφτασε στο σταθμό του… ΗΣΑΠ. Από εκείνη τη φάση νιώθω ακόμα τον αέρα του Χούνκστρα που πέρασε δίπλα μου και ετοιμαζόταν να μπει με τη μπάλα στα δίχτυα. Θυμάμαι όμως κι άλλη μια ιστορία με τη Φέγενορντ.

Ακούω.

Πριν από τον αγώνα, υπήρχαν αρκετά αρνητικά σχόλια για μένα του στυλ: “Που πάει ο Παναθηναϊκός με Βονόρτα” κτλ. Μετά τον αγώνα, ο “καπετάνιος” είχε γίνει… μπάρμαν στο ξενοδοχείο και τότε είχα μια διένεξη με έναν δημοσιογράφο, όπου κουβέντα στην κουβέντα, η συζήτηση ξέφυγε. Τότε όμως μπήκε στη μέση ο “καπετάνιος” και η συζήτηση σταμάτησε.

Είχε βάλει στόχο την Ευρώπη πάντως.

Ναι την είχε βάλει στόχο και αυτό φάνηκε όταν πήρε το Πρωταθλητριών η Στεάουα και στο τέλος πήγε και έβγαλε φωτογραφία με την ομάδα στον αγωνιστικό χώρο.

Περάσατε λοιπόν τη Φέγενορντ και ακολούθησε η Λίνφιλντ.

Τότε διεκδικούσαμε και τους τρεις στόχους. Εγώ είχα τραυματιστεί με τον Άρη, σε αγώνα πρωταθλήματος και στο εκτός έδρας παιχνίδι ήμουν εκτός αποστολής. Για το λόγο αυτό είχα πάρει τη φωτογραφική μου μηχανή μαζί και ήμουν πίσω από το τέρμα του Λαφτσή και τραβούσα τις δικές μου φωτογραφίες. Ήμουν με τον Τάκη Κωνσταντόπουλο και θέλω να πω ότι η φωτογραφία είναι το χόμπι μου ακόμα και σήμερα. Την προηγούμενη μέρα είχαμε πάει για προπόνηση και έκανε τρομερό κρύο. Είδαμε κάποιους να κάνουν προπόνηση και εμείς τα χαρακτηρίσαμε παιδάκια. Όταν ήρθε η ώρα και τελείωσαν, μας ζήτησαν να βγάλουν φωτογραφίες και αυτόγραφα. Ο Δοντάς είπε τότε: “Πείτε στα παιδάκια να έρθουν μέσα να βγάλουμε φωτογραφίες”. Αυτά τα παιδάκια λοιπόν, ήταν οι αντίπαλοι, οι οποίοι την επόμενη μέρα μας κέρδιζαν 3-0 στο 20λεπτο! Κάναμε τρομερή ανατροπή όμως. Μάλιστα μετά από χρόνια, το 2010, συνάντησα τον προπονητή της Λίνφιλντ, που στο μεταξύ είχε αναλάβει την εθνική γυναικών της χώρας του σε ένα μίτινγκ στο Δουβλίνο. Όταν μας σύστησαν και του είπαν… Παναθηναϊκός, έπιασε το κεφάλι του και μου είπε: “τι μας κάνατε τότε”.

«Παραμονή του αγώνα με τη Λίνφιλντ έρχονται κάποια παιδάκια στην προπόνηση και μας ζητούν να βγάλουμε φωτογραφίες μαζί τους και να τους δώσουμε αυτόγραφα. Ε, αυτά τα παιδάκια ήταν… οι αντίπαλοί μας και την επομένη μας κέρδιζαν 3-0 στο 20λεπτο!»

Άλλη ιστορία υπάρχει από εκείνο το ματς;

Την αποστολή τότε του Παναθηναϊκού, ακολουθούσαν συνεχώς ο Νίκος Καρβέλας, η Άννα Βίσση και ο Άγγελος Διονυσίου. Το πρωί στο ξενοδοχείο μας είπαν σε εμάς που δεν θα παίζαμε να πάμε βόλτα στην πόλη για να πάρουμε κανένα σουβενίρ. Από το ξενοδοχείο ήθελαν να κάνουν ένα promotion και ζήτησαν από τον “καπετάνιο” κάποιους παίκτες που δεν θα έπαιζαν να κάνουν μια φωτογράφιση με το προσωπικό. Τελικά πήγαμε εγώ, ο Γαλάκος και ο Χαραλαμπίδης και κάτσαμε σε έναν καναπέ μαζί με κάποιες κοπέλες. Μετά το 3-3 δυστυχώς γράφτηκε στις εφημερίδες “πως να παίξουν οι παίκτες του Παναθηναϊκού αφού είχαν το μυαλό τους αλλού”.

Μετά την Λίνφιλντ ακολούθησε η Γκέτεμποργκ.

Εγώ πέρασα εκεί μια περιπέτεια. Παίζαμε στην Νέα Σμύρνη με αντίπαλο όμως τον Απόλλωνα. Εγώ είχα χτυπήσει στο γόνατο και δεν μπορούσα ούτε να περπατήσω. Όμως επειδή είχε έρθει για κατασκοπία ο προπονητής τους, ο Μπένγκστον, ο οποίος μετά ήρθε στον Παναθηναϊκό, δεν έβγαινα από το γήπεδο και ήμουν στη σέντρα χωρίς να κουνιέμαι. Για να τον μπερδέψουμε. Περπατούσα μέσα στο γήπεδο με δεμένο το πόδι. Ακολουθούσε όμως το ντέρμπι με τον Ολυμπιακό για το κύπελλο και μου λέει ο Βαγγέλης Στάμος αν θέλω να παίξω. Τελικά τα κατάφερα και έπαιξα. Έτσι έπαιξα και με την Γκέτεμποργκ.

Τι θυμάσαι από εκείνο το ματς;

Τραυματίστηκα στο πρώτο γκολ που βάλαμε. Μου δίνει ο Ζάετς τη μπάλα και είχαμε κερδίσει ένα φάουλ. Μου λέει: “Έλα να σουτάρεις γιατί όλοι είναι μέσα στην περιοχή”. Με είδε όμως κάποιος από την Γκέτεμποργκ και όπως πήγα να σουτάρω έπεσε πάνω μου. Εγώ είδα ένα κενό και έβγαλα πάσα στον Δημόπουλο και βάλαμε το πρώτο γκολ. Κοντά στο ημίχρονο. Το πόδι μου πρησμένο. Συνέχισα στο δεύτερο μέρος όπου δεχθήκαμε πίεση. Θα έκανα και γύρω στα 40 άλματα. Άκουγα το πόδι μου όταν σηκωνόμουν να “βγαίνει” και όταν πατούσα κάτω να “ξαναμπαίνει”. Ήταν βαρύ διάστρεμμα. Ήρθε η στιγμή για το πέναλτι του Σαραβάκου. Όταν πήρε τη μπάλα και την έβαλε στη βούλα, επικρατούσε “νεκρική σιγή” στο Ολυμπιακό στάδιο που είχε 70.000 κόσμο. Μάλιστα ακούγαμε τι έλεγαν ο Ρότσα με το Σαραβάκο και τον Δημόπουλο πριν τι πέναλτι. Δεν θα ξεχάσω ποτέ το βουητό όταν μπήκε το γκολ. Το γήπεδο σηκώθηκε στον αέρα.

Ήρθε λοιπόν η ώρα για να παίξετε με τη Λίβερπουλ.

Εγώ δεν έπαιξα όμως. Σε ένα “κορόιδο” στην προπόνηση, έπεσε πάνω μου ο Ρότσα και εγώ έπεσα στο έδαφος σφαδάζοντας. Μάλιστα νόμιζαν ότι κάνω θέατρο. Τελικά έπρεπε να πάω στη Σουηδία, όπου ο πρώτος που έκανε αρθροσκόπηση τότε ήταν ο Εκστραμ. Τώρα είναι στην UEFA ως ιατρικός σύμβουλος. Είχαν πάει νωρίτερα ο Δοντάς με τον Ταράση που είχαν μηνίσκο και σε δύο εβδομάδες έπαιξαν. Στην Ελλάδα τότε δεν υπήρχε αυτή η τεχνική. Για παράδειγμα ο χιαστός σε άφηνε εκτός για 6 μήνες. Είχαν κάνει εγχείρηση ο Γαλάκος, ο Καψής αλλά δεν ήταν όπως τώρα. Είχαν τα προβλήματά τους. Ο Ερμής Κουρόπουλος απέκτησε μόνιμο πρόβλημα μετά την επέμβαση. Αυτό είχε ως συνέπεια να είμαι τραυματίας με τη Λίβερπουλ, αλλά πήγα κανονικά στην αποστολή και με την φωτογραφική μου μηχανή αποτύπωσα με τη δική μου ματιά τον αγώνα.

«Μας βάζει να δούμε βίντεο της Λίβερπουλ ο Γκμοχ και μας λέει… μην τρομάζετε παιδιά, η τηλεόραση το έχει βάλει στο γρήγορο!»

Μεγάλη ομάδα τότε η Λίβερπουλ.

Πριν το ματς θυμάμαι μας είχε βάλει ο Γκμοχ να δούμε παιχνίδια της Λίβερπουλ για να μας κάνει την ανάλυση. Τότε είχαμε τρομάξει με την ταχύτητα που έπαιζαν. Γυρίζει τότε και μας λέει: “μην τρομάζετε παιδιά, η τηλεόραση το έχει βάλει στο γρήγορο. Δεν παίζουν έτσι” (γέλια). Φυσικά έτσι έπαιζαν και ακόμα περισσότερο.

Να πούμε και δυο λόγια για τις εντός των τειχών κόντρες.

Παλιότερα οι παίκτες δένονταν με τις ομάδες, καθώς το λιγότερο που έμενε κάποιος παίκτης ήταν πέντε χρόνια. Τότε ο κόσμος δεν περίμενε να δει μόνο Ολυμπιακό – Παναθηναϊκό για παράδειγμα, αλλά και τις κόντρες του Βαμβακούλα, του Μητρόπουλου με τους δικούς μας, του Καρούλια και του Γεροθόδωρου με τον Αναστόπουλο, παλιότερα του Λιβαθηνού με τον Δαμανάκη και τον Κουσουλάκη που ήταν ιδιαίτερα δυναμικός παίκτης, πως θα αντιδράσει ο Κωνσταντίνου. Όλα αυτά ήταν μέσα στο παιχνίδι και πριν τον αγώνα δημιουργούσαν ένα κλίμα όλα αυτά που είχαν γίνει παλαιότερα. Για μένα ένα από τους μεγάλους αντιπάλους ήταν ο Θωμάς Μαύρος που τον είχα αντιμετωπίσει μέσα στην Φιλαδέλφεια. Επίσης παρά το γεγονός ότι είχαμε παίξει σε πολλά παιχνίδια αντίπαλοι, με τον Τάσο Μητρόπουλο δεν είχαμε ποτέ διένεξη.

Ο Γιάννης Βονόρτας πανηγυρίζει τη νίκη επί του Ολυμπιακού για το κύπελλο Ελλάδος τον Φεβρουάριο του 1985, στο πλευρό του αείμνηστου Γιάννη Κυράστα, και του Κώστα Αντωνίου.

Ωραίες ιστορίες.

Πριν από μερικά χρόνια, είχα πάει σε μια διάλεξη στην Γυμναστική Ακαδημία και ήμουν με τον πατέρα του Εμμανουήλ Καραλή, τον Χάρη. Όπως ήμαστε στο αμφιθέατρο, ξαφνικά βλέπουμε όλο τον κόσμο να γυρίζει και να μας κοιτάει. Κάνανε ψυχολογία κινητικής συμπεριφοράς με τον Ζέρβα, μεγάλος καθηγητής. Λέμε εμείς: “Τι έγινε”; Μου λέει ένας συμφοιτητής μου: “Γιάννη για σένα μιλάει”. Είχε φέρει ένα παράδειγμα για το πως αντιμετώπισα εγώ τον Μαύρο ως νέος ποδοσφαιριστής. Εγώ τον είχα δει πριν από τον αγώνα σε κάποια στιγμιότυπα για το πως κινείται μέσα στο γήπεδο. Την επόμενη μέρα έβαλα και γκολ, κερδίσαμε, τον περιόρισα αρκετά. Κερδίσαμε στη Φιλαδέλφεια 2-0 και με ρώταγαν οι δημοσιογράφοι τι έκανα και πως τον παρακολούθησα. Αυτό το απόκομμα το είχε κρατήσει ο Ζέρβας και το έκανε μάθημα για την “ιδεοκινητική προπόνηση” που γίνεται στο μυαλό του αθλητή, πριν από τους αγώνες.

Ο Γιάννης Βονόρτας σε φάση από την ιστορική αναμέτρηση με την Γκέτεμποργκ για το Κύπελλο Πρωταθλητριών το 1985.

Ο Μαύρος πάντως ήταν γενικά απρόβλεπτος.

Φυσικά και ήταν. Όταν έφυγα από τον Παναθηναϊκό και πήγα στον Λεβαδειακό, ο Μαύρος είχε πάει στον Πανιώνιο και σε ένα ματς στη Νέα Σμύρνη είχα το μαρκάρισμά του. Σε μια φάση, η μπάλα ήταν στην απέναντι πλευρά του γηπέδου και θεώρησα όταν αν τον αφήσω 5 μέτρα, θα προλάβω να πάω πάνω του μέχρι να την κατεβάσει. Έλα όμως που δεν την κατέβασε. Έκανε απευθείας το σουτ και η μπάλα πήγε μέσα και μείναμε… παγωτό!

«Γι’ αυτό τσαντίστηκε μαζί μου ο καπετάνιος!»

Άλλη ιστορία έχεις;

Θα σου πω μια πριν από τελικό κυπέλλου. Εγώ είχα ένα χτύπημα στο πόδι και είχε πρηστεί, αλλά είχε χτυπήσει και ο Άνθιμος Καψής που για μένα είναι σαν “ποδοσφαιρικός πατέρας” μου. Ο Γκμοχ μου είχε πει τότε να μην παίξω κόντρα στο Αιγάλεω, για να παίξω στον τελικό. Πριν το ματς, το πρωί στο ξενοδοχείο μου έκανε όλα τα κινητικά τεστ και μου λέει: “Εντάξει είσαι έτοιμος”. Πάμε στο Ολυμπιακό στάδιο και έχω βάλει το σορτς, αλλά ήρθε ο φροντιστής και μου λέει: “Μην ετοιμάζεσαι”. Ανακοινώνει 16άδα ο Γκμοχ και είμαι εκτός 16άδας μαζί με τον Γαλάκο που είχαμε και τις περισσότερες συμμετοχές. Μεγάλη στεναχώρια, αλλά έτσι ήταν ο Γιάτσεκ ο οποίος ήθελε πάντα να αιφνιδιάζει.

Από τον Παναθηναϊκό γιατί έφυγες τελικά;

Θα σου πω πρώτα μια ιστορία. Ήταν το 1986 και την 6η αγωνιστική παίζαμε με τον Ολυμπιακό. Η ομάδα είχε πολλούς τραυματίες, αλλά εγώ ήμουν εκτός πλάνων. Μάλιστα σε εκείνο το ματς είχε δώσει περίπου 300 εισιτήρια και το θυμάμαι. Ετοιμαζόμουν να φύγω εκτός Αθηνών όταν χτύπησε το τηλέφωνο στο σπίτι. Μου λέει η αδελφή μου σήκωσέ το. Εγώ δεν ήθελα, αλλά με τα πολλά με έπεισε. Ήταν ο γιατρός της ομάδας, με τον οποίο είχα πάει μαζί στη Σουηδία όταν είχα κάνει την επέμβαση και είχαμε δεθεί. Μου είπε λοιπόν να πάω την επόμενη μέρα στο ξενοδοχείο. Εγώ απόρησα και του είπα γιατί δεν με πήρε ο γενικός αρχηγός. Προπονητής ήταν ο Ίβιτς κι εγώ εκείνη την εποχή δεν είχα καλές σχέσεις με τον “καπετάνιο” γιατί είχα πάει στο εξωτερικό για την επέμβαση. Ο Σούρπης όμως, μου είχε πει να διαλέξω εγώ που θα πάω και είχα το ελεύθερο να πάω όπου θέλω. Εγώ από πληροφορίες που είχα συλλέξει από κάποιους παίκτες του Απόλλωνα, αποφάσισα να πάω στη Γαλλία στον Μπουσκέ, που υπόψιν με τα χρόνια υπήρχε και “μέθοδος κατά Μπουσκιέ” για τον χιαστό. Ο ίδιος ήταν που είχε χειρουργήσει τον Μαραντόνα και τον Μπέτεγκα.

Ο Γιάννης Βονόρτας μαρκάρει τον Γιώργο Κωστίκο σε ντέρμπι Παναθηναϊκού – Ολυμπιακού τον Σεπτέμβριο του 1986.

Ο Γιώργος Βαρδινογιάννης δεν ήθελε;

Τότε είχε αναλάβει ένας μεγαλογιατρός το τιμ της ομάδας. Εγώ όμως είχα πάρει την απόφασή μου και πήγα εκεί. Όπως γίνεται πάντα εδώ υπήρχαν οι μουρμούρες και κυρίως παραπληροφόρηση προς τη διοίκηση. Ο “καπετάνιος” ήθελε να παίξω στους 2,5 μήνες. Όμως ήταν πολύ μικρό το διάστημα. Τσαντίστηκε και με έβγαλε από τη λίστα. Όμως εκείνο το πρωινό, λόγω των πολλών τραυματιών με φώναξαν στο ξενοδοχείο. Μόλις με είδαν ο Δημόπουλος με τον Πατσιαβούρα, έκαναν το σταυρό τους. Εγώ ήμουν εξαφανισμένος από τον Μάιο του 1985 όπου είχα παίξει σε ένα ματς με τον ΠΑΟΚ στην Τούμπα. Είχα παίξει κάποια φιλικά ως αριστερό μπακ και ο Ιβιτς είχε κάνει δηλώσεις πως έμεινε έκπληκτος γιατί δεν του είχε μιλήσει κανείς για μένα. Από τότε βέβαια δεν ξαναέπαιξα, αλλά ήρθε η στιγμή με τον Ολυμπιακό που είχαμε τραυματισμούς. Ξεκίνησα μάλιστα κανονικά το παιχνίδι. Μου είπε ότι θα παίξω τον Κωστίκο “μαν του μαν”. Μάλιστα ο Κυράστας ήταν τραυματίας και έπαιζε ο Ζάετς λίμπερο. Σε κάποια φάση γίνεται μια μπαλιά στην πλάτη της άμυνάς μας και ο Ζάετς δεν μπόρεσε να την βρει με ψαλιδάκι. Πετάγεται ο Αναστόπουλος και την παίρνει. Βγαίνει ο Μήνου και τον περνάει. Τότε εγώ είχα μόνο μια επιλογή να τον “ψαρέψω”. Ήμουν σίγουρος ότι θα πλασάρει πίσω μου, για να μην κάνω τάκλιν και γι’ αυτό όπως έτρεχα, ξαφνικά σταμάτησα. Έτσι ξαφνιάστηκε και αυτός, όταν έκανε το πλασέ και κατάφερα να διώξω τη μπάλα. Μετά από αυτό το ματς πάντως, δεν ξαναέπαιξα και έτσι πήρα την απόφασή μου να φύγω από τον Παναθηναϊκό.

Ο Γιάννης Βονόρτας με τον συντάκτη του sportday.gr, Γιώργο Μπιτσικώκο σε ένα… νοσταλγικό ταξίδι στο χρόνο!

 

 

 

 

 

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News