Τζιανλούκα Βιάλι: Ο Ιταλός ιππότης που έκανε τους Άγγλους να σκάνε στα γέλια

Sportday.gr

Ο Τζιανλούκα Βιάλι μεγάλωσε σε… κάστρο και μεταμορφώθηκε σε έναν σύγχρονο ιππότη, που λατρεύτηκε σε όποια ομάδα κι αν αγωνίστηκε.

Μεγαλωμένος σε βίλα σαν… κάστρο, που ονομάζεται «Castello di Belgioioso», 60 δωματίων στην Κρεμόνα της Λομβαρδίας, μαζί με τα 5 αδέρφια του, ο Τζιανλούκα Βιάλι δεν είχε κάποιο δράμα να διηγηθεί από τα παιδικά του χρόνια, όπως άλλοι σπουδαίοι ποδοσφαιριστές. Ο πατέρας του αποκαλούταν ο «αυτοδημιούργητος εκατομμυριούχος» κατασκευαστής σπιτιών, που είχε ως στόχο να προσφέρει το καλύτερο στην πολυπληθή οικογένειά του, έχοντας παλέψει πολύ στη ζωή του πριν φτάσει στην κορυφή.

credit: wikipedia

Ο μικρός Λούκα, το μόνο που έβλεπε σε αυτή την πολυτελή βίλα ήταν ο τεράστιος χώρος στρωμένος με γκαζόν όπου μπορούσε να παίζει ποδόσφαιρο με τους φίλους του που τον επισκέπτονταν, ειδικά τα καλοκαίρια, ενώ πολλές φορές τους έκανε και περιγραφές αγώνων. Μία άλλη του μεγάλη αγάπη.

Ο ιερέας του κατηχητικού που ήταν και… προπονητής ποδοσφαίρου!

Άρχισε να βλέπει ακόμα πιο σοβαρά το άθλημα, μέσω του ιερέα του κατηχητικού καθώς ήταν και προπονητής ποδοσφαίρου. Γρήγορα το ταλέντο του μικρού με την πλούσια κόμη έγινε αντιληπτό από τους ανθρώπους της τοπικής ερασιτεχνικής ομάδας Πιτζιγκετόνε, που απείχε 45 λεπτά από το σπίτι του και στην οποία έκανε τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα. Έμεινε για 5 χρόνια, πριν ακολουθήσει η Κρεμονέζε, που αγωνιζόταν τότε στη Serie C, στην οποία έκανε το ντεμπούτο του όταν ήταν 16 ετών, το 1980.

Φόρεσε τη φανέλα της 113 φορές μέσα σε 4 χρόνια, πέτυχε 25 γκολ, την οδήγησε στην Serie A και έγινε το διαβατήριό του για την Σαμπντόρια. Φυσικά μεγάλο ρόλο στην επιλογή του έπαιξε και ο αγαπημένος του φίλος στην εθνική Ιταλίας κάτω των 21 ετών, Ρομπέρτο Μαντσίνι, με τον οποίο έμελλε να γίνουν ένα εκρηκτικό επιθετικό δίδυμο, που στην πορεία αποτέλεσε φόβο και τρόμο των αντίπαλων αμυντικών. Η χημεία τους μοναδική, ο ένας έβρισκε τον άλλο με κλειστά μάτια και ο Μαντσίνι τον έχριζε σκόρερ σε κάθε ευκαιρία, για να γράψουν τελικά Ιστορία με τους Γενοβέζους. Ένας στράικερ και ένας πληθωρικός επιθετικός με αρετές δεκαριού. Και βέβαια με έναν προπονητή, που διέθετε σπουδαία προσωπικότητα, τον Βουγιαντίν Μπόσκοφ και συμπαίκτες όπως ο Παλιούκα, ο Κάτανετς, ο Λομπάρντο κ.ά.

Βιάλι – Μαντσίνι το δίδυμο που έκανε τη Σαμπντόρια… φόβο και τρόμο!

Μαζί έκαναν την ομάδα της Γένοβας μεγάλη, τη μεταμόρφωσαν σε μία από τις υπερδυνάμεις του λαμπερού τότε Campionato των αστέρων, χαρίζοντάς της το πρώτο  και μοναδικό Scudetto στην ιστορία της, τη σεζόν 1990-91, όταν ο Βιάλι αναδείχτηκε και πρώτος σκόρερ της Serie A, πετυχαίνοντας 17 γκολ, απέναντι σε μεγαθήρια όπως ο Μάρκο Φαν Μπάστεν και ο Ρομπέρτο Μπάτζιο.

Το σπουδαίο δίδυμο, πανηγύρισε ακόμα, 3 Coppa Italia, ένα Super Cup και βέβαια το Κύπελλο Κυπελλούχων. Παράλληλα, έφτασαν ως τον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1992, με την ιταλική ομάδα να χάνει το τρόπαιο από την Μπαρτσελόνα, που κατέκτησε το παρθενικό της Champions League, μέσα στο Γουέμπλεϊ με το αλησμόνητο γκολ του Ρόναλντ Κούμαν.

Λίγες ημέρες μετά τον χαμένο τελικό στο Γουέμπλεϊ, η Γιουβέντους σημείωσε παγκόσμιο ρεκόρ μεταγραφής εκείνη την εποχή και φόρεσε στον Βιάλι τη φανέλα της, αποκτώντας τον έναντι 12 εκατομμυρίων λιρών.

Η εξέλιξη στα χέρια του Μαρσέλο Λίπι

Η Σαμπντόρια είχε ανάγκη για την πώλησή του και έτσι έγινε το deal, που αρχικά δεν ξεκίνησε με καλούς οιωνούς. Μέχρι την έλευση του Μαρσέλο Λίπι στον πάγκο της Μεγάλης Κυρίας ήρθε απογείωση του στράικερ. Ο Ιταλός τεχνικός τον εξέλιξε κυρίως ως αθλητή, βάζοντάς τον να ακολουθεί ειδικό πρόγραμμα εκγύμνασης, «έχτισε» ένα άλλο κορμί πιο δυνατό και έφτασε στο καλύτερο δυνατό επίπεδο φορμαρίσματος.

Άφησε πίσω τις δύο πρώτες κακές σεζόν, που στιγματίστηκαν από τραυματισμούς και μία δύσκολη σχέση με τον τότε προπονητή, Τζιοβάνι Τραπατόνι. Λίπι και Βιάλι, απόλαυσαν τους καρπούς των προσπαθειών τους, κατακτώντας πρωτάθλημα, Κύπελλο και Champions League, με τον Ιταλό στράικερ να το σηκώνει στον τελικό κόντρα στον τεράστιο Άγιαξ στο «Ολίμπικο» της Ρώμης, φορώντας το περιβραχιόνιο του αρχηγού.

Ο Βιάλι, αγαπήθηκε πολύ στο Τορίνο, όπως άλλωστε και σε όλες τις ομάδες που αγωνίστηκε.

Kαι παραμένει ο τελευταίος αρχηγός της Γιουβέντους που σήκωσε την κούπα του Champions League. Ο ίδιος πάντως το αντιμετώπιζε με χιούμορ και αναφορά στην… τέχνη όταν τον ρωτούσαν σχετικά, σε παλαιότερες συνεντεύξεις του.

«Με κάθε ειλικρίνεια, συνειδητοποιείς πραγματικά τη σημασία του να έχεις σηκώσει το Champions League, ως αρχηγός, μπροστά σε ένα γήπεδο γεμάτο οπαδούς, ειδικά όσο περνάει ο καιρός. Και όλα αυτά σε κάνουν αθάνατο, σου αφήνουν αυτό το απαράμιλλο συναίσθημα. Αυτό το συνειδητοποιώ όταν συναντώ τους οπαδούς στο δρόμο.

Μου επαναλαμβάνουν: «Ήμουν εκεί στη Ρώμη, ήμουν δίπλα σου από την κερκίδα». Ή με συστήνουν στα παιδιά τους λέγοντας: «Εδώ είναι ο ήρωάς μας. “. Είναι πολύ ευχάριστο. Και τότε θα ήθελες να κρατήσει για πάντα. Αλλά δεν γίνεται να παραμείνω για πάντα εγώ. Μακάρι να το σηκώσει ο Μπουφόν. Αν είναι να το πάρει η Γιουβέντους, καλύτερα τώρα που είναι αυτός αρχηγός.

Έτσι, στο Hall of Fame της Γιούβε, η φωτογραφία μου που σηκώνω το Κύπελλο θα καταλήξει ανάμεσα στον Σιρέα και τον Τζίτζι. Ανάμεσα στον Βαν Γκογκ και τον Πικάσο, ακόμη και η ταπεινή μου εικόνα θα αποκτούσε κάποια σημασία… Θα ήταν πολύ ωραίο αν ο Μπουφόν μου αφαιρούσε αυτό το προνόμιο, την τιμή να είμαι ο τελευταίος αρχηγός της ομάδας που σήκωσε το Champions League. Επίσης, επειδή θα μπορούσε να είναι χειρότερα για μένα αν περάσουν περισσότερα χρόνια, δεν θα ήθελα να έρθει μια μέρα η σειρά του Κιελίνι».

O Bιάλι αγαπήθηκε πολύ και από τους Άγγλους φιλάθλους, όταν εντάχθηκε στην Τσέλσι το καλοκαίρι του 1996, σε ηλικία 32 ετών πια και ως πρωταθλητής Ευρώπης. Πριν εμφανιστεί καν ο Ρομάν Αμπράμοβιτς στα διοικητικά των «Μπλε», ο Βιάλι κατάφερε να αφήσει τη σφραγίδα του και εκεί, όπου ανέλαβε και το ρόλο παίκτη – προπονητή, μεγαλώνοντας με την φυσιογνωμία του τη δημοφιλία της Τσέλσι παγκοσμίως.

Οι δύο πλευρές βίωσαν μοναδικές καταστάσεις στην κοινή τους πορεία. Δείχνοντας τον σεβασμό ενός Ιταλού τζέντλεμαν, ο Βιάλι έμαθε τη γλώσσα και συχνά χάριζε απολαυστικές στιγμές στις συνεντεύξεις Τύπου, ακόμα και με τα λάθη του στους ιδιωματισμούς που διέφεραν βέβαια εντελώς από χώρα σε χώρα.

credit: Chelsea FC

Εκεί συνάντησε τον συμπατριώτη του Τζιανφράνκο Τζόλα και μαζί πανηγύρισαν το Κύπελλο Αγγλίας, το Κύπελλο Κυπελλούχων, καθώς και το Ευρωπαϊκό Super Cup.

Αλησμόνητη για τους φίλους της Τσέλσι παραμένει η ατάκα του Ρουντ Γκούλιτ για τον Βιάλι, όταν ο Ολλανδός τεχνικός σχολίασε τα 4 γκολ που πέτυχε, συμπεριλαμβανομένου του χατ- τρικ του Ιταλού επιθετικού μέσα σε μισή ώρα κόντρα στην Μπάρνσλεϊ, εκτός έδρας για το πρωτάθλημα της Premier League, τη σεζόν 1997-98.

«Δείχνει σε καλύτερη κατάσταση τώρα που… έκοψε και το τσιγάρο!»

«Δείχνει καλύτερα σε φυσική κατάσταση κι έχει κόψει και το τσιγάρο!». Τελικά, ο Βιάλι έμελλε να τον διαδεχτεί στον πάγκο μετά την αιφνίδια αποχώρησή του τον Φεβρουάριο του 1998 και να οδηγήσει τους Λονδρέζους, που θα τον λατρεύουν για πάντα μεταξύ άλλων και για την κατάκτηση του τότε Κυπέλλου Κυπελλούχων.

Και που βέβαια έδειχναν τη στήριξή τους στον αγαπημένο τους Ιταλό άλλοτε παίκτη και προπονητή τους, κατά τη διάρκεια της μάχης του με τον καρκίνο.

credit: Chelsea FC

Ο θρυλικός Τζιανλούκα Βιάλι είχε γράψει βιβλίο για τις διαφορές στο ποδόσφαιρο ανάμεσα σε Αγγλία και Ιταλία, που κυκλοφόρησε το 2006, με τίτλο «The Italian Job: A Journey to the Heart of Two Great Footballing Cultures», με τη συμβολή του στενού του φίλου και έγκριτου αθλητικογράφου, Gabriele Marcotti. Γραμμένο σε μια περίοδο δυόμισι ετών από τον Νοέμβριο του 2003 έως τις αρχές του 2006, το βιβλίο συζητά τις διαφορές μεταξύ του αγγλικού και του ιταλικού ποδοσφαίρου.

Μάλιστα είχε αποφασίσει να δωρίζει τα έσοδα του βιβλίου στο «Fondazione Vialli e Mauro per la ricerca e lo sport», το οποίο είναι ένα φιλανθρωπικό ίδρυμα που ίδρυσε μαζί με τον πρώην παίκτη Μάσιμο Μάουρο προκειμένου να συγκεντρώσει κεφάλαια για έρευνα πάνω στον καρκίνο.

 

 

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News