Συνέντευξη Άρης & Θεόφιλος Καρασαββίδης: «Μου έβρισε τη μάνα ο αδελφός μου και ο διαιτητής τα... έχασε!»

Συνέντευξη Άρης & Θεόφιλος Καρασαββίδης: «Μου έβρισε τη μάνα ο αδελφός μου και ο διαιτητής τα… έχασε!» – Μια απίθανη κοινή συνέντευξη των δύο αδελφών που κατέκτησαν πρωταθλήματα με τον ΠΑΟΚ και τον Ολυμπιακό

Αλήθεια, έχεις σκεφτεί να είσαι διαιτητής, να είναι αντίπαλοι δυο αδέρφια και μετά από αψιμαχία να πει ο ένας κάτι για τη… μαμά τους; Άρης και Θεόφιλος Καρασαββίδης το έχουν ζήσει και αυτό στις ποδοσφαιριστές τους καριέρες που είχαν τίτλους και ωραίες παρέες. Τα δύο αδέλφια με τη σπουδαία καριέρα στα 80’ς και τα 90’ς σε μια απολαυστική συνέντευξη στον Αντώνη Τσακαλέα! 

Άρης και Θεόφιλος Καρασσαββίδης άνοιξαν το κουτί των αναμνήσεων των ποδοσφαιρικών τους χρόνων στο Sportday.gr. Με φόντο τον Λευκό Πύργο θυμήθηκαν την συνύπαρξή τους στον Απόλλωνα Σμύρνης, τα όσα έγιναν στο τελευταίο παιχνίδι που έπαιξαν αντίπαλοι αλλά και τα πρωταθλήματα που κατέκτησαν, ο μεν Άρης με τον ΠΑΟΚ, ο δε Θεόφιλος με τον Ολυμπιακό… 

«Στον Απόλλωνα ήμασταν παρέα, πηγαίναμε μαζί κάθε Τρίτη μπουζούκια, και κάθε Πέμπτη για παϊδάκια» 

 
-Αλήθεια, πως είναι να έχεις συμπαίκτη τον αδερφό σου; 

 
Θ.Κ. «Ωραίο είναι. Εμείς πέρασε ωραία…» 

Α.Κ. «Όταν πας στη μεγαλούπολη, που έχει τόσα εκατομμύρια, «άγνωστος μεταξύ αγνώστων» διότι φίλους δεν έχεις, στήριγμα δεν έχεις. Όταν όμως είναι εκεί το αίμα σου, έχεις μια αυτοπεποίθηση πως ο,τι και να γίνει, υπάρχει κάποιος που είναι εδώ για μένα». 

Θ.Κ: «Βρεθήκαμε συμπαίκτες… στα καλά καθούμενα. Εγώ ήμουν ήδη στην Αθήνα. Δεν πέρασε από Θεσσαλονίκη. Από τον Αετό Σκύδρας πήγα απευθείας στον Απόλλωνα. Ήταν πολύ ωραία να έρθει ο αδερφός μου στην ομάδα. Και ήρθε σε μια ομάδα που είχε καλό κλίμα. Ήμασταν ομάδα. Παρέα. Κυριολεκτικά…» 

Α.Κ. «Δέσαμε μεταξύ μας. Ήμασταν μια από τις τελευταίες ομάδες – παρέες. Μη σου πω η τελευταία. Μετά αλλάξανε τα πράγματα με τους ξένους. Για να καταλάβεις το τι ήταν ο Απόλλων Αθηνών, θα σου πω τι γινόταν τα τέσσερα χρόνια που ήμουν εκεί. Κάθε Τρίτη, ήμασταν στα μπουζούκια, διότι Τετάρτη είχε ρεπό. Μιλάμε τώρα για μια παρέα 10-12 άτομα. Κάθε Πέμπτη, πηγαίναμε για παϊδάκια στα Καλύβια. Ήταν ένα μαγαζί μόνο για μας. Μπαίναμε και γέμιζε. Κάθε μέρα πριν την προπόνηση, μαζευόμασταν σε ένα καφέ στα Πατήσια. Πίναμε τον καφέ μας, πηγαίναμε προπόνηση και γυρίζαμε εκεί, για έναν ακόμα καφέ, και μετά πηγαίναμε στα σπίτια μας. Γι’ αυτό, κάθε ομάδα που είναι παρέα, πετυχαίνει. Στο γήπεδο, δεν έχεις κάθε φορά την ίδια απόδοση. Όταν είσαι δεμένος, ο συμπαίκτης σου, παίζει για σένα. Διότι δεν είναι συμπαίκτης, είναι φίλος σου». 

Θ.Κ. «Όλα αυτά, είχαν τη σφραγίδα του Κώστα Αλαμάνου. Ήταν ο πρόεδρος, ο «παράγοντας» που κρατούσε όλο αυτό το σύνολο που έφτιαξε. Τέτοιοι πρόεδροι δεν υπάρχουν πλέον. Ήταν πρόεδρος παλιά κοπής, ρομαντικός, οραματιστής, με τους παίκτες να τους έχει σαν παιδιά του». 

Α.Κ: «Άλλοι πρόεδροι αυτοί, όπως ο Παντελάκης, ο Καλαφάτης. Είχες ένα πρόβλημα, έλεγες «πρόεδρε, θέλω να σου πω» και ήταν στο γραφείο του να σε ακούσει…» 

«Μου κάνει τάκλιν ο Θεόφιλος και του… λέω για τη μάνα του. Έρχεται ο διαιτητής με την κάρτα στο χέρι κι όταν είδε ποιοι ήμασταν ρώτησε σαστισμένος… αυτός ποιανού τη μάνα βρίζει;»

 
-Ποια είναι η κοινή στιγμή που δε θα ξεχάσετε ποτέ; 

 
Α.Κ.: «Παίζουμε Απόλλων – ΠΑΟΚ. Ο Θεόφιλος είναι ήδη στον Απόλλωνα και εγώ είμαι στον ΠΑΟΚ, λίγο πριν πάω στον Απόλλωνα. Σε κάποια φάση, μου κάνει ένα τάκλιν και πέφτω κάτω. Ήταν δυνατό τάκλιν. Σηκώνομαι και του λέω… για τη μάνα του. Ο διαιτητής έρχεται με την κάρτα στο χέρι και με το που βλέπει ότι είμαστε τα αδέρφια, σαστίζει. «Καλά, αυτός, εδώ, ποια μάνα βρίζει;». Έχει μείνει άγαλμα. Ο Θεόφιλος μου λέει «καλά ρε, τη μάνα σου βρίζεις;» και του λέω «όχι τη δικιά μου, τη δικιά σου».  

 
-Ποια είναι η στιγμή που θα θέλανε να την ξαναζήσετε; 

 
Θ.Κ.: «Το πρωτάθλημα με τον Ολυμπιακό, δεν ξεχνιέται. Μετά από έξι χρόνια Α εθνική, να ζήσω κάτι τέτοιο, ένα γήπεδο γεμάτο να παραληρεί… Η πιο έντονη, συγκινητική ανάμνηση με τον Απόλλωνα είναι ότι τη χρονιά που βγήκαμε Ευρώπη, έπαιζα για 17 αγώνες στο όριο τιμωρίας με κάρτα. Έκανα ο,τι μπορούσα για να μην πάρω κάρτα. Και στο προτελευταίο παιχνίδι, ενώ ήμουν «Παναγία» στο ματς, έφαγα κάρτα για διαμαρτυρία. Και στο τελευταίο ματς, στη Λιβαδειά, ήμουν στην κερκίδα με τους φιλάθλους, δεν το έπαιξα…» 

Α.Κ. «Θα σου έλεγα το πρωτάθλημα με τον ΠΑΟΚ, μια στιγμή που κατάλαβα τη μοναδικότητά της αφού πέρασαν τα χρόνια. Όμως, γίνεται να μη μιλήσω για τον Μαραντόνα; Γι’ αυτό το τέρας; Όλοι ασχολούνταν με αυτόν. Όλοι. Μερικοί λένε πως είναι υπερβολή ότι είχε 60.000 κόσμο στην Τούμπα και 15.000 απ’ έξω, εκείνη την ώρα, αλλά είναι αλήθεια. Και βγαίνει στο γήπεδο και τα ακούει. Έπεσε μπινελίκι Και παίρνει τη μπάλα αυτό το τέρας, και αρχίζει τα κόλπα του και 60.000 κόσμος μένει με το στόμα ανοικτό και χειροκροτάει. Ο άνθρωπος δεν υπήρχε. Και σκέψου ότι όλο αυτό, τις αποδοκιμασίες και μετά τον θαυμασμό, τον ακούσαμε στα αποδυτήρια….Τότε, μας είχαν ξεγραμμένους με τη Νάπολι. Μας είχαν για πέντε γκολ, αλλά παλέψαμε ως το τέλος». 

 
Θεόφιλος Καρασαββίδης: «Ακούγαμε ότι θα έρθει ο Μπαγεβιτς στον Ολυμπιακό και λέγανε “θα γίνει αυτό; Θα ξεκινήσει ο τρίτος παγκόσμιος”….» 

-Θεόφιλε, βρέθηκες στον Ολυμπιακό ένα χρόνο πριν το τέλος των πέτρινων χρόνων. Τι γινόταν τότε στον Πειραιά; 
 

Θ.Κ.: «Πήγα σε έναν Ολυμπιακό που ζούσε τα «πέτρινα χρόνια». Και είναι άλλο να τα ζεις μένοντας στην Αθήνα, και άλλο να τα ζεις ως παίκτης του Ολυμπιακού. Οι φίλαθλοι θέλανε το πρωτάθλημα και ήτανε… παντού. Στο γήπεδο, στην προπόνηση, ήταν από πάνω σου και σου ζητούσαν το πρωτάθλημα. Εγώ ήμουν στον Απόλλωνα και ζούσα μια οικογενειακή κατάσταση, απόλαυσα τη μεγαλύτερη επιτυχία της ομάδας όταν βγήκαμε Ευρώπη, και πήγα στον Ολυμπιακό για να ζήσω τον πρωταθλητισμό. Και όλο αυτό ήταν πολύ παράξενο. Εμένα, ο κόσμος δε με είχε πειράξει. Ήμουν ήρεμος χαρακτήρας». 

Α.Κ: «Πάνω σε αυτό που λέει ο Θεόφιλος, ήμασταν παιδιά που μεγαλώσαμε σε ένα σπίτι με αρχές, με σεβασμό. Δεν είχαμε τάσεις νεοπλουτισμού. Πάντα του έλεγα «αδερφέ, μη ξεχνάς από που ξεκινήσαμε…» Ούτε εγώ, ούτε ο αδερφός μου αντιμετωπίσαμε ποτέ θέματα σε γήπεδα διότι ο κόσμος εκτιμά τον χαρακτήρα σου» 

Θ.Κ. «Μη ξεχνάτε ότι εμείς ζήσαμε σε εποχές με φιλάθλους και των δυο ομάδων στο γήπεδο και τώρα ακούς για ραντεβού θανάτου με μαχαίρια και ρόπαλα…Ξέρεις πόσο ωραίο είναι να έχει φιλάθλους και των δυο ομάδων στο γήπεδο; Για μας ήταν δεδομένο και τώρα, αν ξαναγίνει, θα είναι πρώτο θέμα» 

«Ο Μπάγεβιτς ήταν ο προπονητικός μου πατέρας» 

Θ.Κ.: «Εγώ είχα ιδιαίτερη σχέση τόσο με τον Μπάγεβιτς όσο και με τον Μπουρουτζίκα. Το θεωρούσα δάσκαλο, πατέρα μου. Τότε, εγώ ήμουν στον Απόλλων και εκείνος ήταν στην ΑΕΚ. Ήμασταν κοντά και πολλοί θεωρούσαν ότι εγώ θα πάω στην ΑΕΚ. Το λέγανε, το γράφανε, το… ξέρανε όλοι εκτός από εμένα. Είχα αρχίσει να το θεωρώ σίγουρο ότι θα πάω εκεί. Τότε, υπήρχαν δυο μάνατζερ. Ο Πασχάλης Παπαδόπουλος και ο Άγγελος Τραυλός. Εγώ είχα τον Πασχάλη και μου έλεγε «ξέρεις, δε σε θέλει η ΑΕΚ». Αυτό, μου είχε έρθει λίγο κάπως περίεργο. Τελικά με ήθελε ο Ολυμπιακός και πήγα εκεί…Πήγα στον Ολυμπιακό του Λίμπρεχτς, και μετά από μια εβδομάδα ο Λίμπρεχτς έφυγε. Όταν μάθαμε ότι θα έρθει, εγώ ήμουν πολύ χαρούμενος διότι σκεφτόμουν ότι θα έχω για προπονητή τον ποδοσφαιρικό μου πατέρα. Μεταξύ μας, λέγαμε πως αν γίνει αυτό, να πάει ο Μπάγεβιτς από την ΑΕΚ στον Ολυμπιακό, θα γίνει ο τρίτος παγκόσμιος πόλεμος. Λέγαμε «πως θα έρθει; Είναι δυνατόν; Τι θα γίνει;». Αυτό το τι θα γίνει, το καταλάβαμε όταν πήγαμε να παίξουμε στη Φιλαδέλφεια…. Στο τέλος, παρά του ότι εγώ είχαμε μεγάλη κάψα για να έρθει, είχα την εντελώς αντίθετη αντιμετώπιση από εκείνον». 

-Μετά από δυο χρόνια στον Ολυμπιακό, βρέθηκες στον Πανιώνιο, αν και είχες συμβόλαιο με τον Ολυμπιακό… 

Θ.Κ. «Πήγα στον Πανιώνιο πρώτον γιατί είχαν πάει εκεί και οι φίλοι μου, ο Στρακόσια και ο Ιωαννίδης και δεύτερον διότι ο Γιάννης Κυράστας… μας είχε φάει να πάμε. Ο Γιώργος Λούβαρης δεν ήθελε να με αφήσει να φύγω. Τότε, δεν υπήρχε ο μάνατζερ που θα σου πει «ρε ‘συ, που πας; Κάτσε εκεί». Είχα άλλα δυο χρόνια συμβόλαιο και ο Ολυμπιακός θα έπαιζε πρώτη φορά στο Champions League. Εγώ όμως έλεγα «αφού δε με θέλει ο προπονητής, φεύγω». Και πήγα στον Πανιώνιο. Και έρχεται μια τρελή χρονιά, με το κύπελλο και στο τέλος, χάσαμε τα λεφτά μας. Αυτά, μόνο στην Ελλάδα γίνονται. Η ομάδα πτώχευσε, έμεινε στην κατηγορία και εμείς οι Έλληνες, που μείναμε όταν 13 ξένοι ήρθαν κι έφυγαν, που σώσαμε την ομάδα, που πήραμε το κύπελλο, και δεν πήραμε δραχμή. Ήμασταν μια ομάδα πολύ καλό υλικό, και φάνηκε από την πορεία των παικτών τότε, και ήμασταν δεμένοι λόγω του οικονομικού».  

«Όταν πήγα Ιταλία, δεν είχα ιδέα ότι θα έπαιζα Γ εθνική…» 

 
-Και αφού βίωσες όσα βίωσες στον Πανιώνιο, προκύπτει η Ιταλία; Πως; Ήξερες που πήγαινες; 

Θ.Κ. «Ήταν μια τρελή απόφαση της στιγμής. Ήμουν σε μια φάση «δε γίνεται να παίζουμε ποδόσφαιρο, να χάσουμε τα λεφτά μας, να μην γίνεται τίποτα, αυτοί που δεν μας πλήρωσαν να κυκλοφορούν ελεύθεροι, θέλω να φύγω». Ήταν η εποχή που άρχισαν να ανοίγουν τα σύνορα λόγω Μπόσμαν. Εγώ αποφάσισα να φύγω λίγο μεγάλος, στα 29 μου. Πέρασα την περιπέτειά μου καθώς όλο μου έλεγαν «θα σε πάμε εδώ, εκεί» εντός Ελλάδας και τελικά δεν ερχόταν τίποτα. Ήμουν παίκτης με 300 συμμετοχές Α εθνική, με πρωτάθλημα, με κύπελλο, με προημιτελικά Ευρώπης με τον Πανιώνιο, απέναντι στη Λάτσιο, αλλά μου πουλούσαν… φούμαρα. Στην Ελλάδα οι μεταγραφές τελείωναν 31 Ιουλίου και στο εξωτερικό 31 Αυγούστου. Μένω ξεκρέμαστος και μου λένε «θα μας στην Ιταλία, σε εκείνη την ομάδα». Δεν υπήρχε κάτι να ψάξεις, ίντερνετ ή κάτι. Εγώ είδα τα λεφτά και είπα «πάμε». Όταν είδα ότι η ομάδα είναι Γ εθνική Ιταλίας, δαγκώθηκα, μου ήρθε νταμπλάς, αλλά… μου το φέρανε πολύ ωραία. Αλλά να σου πω, δε το μετάνιωσα. Μου φέρθηκαν παντού ωραία. Έμειναν έντεκα χρόνια, τα επτά ως ποδοσφαιριστής, και άλλαξα επτά ομάδες. Πήγα Γ εθνική και στην προετοιμασία… τα είχα δει όλα.»  

 

Άρης Καρασαββίδης: «Όταν με ήθελε ο ΠΑΟΚ, ο Αετός Σκύδρας ζήτησε όσα ο Πανιώνιος για τον Σαραβάκο…» 

 
-Άρη, πως βρέθηκες από τον Αετό στον ΠΑΟΚ 

Α.Κ.: «Για σχεδόν τρία χρόνια, όλες οι ομάδες με θέλανε και πάντα στο τέλος, έμενα στον Αετό. Είχα κάνει δοκιμαστικά σε Παναθηναϊκό, Ηρακλή, Καλαμαριά και Άρη και για κάποια φάση, ήμουν κλεισμένος από τον Άρη, επί Ιωαννίδη, αλλά δεν πήγα λόγω συγκυριών. Όταν έφυγε ο Ιωαννίδης και ήρθε ο Μαραβέλιας. Όταν ρώτησα τι γίνεται με εμένα, μου είπαν πως στο Άρη «δεν υπάρχει θέμα Καρασαββίδη». Εκείνη την εποχή, έτυχε η τηλεόραση να δείξει για πρώτη φορά αγώνες της εθνικής νέων, όταν πήγαμε στα τελικά, στο τότε Λένινγκραντ. Σε δυο παιχνίδια έβαλα τρία γκολ, από τα οποία μέτρησαν τα δυο. Εκεί με είδε ο Παντελάκης και έστειλε τον Χρόνη Πετρίδη στη Σκύδρα. Οι άνθρωποι του Αετού νόμιζαν ότι από τον Καρασαββίδη θα βγάλουν λεφτά για την επόμενη 15ετία. Έμαθα ότι ζητούσαν όλα και ο Πανιώνιος για τον Σαραβάκο…Ο Παντελάκης όμως ήταν «γάτα». Ήξερε το νόμο περί ερασιτεχνών, που κατέθετε 1,5 εκατομμύριο στο παρακαταθηκών και ήσουν ελεύθερος. Έτσι πήγα στον ΠΑΟΚ, ως πρώτος σκόρερ Δ εθνικής, με 47 γκολ στη σεζόν. Όταν μπήκα στα γραφεία του ΠΑΟΚ, μετά από 4 λεπτά είχα υπογράψει. Απλά πράγματα». 

 
-Την πρώτη σου χρονιά στον ΠΑΟΚ, πήρατε το πρωτάθλημα… από το πουθενά 

 
Α.Κ.: «Ήταν το πρωτάθλημα που δεν το περίμενε κανένας. Ούτε εμείς… Δεν είχαμε πει «πάμε για πρωτάθλημα». Είχαμε όμως τον Σκότσικ. Την ομάδα την «έχτισε» ο Παντελάκης. Ήρθε ο Καλαφάτης και ο Σκότσικ μας έβαλε δυο πράγματα. Πρώτον τη νοοτροπία «πάμε να το ευχαριστηθούμε» και δεύτερον το «δεν σταματάμε να παλεύουμε μέχρι να σφυρίξει ο διαιτητής. Τότε λέγαμε «μέχρι το 90’» και μας έλεγε «όχι μέχρι το 90′, μέχρι να σφυρίξει ο διαιτητής». Και γι’ αυτό κάναμε πολλές νίκες με γκολ στα τελευταία λεπτά. Ο Σκότσικ ήταν άνθρωπος με όλα τα γράμματα κεφαλαία. Δεν έχει σημασία να έπαιζα ή όχι. Το μόνο πρέπει που είχε ήταν αυτό: «Πρέπει να τον ευχαριστηθείς…». Η ομάδα είχε δυο ξένους. Τον Γιούρισιτς και τον Πάτριτσα. Και στον ΠΑΟΚ μια παρέα ήμασταν. Όλοι μαζί για φαγητό, πριν την προπόνηση, για καφέ στο «πετί παλέ».  

«Σήμερα οι ομάδες έχουν ψυχολόγο, εμείς δεν είχαμε καν ακούσει αυτή τη λέξη…» 

-Πόσο έχει αλλάξει το ποδόσφαιρο από την εποχή που παίξατε εσείς; 

Α.Κ «Τα πάντα έχουν αλλάξει. Για παράδειγμα, τώρα, η κάθε ομάδα έχει ψυχολόγο. Αν μας έλεγαν εμάς τη λέξη «ψυχολόγος» θα λέγαμε «τι είναι αυτό;». Έλεγχος στο φαγητό; Κανένας. Τώρα; Όλα μετρημένα, ζυγισμένα, υπολογισμένα για πριν, μετά, ανάμεσα στις προπονήσεις. Στο αγωνιστικό κομμάτι, το ποδόσφαιρο τώρα είναι τυποποιημένο. Κοντρόλ, πάσα πίσω, υποδοχή, σταμάτημα, αυτά. Τότε, αν δεν είχες φαντασία, δεν έπαιζες. Τώρα το ποδόσφαιρο είναι σα την ιατρική, ρομποτικό». 

Θ.Κ. «Δεν έχει άδικο σε αυτό που λέει ο Τέλης. Το ποδόσφαιρο έχει γίνει πιο… βιομηχανικό. Οι ομάδες λειτουργούν επαγγελματικά, προσέχουν τα πάντα, την κάθε λεπτομέρεια. Εμείς βγάζαμε τον ώμο και λέγαμε «έλα, βαλ’ τον, να μπω»…Για να σταθείς σήμερα στο ποδόσφαιρο, να είσαι πρωταθλητής στο ποδόσφαιρο, πρέπει πρώτα από όλα να είσαι αθλητής. Αυτός που ξεχωρίζει είναι αυτός που είναι και καλός ποδοσφαιριστής αλλά και καλός αθλητής. Αυτός… επιβιώνει στο σύγχρονο ποδόσφαιρο. Ναι, το ποδόσφαιρο είναι τυποποιημένο. Οι τακτικές κυριαρχούν, αλλά και πάλι στο τέλος κερδίζει μια ντρίμπλα, μια ξεχωριστή ενέργεια. Αυτό που δεν έχει αλλάξει στο ποδόσφαιρο είναι ένα. Ότι αυτοί που «χτίζουν»μια ομάδα, ο προπονητής, ο τεχνικός διευθυντής, πρέπει να ψάχνουν και τις προσωπικότητες, εκείνους που θα νοιάζονται για το σύνολο, που θα σε βοηθήσουν να φτιάξεις μια παρέα που θα τα δίνουν όλοι για όλους…» 

Α.Κ. «Για μένα, από τότε που το ποδόσφαιρο έφυγε από την αλάνα, τελείωσαν τα ταλέντα…» 

Θ.Κ. «Ο αδερφός μου είναι πιο ρομαντικός, εγώ ζω τη σύγχρονη εποχή. Η διαφορά ηλικίας που έχουμε είναι τέτοια ώστε να έχουμε ζήσει την αλλαγή του ποδοσφαίρου». 

Α.Κ. «Ξέρεις γιατί το λέω αυτό; Υπάρχει περίπτωση τώρα, παίκτης από τη Δ εθνική να παίζει στην Α εθνική, όπως εγώ; Όχι, καμία…» 

Θ.Κ. «Σε αυτό έχει δίκιο, αυτό δεν μπορεί να γίνει πλέον…» 

Θεόφιλος και Άρης Καρασαββίδης με τον συντάκτη του sportday.gr, Αντώνη Τσακαλέα

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News