Μίλαν: Ο αυταρχικός τρόπος του Νερέο Ρόκο

Η Μίλαν ανταμώνει με την Ίντερ στον ημιτελικό του Champions League, αλλά η ιστορία τους πάει πολύ πίσω, από τότε που τσακώνοναν για το Κατενάτσιο ο Νερέο Ρόκο και ο Ελένιο Ερέρα.

Παρ’ ότι η συζήτηση για το ποδόσφαιρο στην Ιταλία τη δεκαετία του ’60 καταλήγει να περιστρέφεται γύρω από το «δικτάτορα», τον προπονητή της Ίντερ Ελένιο Ερέρα, ο Νερέο Ρόκο δεν πήγαινε πίσω. Το σουλούπι του στις πανηγυρικές φωτογραφίες θα πρόδιδε ένα διαχειριστή, παρ’ όλα αυτά ήταν ένας προπονητής αψύς και τραχύς, με τρόπους που οι παίκτες δεν εκτιμούσαν ιδιαιτέρως, παρά μόνο όταν κρατούσαν τα τρόπαια ανά χείρας.

Ας μη λησμονείται ότι μέσα σε έξι χρόνια η Μίλαν και η Ίντερ κατέκτησαν το Κύπελλο Πρωταθλητριών τέσσερις φορές. Οι «ροσονέρι» το κατέκτησαν το 1963 και το 1969, οι «νερατζούρι» το 1964 και το 1965. Ισορροπία υπήρχε ακόμα και στη Serie A, αν και η Ίντερ έχει το ελαφρύ προβάδισμα. Η Μίλαν κέρδισε το scudetto το 1962 και το 1968, η συντοπίτισσά της το 1963, το 1965 και το 1966.

Ειδοποιός διαφορά ανάμεσα στις δύο ομάδες, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τη φήμη τους στο δυτικό ποδοσφαιρικό πολιτισμό, δεν υπήρξε πριν αναλάβει ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι το τιμόνι της ομάδας και κάνει πρώτο προπονητή τον Αρίγκο Σάκι.

Νερέο Ρόκο και Πιερίνο Πράτι με το τρόπαιο του Κυπέλλου Πρωταθλητριών

Μάλιστα, θα τολμούσε να πει κάποιος ότι τα έργα και οι ημέρες του Αργεντινού στην Ίντερ την καθιστούσαν κατατί πιο δημοφιλή στο κοινό σε σχέση με τη Μίλαν, ακόμα κι αν προερχόταν από τη δυσφήμηση, δηλαδή το αμυντικό σύστημα που είναι γνωστό ως κατενάτσιο και χρησιμοποιείται ως όρος ακόμα κι όταν μια ομάδα παίζει μαζική άμυνα, αν και η λειτουργία του δεν ήταν απαραίτητο να διέπεται από την ομαδόν αλληλοκάλυψη, παρ’ ότι ενυπήρχε ως αμυντική λογική.

Ρόκο και Ερέρα τσακώνονταν σε αχυρώνα που μοιάζει ξένος, αφού φαίνεται ότι ο Τζίπο Βιάνι, προπονητής της Σαλερνιτάνα, ήταν εκείνος που «σκαρφίστηκε» τον τελευταίο αμυντικό πίσω από τους αμυντικούς, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Παρ’ όλα αυτά, ο Ρόκο, που υπήρξε θαυμαστής του συστήματος, το χρησιμοποίησε με ακράδαντα επιτυχημένο αποτέλεσμα στην Τριεστίνα, στην οποία ξεκίνησε την καριέρα του το 1947 και που, από τελευταία στη Serie A της προηγούμενης σεζόν -και τυχερή μέσα στην ατυχία της, καθώς η πόλη της είχε καταληφθεί από τους Αμερικανούς, ως εκ τούτου η Ομοσπονδία αποφάσισε να μην την υποβιβάσει- την έστειλε στη δεύτερη θέση το 1948.

Τζιάνι Ριβέρα και Νερέο Ρόκο

Οι μέθοδοι του Ερέρα, που εκτός της τρομερής αυτοπεποίθησης με την οποία περιέφερε τον εαυτό του, στο όριο της οίησης, διεκδικούσε και τα πρωτόλεια της ιδέας, που έλεγε ότι του ήρθε νωρίς στην καριέρα του, το 1945, ενώ ήταν προπονητής στη Γαλλία, είναι γνωστές, αλλά και ο Ρόκο δεν πήγαινε πίσω. Μάλιστα, ανά περιπτώσεις ήταν ακόμα πιο εξεζητημένος από τον Αργεντινό, που έγραψε σημαντική ιστορία στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο.

Τα… βίτσια του κόουτς της Μίλαν

Ο Ρόκο ήταν βέρος Τριεστίνος. Το γήπεδο της ομάδας με την οποία εξ απαλών (προπονητικών) ονύχων μεγαλούργησε έχει πάρει το όνομά του, ενώ και ο ίδιος μιλούσε με την προφορά των Χριστιανοδημοκρατών της Τεργέστης, ένα χούι που δεν αποχωρίστηκε ούτε όταν έφτασε στο Μιλάνο, το 1961, αλλά και στην επιστροφή του, το 1967. Και τις δύο φορές η επιτυχία ήταν άμεση.

Το ’62 και το ’68 η Μίλαν κατέκτησε το πρωτάθλημα, το ’63 και το ’69, το Πρωταθλητριών, με τις νίκες της επί της Μπενφίκα, 2-1, με τα γκολ του Ζοσέ Αλταφίνι, στο Γουέμπλεϊ και επί του Άγιαξ, 4-1, στη Μαδρίτη. Ο Ρόκο είχε συστήσει το κατενάτσιο στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο, πριν τον Ερέρα, και η Μίλαν νίκησε με αυτόν τον τρόπο.

Ο αδικοχαμένος Τζίτζι Μερόνι

Ο ίδιος ήταν ένας προπονητής που ενδιαφερόταν μόνο για τη νίκη και υπήρχε ως ιδιαιτέρως αυστηρός, με παντελή έλλειψη συναισθηματισμού, απέναντι στους ποδοσφαιριστές του.

Κατά τη διάρκεια της προπονητικής θητείας του στην Τορίνο, από το 1963 έως το 1967, ο Τζίτζι Μερόνι, αδικοχαμένος 24χρονος επιθετικός επιθετικός που έφτασε ένα χρόνο μετά στην πόλη, είχε συστήσει την κοπέλα του ως αδελφή του, για να μην παρεμβαίνει ο Ρόκο. Ο ίδιος, πότης γερός, έκρυβε ένα μπουκάλι σε ντουλάπι στα αποδυτήρια ή έπινε με το σπουδαίο αρθρογράφο και συγγραφέα Τζιάνι Μπρέρα, ο οποίος είχε γράψει, κιόλας, πως «το τέλειο παιχνίδι θα τελείωνε 0-0».

Ο τσακωμός τους αφορούσε τον Τζιάνι Ριβέρα, τον οποίο ο Ρόκο εκτιμούσε, ενώ ο Μπρέρα τον φώναζε «Αμπατίνο», δηλαδή καλόγερο, τρόπω σκωπτικώ, υποδηλώνοντας αδράνεια και έλλειψη μαχητικότητας. Ο Ριβέρα, βεβαίως, δεν ήταν απλώς ένας από τους παίκτες που πήραν και τα δύο Κύπελλα Πρωταθλητριών της Μίλαν, αλλά θεωρείται ως ένας από τους κορυφαίους Ιταλούς ποδοσφαιριστές όλων των εποχών και το προσωνύμιο «Χρυσό αγόρι» αποδεικνύει του λόγου το ασφαλές.

Ο Ερέρα και ο Ρόκο πριν από ένα ντέρμπι Ίντερ-Μίλαν

Ο Ρόκο ήταν από τους πιονέρους σε ό,τι αφορά την κυκλοφορία της μπάλας για την κυκλοφορία, αλλά και της πεποίθησης πως έπρεπε όλοι οι ποδοσφαιριστές να μαρκάρουν. Επιθετικοί όπως ο Ζοσέ Αλταφίνι και ο Τζίμι Γκριβς, η θητεία του οποίου στη Μίλαν εξελίχθηκε σε ναυάγιο, αφού κράτησε μόνο τέσσερις μήνες -και παρ’ όλα αυτά πέτυχε εννιά γκολ σε δέκα παιχνίδια- είχαν πρόβλημα να υιοθετήσουν τις συνήθειές του.

Ωστόσο, από τον προπονητή όχι μόνο δεν υπήρχε κατανόηση, αλλά εξαπέλυε κριτική δημοσίως, λέγοντας: «Αυτοί οι δύο πρέπει να καταλάβουν ότι στο ποδόσφαιρο τρως και πολλές κλωτσιές, εκτός από το να πληρώνεσαι καλά».

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News