Αντώνης Καρπετόπουλος: Το «ντου» του Καρυπίδη και η γλυκιά ανακούφιση του Παναθηναϊκού

Ο Αντώνης Καρπετόπουλος σχολιάζει τον τελικό κυπέλλου και τις εικόνες ντροπής στο φινάλε.

Ο Παναθηναϊκός κέρδισε το κύπελλο Ελλάδος και μαζί με αυτό και ένα εισιτήριο για τα προκριματικά του Europa League. Κέρδισε επίσης την ευκαιρία να κάνει ένα νέο ξεκίνημα καλοκαιριάτικα χωρίς μεγάλες εντάσεις και γκρίνιες. Έκλεισε την σεζόν με ένα τρόπαιο κι αυτό έτσι όπως εξελίχτηκαν τα πράγματα δεν είναι και λίγο. Και δεν αναφέρομαι μόνο στο πως τελείωσε την σεζόν, αλλά και στον ίδιο τον τελικό που κέρδισε με 1-0 με αντίπαλο τον Αρη. Που αποδείχτηκε για τον ΠΑΟ, ως παιγνίδι, πολύ πιο δύσκολο σταυρόλεξο από αυτό που αρχικά φαινόταν.

Η ντρίπλα του Μπερνάρ

Στο κομμάτι που έγραψα χθες πριν το ματς είχα προβλέψει πως θα είναι ένα νευρικό ματς στο οποίο το βασικό θα αποδεικνυόταν η προετοιμασία του και η διαχείριση των νεύρων – υπενθύμιζα επίσης πως όλα αυτά τα ματς τα τελευταία χρόνια συνήθως τελειώνουν με 1-0. Ομολογώ όμως ότι άλλη εικόνα φανταζόμουν και από τις δυο ομάδες. Ο Παναθηναϊκός, ως ομάδα, δεν έχει σοβαρά ελλείμματα ποιότητας: αρκεί να δείτε τη φάση του ενός και μοναδικού γκολ. Σκοράρει ο Βαγιαννίδης, δηλαδή ο αναπληρωματικός του δεξιός μπακ γιατί έχει ακολουθήσει τη φάση. Σεντράρει – εξαιρετικά μάλιστα – ο Χουάνκαρ που λίγα λεπτά πριν ήταν να φύγει από το παιγνίδι αλλά ο προπονητής του τον εμπιστεύθηκε καθώς θα μπορούσε να τον αντικαταστήσει με τον Μλαντένοβιτς αν και εφόσον το ματς πάει στην παράταση. Όλα έχουν ξεκινήσει από ένα ωραίο σόλο του Μπερναρ που ντριπλάρει και πασάρει εξαιρετικά. Όλα αυτά μάλιστα συμβαίνουν στο τελευταίο λεπτό των καθυστερήσεων που είναι το έβδομο. Η επίθεση του ΠΑΟ είναι υποδειγματική γιατί όλοι οι συμμετέχοντες είναι καλοί με την μπάλα στα πόδια. Αλλά πιθανότατα είναι η μοναδική σοβαρά δομημένη επίθεση που ο ΠΑΟ έχει κάνει σε όλο το ματς. Και γίνεται απέναντί στην άμυνα μιας ομάδα που έχει μείνει με 9 παίκτες και που ο ΠΑΟ χρειάστηκε να περάσουν πάνω από είκοσι λεπτά για να καταλάβει πως μπορεί να την ανοίξει παρά τους χώρους που υπήρχαν γιατί κι αυτός έπαιζε με ένα παίκτη λιγότερο.

Γιατί αυτό; Γιατί σε ένα ακόμα κρίσιμο ματς οι παίκτες του Παναθηναϊκού δυσκολεύτηκαν τρομακτικά να διαχειριστούν την πίεση που στην προκειμένη περίπτωση είναι απλά η πίεση που προκύπτει από την υποχρέωση της νίκης. Συνέβη πολλές φορές φέτος σε κρίσιμα ματς. Με την Μπράγκα στο ΟΑΚΑ. Με την Μακάμπι Χάιφα στην Λεωφόρο. Με τον ΠΑΟΚ στη ρεβάνς του ημιτελικού του κυπέλλου επίσης εντός έδρας. Στο κρίσιμο ματς με την ΑΕΚ στην Opap Arena. Στο παιγνίδι με τον Ολυμπιακό την περασμένη Κυριακή μολονότι ο ΠΑΟ προηγήθηκε με 2-0. Και χθες. Κι ας κατάφερε τελικά να κερδίσει ο ΠΑΟ: η εικόνα του ήταν η εικόνα μιας ομάδας που δεν μπορούσε να εκμεταλλευτεί ούτε το αριθμητικό της αβαντάζ καλά καλά. Τουλάχιστον κέρδισε: διότι αν αυτό δεν συνέβαινε, με τον τρόπο που έπαιξε τα λαϊκά δικαστήρια θα ήταν πολλά. Και δεν αποκλείεται και να κρατούσαν όλο το καλοκαίρι.

Το λέω καιρό τώρα: το πρόβλημα του ΠΑΟ δεν είναι ούτε η διοίκησή του, ούτε οι προπονητές του. Είναι ότι χρειάζεται παίκτες με προσωπικότητα πρωταθλητή (χθες το γκολ το δημιουργεί επί της ουσίας ο Μπερνάρ, ένας από τους λίγους που τρόπαια έχει κερδίσει). Χρειάζεται επίσης να ξαναβρει τη χαρά του παιγνιδιού: μόνο αυτή θα ζεστάνει τον κόσμο του. Χθες ανακουφίστηκε. Μια νίκη με ένα γκολ στο τέλος είναι πάντα μια γυκιά ανακούφιση. Αλλά οι ανακουφίσεις και οι αντιδράσεις δεν είναι κανόνας για τις μεγαλες ομάδες: κανόνας πρέπει να είναι το ωραίο ποδόσφαιρο.

Χωρίς ρίσκο όλα

Κατάφερε ο Αρης να βραχυκυκλώσει τον ΠΑΟ; Κατά κάποιο τρόπο ναι, αν και η δική μου εντύπωση είναι πως ο ΠΑΟ είχε μόνος του πάλι αυτοπαγιδευτεί από την αδυναμία να σηκώσει το βάρος της ευθύνης. Ο Αρης έχει στο ματς την δική του ευθύνη: την ευθύνη ότι δεν εκμεταλλεύτηκε το ψυχολογικό αβαντάζ που φάνηκε ότι είχε τουλάχιστον στην πρώτη ώρα του παιγνιδιού. Ο Αρης χρειαζόταν να μοχθήσει και μόχθησε. Ετρεξε, πίεσε, ξεκίνησε σίγουρα καλύτερα και ειδικά στο πρώτο ημίχρονο φαινόταν πιο ομάδα. Δική του η πρώτη ευκαιρία στο ματς (με τον Φαμπιάνο σε στημένη φάση), δική του και η πιθανότατα μεγαλύτερη του αγώνα (με τον Ζαμόρα στο 54΄). Αλλά για να κερδίσεις ένα τελικό κυπέλλου χρειάζεται να παίξεις περισσότερο και κυρίως λίγο πιο επιθετικά, αν όχι σε όλο το ματς αλλά σε κάποιο διάστημά του: ο Αρης έμοιαζε να μην θέλει να πάρει την πρωτοβουλία ούτε κι όταν μετά την αποβολή του Κώτσιρα βρέθηκε με παίκτη παραπάνω. Εμοιαζε να περιμένει πως ο ΠΑΟ θα χάσει μόνος του κι αντί να εκμεταλλευτεί το αριθμητικό του πλεονέκτημα και να τον κλείσει και να τον πιέσει συνέχισε να ψάχνει αντεπιθέσεις. Και σε πέντε λεπτά βρέθηκε αυτός με παίκτη λιγότερο μετά τις αποβολές του Νταρίντα και του Ζουλ.

Στο τέλος ο ΠΑΟ έκανε αυτό που δεν τόλμησε ο Αρης: ανέβηκε στο γήπεδο και κέρδισε μέτρα. Ορθόδοξη και λογική υπήρξε η ανάπτυξή του μόνο στη φάση του τέλους που έκρινε το ματς. Όμως μετά το 85΄είχε τρεις τελικές προσπάθειες που για ένα ματς που ουσιαστικά είχε τρεις (;) φάσεις ήταν πολλές. Κυρίως φαινόταν ότι με εννέα εναντίον δέκα ο Αρης δύσκολα θα άντεχε και στο μαρτύριο της παράτασης. Και τα πέναλτι που σε ένα τέτοιο ματς εξαφανίζουν το αριθμητικό μειονέκτημα ήταν μακριά. Πολύ μακριά.

Ο χαμός στο τέλος

Είναι δύσκολο να μιλήσεις για αρετές ομάδων σε αυτό το ματς. Ψηφίστηκε MVP ο Βαγιαννίδης μόνο γιατί σκόραρε. Ο Μπακασέτας φάνηκε σε δυο – τρεις φάσεις: το πιο χρήσιμο για τον ΠΑΟ ήταν ότι πήρε την αποβολή του Ζουλ. Οι δυο προπονητές παγιδεύσαν καλά τα δυο φορ: ο Ακης Μάντζιος φρόντισε ο Ιωαννίδης να μην έχει καθόλου χώρους, ο Κόντης δεν άφησε τον Μορόν να αναπνεύσει χωρίς τον Γεντβάι (συνήθως) πάνω του. Όλα τα άλλα θα ξεχαστούν γρήγορα εκτός ίσως από τον χαμό στο τέλος. Ο πρόεδρος του Αρη Θόδωρος Καρυπίδης επιτέθηκε στην διαιτητή του αγώνα κ. Φραπάρ η παρουσία της οποίας στον τελικό αποτέλεσε μια μάλλον κάκιστη πρωτοτυπία καθώς ήταν δεδομένο πως το ματς χρειαζόταν ένα elite διαιτητή ικανό να ψαρώσει τους παίκτες: η Φραπάρ το επιχείρησε μοιράζοντας κίτρινες από νωρίς, δηλαδή με τον πιο άχαρο τρόπο. Αυτό είχε ως συνέπεια την αποβολή του Νταρίντα για την οποία φωνάζει ο Αρης, αλλά έτσι όπως γινόταν το ματς όποιος κι αν το έχανε θα φώναζε. Εχασε και φωνάζει ο Αρης, αλλά την Φραπάρ οι φίλοι του στην ΕΠΟ την φέρανε, δεν ήρθε μόνη της. Δεν μπορεί και να είσαι με όσους διοικούν και να φωνάζεις – πάντα βέβαια μπορείς να το κάνεις, αλλά δεν ξέρω ποιος σε ακούει τελικά.

Ολα τα υπόλοιπα (η άρνηση πχ των παικτών του Αρη να παραλάβουν τα μετάλλια) συμπληρώνουν την εικόνα μιας γενικότερης θλίψης. Δεν είναι βέβαια τίποτα πρωτότυπο: για τον τελικό του κυπέλλου μιλάμε. Για μια διοργάνωση δηλαδή στην οποία ο ΠΑΟΚ δεν κατέβηκε κάποτε να παίξει, ο Ολυμπιακός απειλούσε πως θα στείλει την δεύτερη ομάδα του, οι οπαδοί, όταν υπήρχαν στο γήπεδο, μπαίνανε μέσα, ο Κοντονής της άλλαζε ημερομηνία διεξαγωγής μέχρι να βρεθούν οι κατάλληλοι διαιτητές κτλ κτλ. Η σταθερή του τελικού είναι ότι η ΕΠΟ δεν μπορεί κάθε χρόνο να τον διοργανώσει κάνοντας τον να μοιάζει με κανονικό ποδοσφαιρικό ματς: χθες ρίξανε και βεγγαλικά, μάλλον για να τα ακούει ο κόσμος στο Βόλο και να αναρωτιέται ποιος παντρεύτηκε.

Χρόνια τώρα αναρωτιέμαι γιατί η διοργάνωση αυτή γίνεται…

ΠΗΓΗ

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News