Λιντς Γιουνάιτεντ: Ο Μαρσέλο Μπιέλσα μόνος πάνω στο σκαμπό
Η Λιντς αποφάσισε να απολύσει τον Μαρσέλο Μπιέλσα μετά τα διαδοχικά αρνητικά αποτελέσματα στην Premier League, αλλά η παρουσία του Αργεντινού δεν υπόκειται σε αμιγώς επαγγελματικούς όρους.
Η θέση της Λιντς Γιουνάιτεντ πρέπει να υπήρξε δύσκολη, μετά τις συντριβές από τη Λίβερπουλ και την Τότεναμ, όμως απέλυσε τον Μαρσέλο Μπιέλσα. Αυτό ουδόλως αλλάζει την «υπόσταση» της αγιοσύνης του Αργεντινού προπονητή.
Η πρόσθεση είναι απλή: Έξι συν τέσσερα, 10. Γίνεται απλούστερη. Τρία συν τέσσερα συν έξι συν τέσσερα, 17. Από τις 12 Φεβρουαρίου, στο «Γκούντισον Παρκ», έως τις 26 Φεβρουαρίου, στο «Έλαντ Ρόουντ», αυτό είναι το παθητικό της Λιντς Γιουνάιτεντ. Η αναλογία παθητικού-μέρες απόστασης από το πρώτο ματς στο τέταρτο είναι αφοπλιστική. Τα γκολ είναι περισσότερα.
Ο Μαρσέλο Μπιέλσα είδε τη Λιντς του φέτος να μην μπορεί να… σταυρώσει στην άμυνα. Κι ενώ την τελευταία διετία δεν έμοιαζε με αυτοσκοπό, το πρόβλημα έγινε μείζον όταν όλη η διάσταση της αποφυγής ήταν καθ’ όλα ξεχαρβαλωμένη. Στο τελευταίο ματς που η Λιντς δεν δέχθηκε γκολ, το ημερολόγιο έδειχνε ακόμη φθινόπωρο: Ήταν 30 Νοεμβρίου 2021, ένα εντός έδρας 1-0 επί της Κρίσταλ Πάλας. Ήταν, μάλιστα, σερί, μετά τη «λευκή» ισοπαλία εκτός έδρας επί της Μπράιτον. Ύστερα άνοιξαν οι κρούνοι του ουρανού 42 γκολ σε 13 παιχνίδια. Εξ αυτών, εννιά ήττες, δύο ισοπαλίες και ισάριθμες νίκες.
Το enough is enough έμελλε να ακουστεί στην ανάπαυλα του εντός έδρας παιχνιδιού με την Τότεναμ, στον αγγλικό Βορρά. Δεν το είπε το άγαλμα του Μπιλ Μπρέμνερ και το κολάζ, με το οποίο κοσμείται περιμετρικά το «Έλαντ Ρόουντ». Το είπαν από τη διοίκηση της Λιντς. Η φωτογραφία του Μαρσέλο Μπιέλσα με το τρόπαιο της Championship, από τη σεζόν 2018-19, μπορεί να παραμείνει σε ένα άλμπουμ, σε κάποιο από τα πάνω συρτάρια στα γραφεία, αλλά το βέβαιο είναι ότι δεν πρόκειται να τον ξεχάσουν.
Ένας στωικός φιλόσοφος
Η όμορφη εικόνα της αποτυχίας
Ακόμα και τα υπέροχα χρόνια της Νιούελς Ολντ Μπόις στις αρχές της δεκαετίας του ’90, όταν κέρδισε ένα Απερτούρα και ένα Κλαουσούρα, ή της Βελέζ Σάρσφιλντ, με την οποία επίσης κατέκτησε το Κλαουσούρα το 1998, η μορφή του νεαρού προπονητή Μαρσέλο Μπιέλσα παρέπεμπε σε έναν τυραννισμένο άνθρωπο. Αυτό συνέβαινε ακόμα και στα επινίκια, όταν περιφερόταν στις πλάτες των οπαδών σαν Ρωμαίος αυτοκράτορας.
Από το καμυκό δίλημμα, «να αυτοκτονήσω ή να πιω καφέ» στην γκογκολική διαμαρτυρία και παράνοια και από την πλατωνική έννοια της ομορφιάς σε μια νόμιμη ναμποκοφική διαστροφή, ο Μπιέλσα βασανιζόταν και συνεχίζει να βασανίζεται συναπτώς στο κυνήγι του ιδεατού. Όλο το πρόσωπό του αποτυπώνει το μαρτύριο που τραβάει, ελκόμενος από τη γνώση ή τη μυστηριακή αύρα της, που του δίνει τόσο πολλά ως προσωπικότητα -αλλά δεν τον σώζει στο πρακτικό, καθημερινό, επίπεδο, εκεί που τα μαθήματα και ο ζωμός τους μοιάζουν με εξεζητημένη κατάσταση.
Η Λιντς του, άμα τη επιστροφεί της το 2020 στην Premier League, ήταν προορισμένη για να δώσει χαρά σε όποιον κόσμο ήταν διατεθειμένος να την παρακολουθεί. Κιόλας από το πρώτο παιχνίδι, εκείνη την πρεμιέρα στο «Άνφιλντ» απέναντι στη Λίβερπουλ και το 4-3, η αίσθηση ότι αυτή η ομάδα ήταν κάτι το ξεχωριστό, πως με το γυρισμό της γέμισε ένα κενό, ήταν έντονη, σχεδόν αδιαπραγμάτευτη. Η Λιντς ήταν ένατη, με 62 γκολ ενεργητικό, όσα και η έκτη Γουέστ Χαμ και τέσσερα περισσότερα από την τέταρτη Τσέλσι, αλλά και 54 γκολ παθητικό, 8 περισσότερα από την 11η Άστον Βίλα, τα ίδια με τη 12η Νιούκαστλ και δύο περισσότερα από τη Φούλαμ, που υποβιβάστηκε.
Ως εκ τούτου, έμοιαζε να ενσαρκώνει και τα όνειρα του 66χρονου Αργεντινού, ενός στριφνού οραματιστή, για καθαρό, ατόφιο ποδόσφαιρο, με πολύ χρόνο κίνησης της μπάλας μέσα στο γήπεδο. Επιπροσθέτως, ανέδειξε τον Πάτρικ Μπάμφορντ, ο οποίος τελείωσε τη σεζόν με 17 γκολ, όσα και ο Σον Χιουνγκ-Μιν της Τότεναμ και έξι λιγότερα από τον πρώτο σκόρερ του πρωταθλήματος, δηλαδή τον Χάρι Κέιν.
Ο Μπιέλσα είναι σαν στωικός φιλόσοφος, η καθημερινότητα είναι απλώς ένα όχημα για να συνεχίζεται η ροή των γεγονότων έως ότου φτάσει να λειτουργεί ο στόχος του. Το ποδόσφαιρο καθίσταται ξεκάθαρα φιλοσοφική πράξη -μοιάζει μερικές φορές να το απεχθάνεται όπως ο Μπόρχες και να το λατρεύει όπως ο Γκαλεάνο. Δίνει την αίσθηση ότι όποιο επάγγελμα και να έκανε, με έναν τρόπο θα ήταν εμμενής για το σπορ, αυτό, άλλωστε, εκτιμούν οι συνάδελφοί του, αλλά και οι παίκτες του, ουδείς εξ αυτών, άλλωστε, έχει να πει κακή κουβέντα.
Μια φορά ήταν ένας, μόνος του
Η εικόνα του ηττημένου αντρός
Ο Πάμπλο Αϊμάρ περιέγραψε πώς ο Μπιέλσα, τον οποίο είχε στην εθνική ομάδα από το 1999 έως το 2004, πήγε στο παιχνίδι προς τιμή του, όταν πια αποφάσισε να κρεμάσει τα παπούτσια του, αλλά δεν τον είδε εκεί, αφού απλώς έφυγε, δείχνοντας ότι η παρουσία του ήταν αγνή και δεν ενείχε επιδίωξη. Ο Χαβιέρ Σαβιόλα μίλησε για έναν προπονητή σεσημασμένο στο να βελτιώνει τους ποδοσφαιριστές του -και τρελό με το ποδόσφαιρο. Αν κάποιος από εκείνους που λόγιζαν εαυτόν ως εραστή της μπάλας συνεργαζόταν με κάποιον τρόπο με τον Μπιέλσα, το επόμενο που θα σκεφτόταν ήταν πόσο λάθος έκανε.
Και πάλι, με όλη την κάψα του για οποιονδήποτε οργανισμό υπηρετεί, ο Μπιέλσα είναι ένας, μόνος του. Το περίφημο σκαμπό πάνω στο οποίο καθόταν στα παιχνίδια της Λιντς, μόνος του, γύρω πιο μπροστά από τον πάγκο της ομάδας, μπορεί να μην έχει γίνει θρυλικό, αλλά, πάλι, είναι η εικόνα-ορισμός του ανθρώπου που θέλει να σκεφτεί και δεν πρέπει να τον ενοχλούν, κι αυτό πάνω στην άψη της μάχης. Με τίποτα θα έκανε έκπτωση σε αυτό, ακόμα κι αν θα είχε κόστος την ίδια τη δουλειά του, η οποία, άλλωστε, κι όπως αναδεικνύεται από τα συμφραζόμενα, ποτέ δεν ήταν τέτοια.
Η τελευταία ευκαιρία
Υποψήφιος για το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα
Ο Μπιέλσα της Άτλας, της Αμέρικα, της Εσπανιόλ, της εθνικής Χιλής, μία χώρα στην οποία κυριολεκτικά λατρεύτηκε, της Αθλέτικ Μπιλμπάο, της Μαρσέιγ, της Λάτσιο και της Λιλ ήταν ανέκαθεν αυτός ο τύπος. Οι συνεργάτες του συχνά καταλαμβάνονταν από δέος προς το πρόσωπό του, ανεξαρτήτως των αποτελεσμάτων, τα οποία για εκείνον ουδόλως και ουδέποτε αποτελούσαν στοιχείο της σωστής λειτουργίας μίας ομάδας.
Οπότε, αν έχει ένα δικαίωμα, είναι να μην κρίνεται ως ένας κανονικός προπονητής, δηλαδή η προσφορά του να μην μπαίνει στο καλούπι εκείνου που ξέρει ότι ο κάματός του θα κριθεί από τα αποτελέσματα -και άρα θα φτάσει στο σημείο να γίνει βαθμοθήρας.
Γι’ αυτό, κιόλας, στα 66 του δεν είχε οποιοδήποτε τακτ για να προστατεύσει τη θέση του. Αυτήν τη στιγμή, όντας άνεργος, μπορεί να θέσει υποψηφιότητα για την εθνική ομάδα, ενδεχομένως να «συγκρουστεί» με τον άλλοτε παίκτη του, Ντιέγκο Σιμεόνε. Ο Μπιέλσα μπορεί να χρειάζεται αυτήν την ευκαιρία για να καλύψει τα ίδια τα κενά του, αν αυτά υπάρχουν. Ακόμα κι αν δεν γίνετι αυτό, όμως, θα συνεχίσει να σκέφτεται και να προσπαθεί να δημιουργήσει μια εικονική ποδοσφαιρική πραγματικότητα στην οποία οι παίκτες του θα φτάσουν να παίζουν ως σάρκα μία.
Ατόφιος ιδεαλιστής, θα υπάρχει με τη μορφή γκράφιτι στην εξωτερική πλευρά ενός σπιτιού στο Λιντς και η φράση του, «ένας άντρας με νέες ιδέες είναι τρελός, μέχρι οι ιδέες του να θριαμβεύσουν», θα συνοδεύει όλους τους αποστάτες της πραγματικότητας ως ευχή, ώθηση για να διεκδικήσουν αυτό που θέλουν, όπως άλλωστε έκανε και θα συνεχίσει να κάνει εκείνος σε νίκες, ήττες, προσλήψεις και απολύσεις.