Ζοζέ Αλταφίνι: Το πρώτο ευρωπαϊκό της Μίλαν φέρει τη δική του υπογραφή
Στις 22 Μαΐου 1963 η Μίλαν κάθισε για πρώτη φορά στον θρόνο του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου, χάρη σε έναν Βραζιλιάνο επιθετικό που απαρνήθηκε για χάρη της την εθνική ομάδα της πατρίδας του. Τον Ζοζέ Αλταφίνι.
Η ιστορία του Ζοζέ Αλταφίνι, του επονομαζόμενου «Ματσόλα», είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το ξεπέταγμα που έκανε ο Πελέ, κατά τη διάρκεια του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1958.
Όλοι θα έχετε διαβάσει πώς το 17χρονο «μαύρο διαμάντι» έφαγε τη θέση του ξανθομάλλη σέντερ φορ στο βασικό σχήμα της Εθνικής Βραζιλίας και τη βοήθησε να κατακτήσει το τρόπαιο για πρώτη φορά στην ιστορία της. Όπως κι ότι ο Αλταφίνι, ο οποίος είχε ήδη συμφωνήσει με τη Μίλαν, όχι μόνο δεν επέστρεψε ποτέ στην πατρίδα του, αλλά πολιτογραφήθηκε Ιταλός και φόρεσε τη φανέλα της «Σκουάντρα Ατζούρα» στο Μουντιάλ του 1962.
Μ’ αυτές τις διηγήσεις, όμως, μπορεί να δοθεί η εντύπωση ότι ο Βραζιλιάνος «Ματσόλα» (το παρατσούκλι που είχε στην πατρίδα του λόγω της ομοιότητάς του με τον αδικοχαμένο ηγέτη της Grande Torino, Βαλεντίνο Ματσόλα) ήταν κάποιος… παρακατιανός ποδοσφαιριστής. Κάτι που δεν ισχύει, όπως μαρτυρούν οι αριθμοί της καριέρας του, αλλά κι ένα ακόμα γεγονός. Στις 22 Μαΐου 1963, η Μίλαν του Νερέο Ρόκο έγινε η πρώτη ιταλική ομάδα που κατέκτησε το Κύπελλο Πρωταθλητριών, νικώντας στον τελικό του «Γουέμπλεϊ» την Μπενφίκα με 2-1 με δύο δικά του γκολ!
Η πορτογαλική ομάδα, η οποία ήταν και νικήτρια των δύο προηγούμενων διοργανώσεων, είχε ανοίξει το σκορ στο 18′ με «κεραυνό» του Εουσέμπιο και φαινόταν ικανή για το three-peat. Οι «ροσονέρι» (που εκείνη τη μέρα φόρεσαν ολόλευκη στολή) διέθεταν μια εξαιρετική ομάδα κι οι 45.000 θεατές του τελικού περίμεναν την απάντηση της. Την έδωσε τελικά ο Αλταφίνι, ο οποίος ισοφάρισε στο 58′ με συρτό δεξί σουτ και ολοκλήρωσε την ανατροπή στο 66′, όταν έφυγε στην κόντρα και με διπλή προσπάθεια «νίκησε» τον τερματοφύλακα Κόστα Περέιρα.
Έτσι, το τρόπαιο κατέληξε στα χέρια του αρχηγού, Τσέζαρε Μαλντίνι, του πολύπειρου σέντερ χαφ (κάτι σαν λίμπερο στο σύστημα 2-3-5 που είχε μετατραπεί πια σε 3-2-5) που είχε κλείσει πια τα 31 του χρόνια και περίμενε καιρό αυτήν τη στιγμή. Όμως ο πατέρας του Πάολο Μαλντίνι δεν ήταν ο μοναδικός σπουδαίος συμπαίκτης του Αλταφίνι σ’ εκείνη τη Μίλαν.
Τερματοφύλακας ήταν ο βετεράνος Τζιόρτζιο Γκέτσι, με τη μεγάλη καριέρα στη συμπολίτισσα Ίντερ. Ο μετέπειτα καταξιωμένος προπονητής, Τζιοβάνι Τραπατόνι, ήταν βασικό στέλεχος στο κέντρο μαζί με τον διεθνή Περουβιανό, Βίκτορ Μπενίτες. Και μπροστά τους έπαιζαν ο Ντίνο Σάνι, συμπαίκτης του «Ματσόλα» στην παγκόσμια πρωταθλήτρια Βραζιλία του 1958 κι ένας 19χρονος χαρισματικός Ιταλός που είχε αποκτηθεί το 1960 απ’ την Αλεσάντρια. Ο Τζιάνι Ριβέρα.
Διεθνείς ήταν ή χρίστηκαν λίγο αργότερα και οι υπόλοιποι βασικοί παίκτες της ομάδας, δηλαδή οι αμυντικοί Μάριο Νταβίντ και Μάριο Τρέμπι και οι εξτρέμ Τζίνο Πιβατέλι και Μπρούνο Μόρα. Αλλά και ορισμένοι αναπληρωματικοί, όπως ο αμυντικός (και αργότερα σπουδαίος προπονητής) Τζίτζι Ραντίτσε και ο επιθετικός Πάολο Μπαριζόν. Ένας γαλαξίας αστέρων ήταν εκείνη η Μίλαν, χρειάστηκε όμως τα γκολ του Αλταφίνι για να ανέβει στον ευρωπαϊκό θρόνο.
Η Βραζιλία τον εγκατέλειψε
Όπως έχει δηλώσει ο Αλταφίνι, «δεν εγκατέλειψα εγώ τη Βραζιλία, η Βραζιλία ήταν αυτή που με εγκατέλειψε». Και αναφερόταν φυσικά στον κανονισμό που δεν επέτρεπε στους ποδοσφαιριστές που έφευγαν εκτός συνόρων να φορέσουν ξανά τη φανέλα της «Σελεσάο». Αυτός ήταν και ο λόγος που ο Πελέ προτίμησε να μείνει για πάντα στη Σάντος.
Ο ήρωάς μας, όμως, επέλεξε τον αντίθετο δρόμο. Οι άνθρωποι της Μίλαν τον ανακάλυψαν στα φιλικά που είχε δώσει η εθνική ομάδα κόντρα στην Ίντερ και τη Φιορεντίνα, στο τελικό στάδιο της προετοιμασίας της για το Μουντιάλ του 1958. Και έσπευσαν να τον «κλείσουν» πριν την έναρξη της διοργάνωσης προσφέροντάς 135 εκατομμύρια λιρέτες (περίπου 70.000 ευρώ σε σημερινά χρήματα) στην Παλμέιρας, στην οποία αγωνιζόταν με επιτυχία από το 1956.
Λέγεται ότι η μεταγραφή του ήταν κι ένας λόγος του παραγκωνισμού του από την Εθνική Βραζιλίας στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Σουηδίας. Αν και ξεκίνησε με δύο γκολ στην πρεμιέρα κόντρα στην Αυστρία (3-0), πλήρωσε τη μέτρια εμφάνιση όλης της ομάδας στο 0-0 με την Αγγλία. Στο τρίτο ματς με τη Σοβιετική Ένωση ο Βισέντε Φεόλα τον άφησε στον πάγκο και προτίμησε στη θέση του τον 17χρονο Πελέ, ο οποίος με παρτενέρ τον Βαβά έκανε… παπάδες και οδήγησε την ομάδα στη νίκη με 2-0 και την πρόκριση στους «8».
Ο Αλταφίνι έπαιξε ως παρτενέρ του Πελέ στη νίκη με 1-0 επί της Ουαλίας στον προημιτελικό, στη συνέχεια όμως ο Φεόλα προτίμησε στη θέση του τον Βαβά και δεν ζημιώθηκε, όπως μαρτυρούν οι θρίαμβοι επί της Γαλλίας στον ημιτελικό και της Σουηδίας στον τελικό (αμφότεροι με 5-2). Έστω και χωρίς να αγωνιστεί στα καθοριστικά ματς, ο ξανθομάλλης επιθετικός ήταν παγκόσμιος πρωταθλητής. Γνώριζε, όμως, όταν πήγε στην Ιταλία για να αρχίσει τη νέα καριέρα του στη Μίλαν, ότι δεν θα φορούσε ξανά τη φανέλα της «Σελεσάο».
Στέριωσε στην Ιταλία
Ο Αλταφίνι γεννήθηκε στις 24 Ιουλίου 1938 στην Πιρασικάμπα, μια πόλη της πολιτείας του Σάο Πάουλο με έντονο το ιταλικό στοιχείο. Και οι δύο γονείς του ήταν ιταλικής καταγωγής, γεγονός που τον βοήθησε να πάρει εύκολα την υπηκοότητα με τη συμπλήρωση λίγων χρόνων στο Μιλάνο.
Μπορεί να μη συναγωνίζεται σε φήμη (και αξία) τον Πελέ, ο οποίος κατέκτησε άλλα δύο Παγκόσμια Κύπελλα με τη Βραζιλία (αν και στο ένα, του 1962, έπαιξε ελάχιστα λόγω τραυματισμού). Έχει όμως να λέει ότι σε αντίθεση με εκείνον, δοκίμασε την τύχη του στην Ευρώπη και πήρε άριστα. Από την πρώτη κιόλας σεζόν του στη Μίλαν πέτυχε 28 τέρματα και την οδήγησε στην κατάκτηση του πρωταθλήματος και συνέχισε να σκοράρει ακατάπαυστα και τα χρόνια που ακολούθησαν.
Ήταν ένας ολοκληρωμένος επιθετικός. Γρήγορος για τα τα δεδομένα της εποχής, με άψογη τεχνική κατάρτιση, πλαστικότητα στις κινήσεις του και σωματική δύναμη, βοηθούσε και στον δημιουργικό τομέα – κάτι που όφειλε στο γεγονός ότι στο ξεκίνημα της καριέρας του αγωνιζόταν ως μέσα καθι έξω δεξιά, προτού καθιερωθεί στη θέση του σέντερ φορ.
Από το 1961 πήρε την ιταλική υπηκοότητα, γεγονός που του επέτρεψε να είναι υποψήφιος για τη «Χρυσή Μπάλα» (που τότε αφορούσε μόνο Ευρωπαίους ποδοσφαιριστές) το 1963 και το 1964. To 1962 πήρε μέρος με την Εθνική Ιταλίας στο Παγκόσμιο Κύπελλο, όπου το όνειρο για διάκριση χαντακώθηκε στον περιβόητο αγώνα με τη γηπεδούχο Χιλή.
Παραδόξως, δεν κλήθηκε ξανά στη «Σκουάντρα Ατζούρα», ούτε μετά τις εντυπωσιακές του εμφανίσεις στο Κύπελλο Πρωταθλητριών του 1962-63. Το 1965 υποχρεώθηκε να φύγει από τη Μίλαν λόγω της κόντρας του με τον (τέως) συμπατριώτη του Αμαρίλντο και πήρε μεταγραφή στη Νάπολι, όπου τα πρώτα τέσσερα χρόνια συγκρότησε ένα αχτύπητο επιθετικό δίδυμο με τον Ομάρ Σίβορι (επίσης «νατουραλιζέ», αλλά από την Αργεντινή).
Τίτλο δεν κέρδισε με τους «παρτενοπέι», πέρα από ένα Κύπελλο Άλπεων το 1966 (μία φιλική, ουσιαστικά, διοργάνωση στην οποία μετείχαν σύλλογοι από την Ιταλία και την Ελβετία). Επί των ημερών του, όμως, η ομάδα τερμάτισε στην υψηλότερη θέση της ιστορίας της πριν την εποχή του Ντιέγκο Μαραντόνα (δεύτερη στη Serie A του 1966-67) κι έφτασε σε έναν τελικό του Κυπέλλου Ιταλίας (1971-72, όπου ηττήθηκε από τη Μίλαν).
Το καλοκαίρι του 1972 μεταγράφηκε μαζί με τον τερματοφύλακα της Νάπολι, Ντίνο Τζοφ, στη Γιουβέντους, γεγονός που προκάλεσε εντύπωση. Ήταν ήδη 34 ετών και όλοι πίστευαν ότι βρισκόταν στη δύση της καριέρας του. Εκείνος όμως τους διέψευσε πανηγυρικά, μια και είχε καθοριστική συμβολή στο πρωτάθλημα που κατέκτησε η «Κυρία» στην πρώτη σεζόν του (1972-73). Έπαιξε σε 23 αγώνες και πέτυχε 9 γκολ, με πιο σημαντικό εκείνο στη νίκη επί της Ρόμα με 2-1 για την τελευταία αγωνιστική, που χάρισε τον τίτλο.
Με τη Γιουβέντους κατέκτησε και το πρωτάθλημα του 1975. Αγωνιζόταν πλέον συχνότερα ως αλλαγή, είχε όμως και πάλι σημαντική συνεισφορά με 20 συμμετοχές και 8 γκολ, ένα εκ των οποίων στο νικηφόρο ντέρμπι με τη Νάπολι, που έκρινε την πρώτη θέση.
Τα ρεκόρ του προκαλούν δέος
Όταν ο Αλταφίνι αποχώρησε από τη Γιουβέντους, το 1976, είχε σημειώσει 216 γκολ μόνο στο ιταλικό πρωτάθλημα και κατατάσσεται τέταρτος μαζί με τον Τζουζέπε Μεάτσα και πίσω από τους Σίλβιο Πιόλα (274), Φραντσέσκο Τότι (250) και Γκούναρ Νόρνταλ (225). Κόλλησε τα τελευταία ένσημα αγωνιζόμενος στον Καναδά (Τορόντο Ιτάλια) και την Ελβετία (Κιάσο, Μεντρίσιοσταρ) μέχρι που κρέμασε τα παπούτσια του το 1980, λίγο προτού κλείσει τα 42 του χρόνια.
Μέχρι πριν λίγα χρόνια κατείχε και το ρεκόρ επίτευξης τερμάτων σε μία σεζόν του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, με τα 14 που είχε σημειώσει στην πορεία της Μίλαν προς το τρόπαιο το 1962-63. Τον ισοφάρισε ο Λιονέλ Μέσι το 2011-12, αγωνιζόμενος ωστόσο σε περισσότερα παιχνίδια της Μπαρτσελόνα, μέχρι που τον ξεπέρασε ο Κριστιάνο Ρονάλντο με τα 17 γκολ που πέτυχε για τη Ρεάλ Μαδρίτης το 2013-14.
Ο Αλταφίνι ήταν κι ένας από τους πρώτους παίκτες που σημείωσαν πέντε γκολ σε έναν αγώνα της κορυφαίας ευρωπαϊκής διασυλλογικής διοργάνωσης (στο 8-0 επί της Ουνιόν Λουξεμβούργου για τον πρώτο γύρο του 1962-63). Το ρεκόρ έχει μόνο ισοφαριστεί έκτοτε, με πιο πρόσφατο «δράστη» τον Έρλινγκ Χάαλαντ στο 7-0 της Μάντσεστερ Σίτι επί της Λειψίας, το 2022-23.
Αξιοσημείωτη ήταν η καριέρα του «Ματσόλα» και ως σχολιαστή στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση της Ιταλίας. Πιστώνεται μάλιστα και την επινόηση του όρο «γκολάσο» (golaço, παράφραση του ιταλικού golazzo) όταν έβλεπε να σημειώνεται ένα εντυπωσιακό γκολ. Δάνεισε μάλιστα τη φωνή του και σε πολλές ιταλόφωνες εκδόσεις του δημοφιλούς video game «Pro Evolution Soccer».
Μία από τις τελευταίες δημόσιες εμφανίσεις του έως και σήμερα, ήταν το 2019, όταν μαζί με σύγχρονους άσους όπως ο Λούκα Μόντριτς ή αρκετά μεταγενέστερους όπως ο Ρομπέρτο Φαλκάο κι ο Πατρίκ Βιεϊρά έλαβε το βραβείο «Golden Foot» από τη FIFA.
Πηγές: Wikipedia, en.namu.wiki, sempremilan.com.
Άλλα γεγονότα στην Ελλάδα και τον κόσμο στις 22 Μαΐου
2021: Ο Ρόμπερτ Λεβαντόφσκι σημειώνει το 41ο γκολ του στη σεζόν με την Μπάγερν στον αγώνα με την Άουγκσμπουργκ (5-2) και καταρρίπτει το ρεκόρ του Γκερντ Μίλερ, με 40 γκολ από το 1971-72.
2017: Ο Αμερικανός θρύλος του MotoGP, Νίκι Χέιντεν, υποκύπτει στα βαριά τραύματα που είχε υποστεί πέντε ημέρες νωρίτερα, όταν είχε χτυπηθεί από αυτοκίνητο ενώ έκανε ποδήλατο σε δρόμο της ιταλικής πόλης Τσεζένα. Ήταν μόλις 35 ετών. Ο Χέιντεν είχε κατακτήσει τον παγκόσμιο τίτλο του MotoGP το 2006.
2012: Ο Άρης Γρηγοριάδης κατακτά το χρυσό μετάλλιο στα 100 μέτρα ύπτιο στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του Ντέμπρετσεν, με χρόνο 53.86. Πρόκειται για το πέμπτο μετάλλιο που κατακτά ο αθλητής του Άρη σε Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα.
2010: Με δύο γκολ του Αργεντινού επιθετικού, Ντιέγκο Μιλίτο, η Ίντερ του Ζοζέ Μουρίνιο νικά με 2-0 την Μπάγερν και κατακτά το Champions League για πρώτη φορά ύστερα από 45 χρόνια.
2004: Ο Παναθηναϊκός κατακτά το πρωτάθλημα της Α’ Εθνικής για πρώτη φορά μετά το 1996, δίνοντας τέλος στην επταετή κυριαρχία του Ολυμπιακού. Στο τελευταίο και καθοριστικό παιχνίδι οι «πράσινοι» νικούν με 1-0 τον Πανηλειακό στον Πύργο, χάρη σε γκολ του Εμάνουελ Ολισαντέμπε στο 76ο λεπτό. Ο Νιγηριανοπολωνός επιθετικός είχε πετύχει τα νικητήρια τέρματα και στις εξίσου σημαντικές εκτός έδρας νίκες επί του ΠΑΟΚ και της Προοδευτικής.
1999: Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ γίνεται η πρώτη αγγλική ομάδα που κάνει το νταμπλ για τρίτη φορά στην ιστορία της, όταν νικά με 2-0 τη Νιουκάστλ στον τελικό του Κυπέλλου στο «Γουέμπλεϊ». Παράλληλα, ο προπονητής της, Άλεξ Φέργκιουσον, γίνεται ο πρώτος που αναδεικνύεται Κυπελλούχος Αγγλίας για τέταρτη φορά. Ο επόμενος στόχος των Reds μες στη σεζόν είναι η κατάκτηση του και του Champions League στον τελικό με την Μπάγερν ώστε να κάνουν το τρεμπλ.
1996: Η Γιουβέντους αναδεικνύεται πρωταθλήτρια Ευρώπης επικρατώντας στα πέναλτι (4-2) του Άγιαξ, στον συγκλονιστικό τελικό της Ρώμης.
1991: Η Ίντερ κατακτά το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ παρά την ήττα της με 1-0 από τη Ρόμα στο Ολίμπικο, στον δεύτερο τελικό (είχε νικήσει με 2-0 στον πρώτο, στο Σαν Σίρο).
1990: Πεθαίνει σε ηλικία 71 ετών ο Ρόκι Γκρατσιάνο (κατά κόσμον Τόμας Ρόκο Μπαρμπέλα), πρώην παγκόσμιος πρωταθλητής της πυγμαχίας στην κατηγορία των μεσαίων βαρών.
1988: Ο Ανατολικογερμανός, Ουλφ Τίμερμαν, καταρρίπτει το παγκόσμιο ρεκόρ στη σφαιροβολία με 23.06 μ., κατά τη διάρκεια του διεθνούς μίτινγκ «Βενιζέλεια» στα Χανιά. Ο Τίμερμαν γίνεται έτσι ο πρώτος σφαιροβόλος που σπάει το φράγμα των 23 μέτρων, ενώ το ρεκόρ του αντέχει ως ευρωπαϊκό μέχρι σήμερα.
1985: Η Ρεάλ γνωρίζει την ήττα με 1-0 από τη Βιντεότον στο «Σαντιάγο Μπερναμπέου», αλλά κατακτά το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ μια και είχε νικήσει με 3-0 στον πρώτο τελικό στην Ουγγαρία.
1963: Ο βουλευτής της ΕΔΑ και παλαίμαχος αθλητής του στίβου, Γρηγόρης Λαμπράκης, δέχεται δολοφονική επίθεση από παρακρατικούς στη Θεσσαλονίκη και προσκομίζεται σε κωματώδη κατάσταση στο νοσοκομείο. Πέντε ημέρες αργότερα θα αφήσει την τελευταία του πνοή. Ο Λαμπράκης υπήρξε στα νιάτα του κορυφαίος αθλητής του μήκους και του τριπλούν, με διακρίσεις στους Βαλκανικούς Αγώνες, ενώ συμμετείχε και στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1936 στο Βερολίνο. Το πανελλήνιο ρεκόρ που είχε σημειώσει στο μήκος με 7.37 μ., άντεξε 21 χρόνια (από το 1938 έως το 1959).
1963: Η Μίλαν κατακτά το πρώτο Κύπελλο Πρωταθλητριών στην ιστορία της, νικώντας με 2-1 την Μπενφίκα, κάτοχο του τίτλου την προηγούμενη διετία. Και τα δύο γκολ σημειώνει ο Ζοζέ Αλταφίνι (58′, 69′).
1949: Η Εθνική μπάσκετ κατακτά το χάλκινο μετάλλιο στην παρθενική συμμετοχή της σε Ευρωμπάσκετ, το 1949 στην Αίγυπτο. Την ομάδα μας απαρτίζουν οι Φαίδων Ματθαίου, Τάκης Ταλιαδώρος, Αλέκος Σπανουδάκης, Νίκος Μήλας, Μίσας Πανταζόπουλος, Γιάννης Λάμπρου, Νίκος Νομικός, Νικόλας Σκυλακάκης, Νικόλας Μπουρνέλλος, Αλέκος Αποστολίδης, Στέλιος Αρβανίτης και Θανάσης Κωστόπουλος.
1906: Οι αδελφοί Γουίλμπερ και Όρβιλ Ράιτ κατοχυρώνουν την εφεύρεση του αεροπλάνου στις ΗΠΑ.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
- Νίκος Σαρίδης: Η Ελλάς, της... Ελλάς, την... Ελλάς!
- Διαιτησία: Ο Σέρβος Γιοβάνοβιτς στο Αρης-ΠΑΟΚ, ο Πολυχρόνης στο Ολυμπιακός-ΟΦΗ
- Conference League: «Καμπάνα» της UEFA στην ΑΕΚ
- Ολυμπιακός: Το μαγικό αριστερό πόδι του Γιαζίτσι
- Ολυμπιακός: Η ματσάρα με τη Λιόν στη Νέα Φιλαδέλφεια και ο άδικος αποκλεισμός
