Παναιτωλικός: Απ' τον... Ροσελίνι στον Σούρερ

Μετά από μια ντουζίνα ξένων προπονητών στην ιστορία του Παναιτωλικού, η ομάδα επιστρέφει στην ελληνική συνταγή, με την ανάληψη της τεχνικής ηγεσίας από τον Γιάννη Πετράκη. Γράφει στη SportDay ο Νίκος Σαρίδης.

Όταν εμφανίστηκε στο Αγρίνιο o πρώτος ξένος προπονητής στην ιστορία του Παναιτωλικού, ο Φώτης Κωστούλας έπαιζε στους δρόμους με κοντά παντελονάκια. Το μακρινό 1959. Ο δε… παράκλητος, που θα έσωζε τους «κυανοκίτρινους», δεν ήταν όποιος κι όποιος, αλλά ο Λουίτζι Ροσελίνι. Που είχε παίξει στη Μίλαν. Τον καιρό εκείνο όχι στο Αγρίνιο δεν πήγαινε Ιταλός με «ροσονέρι» γαλόνια, αλλά ούτε στη γειτονική… Λευκάδα για διακοπές! Ο Ροσελίνι κάθησε μέχρι το 1961. Διόλου άσχημα.

Ο επόμενος αλλοδαπός στον πάγκο του Παναιτωλικού ήταν Κεντροευρωπαίος. Ο Αυστριακός Λούκας Αουρέτνικ, που τον φώναζαν «Χάρι». Ούτε αυτός τα πήγε κακά. Ανέλαβε το 1965, έχοντας μάλιστα προϋπηρεσία στην ΑΕΚ κι έφυγε το 1967. Για Ελλάδα, δηλαδή, συμπαθητικός απολογισμός.

Ακολούθησαν δύο ξένοι την πρώτη διετία του Παναιτωλικού στην Α’ Εθνική. Στην παρθενική σεζόν, 1975-76, δούλεψε ο Στιέπαν Μπόμπεκ, που κουβαλούσε τη θρυλική θητεία στον Παναθηναϊκό. Άλλο Λεωφόρος, όμως, άλλο Αγρίνιο, ενώ την επόμενη σεζόν ο Σέρβος Μίλαν Ζέκοβιτς διαδέχτηκε τον Δημήτρη Θεοφάνη και μετά έδωσε τη σκυτάλη στον Νίκο Κουτσογιάννο. Η αγρινιώτικη ομάδα, ωστόσο, δεν γλίτωσε τον υποβιβασμό.

Κάπου εκεί, άρχισε να τραυματίζεται ανεπανόρθωτα η σχέση του Τίτορμου του Αιτωλού (ο ήρωας στο σήμα του κλαμπ) με τους εκ αλλοδαπής τεχνικούς. Στα χρόνια που ο Παναιτωλικός βολόδερνε στις χαμηλές κατηγορίες, ζέσταναν τον πάγκο του και μερικοί ακόμη, αλλά όχι βραχείας ανάλωσης: πρώτος, ο Αλεξάντερ Γιοκντίμοβιτς απ’ την πάλαι ποτέ Γιουγκοσλαβία, που εργάστηκε στο Αγρίνιο τη δεκαετία του ’90 στη Γ’ Εθνική. Την περίοδο 1998-99 πέρασε απ’ την πόλη κι ο Σέρβος Ζόραν Μπάμποβιτς, με… ένσημα και σε άλλες ελληνικές ομάδες. Τη σεζόν 2000-01, στη Β’ Εθνική, ο Πανίκος Γεωργίου (τυπικά ξένος, καθότι πολίτης Κύπρου) διαδέχτηκε τον Χρήστο Νταλακούρα, πριν παραδώσει στον Βασίλη Αντωνιάδη.

Στη Γ’ Εθνική τη σεζόν 2004-05 δούλεψε για δύο ματς (!) στον Παναιτωλικό ο Ντράγκαν Σιμεούνοβιτς, μία φορά κι έναν καιρό τερματοφύλακας του Απόλλωνα Καλαμαριάς και του Ολυμπιακού Βόλου, ενώ το 2009 είχε ένα πέρασμα ένας ακόμη Σέρβος, ο Σίνισα Γκόγκιτς. Εκεί που «τα σπάει», όμως, η έννοια «ξένος προπονητής» είναι στη σύγχρονη παρουσία του Παναιτωλικού στο πρώτο τη τάξει πρωτάθλημα.

Το 2015 προσλήφθηκε στην αρχή της σεζόν ο Πορτογάλος Λεονέλ Πόντες. Όμως, μετά το πέμπτο ματς κι ενώ στο μεταξύ είχε πετύχει… εκκωφαντικά αποτελέσματα, όπως η πεντάρα που είχε «φάει» στη Μυτιλήνη απ’ την Καλλονή, πήρε πόδι. Λίγο καλύτερα τα πήγε το 2019 ένας άλλος Πορτογάλος, ο Λουίς Κάστρο. Αυτός άντεξε έξι ματς.

Aνάλογης ευστοχίας κι η φετινή πρόσληψη του Γκαμπριέλ Σούρερ, γνωστού απ’ την ποδοσφαιρική του θητεία στον Ολυμπιακό. Μετά από έξι ματς κι αυτός, αποχαιρέτησε το Αγρίνιο, με τον Γιάννη Πετράκη να παίρνει τη θέση του. Mία ντουζίνα ξένοι προπονητές, λοιπόν, απ’ το 1926 που ιδρύθηκε ο σύλλογος και τον πιο επιτυχημένο σίγουρα δεν θα τον αναζητήσουμε στα ονόματα των νεότερων χρόνων και σαφώς δεν είναι ο Σούρερ. Ο Αργεντινός άφησε την ομάδα της Αιτωλοακαρνανίας χωρίς νίκη και, κυρίως, με προβληματική απόδοση στα έως τώρα παιχνίδια της.

Φτάνοντας, λοιπόν, ο Παναιτωλικός στη διακοπή του πρωταθλήματος με αυτά τα χάλια, δεν χρειαζόταν να είναι κανείς μέντιουμ για να προβλέψει πως ο Σουρέρ θα απολυόταν. Με 3 βαθμούς σε έξι αγώνες και συντελεστή τερμάτων 2-11, ήταν ηλίου φαεινότερο ότι ο 52χρονος πρώην στόπερ δεν θα έκανε… παρέλαση στο Αγρίνιο. Μαζί του έφυγαν, όπως ήταν φυσικό κι οι Λατινοαμερικανοί που τον πλαισίωναν στο τεχνικό επιτελείο της ομάδας.

Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο στην SPORTDAY που κυκλοφορεί
Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News