Βασίλης Χατζηπαναγής: Πως θα ήταν το ελληνικό ποδόσφαιρο αν είχε παίξει σε Ολυμπιακό και Εθνική ομάδα

Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία τον θυμάστε. Δεν χρειάζονται επιχειρήματα για να σας πείσουμε. Οι νεότεροι πιστέψτε χωρίς δεύτερη σκέψη ό,τι κι αν σας πουν γι’ αυτόν. Ναι, ο Βασίλης Χατζηπαναγής ήταν ποδοσφαιριστής με ποιότητα εφάμιλλη του Ντιέγκο Μαραντόνα!

Δεν είναι υπερβολή, δεν είναι εθνικιστική κορώνα. Παίκτης με τα τεχνικά χαρακτηριστικά του «Βάσια» δεν έχει περάσει άλλος από τα μέρη μας, από καταβολής ποδοσφαίρου και αμφιβάλλουμε αν θα δούμε αντίστοιχο στο μέλλον. Και είναι πραγματικά κρίμα, που αυτός ο τεράστιος παίκτης δεν έδωσε τα ρεσιτάλ του στα γήπεδα της Ευρώπης και όλου του κόσμου.

Μια ζωή Ηρακλής

Ο Χατζηπαναγής ήρθε στην Ελλάδα το Νοέμβριο του 1975 για λογαριασμό του Ηρακλή, παρά το στενό πρέσινγκ του Ολυμπιακού. Δεν έφυγε ποτέ από τους «κυανόλευκους», αφ’ ενός γιατί την εποχή του υπήρχε ένα ιδιόμορφο καθεστώς με πενταετίες, οχταετίες και δωδεκαετίας, που έδιναν στις ομάδες την εξουσία να «καρφώνουν το δελτίο στο ταβάνι», όπως όριζε η δημοφιλής φράση των χρόνων λίγο πριν και λίγο μετά από την έναρξη του επαγγελματικού ποδοσφαίρου.

Αφ’ ετέρου δεν έφυγε από τον Ηρακλή και επειδή αγάπησε και αγαπήθηκε από τους ανθρώπους του, σε σημείο ο «γηραιός» να κατεβάζει ορδές φιλάθλων σε κάθε εκτός έδρας παιχνίδι του, τις εποχές που κοιτούσε στα μάτια τις μεγάλες ομάδες και – σύμφωνα με τους οπαδούς του – στερήθηκε τίτλων λόγω της παρασκηνιακής του αδυναμίας.

Σαν σήμερα το στοιχειωμένο φιλικό με την Πολωνία

Ο Βάσια σαν σήμερα, στις 6 Μαΐου 1976, αγωνίστηκε για μία και μοναδική φορά με τη γαλανόλευκη φανέλα σε φιλικό παιχνίδι με την Πολωνία στο γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας. Από εκεί και έπειτα, η FIFA έβαλε «στοπ» στη διεθνή καριέρα του με τα ελληνικά χρώματα επειδή είχε αγωνιστεί με την ολυμπιακή ομάδα της Σοβιετικής Ένωσης. 

Ξαναφόρεσε το εθνόσημο σε ένα φιλικό προς τιμήν του το 1999 με αντίπαλο την Γκάνα, στο σπίτι του, το Καυτανζόγλειο. Εκεί όπου έκλεισε και την καριέρα του κόντρα στο 0-0 με τη Βαλένθια στο πρώτο και τελευταίο παιχνίδι του σε ευρωπαϊκό θεσμό. Στη ρεβάνς εκείνου του αγώνα, ο προπονητής του Τέλης Μπατάκης δεν το χρησιμοποίησε, ο Ηρακλής ηττήθηκε με 2-0 στην παράταση και ο Βάσια έκλεισε πικραμένος στα 36 του την καριέρα του. 

Ο Χατζηπαναγής ολοκλήρωσε την ποδοσφαιρική του ιστορία με μία διεθνή συμμετοχή σε επίπεδο εθνικών ομάδων, μία στα ευρωπαϊκά κύπελλα και μία στη Μικτή Κόσμου!

Οξύμωρο έτσι; Ένας παίκτης που γίνεται συμπαίκτης των Μπεκενμπάουερ, Κίγκαν, Κέμπες και Ούγκο Σάντσες, να έχει ένα τόσο φτωχό βιογραφικό όσον αφορά τις διεθνείς περγαμηνές του. 

Τι θα συνέβαινε εάν ο Ολυμπιακός προλάβαινε τον Ηρακλή

Αν μπορούσαμε να γυρίσουμε το χρόνο πίσω και να επηρεάσουμε καταστάσεις και αποφάσεις, τότε πιθανόν σήμερα ένα αντίστοιχο αφιέρωμα να έκανε η Equipe, η Marca, η Gazzetta dello Sport και το BBC.

Αν ο άνθρωπος που έκλεισε τη μεταγραφή του στον Ηρακλή και μετέπειτα πρόεδρός του, Νίκος Ατματζίδης είχε ενδώσει στην προσφορά των 10 εκ. δραχμών του Νίκου Γουλανδρή και είχε δώσει το υπογεγραμμένο δελτίο του «μάγου» στον Ολυμπιακό, τότε η καριέρα του θα είχε διαγράψει άλλη πορεία. 

Ο Ολυμπιακός ήταν τότε πρωταθλητής, αλλά αποτυγχάνοντας να αποσπάσει το δελτίο του Χατζηπαναγή, φάνηκε σαν να έχασε και το μαγικό του άγγιγμα, αφού ακολούθησαν τέσσερα στείρα χρόνια με τροπαιούχους τους εξίσου ισχυρούς τότε ΠΑΟΚ, Παναθηναϊκό και ΑΕΚ (δις). 

Ο Ολυμπιακός της περιόδου 1979-84

Με τον Βάσια στη σύνθεσή τους οι «ερυθρόλευκοι» θα ήταν άλλη ομάδα. Ειδικά την εποχή 1979-1983 που είχαν πια ως αιχμή του δόρατος έναν δεινό σκόρερ, τον Νίκο Αναστόπουλο, το δίδυμο αυτό θα μπορούσε να μεγαλουργήσει στα ευρωπαϊκά κύπελλα.

Ο Ολυμπιακός εκείνης της περιόδου, είχε παίκτες-«μηχανάκια» στο κέντρο και μεσοεπιθετικά (Μητρόπουλος, Κουσουλάκης, Νόιμαν, Λεμονής, Άλμπερτσεν), άλλα έλειπε ο βιρτουόζος, αυτός που με μια μαγική ενέργεια θα ξεκλείδωνε της άμυνας, ακόμα και με απ’ ευθείας εκτελέσεις κόρνερ!

Ειδικά στην ομάδα του 1983-84 που απέκλεισε τον Άγιαξ και νίκησε την Μπενφίκα, υπερδυνάμεις της εποχής, θα μπορούσε να είναι ο μαέστρος που θα οδηγούσε τον Ολυμπιακό σε μια πολύ μεγάλη ευρωπαϊκή πορεία.

Και μέσω αυτών των αγώνων θα είχε ανοίξει σίγουρα η πόρτα για να μεταπηδήσει σε κάποιο πολύ μεγάλο κλαμπ της Ευρώπης, μολονότι εκείνα τα χρόνια οι ομάδες δικαιούνταν να έχουν μόλις δύο ξένους στο ρόστερ τους. Ενδιαφέρον υπήρχε για τον Βάσια είχαν εκδηλώσει ομάδες  όπως η Άρσεναλ, η Πόρτο, η Λάτσιο και η Στουτγκάρδη, αλλά ο Ηρακλής δεν ενέδωσε ποτέ.

Άλλη Εθνική με Χατζηπαναγή

Όσον για τη Εθνική Ελλάδας, ένα παίκτης σαν τον Χατζηπαναγή θα ήταν η προωθητική μηχανή της πολύ μεγάλης ομάδας που προκρίθηκε στα τελικά του Euro 1980 στις οχτώ καλύτερες ομάδες της Ευρώπης. Που είχε δύο τεράστιους επιθετικούς (Μαύρο και Αναστόπουλο) και κοιτούσε στα μάτια τη φιναλίστ του Παγκοσμίου Κυπέλλου, Ολλανδία και την πρωταθλήτρια Ευρώπης, Τσεχοσλοβακία.

Από την άλλη στη Σοβιετική Ένωση, αν και στη θέση του τον θεωρούσαν τον δεύτερο καλύτερο παίκτη πίσω από τον Όλεγκ Μπλαχίν, ήταν πολύ υπερήφανοι για τον δεχτούν πίσω, κι έτσι το παγκόσμιο ποδόσφαιρο στερήθηκε έναν τεράστιο παίκτη από τις μεγάλες διοργανώσεις.

Ο μάγος με τις μπούκλες από την Τασκένδη του Ουζμπεκιστάν με καταγωγή από την Πόλη και την Κύπρο, δεν θα μπορούσε να αισθανθεί πιο αδικημένος όσον αφορά την ποδοσφαιρική του εξέλιξη, αναλογιζόμενος τώτα πια στα 67 του χρόνια, τη ζωή που όρισαν οι Μοίρες γι’ αυτόν τη μέρα που γεννήθηκε. 

Το ίδιο άτυχος ήταν και στις επιχειρηματικές του δραστηριότητες, αφού ως καλοκάγαθος και ευκολόπιστος, έπεσε θύμα αετονύχηδων και έχασε περιουσίες.

Κανείς δεν τον ξέχασε στο Ουζμπεκιστάν

Αντί επιλόγου, θα σας παραθέσω μια προσωπική ιστορία που επιβεβαιώνει τη σφραγίδα που άφησε ο Βάσια στη χώρα που γεννήθηκε και τον ανέθρεψε μέχρι τα 21 του, όταν πήρε το τρένο της μεγάλης φυγής από την Τασκένδη και πάτησε το πόδι του στη μάνα πατρίδα. 

Το 2011 στο Ασιατικό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου στην Ντόχα, μετέχει και η εθνική ομάδα του Ουζμπεκιστάν. Στο τέλος μιας κοπιαστικής ημέρας, ένας ηλικιωμένος δημοσιογράφος στέκεται στη στάση μαζί με έναν νεότερο συμπατριώτη του και περιμένουν το ναυλωμένο για τους εκπροσώπους του Τύπου λεωφορείο να τους μεταφέρει πίσω στο ξενοδοχείο τους. 

Τους πλησιάζω να τους πω δύο κουβέντες για να νιώσουν πιο άνετα καθώς το λεωφορειάκι αργεί. Του ρωτώ από πού είναι και ο νεότερος απαντά λιτά «Ουζμπεκιστάν».

Ανταλλάσσουμε δύο κουβέντες και μόλις με ρωτά για τη δική μου καταγωγή, στο άκουσμα της λέξης «Ελλάδα», ο γηραιότερος, που δεν είχε μιλήσει μέχρι τότε αναφωνεί: «Ααα! Χατζηπαναγής!». Και με τα πολύ σπαστά αγγλικά του συμπληρώνει: «Τέτοιο παίκτη δεν έχω ξαναδεί στη ζωή μου!».

Ούτε εμείς…

 

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News