Σα σήμερα, πριν από δύο χρόνια. Μία συντριβή ελικοπτέρου, ένα τεράστιο σοκ για το μπάσκετ και γενικότερα τον αθλητισμό. Νεκροί και οι εννέα επιβάτες: Αρα Ζομπαγιάν, Τζον, Κέρι και Αλίσα Αλτομπέλι, Σάρα και Πέιτον Τσέστερ, Κριστίνα Μάουζερ, Κόμπι και Τζιάνα Μπράιαντ. Ανάμεσά τους, δηλαδή, ο ήδη θρύλος των Λέικερς και μία από τις τέσσερις κόρες του. Τα χρόνια σιγά-σιγά περνάνε, ο πόνος για τον αδόκητο χαμό του όχι. Οι δε θύμησες, είναι πάντα εδώ.
K-ορυφαίος για δύο δεκαετίες
O-λυμπιακοί Αγώνες κι άλλο χρυσάφι
Μ-amba mentality, το μυστικό
Π-ατέρας γυρολόγος, φαμίλια μπασκετική
Ι-ταλία, εκεί όπου ξεκίνησαν όλα
Μ-ία η ομάδα στη ζωή του
Π-αρτενέρ… εχθροί και αδερφοί
Ρ-εκόρ οι 81, φινάλε με 60!
Α-τακτος μεν, μετανοήσας δε
Ι-απωνικό όνομα, ισπανικό κόλλημα
Α-κόλουθοι πιστοί και διάσημοι
Ν-ούμερα δύο και αποσυρθέντα
Τ-έλος τόσο ξαφνικό, άδικο, τραγικό…
K-ορυφαίος για δύο δεκαετίες
Γεννηθείς τον Αύγουστο του 1978 στη Φιλαδέλφεια, ο Μπράιαντ έμελλε να γίνει ένας από τους καλύτερους ΝΒΑers όλων των εποχών – και σίγουρα ο καλύτερος σκόρερ της εποχής του. Σούτινγκ γκαρντ ύψους 1.98 μ., όπως ακριβώς ο Μάικλ Τζόρνταν, ο Κόμπι μελετούσε μικρός τις κινήσεις και τα κόλπα του κορυφαίου όλων των εποχών και τόλμησε να επιδιώξει να τον πλησιάσει.
Μετά από πέντε πρωταθλήματα, ένα βραβείο MVP, άλλα δύο τέτοια σε τελικούς, 18 παρουσίες σε Ολ Σταρ Γκέιμ (και άλλα τέσσερα MVP σε αυτά), δύο αναδείξεις σε πρώτο σκόρερ του ΝΒΑ, 11 επιλογές του στην καλύτερη πεντάδα και κυριολεκτικά δεκάδες ακόμα ατομικές και ομαδικές διακρίσεις, σίγουρα πλησίασε τον MJ. Σε ό,τι αφορά στο σκοράρισμα, τον ξεπέρασε μάλιστα: 32.292 πόντοι ο «Μιχαλάκης», 33.643 ο (τέταρτος καλύτερος όλων των εποχών, στο μεταξύ ξεπέρασε αμφότερους ο ΛεΜπρον Τζέιμς) Μπράιαντ. Όλα αυτά, πάντα -και μόνο- με τη μωβ και χρυσαφένια φανέλα των Λέικερς. Από το 1996 έως το 2016.
O-λυμπιακοί Αγώνες κι άλλο χρυσάφι
Οσο έχτιζε τον μύθο του με την ανοιχτόχρωμη (συνήθως) φανέλα των «λιμνάνθρωπων», τόσο… μεγάλωνε και έχανε ευκαιρίες να μεγαλουργήσει και με τη σκουρόχρωμη (συνήθως) των ΗΠΑ. Αρχής γενομένης από τους Ολυμπιακούς του 2000, ο Αμερικανός σούτινγκ γκαρντ απουσίασε από τα μεγάλα ραντεβού της εθνικής του επειδή παντρευόταν, επειδή… απλώς ήθελε να ξεκουραστεί, επειδή είχε κάνει αρθροσκόπηση, επειδή βρισκόταν μπλεγμένος σε σκάνδαλο, επειδή (στο Παγκόσμιο του 2006) ήταν πάλι τραυματίας.
Εν τέλει πρωτοφόρεσε τη συγκεκριμένη φανέλα το 2007 και τον είδαμε τριαντάρη πια, το 2008, στους Αγώνες του Πεκίνου. Με 15 πόντους μέσο όρο φόρεσε χρυσό μετάλλιο στο λαιμό του. Καθόλου δεδομένο, διότι ήταν το πρώτο σε μεγάλη διοργάνωση για τους Αμερικανούς από το 2000! Παρών και στους επόμενους Ολυμπιακούς, το 2012 στο Λονδίνο, ο Κόμπι των 12,1 πόντων πανηγύρισε ξανά στο ψηλότερο σκαλί του βάθρου. Ολοκλήρωσε την… εθνική παρουσία του με το απόλυτο ρεκόρ 26-0, συμπεριλαμβανομένης δηλαδή και της παρουσίας του στο Παναμερικανικό του 2007.
Μ-amba mentality, το μυστικό
Δουλευταράς από τους λίγους, βασικά από τους ελάχιστους και στις ομάδες του όσο κανένας άλλος, ο Μπράιαντ περνούσε καθημερινά ώρες στα γυμναστήρια. Ξυπνούσε στις 5 τα χαράματα ακόμα και στις off-season τα καλοκαίρια, πρόσεχε τη διατροφή του, τους χειμώνες και πριν από τους αγώνες έβλεπε με προσήλωση που δεν είχαν ούτε οι ρούκι τα βίντεο των βοηθών προπονητών με τους προσεχείς αντιπάλους. Ανταγωνιστικός εκ φύσεως, σχεδόν εμμονικός. Η Mamba mentality, όπως την είχε ονομάσει.
Ο «Black Mamba», παρατσούκλι που κόλλησε ο ίδιος στον εαυτό του βλέποντας το ομώνυμο -δολοφονικών διαθέσεων και ακαριαίων αντιδράσεων- φίδι στο «Kill Bill» του Κουέντιν Ταραντίνο, έβλεπε μπάσκετ σε κάθε έκφανσή του. Θοδωρής Παπαλουκάς και Νίκος Ζήσης έχουν αναφερθεί άλλωστε στην εντύπωση που τους είχε κάνει την παραμονή του αγώνα στο Πεκίνο το 2008 (92-69 οι ΗΠΑ, απ’ όπου κι η φωτό). Πέτυχε τους Ελληνες γκαρντ στο Ολυμπιακό Χωριό και πήγε να τους μιλήσει, εντυπωσιάζοντάς τους με τις γνώσεις του για την Εθνική μας και το ευρωπαϊκό μπάσκετ γενικότερα.
Π-ατέρας γυρολόγος, φαμίλια μπασκετική
Η ευρυμάθειά του οφείλεται στο ότι μεγάλωσε σε μια μπασκετική οικογένεια και δη στον μπαμπά του, που χάρη σε αυτόν γύρισε τον κόσμο και ανακάλυψε διάφορες κουλτούρες – ακόμα και αθλητικές. O θείος από την πλευρά της μητέρας του, ο Τζον «Τσάμπι» Κοξ, ήταν ένας γκαρντ που είχε περάσει από το ΝΒΑ με τους Ουάσινγκτον Μπούλετς στο ξεκίνημα της δεκαετίας του ’80. Ο πατέρας του, ο φόργουορντ Τζο «Τζέλιμπιν» Μπράιαντ, ήταν ακόμα καλύτερος.
Young Kobe Bryant, with his father Joe, at a soccer match in Italy
From Mirabello Stadium in Reggio Emilia (circa 1989) pic.twitter.com/3y69YgHJwP
— Kobe Highlights & Motivation (@kobehighlight) January 20, 2022
Οκτώ σεζόν σε Σίξερς, Κλίπερς και Ρόκετς, άλλες τόσες στην Ιταλία με Ριέτι, Ρέτζο Καλάμπρια, Πιστόια και Ρετζιάνα, προτού εμφανιστεί για λίγο και στη γαλλική Μιλούζ στο κλείσιμο της καριέρας του. Η σύζυγος, ο Κόμπι και οι δύο μεγαλύτερες αδερφές του ακολουθούσαν και ειδικά ο υιός της φαμίλιας βρισκόταν σε κάθε αγώνα του πατέρα του στα γήπεδα, μεγαλώνοντας κυριολεκτικά μέσα σε αυτά.
Ι-ταλία, εκεί όπου ξεκίνησαν όλα
Στην κωμόπολη Ριέτι της κεντρικής Ιταλίας, στη Ρέτζο Καλάμπρια του νότου, στην Πιστόια προς τον βορρά, στη Ρέτζο Εμίλια ακόμα βορειότερα. Στην ιταλική επαρχία συνειδητοποίησε ο μικρός Κόμπι πως θα γίνει μπασκετμπολίστας. Εμαθε άπταιστα τη γλώσσα, εντάχθηκε στις παιδικές ομάδες των συλλόγων στους οποίους έπαιζε ο πατέρας του και δεν είχε πρόβλημα να τα βάζει και με παιδιά δύο και τρία χρόνια μεγαλύτερα.
Teenage Kobe Bryant in the early 90’s with his first basketball team in Italy ?? pic.twitter.com/dqIzPsRaKR
— NBA Memes (@NBAMemes) September 12, 2021
Ξεχώριζε όχι μόνο λόγω χρώματος, αλλά και λόγω ικανοτήτων. Στα ημίχρονα των αγώνων των ανδρικών ομάδων, ήταν ο άτυπος σόουμαν, μπαίνοντας στο γήπεδο και σουτάροντας -και ευστοχώντας- από κάθε σημείο του παρκέ. Στη γείτονα έμαθε να αγαπά και το (δικό μας, το ευρωπαϊκό φυσικά) ποδόσφαιρο. Τιφόζο της Μίλαν ο πιτσιρίκος…
Μ-ία η ομάδα στη ζωή του
Στο μπάσκετ, βέβαια, είχε επιλέξει. Λέικερς και τα μυαλά στα κάγκελα. Από παιδί. Παρ’ ότι ως τέκνο της Φιλαδέλφεια, στην οποία επέστρεψε 13 ετών, ξεκίνησε να βλέπει αγώνες των Σίξερς και αγαπούσε τον Τζούλιους Ερβινγκ, παρ’ ότι σε ηλικία τριών ετών παρακολουθούσε φανατικά τους… Κλίπερς. Ο πατήρ Τζο έπαιζε προτού φύγει οικογενειακώς για την Ιταλία στους έτερους Καλιφορνέζους – όχι του Λος Αντζελες ακόμα, αλλά του Σαν Ντιέγκο. Το νήπιο έβλεπε τον μπαμπά του στην τηλεόραση και τον… μιμούνταν, καρφώνοντας στην παιδική μπασκέτα του σαλονιού.
Εγινε μόλις ο πέμπτος παίκτης που μεταπήδησε απευθείας από το λύκειο στο ΝΒΑ το 1996 και μάλιστα ο πρώτος μη ψηλός! Ντραφτ πικ Νο 13 των Χόρνετς, που είχαν συμφωνήσει από πριν να δώσουν την επιλογή τους στους «λιμνάνθρωπους» για τον Βλάντε Ντίβατς, ο Μπράιαντ ήταν ακόμα ανήλικος και οι πρώτες τζίφρες έπεσαν από τους γονείς του! Πριν το ντραφτ, οι Λέικερς είχαν τεστάρει τον μικρό με δύο παλαίμαχους καταπληκτικούς αμυντικούς, τον πολυπρωταθλητή Μάικλ Κούπερ και τον (πρώτο προπονητή του Γιάννη Αντετοκούνμπο στο Μιλγουόκι πολύ αργότερα) Λάρι Ντρου, και ο νεαρός… περνούσε πάνω από πάνω τους. Μέχρι το 2016, έμελλε να φορέσει 1.566 φορές τη φανέλα της θρυλικής ομάδας.
Π-αρτενέρ… εχθροί και αδερφοί
Στις δύο δεκαετίες του στο L. A., είχε εκατοντάδες συμπαίκτες. Με δύο εξ αυτών συνδέθηκε περισσότερο, πιο έντονα (από κάθε άποψη), δημιουργώντας και τρομερά δίδυμα κοντού-ψηλού. Ο πρώτος ήταν ο Σακίλ Ο’ Νιλ, με τον οποίο κατέφτασαν μαζί, το 1996, στην πόλη της Καλιφόρνιας. Αλλωστε η ανταλλαγή του 18χρονου ρούκι με τον Ντίβατς (που πήγε στη Σάρλοτ) έγινε ώστε να ελευθερωθεί και χώρος στο σάλαρι καπ, με τον Σακ να γίνεται το νέο «πεντάρι» της ομάδας. Οι δυο τους έμειναν οκτώ χρόνια μαζί, υπό τις οδηγίες του Φιλ Τζάκσον πήραν τρία συνεχόμενα πρωταθλήματα από το 2000 έως το 2002, εντούτοις ο Κόμπι τα έσπασε με αμφότερους και ο θηριώδης σέντερ ζήτησε ο ίδιος ανταλλαγή το 2004, «σκοτωμένος» με τον έτερο ηγέτη των Λέικερς.
Οι δυο τους βέβαια αργότερα τα βρήκαν και έθαψαν το τσεκούρι του πολέμου. Με τον Πάου Γκασόλ, ο Μπράιαντ δεν χρειάστηκε ποτέ να συμφιλιωθεί – διότι δεν παρεξηγήθηκε και ποτέ μαζί του. Παίκτης των Καλιφορνέζων από το 2008 μέχρι το 2014 και βασικός λόγος για τον οποίο ο Κόμπι κατέκτησε άλλους δύο τίτλους το 2009 και το 2010, ο Ισπανός φόργουορντ-σέντερ βρήκε γρήγορα μαζί του κώδικα επικοινωνίας και έγιναν κολλητοί. Ακόμα και μετά τον θάνατο του φίλου του, ο Καταλανός έμεινε δίπλα στην οικογένεια και για τις κόρες του Κόμπι είναι κάτι σαν θείος.
Ρ-εκόρ οι 81, φινάλε με 60!
Τέτοια εποχή το 2006 ήταν, όταν ο ηγέτης των Λέικερς έβαζε 81 πόντους στους Ράπτορς και μαζί το όνομά του σε έναν ακόμα ιστορικό πίνακα. Αυτόν με τους πιο πολλούς σε έναν αγώνα, ως εκείνος με τους περισσότερους μετά από την αξεπέραστη κατοστάρα του Γουίλτ Τσάμπερλεϊν το 1962, σε μια αναμέτρηση της Φιλαδέλφεια με τη Νέα Υόρκη. Είχε 21/33 δίποντα, 7/13 τρίποντα και 18/20 βολές, σε ένα ματς σημειωτέον στο οποίο η ομάδα του έχανε με 14 πόντους στο ημίχρονο! Οι εννιά συμπαίκτες του έβαλαν μαζί 41 ποντάκια και δεύτερος σκόρερ με 13 ήταν ο παρτενέρ του στην περιφέρεια Σμους Πάρκερ, νωρίτερα παίκτης του Αρη και αργότερα των Ηρακλή και Περιστερίου.
Εκείνη τη σεζόν ο «Black Mamba» είχε τον υψηλότερο μέσο όρο πόντων του με 35,3. Άλλες δύο φορές είχε τουλάχιστον 30, η καριέρα του ολοκληρώθηκε με 25 ανά αγώνα. Την τελευταία τριετία του στα γήπεδα αντιμετώπισε αρκετούς σοβαρούς τραυματισμούς και η παραγωγικότητα μειώθηκε αισθητά. Στο αποχαιρετιστήριο παιχνίδι του πάντως, τον Απρίλιο του 2016, έριξε 60άρα στη Γιούτα! Η αλήθεια είναι πως δεν διακυβευόταν τίποτα εκατέρωθεν και οι αντίπαλοι τον έπαιζαν άμυνα με τα μάτια, έστω κι έτσι όμως είχε 22/51 εντός παιδιάς και 10/12 από τη γραμμή. Σε ηλικία 38 ετών…
Α-τακτος μεν, μετανοήσας δε
Δεν τον ήθελες αντίπαλο, δεν ήταν και ο πιο εύκολος συμπαίκτης. Απαιτητικός σε βαθμό αηδίας, θεωρούσε πως οτιδήποτε μπορούσε να κάνει εκείνος, μπορούσαν να το κάνουν και οι άλλοι. Τσακώθηκε με πολύ κόσμο, αυτό ωστόσο που του καταλογιζόταν κυρίως ήταν εξωαγωνιστικό. Η κουτσουκέλα του 2003 στο Κολοράντο, αν μάλιστα ήταν μόνο τέτοια και όχι κάτι πολύ χειρότερο.
Κατηγορήθηκε για βιασμό της 19χρονης τότε καμαριέρας Κέιτλιν Φέιμπερ σε ξενοδοχείο, με τον ίδιο να αρνείται τους ισχυρισμούς της και να μιλάει για συναινετικό σεξ. Η κοπέλα δεν κατέθεσε στο δικαστήριο, η υπόθεση δεν προχώρησε και υπήρξε συμβιβασμός. Ο ίδιος με δάκρυα στα μάτια ζήτησε συγχώρεση από τη σύζυγό του (μιλώντας για ανοησία της στιγμής), την οποίο και πήρε. Χρόνια μετά θα χώριζαν, αλλά γρήγορα επανένωσαν τις ζωές τους κι έκαναν και άλλα παιδιά.
Ι-απωνικό όνομα, ισπανικό κόλλημα
Το περίεργο όνομά του το οφείλει στην ονομασία ενός πιάτου ιαπωνικής κουζίνας, που το είδαν στον κατάλογο ενός εστιατορίου οι γονείς του και του… το έδωσαν. Μοσχαρίσια μπριζόλα είναι ουσιαστικά το Κόμπε, με τον Μπράιαντ να έχει κι άλλο γαστριμαργικό όνομα. Το μεσαίο του είναι Μπιν, όπως το φασόλι, και προέρχεται από το παρατσούκλι του πατέρα του, το «Τζέλιμπιν» (μικρό γλύκισμα, σαν καραμέλα).
Στα παιδικά του χρόνια στην Ιταλία αναφερθήκαμε, μιλούσε όμως και πολύ καλά τα ισπανικά. Με τον Πάου Γκασόλ συχνά συζητούσαν στη συγκεκριμένη γλώσσα, την οποία μιλάει για ευνόητους λόγους άλλωστε και η σύζυγός του. Η Βανέσα Μπράιαντ γεννήθηκε ως Βανέσα Κορνέχο Ουρμπιέτα και είναι μεξικανικής (αλλά και ιρλανδικής) καταγωγής. Πλην της Μίλαν, ο Κόμπι (που οι Αμερικανοί τον προφέρουν έτσι, όχι Κόμπε σαν το ιαπωνικό πιάτο) ήταν οπαδός και της ποδοσφαιρικής Μπαρτσελόνα.
Α-κόλουθοι πιστοί και διάσημοι
Δεν είναι υπερβολή να γράψουμε πως δεκάδες από τους σημερινούς παίκτες του ΝΒΑ μεγάλωσαν έχοντας ως πρότυπο, αν όχι είδωλο, τον Μπράιαντ. Πολλοί εξ αυτών πρόλαβαν να τεθούν και αντίπαλοί του στα παρκέ της κορυφαίας λίγκας του πλανήτη. Ανάμεσά τους, ένας που εξακολουθεί έως σήμερα να κυριαρχεί και μάλλον να τον έχει ξεπεράσει σε σπουδαιότητα, αν τέλος πάντως γίνεται να ιεραρχήσει κανείς τους καλύτερους παίκτες όλων των εποχών.
Πρόκειται για τον ΛεΜπρον Τζέιμς, που είχε την αφίσα του Κόμπι στο δωμάτιό του στο Ακρον του Οχάιο. Ο θάνατος του τελευταίου τον βρήκε ηγέτη των Λέικερς και ο τίτλος τους που κατακτήθηκε λίγους μήνες αργότερα στη «φούσκα» του Ορλάντο αφιερώθηκε εξαιρετικά στον εκλιπόντα. Ιδιαίτερης αναφοράς χρήζει και ο Τζέισον Τέιτουμ. Ο σούπερ σταρ των… Σέλτικς, ιστορικών αντιπάλων των Λέικερς, μεγάλωσε ως φίλαθλος των τελευταίων και ο Μπράιαντ ήταν κάτι ακόμα περισσότερο από είδωλο για εκείνον. «Δεν ήθελα να παίξω απλά στο ΝΒΑ, ήθελα να γίνω ακριβώς όπως ο Κόμπι, να κάνω ό,τι κι εκείνος», έχει πει. Αφότου ο «Black Mamba» σταμάτησε την καριέρα του, ο Τέιτουμ πέρασε δύο καλοκαίρια προπονούμενος μαζί του.
Ν-ούμερα δύο και αποσυρθέντα
Ο αριθμός-σήμα κατατεθέν του Μάικλ Τζόρνταν είναι το 23, του Μάτζικ Τζόνσον το 32, του Λάρι Μπερντ το 33 κοκ. Στην περίπτωση του Μπράιαντ, έχουμε δύο νούμερα που φόρεσε για καιρό στις φανέλες του – και που αμφότερα αποσύρθηκαν από τους Λέικερς. Το Νο 8 και το Νο 24. Το πρώτο το είχε στην πλάτη στην πρώτη του δεκαετία, το δεύτερο στην έτερη αντίστοιχη.
Στις πρώτες του ομάδες (μικρών κλιμάκιων, την εποχή ακόμα που στην Ευρώπη η αρίθμηση εκτεινόταν από το Νο 4 έως το 15) στην Ιταλία φορούσε το 8 και επιπλέον ο αριθμός του σε ένα καμπ της Αdidas που είχε λάβει μέρος ήταν το… 143. Αν αθροίσουμε τα ψηφία, βγαίνει οκτάρι. Το 24 που επέλεξε το 2006 ήταν το νούμερο που φορούσε στο χάισκουλ Λόουερ Μέριον στο Αρντμορ της Πενσιλβάνια, έξω από τη Φιλαδέλφεια. Με αυτό έβαλε 16.866 πόντους, με το Νο 8 σχεδόν τους ίδιους, 16.777! Δείγμα κι αυτό της συνέπειάς του ως σκόρερ.
Τ-έλος τόσο ξαφνικό, άδικο, τραγικό…
Υπολογίζεται ότι έβγαλε 328 εκατομμύρια δολάρια μόνο από τους μισθούς του στο ΝΒΑ, χωρίς τους εκατοντάδες χορηγούς και τις διαφημίσεις τους. Πήρε μέχρι και Οσκαρ για τη μικρού μήκους ταινία «Dear Basketball», που είχε θέμα την αποχώρησή του από την ενεργό δράση. Ηταν ακόμα νέος και ωραίος, είχε μεγαλώσει τη φαμίλια του με μία ακόμα κόρη (την Κάπρι), την τέταρτη λίγους μήνες νωρίτερα. Και ξαφνικά, ένα συννεφιασμένο πρωινό στην Καλιφόρνια, το τέλος. Ετσι απλά. Από τη μια στιγμή στην άλλη.
Το ελικόπτερο που τον μετέφερε με την Τζιάνα και μερικούς ακόμα ανθρώπους στη δική του αθλητική ακαδημία, τη Mamba academy, συνετρίβη στο βουνό Καλαμπάσας. Περισσότερες λεπτομέρειες, δεν χρειάζονται εδώ. Είναι γνωστές, ανατριχιαστικές, τραγικές. Εμείς κρατάμε το χαμόγελο του ανθρώπου που έφυγε νωρίς, αφότου όμως είχε προλάβει να γράψει τη δική του ιστορία σε αυτό που αγάπησε από μικρό παιδί. «Mamba out!», είχε ανακράξει σε εκείνο το τελευταίο παιχνίδι της καριέρας του, ολοκληρώνοντας την ομιλία του στο κέντρο του γηπέδου. «Mamba forever», λέμε εμείς.