Μάικ Πάουελ: Το παγκόσμιο ρεκόρ στο μήκος έκλεισε 33 χρόνια

Οι φίλοι του στίβου ένιωθαν ότι η ώρα για την κατάρριψη του μυθικού παγκοσμίου ρεκόρ του Μπομπ Μπίμον στο μήκος, είχε φτάσει στις 30 Αυγούστου 1991. Απλώς, περίμεναν ότι θα το σημείωνε άλλος.

Ποτέ άλλοτε οι φίλοι του στίβου δεν ένιωσαν τέτοια βεβαιότητα για την κατάρριψη ενός μυθικού παγκοσμίου ρεκόρ όσο στις 30 Αυγούστου 1991, πριν από τον τελικό του μήκους στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του Τόκιο.

Μόνο που αντί να δουν τον «βασιλιά» του αγωνίσματος, Καρλ Λιούις, να στέλνει στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας το μυθικό 8.90 μ. του Μπομπ Μπίμον από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1968, είδαν να το καταφέρνει ο βασικός ανταγωνιστής του. Ο Μάικ Πάουελ, ο οποίος μέχρι τότε έβλεπε μονίμως την πλάτη του!

Ο Αμερικανός αθλητής που είχε ατομικό ρεκόρ 8.66 μ. μέχρι εκείνη την ιστορική βραδιά, έκανε το άλμα της ζωής του. Έπιασε την ιδανική ταχύτητα, πάτησε εξαιρετικά στη βαλβίδα και πέταξε στα 8.95 μ. σχεδόν με άπνοια, αφού ο άνεμος ήταν ευνοϊκός μόλις κατά 0,3 μέτρα ανά δευτερόλεπτο – πολύ κάτω από το επιτρεπτό όριο των +2,0.

Ο Πάουελ είχε καταφέρει να περάσει ακόμα και το 8.91 μ. που είχε σημειώσει μερικά λεπτά νωρίτερα ο Λιούις με άνεμο πολύ πάνω απ’ το επιτρεπτό (+2,9), το οποίο δεν αναγνωριζόταν ως παγκόσμιο ρεκόρ, αλλά θα μετρούσε για τον καθορισμό της κατάταξης. Ο χρυσός ολυμπιονίκης του μήκους το 1984 και το 1988, αλλά και θριαμβευτής των 100 μ. λίγες ημέρες νωρίτερα στην ίδια διοργάνωση, απέμεινε να κοιτάζει αποσβολωμένος τον αλαλάζοντα αντίπαλό του. Είχε, όμως, άλλες δύο προσπάθειες στη διάθεσή του για να απαντήσει.

Φημισμένος για την ικανότητά του να είναι σταθερός στις μεγάλες επιδόσεις, ο Λιούις έφτασε κοντά, αλλά δεν μπόρεσε να φτάσει πιο μακριά από το νέο παγκόσμιο ρεκόρ. Στο πέμπτο άλμα προσγειώθηκε στα 8.87 μ. και στο έκτο στα 8.84 μ. Πριν καν μετρηθεί το τελευταίο κι έχοντας καταλάβει, προφανώς, ότι δεν είχε κάνει αυτό που χρειαζόταν για να νικήσει, συνεχάρη ιπποτικά τον Πάουελ λέγοντάς του: «Είσαι μεγάλος αντίπαλος».

Ο Λιούις είχε κάνει και 8.83 μ. με ευνοϊκό άνεμο στο τρίτο του άλμα, ενώ η λιγότερο καλή έγκυρη προσπάθειά του ήταν 8.68 μ., δύο εκατοστά πιο πάνω από το προηγούμενο ατομικό ρεκόρ του Πάουελ. Ήταν, όμως, γραφτό να δει το σερί των 65 νικών του στο μήκος να σπάει και κάποιον άλλον να ζει το όνειρο που είχε από μικρό παιδί ο ίδιος. Την κατάρριψη του ρεκόρ του Μπίμον.

Η έκπληξη δεν ήταν τόσο μεγάλη

Κι όμως, η νίκη του Πάουελ δεν συνιστούσε τόσο μεγάλη έκπληξη. Ήταν αθλητής υψηλών δυνατοτήτων και το 1988 είχε κερδίσει το ασημένιο μετάλλιο πίσω απ’ τον Λιούις στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Σεούλ. Το καλοκαίρι του 1991 βρισκόταν σε εξαιρετική φόρμα και σε ορισμένα μίτινγκ είχε κάνει οριακά άκυρα άλματα που έμοιαζαν μεγαλύτερα από τα 8.90 μ.

Ένα τέτοιο άλμα είχε και στην τέταρτη προσπάθειά του στον τελικό του Τόκιο, όμως η μύτη του παπουτσιού του είχε βρει λίγο (αλλά καθαρά) την πλαστελίνη. Όπως αποδείχτηκε, ήταν η προθέρμανση του 27χρονου Αμερικανού για το ιστορικό ρεκόρ που ακολούθησε.

«Ήξερα ότι είχα πηδήσει πιο μακριά από εκείνον. Απλώς περίμενα να μετρηθεί η επίδοση κι ήμουν χαρούμενος που ο άνεμος ήταν μόνο κατά 0,3 ευνοϊκός. Μου φάνηκε ότι πέρασε πολλή ώρα μέχρι να μετρηθεί η επίδοση κι ότι οι αριθμοί εμφανίστηκαν στο ταμπλό αργά, ένας-ένας. Ήταν οκτώ και ενενήντα… πέντε! Δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτήν τη στιγμή», δήλωσε ο χρυσός νικητής στο worldathletics.org πριν από τρία χρόνια, στην τριακοστή επέτειο του ρεκόρ του.

Η περίπτωση του Πάουελ δίνει την καλύτερη απάντηση σε όσους θεωρούν ότι ο Μίλτος Τεντόγλου δεν είναι ικανός να απειλήσει το παγκόσμιο ρεκόρ. Ο δις χρυσό ολυμπιονίκης έχει ατομικό ρεκόρ στα 8.65 μ., μόλις ένα εκατοστό πιο κάτω από το παλιό του νυν παγκόσμιου ρέκορντμαν. Αν τελειοποιήσει όλες τις παραμέτρους, ίσως κάποια μέρα να το πλησιάσει, αν όχι να το σπάσει.

Ο τελικός του Τόκιο, πάντως, είχε ελληνική παρουσία. Ο Κώστας Κουκοδήμος είχε την τιμή να είναι μέρος του κορυφαίου αγώνα μήκους στην ιστορία, αν και έμεινε μακριά απ’ τον καλό του εαυτό. Με καλύτερο άλμα στα 7.92 μ. (ενώ είχε κάνει 8.12 μ. στον προκριματικό) αρκέστηκε στη 12η θέση.

Του Σέντιχ αντέχει περισσότερο

Το παγκόσμιο ρεκόρ του Πάουελ, πάντως, δεν είναι το παλιότερο ανδρικό που αντέχει έως και σήμερα. Η τιμή ανήκει στον μακαρίτη πια, Γιούρι Σέντιχ, ο οποίος ακριβώς πέντε χρόνια νωρίτερα (στις 30 Αυγούστου 1986) είχε ρίξει τη σφύρα του στα 86.74 μ.

Ο Σοβιετικός αθλητής σφράγισε έτσι το χρυσό μετάλλιο στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα της Στουτγάρδης και την κυριαρχία του στο αγώνισμα που είχε αρχίσει από τους Ολυμπιακούς του Μόντρεαλ, το 1976. Ο μεγάλος ανταγωνιστής του, ο συμπατριώτης του, Σεργκέι Λίτβινοφ, τον είχε νικήσει μέχρι τότε μόνο μία φορά. Στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του Ελσίνκι, το 1983.

Ο Σέντιχ ήταν ο κάτοχος του παγκοσμίου ρεκόρ από τον Ιούλιο του 1984, όταν κι έγινε ο πρώτος σφυροβόλος που έσπασε το φράγμα των 86 μέτρων (86.34). Βελτίωσε την επίδοση δύο μήνες πριν από τη Στουτγάρδη (86.66) κι έτσι δεν προκάλεσε ιδιαίτερη έκπληξη με το νέο ρεκόρ που σημείωσε στον τελικό του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος.

Εδώ και 38 χρόνια κανένας σφυροβόλος δεν έχει απειλήσει σοβαρά το ρεκόρ του Σέντιχ, που έφυγε απ’ τη ζωή στις 14 Σεπτεμβρίου 2021 – αφού νωρίτερα είχε αρνηθεί κατηγορίες περί χρήσης απαγορευμένων ουσιών. Ο Λευκορώσος Βαντίμ Ντεβιατόφσκι έφτασε μέχρι τα 84.90 μ. κι ο Ιάπωνας χρυσός ολυμπιονίκης του 2004, Κότζι Μουροφούσι, στα 84.86 μ.

Θα τα καταφέρει ο άραγε ο Καναδός Ίθαν Κάτζμπεργκ, ο οποίος ανέβηκε στο ψηλότερο σκαλί του βάθρου πριν λίγες εβδομάδες στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Παρισιού; Τον περασμένο Απρίλιο έριξε τη σφύρα του στα 84.38 μ. και είναι μόλις 22 ετών.

Το τρίτο ρεκόρ ακυρώθηκε

Ήταν 30 Αυγούστου κι όταν σημειώθηκε ένα ακόμα παγκόσμιο ρεκόρ, που βρήκε τον Καρλ Λιούις ξανά στην πλευρά του ηττημένου. Μόνο που εκείνη τη φορά η ήττα αποδείχθηκε… προσωρινή.

Αναφερόμαστε φυσικά στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της Ρώμης, το 1987, όπου ο Καναδός Μπεν Τζόνσον νίκησε τον φημισμένο Αμερικανό αντίπαλο του στον τελικό των 100 μέτρων συντρίβοντας το παγκόσμιο ρεκόρ: 9.83 από 9.93 που ήταν το παλιό, του επίσης Αμερικανού Κάλβιν Σμιθ!

Δεν ήταν έκπληξη, αφού νωρίτερα την ίδια χρονιά ο εκρηκτικός Τζόνσον είχε καταρρίψει το παγκόσμιο ρεκόρ των 60 μ. στον κλειστό στίβο (6.41) και από το 1985 είχε σημειώσει πολλές νίκες επί του Λιούις. Ωστόσο, η χαρά του δεν έμελλε να κρατήσει για πολύ.

Έναν χρόνο αργότερα, στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Σεούλ, ο Καναδός σπρίντερ βρέθηκε ντοπαρισμένος μετά τον τελικό των 100 μ. στον οποίο είχε βελτιώσει το ρεκόρ του με 9.79. Τον Σεπτέμβριο του 1989 ο Τζόνσον παραδέχθηκε ότι είχε αρχίσει τη χρήση απαγορευμένων ουσιών από το 1981, κάτι που είχε ως συνέπεια να του αφαιρεθεί το χρυσό μετάλλιο του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος του 1987 και να ακυρωθούν όλες οι επιδόσεις του (ανάμεσά τους και το 9.83).

Ως νέο παγκόσμιο ρεκόρ αναγνωρίστηκε το 9.92 του Λιούις από τον τελικό της Σεούλ. Ο Τζόνσον μνημονεύεται πλέον μόνο με το στίγμα του ντοπαρισμένου, αν και – προφανώς – δεν ήταν ο μοναδικός σπρίντερ της εποχής του που δεν ήταν «καθαρός»…

Άλλα γεγονότα στην Ελλάδα και τον κόσμο στις 30 Αυγούστου

2018: Η Κατερίνα Στεφανίδη κερδίζει τον αγώνα του επί κοντώ στο Diamond League της Ζυρίχης με άλμα στα 4.87 ν. στην πρώτη της προσπάθεια και κατακτά για τρίτη συνεχόμενη χρονιά το διαμάντι της διοργάνωσης.

1992: Η ΕΠΟ αποφασίζει την εισαγωγή του βαθμολογικού συστήματος 3-1-0 στα ποδοσφαιρικά πρωταθλήματα όλης της χώρας. Μέχρι τότε η νίκη έδινε δύο βαθμούς και η ισοπαλία έναν. Το σύστημα έχει δοκιμαστεί με επιτυχία στην Αγγλία από το 1981 και αργότερα θα υιοθετηθεί απ’ όλες τις χώρες του κόσμου, αλλά και τις διεθνείς συνομοσπονδίες.

1991: Η Γερμανίδα, Κατρίν Κράμπε, κάνει το νταμπλ στα σπριντ στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του Τόκιο. Μετά τα 100 μ. κερδίζει και τα 200 μ. με 22.09, αφήνοντας δεύτερη την Αμερικανίδα, Γκουέν Τόρενς (22.16) και τρίτη την Τζαμαϊκανή, Μάρλεν Ότι (22.21).

1989: Η ΑΕΚ κατακτά το Σούπερ Καπ, αφού μετά το 1-1 κόντρα στον Παναθηναϊκό στην κανονική διάρκεια και την παράταση, επικρατεί 6-5 στα πέναλτι με ήρωα τον τερματοφύλακα, Σπύρο Οικονομόπουλο.

1979: Η Κάθι Χόρβατ γίνεται η νεότερη παίκτρια (14 ετών και 25 ημερών) που αγωνίζεται στο US Open.

1972: Ο Λευτέρης Στεφανουδάκης καταλαμβάνει τη 17η θέση ανάμεσα σε 22 συμμετέχοντες στην κατηγορία των 67,5 κ. της άρσης βαρών, στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μονάχου, σηκώνοντας 380 κιλά στο σύνολο (117,5 στο ντεβελοπέ, 120 στο αρασέ και 142,5 στο επολέ-ζετέ).

1968: Ο Αμερικανός κολυμβητής, Μαρκ Σπιτς, σημειώνει παγκόσμιο ρεκόρ στα 100 μέτρα πεταλούδα με 55.6, στο Λονγκ Μπιτς της Καλιφόρνια.

1966: Αρχίζει το 8ο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Στίβου στο Νεπ Στάντιον της Βουδαπέστης,  με βασική καινοτομία την αύξηση των κουλουάρ από έξι σε οκτώ (με αποτέλεσμα να αυξηθούν αντίστοιχα και οι αθλητές που θα προκρίνονται στους τελικούς).

1960: Η Αμερικανίδα, Κάρολαϊν Σούλερ, κερδίζει το χρυσό μετάλλιο στα 100 μέτρα πεταλούδα των Ολυμπιακών Αγώνων της Ρώμης με νέο ολυμπιακό ρεκόρ (1:09.5).

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News