Ρότζερ Μπάνιστερ: O γιατρός που έτρεξε πρώτος το «τέλειο μίλι»
Στις 6 Μαΐου 1954 ο Βρετανός δρομέας, Ρότζερ Μπάνιστερ, πέτυχε αυτό που πολλοί μέχρι τότε θεωρούσαν ως το υπέρτατο ανθρώπινο αθλητικό επίτευγμα. Κατέβασε το παγκόσμιο ρεκόρ στο μίλι (1.609 μ.) κάτω από τα τέσσερα λεπτά!
«Ο χρόνος του είναι τρία…», είπε ο Νόρις ΜακΓουίρτερ, εκφωνητής των αποτελεσμάτων στο ετήσιο μίτινγκ των ομάδων Οξφόρδης και Κέιμπριτζ, στις 6 Μαΐου 1954 για τον Ρότζερ Μπάνιστερ, αφού είχε προαναγγείλει ότι είχε συνδυάσει τη νίκη του στο μίλι με νέο παγκόσμιο ρεκόρ.
Οι ιαχές των τριών χιλιάδων φιλάθλων που είχαν γεμίσει το «Iffley Road Track» της Οξφόρδης, δεν επέτρεψαν να ακουστεί ο ακριβής χρόνου του Βρετανού δρομέα (3:59.4). Τούτο, όμως, δεν είχε και τόσο μεγάλη σημασία. Ο Μπάνιστερ είχε καταφέρει να σπάσει το φράγμα των τεσσάρων λεπτών στην απόσταση των 1.609 μέτρων, όνειρο απατηλό για κάθε αθλητή μέχρι εκείνη την εποχή.
Είχαν δημοσιευθεί μέχρι και επιστημονικές μελέτες που υποστήριζαν ότι ο άνθρωπος δεν θα μπορούσε να τρέξει την απόσταση των 1.609 μέτρων σε χρόνο μικρότερο των τεσσάρων λεπτών, αφού θα έφερνε τον οργανισμό στα όριά του και θα κινδύνευε ακόμα και με θάνατο. Οι τυχεροί θεατές εκείνου τον αγώνα, όμως, είχαν ολοζώντανο μπροστά τους αυτόν που τους είχε διαψεύσει.
Ο 25χρονος τελειόφοιτος της ιατρικής είχε εκπληρώσει έναν στόχο ζωής, τον οποίο είχε θέσει από το 1952. Τότε που θεώρησε αποτυχία την τέταρτη θέση που κατέλαβε στον τελικό των 1.500 μ. των Ολυμπιακών Αγώνων του Ελσίνκι, παρότι είχε βελτιώσει το εθνικό ρεκόρ (3:46.0). Πίστευε ότι με τη σωστή προετοιμασία, η οποία στηριζόταν στη λογική των διαλειμμάτων ανάμεσα σε προγράμματα σκληρής εξάσκησης, αλλά και τη βοήθεια συναθλητών του που θα εκτελούσαν καθήκοντα «λαγού», θα κατέρριπτε το ρεκόρ που κατείχε από το 1945 ο Σουηδός, Γκούντερ Χεγκ (4:01.4) και, το κυριότερο, θα γινόταν ο πρώτος που έβαζε το «3» στο πρώτο ψηφίο της επίδοσής του.
Δύο σπουδαίοι Βρετανοί αθλητές των μεσαίων αποστάσεων, ο Κρις Μπρέισερ και Κρις Τσάταγουεϊ δέχθηκαν να βοηθήσουν ως «λαγοί» στους πολλούς αγώνες που έδωσε ο Μπάνιστερ μέχρι να πετύχει τον στόχο του. Το ίδιο κι ο Αυστριακός προπονητής, Φραντς Σταμφλ, ο οποίος εκτός απ’ την βοήθεια που πρόσφερε στον τομέα της προετοιμασίας, ήταν υπεύθυνος και για την τακτική που θα ακολουθούσαν οι τρεις αθλητές ώστε να επιτευχθεί το ρεκόρ.
Ο ιστορικός αγώνας
Ο Μπρέισερ ήταν εκείνος που αναλάμβανε να πάρει «κεφάλι» στην κούρσα κι αυτό έκανε κι εκείνο το απόγευμα. Στόχος του ήταν να τρέξει κάθε ένα από τα δύο πρώτα τετρακοσάρια σε λιγότερο από ένα λεπτό, κάτι που κατάφερε, αφού ο χρόνος στα μισά της κούρσας ήταν 1:58.2. Στη συνέχεια έκανε στην άκρη και το προβάδισμα πήρε ο Τσάταγουεϊ, ο οποίος έβαλε όλες τους τις δυνάμεις για να φτάσει στο καμπανάκι σε χρόνο μικρότερο των τριών λεπτών.
Ο Μπάνιστερ μπήκε δεύτερος στον τελευταίο γύρο της κούρσας με τον χρόνο του στα πρώτα 1.209 μέτρα να είναι 3:00.4. Χρειαζόταν, δηλαδή, να τρέξει ένα τετρακοσάρι σε 59 δευτερόλεπτα για να σπάσει το ιστορικό φράγμα, κάτι που ήταν μες στις δυνατότητές τοτ. Μπορούσε εξ αρχής να προσπεράσει τον Τσάταγουεϊ, αλλά προτίμησε να κρατήσει δυνάμεις για τα τελευταία 200 μέτρα. Λίγο αργότερα, όμως, άκουσε τον Σταμφλ να του φωνάζει: «Βγες μπροστά!».
Η μεγάλη στιγμή είχε φτάσει. Ο Μπάνιστερ γνώριζε ότι οι θυσίες των δύο τελευταίων ετών θα κρίνονταν σε εκείνα τα τελευταία μέτρα. Άφησε πίσω του τον Τσάταγουεϊ, ο οποίος έτρεξε για μερικά μέτρα ακόμα όσο πιο γρήγορα μπορούσε. Και συνέχισε να επιταχύνει, έχοντας πλέον μοναδικό αντίπαλο το χρονόμετρο. Οι θεατές τον παρακολουθούσαν με κομμένη την ανάσα απ’ την κερκίδα και τους γύρω λόφους, να τρέχει σαν να μην υπάρχει αύριο.
Λίγο προτού μπει στην τελική ευθεία, ο Ρος ΜακΓουίρτερ (στενός φίλος του Μπάνιστερ όπως κι ο δίδυμος αδελφός του, Νόρις, που ασκούσε καθήκοντα εκφωνητή) σταμάτησε το χρονόμετρό του στο πέρασμα των 1.500 μέτρων: 3:43, καλύτερος απ’ το παγκόσμιο ρεκόρ της απόστασης. Ο στόχος ήταν εφικτός, αλλά εκείνη τη στιγμή δεν το γνώριζε ούτε ο αθλητής που τον κυνηγούσε.
Ο Μπάνιστερ δεν ένιωθε πια τα πόδια του. Απλώς έτρεχε με φρενήρη ρυθμό, χωρίς να έχει συναίσθηση της πραγματικότητας. Όταν έκοψε το νήμα, κατέρρευσε μες στην αγκαλιά του συμπατριώτη του σπρίντερ, Νίκολας Στέισι. Για μερικά δευτερόλεπτα πολλοί φοβήθηκαν ότι θα έχανε τις αισθήσεις του, εκείνος όμως κατάφερε γρήγορα να σταθεί όρθιος.
Ο Σταμφλ έτρεξε προς το μέρος του και τον συγκράτησε απ’ τους ώμους. «Το έκανα;», τον ρώτησε ο Μπάνιστερ. «Έτσι νομίζω», απάντησε ο Αυστριακός προπονητής, την ώρα που φίλαθλοι συνέρεαν στον στίβο για να αποθεώσουν τον πρωταθλητή, παρότι δεν γνώριζαν ακόμα αν είχε σπάσει το ιστορικό φράγμα, αφού τότε δεν υπήρχαν ηλεκτρονικά χρονόμετρα ούτε πίνακες για να μαθαίνεις αμέσως τις επιδόσεις.
Όλα είχαν πάει κατ’ ευχήν. Ακόμα κι ο δυνατός άνεμος που φυσούσε την ώρα που διεξάγονταν τα πρώτα αγωνίσματα του μίτινγκ, είχε κοπάσει λίγο πριν οι αθλητές πάρουν θέση στους βατήρες. Ο Μπάνιστερ είχε σκεφτεί προς στιγμήν να μην τρέξει, ώστε να κρατήσει τις δυνάμεις του για αργότερα. Αλλά σαν από θαύμα οι συνθήκες άλλαξαν.
Ο Λάντι το έσπασε σε 46 ημέρες
Καθοριστικό ρόλο στην επίτευξη της ιστορικής επίδοσης έπαιξε και ο υγιής ανταγωνισμός με άλλους δύο κορυφαίους αθλητές από εντελώς διαφορετικά σημεία του πλανήτη, που είχαν θέσει τον ίδιο στόχο. Ο λόγος για τον Αμερικανό, Γουές Σάντι και τον Αυστραλό, Τζον Λάντι, την κοινή διαδρομή των οποίων με τον Μπάνιστερ καλύπτει διεξοδικά ο Βρετανός δημοσιογράφος, Νιλ Μπάσκομπ, στο εξαιρετικό βιβλίο του «The Perfect Mile» («Το τέλειο μίλι», Mariner Books 2004).
Ούτε εκείνοι είχαν καταφέρει να κερδίσουν κάποιο μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1952 και επικεντρώθηκαν τα χρόνια που ακολούθησαν στο να τρέξουν το μίλι σε λιγότερο από τέσσερα λεπτά. Ο Λάντι φαινόταν πιο δυνατός, ύστερα κι από τις συμβουλές για τη βελτίωση της προπόνησής του που του είχε δώσει στο Ελσίνκι ο Εμίλ Ζάτοπεκ.
Όλο κάτι συνέβαινε, ωστόσο, και ο Αυστραλός δρομέας έχανε το ρεκόρ στις λεπτομέρειες. Την ημέρα που ο Μπάνιστερ έτρεξε το «τέλειο μίλι» βρισκόταν για προετοιμασία στο Τούρκου της Φινλανδίας μαζί με τον διακεκριμένο αθλητή, Ντένις Γιόχανσον. Ο Σάντι έμαθε τα νέα κατά τη διάρκεια μιας προπόνησής του στο Κάνσας και αμέσως συνειδητοποίησε τι του είχε κάνει τη ζημιά. Ο προπονητής του, Μπιλ Ίστον, τον υποχρέωνε να τρέχει σε πολλές κούρσες των μεσαίων αποστάσεων για να προσφέρει βαθμούς στην πανεπιστημιακή ομάδα του και δεν μπορούσε να επικεντρωθεί στο μεγάλο του όνειρο.
Ωστοσο, κανείς απ’ τους δύο δεν το έβαλε κάτω, παρότι η δήλωση του Μπρέισερ την ημέρα του ρεκόρ («ο Λάντι κι ο Σάντι δεν πρόκειται ποτέ να γίνουν οι πρώτοι που θα τρέξουν το μίλι σε λιγότερο από τέσσερα λεπτά») είχε πλήξει τον εγωισμό τους. Στις 4 Ιουνίου 1954, ο Σάντι κατέρριψε το ρεκόρ των 1.500 μ. (3:42.8) σε έναν αγώνα μιλίου στο Κόμτον των ΗΠΑ, όπου τερμάτισε οριακά πάνω από το τετράλεπτο (4:00.7).
Και στις 21 Ιουνίου, ο Λάντι κατάφερε να συντρίψει την επίδοση του Μπάνιστερ, όταν κάλυψε την απόσταση των 1.609 μέτρων σε 3:58.0 σε μίτινγκ που φιλοξενήθηκε στο Τούρκου. Το ρεκόρ που μέχρι πρότινος θεωρούταν αδύνατο για τον άνθρωπο, είχε αντέξει μόνο 46 ημέρες!
Η νίκη που τον εδραίωσε στην κορυφή
Όπως πιθανόν γνωρίζετε, ο αθλητισμός εκείνα τα χρόνια ήταν αμιγώς ερασιτεχνικός. Οι αθλητές έκαναν παράλληλα τις σπουδές τους και δούλευαν σε κανονικές εργασίες για να βιοποριστούν. Κάτι που κάνει τον ανταγωνισμό των τριών αθλητών για το ρεκόρ στο μίλι ακόμα πιο συναρπαστικό.
Η διπλή κατάρριψη του ρεκόρ, λοιπόν, έδωσε σε όλους νέο κίνητρο. Να βρεθούν αντίπαλοι στον ίδιο αγώνα, ώστε να διαπιστωθεί ποιος ήταν ο καλύτερος – ανεξάρτητα αν θα τερμάτιζε πάνω ή κάτω από τα τέσσερα λεπτά. Ο Μπάνιστερ είχε θορυβηθεί από το γεγονός ότι ο Λάντι είχε βελτιώσει το ρεκόρ κατά ενάμισι δευτερόλεπτο και μάλιστα χωρίς βοήθεια από «λαγούς». Ήθελε, λοιπόν, να αποδείξει ότι δεν είχε σπάσει τυχαία πρώτος το φράγμα.
Το ραντεβού ορίστηκε για τους Αγώνες της Βρετανικής Κοινοπολιτείας στο Βανκούβερ, στις 7 Αυγούστου 1954. Ο Σάντι δεν είχε δικαίωμα να λάβει μέρος λόγω εθνικότητας, ενώ στο μεταξύ είχε κληθεί να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία. Με ειδική άδεια, ωστόσο, βρέθηκε στη Νέα Υόρκη για να σχολιάσει από το στούντιο τη μάχη των Μπάνιστερ και Λάντι στο μίλι, που χαρακτηριζόταν από πολλούς ως «η κούρσα του αιώνα».
Ο Λάντι είχε πάει στον Καναδά με αέρα φαβορί. Όμως, την παραμονή του αγώνα έκανε το λάθος να χαλαρώσει κάνοντας τζόγκινγκ ξυπόλητος στο γκαζόν του ξενοδοχείου. Έτσι όπως έτρεχε χωρίς να βλέπει, πάτησε το φλας μιας φωτογραφικής μηχανής που είχε πετάξει εκεί κάποιος φωτορεπόρτερ κι έκοψε άσχημα την αριστερή πατούσα του.
Ο Τζον Βέρνον, με τον οποίο μοιραζόταν το ίδιο δωμάτιο, του έδωσε τις πρώτες βοήθειες και συμφώνησε να μην πει τίποτα σε κανέναν. Ο αγώνας ήταν έτσι κι αλλιώς δύσκολος, ο τραυματισμός σε ένα τόσο ευαίσθητο σημείο τον έκανε δυσκολότερο κι αν τον μάθαινε ο Μπάνιστερ η καταστροφή θα ήταν ολοκληρωτική, αφού θα αποκτούσε και ψυχολογικό πλεονέκτημα. Εκμυστηρεύθηκαν τελικά το πρόβλημα μόνο σε έναν ακόμα συναθλητή τους κι έναν Αυστραλό ρεπόρτερ, τους οποίους έβαλαν να υποσχεθούν ότι θα το κρατούσαν μυστικό.
Ούτε ο Βρετανός αθλητής, πάντως, ήταν απολύτως εντάξει. Το βράδυ πριν τον αγώνα τον ταλαιπωρούσε ένα κρύωμα και είχε τελειώσει τον προκριματικό του βήχοντας. Ο αγώνας, όμως, δεν μπορούσε να αναβληθεί. Η διοργάνωση ήταν επίσημη και εκατομμύρια άνθρωποι ανά τον κόσμο περίμεναν να ακούσουν απ’ το ραδιόφωνο ή να δουν απ’ την τηλεόραση (που τότε ήταν είδος πολυτελείας) την κόντρα των δύο κορυφαίων αθλητών της απόστασης.
Ο Λάντι συνήθιζε να παίρνει κεφάλι στους αγώνες του και να επιβάλει τον ρυθμό του, ενώ ο Μπάνιστερ προτιμούσε να κάνει κούρσα αναμονής και να επιτίθεται στην τελευταία στροφή. Η τακτική τους δεν άλλαξε ούτε εκείνη τη μέρα. Ο Αυστραλός πήρε το προβάδισμα και στα μισά της διαδρομής είχε αποκτήσει διαφορά μεγαλύτερη του ενός δευτερολέπτου απ’ τον Βρετανό, που τον ακολουθούσε στη δεύτερη θέση περίπου δέκα μέτρα πίσω.
Ο τραυματισμός δεν φαινόταν να επηρεάζει τον Λάντι ο οποίος πέρασε πρώτος και την τρίτη στροφή σε χρόνο 2:58.0. Ο Μπάνιστερ, όμως, είχε ανεβάσει το τέμπο του τρεξίματός του και μείωσε τη διαφορά στα τρία δέκατα του δευτερολέπτου όταν χτύπησε το καμπανάκι. Ο Αυστραλός μπορούσε πια να ακούσει την ανάσα του και έκανε μια προσπάθεια να ανοίξει τη διαφορά. Κάτι που κατάφερε, είχε όμως συνέπεια να εξαντλήσει τις δυνάμεις του 200 μέτρα πριν τον τερματισμό.
Λίγο πριν την τελευταία στροφή ο Μπάνιστερ έκανε την επίθεσή του και πέρασε σαν σταματημένο τον μεγάλο αντίπαλό του, που δεν είχε κουράγιο να αντιδράσει. Ο Βρετανός συνέχισε να τρέχει με φτερά στα πόδια και έκοψε πρώτος το νήμα μέσα σε αποθέωση. Όπως και στον ιστορικό αγώνα της 6ης Μαΐου, κατέρρευσε μετά τον τερματισμό – το ίδιο έπαθε κι ο αντίπαλός του.
Ο Μπάνιστερ ήξερε πλέον ότι ήταν καλύτερος απ’ τον Λάντι, αλλά δευτερόλεπτα αργότερα τον επιβεβαίωσε ο χρόνος. Με 3:58.8 είχε βελτιώσει το ατομικό του ρεκόρ, ενώ και ο Αυστραλός είχε κατέβει τα τέσσερα λεπτά (3:59.6). Για πρώτη φορά στην ιστορία δύο αθλητές πέτυχαν αυτό που μέχρι πριν λίγο καιρό θεωρούταν ακατόρθωτο στον ίδιο αγώνα!
Επικεντρώθηκε στην ιατρική
Μετά τον θρίαμβο στο Βανκούβερ, ο Μπάνιστερ κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στα 1.500 μ. του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος της Βέρνης κι αποφάσισε να εγκαταλείψει τον αθλητισμό. Ήταν μόλις 25 ετών (γεννήθηκε στο Χάροου στις 23 Μαρτίου 1929), αλλά είχε εκπληρώσει τους στόχους του. Του έλειπε, βέβαια, ένα μετάλλιο σε Ολυμπιακούς Αγώνες, όμως το 1956 του φαινόταν μακρινό. Δεν άντεχε να υποβάλει τον εαυτό του σε εξαντλητικές προπονήσεις για άλλα δύο χρόνια.
Στο κάτω-κάτω, είχε μόλις ολοκληρώσει τις σπουδές του στην ιατρική και την πρακτική του στο St. Mary’s του Λονδίνου. Για πολλούς μήνες έκανε τα πάντα στο νοσοκομείο, όπως το να συνταγογραφεί φάρμακα, να βάζει θερμόμετρα και ορούς σε ασθενείς, ακόμα να ξεγεννάει μωρά. Επικεντρώθηκε στον τομέα της νευρολογίας, όπου συνεισέφερε τα μέγιστα για την πρόοδο της επιστήμης. Παράλληλα, παντρεύτηκε την εκλεκτή της καρδιάς του, τη Σουηδή καλλιτέχνιδα Μόιρα Έλβερ Γιάκομπσον, με την οποία απέκτησαν τρία παιδιά.
Όταν η Βασίλισσα Ελισάβετ του απένειμε τον τίτλο του Σερ, το 1975, ο μεγάλος Βρετανός αθλητής είπε ότι ήταν πιο υπερήφανος για την πορεία του στην ιατρική παρά για όσα πέτυχε στον αθλητισμό. Ήδη, άλλωστε, ήταν διευθυντής του Εθνικού Νοσοκομείου Νευρικών Διαταραχών στο Λονδίνο, ενώ υπηρέτησε και τον αθλητισμό από διοικητικά πόστα. Aπό το 1971 έως και το 1974 χρημάτισε πρόεδρος του Συμβουλίου Αθλητισμού της Βρετανίας κι από το 1976 έως και το 1983 πρόεδρος του Διεθνούς Συμβουλίου Αθλητισμού και Σωματικής Αναψυχής.
Τον Ιούνιο του 2004 επιλέχθηκε ανάμεσα σε δεκάδες Βρετανούς παλαίμαχους αθλητές για να ανάψει την ολυμπιακή φλόγα στον βωμό που είχε στηθεί στο κεντρικό κορτ του Γουίμπλεντον. Δύο χρόνια νωρίτερα ήταν παρών και στη συνέντευξη Τύπου που είχε δώσει στη βρετανική πρωτεύουσα η πρόεδρος της οργανωτικής επιτροπής, Γιάννα Αγγελοπούλου-Δασκαλάκη, και είχε μιλήσει με θερμά λόγια για τη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων από την Αθήνα.
Μότο του ήταν ότι «σε κάθε δρομικό αγώνισμα είσαι εντελώς μόνος, δεν υπάρχει κανείς που να μπορεί να σε βοηθήσει». Και πρόσθετε για το αγώνισμα που τον έκανε διάσημο: «Σχεδόν κάθε συστατικό στο μίλι είναι σημαντικό – δεν μπορείς ποτέ να το βάλεις κάτω ούτε να σταματήσεις να σκέφτεσαι, όπως μπορείς ανά πάσα στιγμή να ηττηθείς. Μπορείς να πεις ότι μοιάζει με την ίδια τη ζωή. Γι’ αυτό ήθελα πάντοτε να το τιθασεύσω».

Ο Σερ Ρότζερ Μπάνιστερ στο γεύμα που παρέθεσε η Οργανωτική Επιτροπή «Αθήνα 2004» στους Άγγλους δημοσιογράφους, τον Οκτώβριο του 2002. Αριστερά διακρίνονται οι παλαίμαχοι Βρετανοί ολυμπιονίκες, Λιν Ντέιβις και Σεμπάστιαν Κόου.
Το 2011 διαγνώστηκε με τη Νόσο του Πάρκινσον και στις 3 Μαρτίου 2018 πέθανε από πνευμονία, σε ηλικία 88 ετών. Με το «τέλειο μίλι» που έτρεξε δύο φορές το 1954, ο Σερ Ρότζερ Μπάνιστερ αποτέλεσε πρότυπο για τις κατοπινές γενιές Βρετανών αθλητών, όπως ο νυν πρόεδρος της IAAF, Σεμπάστιαν Κόου, ο οποίος ήταν ο κορυφαίος αθλητής της χώρας στο μίλι και τα 1.500 μ. κατά τη δεκαετία του 1980.
Άλλα γεγονότα στην Ελλάδα και τον κόσμο στις 6 Μαΐου
2017: Ο ΠΑΟΚ κατακτά το Κύπελλο Ελλάδας νικώντας με 2-1 την ΑΕΚ στον τελικό που διεξάγεται στο Πανθεσσαλικό Στάδιο. Ο αγώνας, ωστόσο, αμαυρώνεται από μεγάλης έκτασης επεισόδια που σημειώνονται μεταξύ οπαδών των δύο ομάδων πριν, κατά τη διάρκεια, αλλά και μετά τη λήξη του.
2015: Ο Λιονέλ Μέσι σκοράρει δύο φορές στο 3-0 της Μπαρτσελόνα επί της Μπάγερν Μονάχου, για τον πρώτο ημιτελικό του Champions League και φτάνει τα 77 γκολ στην 100ή συμμετοχή του στην διοργάνωση. Περνάει έτσι στην πρώτη θέση των σκόρερ στην ιστορία του θεσμού αφήνοντας δεύτερο τον Κριστιάνο Ρονάλντο με 76.
2009: Στον τρίτο τελικό των πλέι οφ της Α1 βόλεϊ γυναικών, ο Παναθηναϊκός νικά τον Ολυμπιακό με 3-0 και κατακτά τον τίτλο. Στην απονομή, οι δέκα παίκτριες του «τριφυλλιού» και ο προπονητής Τάκης Φλώρος εμφανίζονται με μπλουζάκια που στην πλάτη αναγράφουν «ΤΣΟ & ΛΟ». Για το σεξουαλικό υπονοούμενο, οι παίκτριες θα τιμωρηθούν με μία αγωνιστική και θα χάσουν τον πρώτο αγώνα της επόμενης σεζόν, ο οποίος συμπτωματικά είναι πάλι εναντίον του Ολυμπιακού (παρατασσόμενος με την ομάδα των κορασίδων ο Παναθηναϊκός θα ηττηθεί με 3-0).
2007: Ο Παναθηναϊκός κατακτά την Ευρωλίγκα για τέταρτη φορά στην ιστορία του νικώντας στον τελικό του Final-4 του ΟΑΚΑ την ΤΣΣΚΑ Μόσχας με 93-91. Πρωταγωνιστής του «τριφυλλιού» είναι ο Ραϊμόντας Σισκάουσκας με 20 πόντους.
1998: Στον πρώτο τελικό του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ που είναι μονός και διεξάγεται σε ουδέτερο γήπεδο, το «Παρκ ντε Πρενς» του Παρισιού, η Ίντερ νικά τη Λάτσιο με 3-0 και κατακτά το τρόπαιο για τρίτη φορά μες στη δεκαετία.
1996: Στον τελευταίο της αγώνα στο «Χάιμπουρι» πριν τη μετακόμιση στο υπερσύγχρονο Emirates, η Άρσεναλ νικά με 4-2 τη Γουίγκαν, τερματίζει τέταρτη στην Premiership και εξασφαλίζει τη συμμετοχή της στο Champions League της επόμενης περιόδου.
1992: Η Βέρντερ Βρέμης του Ότο Ρεχάγκελ κατακτά το Κύπελλο Κυπελλούχων, νικώντας με 2-0 τη Μονακό στον τελικό της Λισαβώνας (40′ Κλ. Άλοφς, 55′ Ρούφερ).
1992: Πεθαίνει στα 71 του ο Γκαστόν Ρέιφ, ο Βέλγος χρυσός ολυμπιονίκης των 5.000 μ. το 1948 στο Λονδίνο.
1980: Ο Νίκος Γκάλης κάνει το ντεμπούτο του με την Εθνική Ελλάδας στον αγώνα με τη Σουηδία για το προολυμπιακό τουρνουά που φιλοξενείται στο Βεβέ της Ελβετίας. Σημειώνει 25 πόντους, όμως το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα γνωρίζει την ήττα με 79-71.
1979: Ο Ολυμπιακός νικά 1-0 τον Παναθηναϊκό στο ντέρμπι πρωταθλήματος στο «Γ. Καραϊσκάκης» με γκολ του Ραφαέλ Περόνε στο 26′. Ο αγώνας έχει ιστορική αξία επειδή είναι ο πρώτος στον οποίο ο Γιώργος Δεληκάρης αγωνίζεται με «τριφύλλι» ως αντίπαλος του Ολυμπιακού.
1976: Ο Βασίλης Χατζηπαναγής αγωνίζεται για πρώτη φορά με την Εθνική Ελλάδας, στη φιλική νίκη με 1-0 επί της Πολωνίας στο γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας. Θα αποδειχθεί και η μοναδική, μια και λίγο καιρό αργότερα η FIFA θα ενημερώσει την ΕΠΟ ότι δεν έχει δικαίωμα να τον χρησιμοποιεί, μια και είχε συμμετοχές με την Εθνική Σοβιετικής Ένωσης.
1961: Η Τότεναμ νικά με 2-0 τη Λέστερ στον τελικό του Κυπέλλου στο Γουέμπλεϊ (66′ Σμιθ, 75′ Ντάισον) και γίνεται η πρώτη ομάδα που κάνει το νταμπλ στην Αγγλία.
1860: Ιδρύεται στο Σαν Φρανίσκο το Olympic Club, ο πρώτος αθλητικός σύλλογος των ΗΠΑ.
1733: Διεξάγεται ο πρώτος διεθνής πυγμαχικός αγώνας. Ο Μπομπ Γουίτακερ νικά τον Τίτο Ντι Κάρνι στο Λονδίνο.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
- Μεντιλίμπαρ: «Ο τίτλος του πρωταθλητή χειμώνα δεν σημαίνει τίποτα»
- Μήνυμα της ΠΑΕ ΠΑΟΚ για τον τραυματισμό του Τζίμα: «Μείνε δυνατός Στέφανε, είμαστε όλοι δίπλα σου»
- Ολυμπιακή Φλόγα: Ξεκίνησε από το Παναθηναϊκό Στάδιο το ταξίδι της για την Ιταλία
- Μπαφές: «Πάνω από όλα η ασφάλεια φιλάθλων και εργαζομένων, τα κυβικά νερού στην οροφή του ΣΕΦ ήταν ασύλληπτα»
- Σπανούλης: Η Μονακό «έτρεξε» με 125 κι έσπασε το ρεκόρ του Παναθηναϊκού!
