Συνέντευξη Βλάνταν Μιλόγεβιτς: «Ο Βαρδινογιάννης αγαπούσε τον Παναθηναϊκό σαν τη ζωή του»

Ο Βλάνταν Μιλόγεβιτς αφήνει στην άκρη τη φόρμα του προπονητή και φοράει ξανά τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια! – Ο Παναθηναϊκός του Βαρδινογιάννη, το θρυλικό δίδυμο με τον Μουφ στον ΠΑΣ Γιάννινα, η Καλαμάτα του Παπαδόπουλου, ο Ηρακλής του Μυτιληναίου!

«Πότε θα κολλήσουμε το δικό σου χαρτάκι στο άλμπουμ;»… «Άσε φίλε, αν δώσω συνέντευξη στην Ελλάδα θα πρέπει να μιλήσω περισσότερο ως προπονητής και δεν θέλω»… «Ποιος προπονητής; Εμείς τον ποδοσφαιριστή Μιλόγεβιτς θέλουμε. Εκείνον τον νεαρό Σέρβο που είχε έρθει στον ΠΑΣ Γιάννινα και τρέλαινε κόσμο ως δίδυμο με τον Ζντένκο Μουφ»…

Και κάπως έτσι κλείστηκε η συνέντευξη με έναν γνήσιο ποδοσφαιράνθρωπο που οι νεότεροι γνωρίζουν μόνο ως προπονητή, οι παλαιότεροι όμως θυμούνται πάνω απ’ όλα ως έναν από τους κορυφαίους ξένους κεντρικούς αμυντικούς που πέρασαν τη δεκαετία του ’90 από το ελληνικό ποδόσφαιρο. Διόλου τυχαίο που του αποδόθηκε το προσωνύμιο «ο βαλκάνιος Μπεκενμπάουερ»!

Ήταν καλοκαίρι του 1993 όταν ο Ντράγκαν Κοκότοβιτς έφερνε στα Γιάννινα ένα δίδυμο που αγαπήθηκε όσο λίγα από τον κόσμο του «Άγιαξ». Τι κι αν έμεινε παρέα μόνο για μία σεζόν στην ομάδα; Τι κι αν δεν έπαιξε ποτέ μαζί στα σαλόνια της Α’ Εθνικής; Βλάνταν Μιλόγεβιτς και Ζντένκο Μουφ άφησαν ανεξίτηλη τη σφραγίδα τους στη λίμνη!

Μετά ο καθένας πήρε το δρόμο του! Ο «Έλληνας» Βλάντο πέρασε δέκα ακόμη ολόκληρα ξεχωριστά χρόνια στα ελληνικά γήπεδα φορώντας διαδοχικά τη φανέλα της Καλαμάτας, του Απόλλωνα, του Παναθηναϊκού, του Ηρακλή και του Ακράτητου. Μια ιδιαίτερη διαδρομή με πολλές ξεχωριστές στιγμές για έναν κεντρικό αμυντικό που από μικρός έδειχνε ότι… έκρυβε έναν προπονητή μέσα του.

«Είπαμε για τον ποδοσφαιριστή θα μιλήσουμε»… «Ναι, μόνο για τον ποδοσφαιριστή. Στο δικό μας άλμπουμ οι ποδοσφαιριστές μας απασχολούν»…

Κι έτσι, μετά από την απαραίτητη… συνθηκολόγηση ο Βλάνταν Μιλόγεβιτς κάθισε στο σαλόνι του σπιτιού του στο Βελιγράδι, άνοιξε ένα προς ένα τα ξεχωριστά άλμπουμ που διατηρεί για καθεμιά από τις ελληνικές ομάδες που αγωνίστηκε και άρχισε να αφηγείται αναμνήσεις! Η ώρα να κολλήσει το δικό του χαρτάκι στο άλμπουμ των αναμνήσεων του sportday.gr, είχε μόλις φτάσει…

Βλάνταν, πως είχατε πάρει την απόφαση να έρθετε το καλοκαίρι του 1993 στην Ελλάδα; Γιατί δεν είχες έρθει μόνος σου…

Όπως γνωρίζετε εμείς στην Σερβία μετά τον πόλεμο το 1991 ζούσαμε δύσκολες καταστάσεις, ειδικά με το εμπάργκο. Ουσιαστικά όλοι ψάχναμε τρόπο να παίξουμε ποδόσφαιρο εκτός Σερβίας. Το 1993 λοιπόν, ήμουν στην Ράντνισκι με προπονητή τον Ντράγκαν Κοκότοβιτς. Τότε ήρθε η πρόταση του ΠΑΣ Γιάννινα, όπου πρόεδρος ήταν ο Κώστας Χρηστίδης και την αποδεχτήκαμε. Ήρθαμε μαζί με τον Κοκότοβιτς, αλλά και με τον Ζντέκο Μουφ.

«Όταν μου μίλησαν πρώτη φορά για τα Γιάννενα… δεν ήξερα καν που είναι η πόλη»

Τι γνώριζες για τον ΠΑΣ και τα Γιάννενα;

Δεν ήξερα καν που είναι η πόλη. Επίσης δεν γνώριζα ότι η ομάδα ήταν στην Β’ Εθνική. Δεν με ένοιαζε αυτό, με ένοιαζε να μην μείνω στη Σερβία. Όμως αποδείχτηκε ότι κάναμε εξαιρετική επιλογή, γιατί στα Γιάννενα πέρασα και περάσαμε όμορφες στιγμές. Είχαμε εξαιρετική πορεία και βγήκαμε 4οι και παρολίγο να ανέβουμε στην Α’ Εθνική.

Τι σου έκανε τότε μεγαλύτερη εντύπωση στα Γιάννενα;

Την προηγούμενη χρονιά πριν έρθουμε, ο ΠΑΣ πάλευε για να μείνει στην κατηγορία. Όταν ξεκινήσαμε εμείς, η έδρας μας ήταν τιμωρημένη και έπρεπε να παίξουμε σε ουδέτερα γήπεδα. Στο πρώτο παιχνίδι παίξαμε στα Γιαννιτσά, αλλά χάσαμε 2-0.

Βλάνταν Μιλόγεβιτς, Ντράγκαν Κοκότοβιτς και Ζντένκο Μουφ από την άφιξη των δύο παικτών στην Ελλάδα το καλοκαίρι του 1993.

Παίξαμε όμως φοβερό ποδόσφαιρο. Στο δεύτερο παιχνίδι, αντιμετωπίσαμε τον Χαραυγιακό στην Αθήνα και κερδίσαμε 0-7. Τότε μου είχε κάνει εντύπωση ο κόσμος. Παίζαμε στην Αθήνα και το γήπεδο ήταν γεμάτο με δικούς μας οπαδούς. Μου εξήγησαν τότε, ότι ο κόσμος του ΠΑΣ πάει παντού.

Οι οπαδοί του ΠΑΣ είναι γνωστοί για την αγάπη τους στην ομάδα.

Θα σου πω και ένα άλλο παιχνίδι. Παίζαμε πάλι σε ουδέτερο με την Προοδευτική στην Πρέβεζα. Αυτό το πράγμα που είχα τότε, με τον κόσμο να έχει γεμίσει κάθε γωνιά του γηπέδου και να μην υπάρχει ούτε ένα σημείο κενό δεν το είχα ξαναδεί. Αλλά ήταν και το άλλο. Στα Γιάννενα, ποτέ ο κόσμος δεν έβριζε την ομάδα. Χάναμε και μας χειροκροτούσαν. Πουθενά δεν είχα ξαναδεί τόση αγάπη. Φοβερή πόλη, φοβερός κόσμος. Δεν αφήνει την ομάδα με τίποτα.

Από τα Γιάννενα γιατί έφυγες;

Εγώ είχα συμβόλαιο για ένα χρόνο με τον ΠΑΣ. Τότε ο Κοκότοβιτς συμφώνησε με τον Σταύρο Παπαδόπουλο που είχε αναλάβει την Καλαμάτα και είχε όνειρο για να την ανεβάσει και με πήρε μαζί του. Καταφέραμε να φτιάξουμε μια καλή ομάδα και να πάρουμε την άνοδο για την Α’ Εθνική μαζί με τον Πανηλειακό.

«Δεν είχα ξαναδεί στην καριέρα μου προπονητικές εγκαταστάσεις σαν αυτές που είχαμε στην Καλαμάτα»

Ο Σταύρος Παπαδόπουλος έριξε πολλά λεφτά τότε στην ομάδα.

Ήταν ένας άνθρωπος που είχε ζήσει στο εξωτερικό για πολλά χρόνια και ήθελε να βοηθήσει την πόλη του. Είχε επενδύσει πολλά λεφτά στην ομάδα. Το προπονητικό κέντρο που είχαμε στην παραλία, ήταν απίστευτο. Δεν είχα ξαναδεί τέτοιες εγκαταστάσεις και φυσικά μπορούσαμε να κάνουμε τη δουλειά μας χωρίς προβλήματα. Ήμασταν στη Β’ Εθνική, αλλά ήμασταν καλύτεροι και από ομάδες της Α’ Εθνικής. Το μόνο που έπρεπε να κάνεις ήταν να παίζεις την μπάλα σου. Το γήπεδο ήταν γεμάτο, όλες οι συνθήκες ήταν εξαιρετικές.

Πρόλαβες να παίξεις με τον Χάγκαν;

Παίξαμε μαζί ναι και τον βρήκα και στον Ηρακλή. Εξαιρετικός παίκτης με ψυχή απίστευτη. Φαινόταν ότι θα κάνει καριέρα. Νομίζω ότι έχει μείνει στην Ελλάδα και ζει κάπου στη Θεσσαλονίκη.

Πες μου για τα ντέρμπι με τον Πανηλειακό.

Χαμός γινόταν. Οι δύο πόλεις, η Καλαμάτα και ο Πύργος είναι κοντά και πάντοτε τα μεταξύ τους παιχνίδια έχουν κάτι το διαφορετικό. Θυμάμαι πάντως πως σε ένα ματς με τον Πανηλειακό νικήσαμε 2-1 κι εγώ είχα βάλει το νικητήριο γκολ. Αξέχαστες στιγμές.

Κάποια στιγμή έφυγες από την Ελλάδα και γύρισες στη Σερβία.

Γύρισα στον Ερυθρό Αστέρα, αλλά παρά το γεγονός ότι ο Αστέρας είναι τεράστια ομάδα, πάλι δεν ήθελα να μείνω. Ήθελα να γυρίσω στην Ελλάδα και έτσι ήρθα στον Απόλλωνα, που με πήρε ως δανεικό από τον Αστέρα. Τότε ήταν που ο Απόλλωνας είχε πάρα πολύ καλή ομάδα. Μπορεί να είχαν φύγει ο Παθιακάκης, ο Ντέμης που είχε πάει στην ΑΕΚ, ο Κόλα για τον Παναθηναϊκό, αλλά ο Κώστας Αλαμάνος ήθελε να ξαναφτιάξει την ομάδα.

Προπονητής ποιος ήταν;

Ο Μπάμπης Τεννές, ο οποίος ήταν στο ξεκίνημά του ουσιαστικά και ήταν εξαιρετικός προπονητής. Τότε στην ομάδα ήταν ο Μπελά, ο Τζούμπα, ο Έρακ, ο Ντικουμέ, ο Βελέντζας… Πήγαμε πολύ καλά στο πρωτάθλημα γιατί ήμασταν όντως καλή ομάδα, καλό σύνολο.

Ο Παναθηναϊκός πως προέκυψε μετά;

Τελείωσε ο δανεισμός μου στον Απόλλωνα και ο Ερυθρός Αστέρας με ήθελε πίσω. Όμως όπως σου είπα και πριν, εγώ ήθελα να μείνω στην Ελλάδα. Την είχα αγαπήσει ήδη, ενώ τώρα την θεωρώ πατρίδα μου. Εδώ άλλωστε γεννήθηκαν και τα παιδιά μου και όλοι είμαστε Έλληνες. Ο Παναθηναϊκός λοιπόν με αγόρασε τότε από τον Αστέρα και έτσι ήρθα ξανά πίσω.

«Είμαι Έλληνας, ήθελα να παίξω στην εθνική ομάδα και θα είχα αγωνιστεί αν δεν έφευγε ο Ιορντανέσκου»

Είχες πάει στον Παναθηναϊκό εάν θυμάμαι καλά, τη χρονιά που δεν είχε βγει στην Ευρώπη.

Ναι ήταν τότε που μετά το ματς με τον ΟΦΗ δεν ήταν σε καλή κατάσταση η ομάδα. Τότε είχε και ο πρόεδρος πρόβλημα, γιατί είχε πεθάνει ο αδελφός του ο Θόδωρος και γενικά το κλίμα δεν ήταν καλό. Εμένα με επέλεξε ο Ζάετς, που ήταν τότε τεχνικός διευθυντής και προπονητής ήταν ο Βασίλης Δανιήλ, για αντικαταστάτη του Μαρίνου Ουζουνίδη που είχε φύγει. Είχαν φύγει επίσης Κολιτσιδάκης, Καλλιτζάκης, Δώνης και ήμουν ένας από τους αντικαταστάτες.

Γρήγορα όμως καταφέρατε να επιστρέψετε σε υψηλό επίπεδο.

Την πρώτη μου χρονιά βγήκαμε στο Champions League και μπήκαμε στους ομίλους της διοργάνωσης. Είχε έρθει ο Αλιόσα Ασάνοβιτς στην ομάδα. Παίξαμε στον προκριματικό με την Στεάουα και μετά μπήκαμε στον όμιλο με την Λάνς, την Διναμό Κιέβου και την Άρσεναλ.

Τι θυμάσαι από εκείνα τα παιχνίδια;

Παίξαμε θυμάμαι με τη Διναμό Κιέβου στη Νέα Φιλαδέλφεια, γιατί στο ΟΑΚΑ θα γίνονταν η συναυλία των Ρόλινγκ Στόουνς. Η Διναμό τότε είχε Σεφτσένκο και Ρεμπρόφ, αλλά κερδίσαμε 2-1. Μετά σε γεμάτο ΟΑΚΑ παίξαμε τη Λανς και κερδίσαμε με την κεφαλιά του Βόκολου. Βγήκαμε τότε δεύτεροι στον όμιλο πίσω από την Άρσεναλ.

Τότε ήταν και η εποχή που ο Ιορντανέσκου ως ομοσπονδιακός τεχνικός ήθελε να γίνεις Έλληνας;

Ναι τότε ήταν και μάλιστα το έμαθα στο ξενοδοχείο πριν τον αγώνα με την Άρσεναλ στο Λονδίνο. Ήρθε ο κ. Βαρδινογιάννης και μου λέει: “Βλάνταν ο Ιορντανέσκου θέλει να γίνεις Έλληνας για να σε πάρει στην Εθνική. Σε ενδιαφέρει”; Εγώ του απάντησα: “Είναι μεγάλη τιμή για μένα και φυσικά θέλω να γίνω”. Όμως μετά ο Ιορντανέσκου έφυγε από την Εθνική ομάδα και έτσι δεν προχώρησε το θέμα. Τότε ήμουν 28 χρονών.

Ο Βλάνταν Μιλόγεβιτς μπροστά στο… κάδρο των αναμνήσεων που έχει δημιουργήσει στο σπίτι του στο Βελιγράδι

Η συνέχεια στον Παναθηναϊκό πώς ήταν;

Έφυγε από την ομάδα ο Δανιήλ και ήρθε μετά πάλι ο Ρότσα. Τελικά δεν έμεινε και ήρθε ο Κυράστας και τότε ήταν που φτιάξαμε μια πολύ καλή ομάδα. Είχε έρθει ο Λυμπερόπουλος, ο Λαγωνικάκης, ο Κιάσσος, αλλά κυρίως ήταν οι παίκτες από τις ακαδημίες.

Ο Γκούμας, ο Καραγκούνης, ο Μπασινάς. Υπήρχαν φυσικά ο Βαζέχα, ο Αποστολάκης, ο Σαραβάκος που είχε γυρίσει και ξένοι όπως ο Πφλίπσεν. Ο Παναθηναϊκός τότε είχε ελληνικό στοιχείο. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτά τα παιδιά στέλεχωσαν την Εθνική Ελλάδος που έφτασε το 2004 στην κατάκτηση του Ευρωπαϊκού.

Γενικά για εκείνη την ομάδα του Κυράστα τι έχεις να πεις;

Παίξαμε μεγάλη μπάλα. Πραγματικά νιώθαμε ότι παίζουμε εξαιρετικά. Όλο το πρωτάθλημα τότε παιζόταν στα ντέρμπι ουσιαστικά, γιατί και ο Ολυμπιακός ήταν πολύ δυνατός. Θυμάμαι ότι είχαμε 3-4 παιχνίδια που ήμασταν ισόβαθμοι, αλλά χάσαμε στην Πάτρα από την Παναχαϊκή και δεν μπορέσαμε να φτάσουμε στην κατάκτηση του πρωταθλήματος.

«Το μυστικό του Παναθηναϊκού του Κυράστα ήταν ότι στηριζόταν σε Έλληνες. Ακόμη κι εγώ με τον Βαζέχα και τον Βάντσικ Έλληνες νιώθαμε»

Ο Κυράστας ήταν το “μυστικό” εκείνης της ομάδας;

Όλοι αγαπήσαμε τον Κυράστα. Ήταν σοβαρός προπονητής, γνώστης του αντικειμένου, αυστηρός, αλλά και δίκαιος. Πάντως το μεγάλο μυστικό ήταν ότι η ομάδα είχε ελληνικό στοιχείο. Ακόμα κι εγώ με τον Βαζέχα και τον Βάντσικ νιώθαμε και ήμασταν Έλληνες. Τότε πηγαίναμε στο ξενοδοχείο και μαζευόμασταν δέκα παίκτες σε ένα δωμάτιο. Ήμασταν όλοι μαζί.

Ο Βλάνταν Μιλόγεβιτς μαζί με Έρικ Μίκλαντ και Γιάννη Γκούμα σε αναμέτρηση με τον Πανηλειακό, τον Αύγουστο του 1998.

Ο Βαρδινογιάννης πως ήταν ως πρόεδρος;

Αγαπούσε την ομάδα σαν τη ζωή του. Μας παρείχε τα πάντα για να μπορούμε να δουλέψουμε. Η ομάδα λειτουργούσε υποδειγματικά και είχε αρχή μέση και τέλος. Μπορεί να μην τον βλέπαμε πολύ, γιατί στην καθημερινότητα ήταν ο κ. Μάνος Μαυροκουκουλάκης, αλλά όταν ερχόταν στην προπόνηση καταλαβαίναμε ότι κάτι δεν πάει καλά. Βέβαια στο Champions League ήταν πάντα μαζί μας στα ταξίδια. Άλλωστε οι πορείες μας στην Ευρώπη ήταν πάντοτε ξεχωριστές και ο κόσμος το αναγνώριζε αυτό. Αναγνώριζε τις προσπάθειές μας.

Πάμε τώρα στην εποχή του Ηρακλή.

Τότε είχε αναλάβει την ομάδα ο Μυτιληναίος και είχε πάρει ως προπονητή τον Κυράστα. Ο Γιάννης με ήξερε από τον Παναθηναϊκό φυσικά και με πήρε στην ομάδα. Τότε ήταν που ξαναβρήκα και τον Χάγκαν. Ο Μυτιληναίος μπήκε δυναμικά και είχε επενδύσει πολλά χρήματα στην ομάδα. Είχε φτιάξει ένα εκπληκτικό προπονητικό κέντρο στη Μίκρα και είχε φέρει καλούς παίκτες. Στολτίδης, Κωνσταντίνου, Χάγκαν, ο Ράνκε. Αλλά ήταν δύσκολο να πάρουμε τίτλο από τις ομάδες της Αθήνας. Πάντως εκείνος ο Ηρακλής άξιζε να είναι στην 5άδα.

«Ο Μυτιληναίος κατάλαβε ότι στο ποδόσφαιρο δεν αρκούν οι επενδύσεις για να τα καταφέρεις. Στεναχωρήθηκε και έφυγε…»

Βγήκατε και στην Ευρώπη.

Ναι παίξαμε με την Καϊζερσλάουτερν. Ο Μυτιληναίος έχει κάνει τα πάντα για την ομάδα, αλλά δεν ήταν άνθρωπος που ζούσε από το ποδόσφαιρο και δεν είχε εμπειρία. Στεναχωρήθηκε γιατί είχε επενδύσει, αλλά αυτό από μόνο του δεν είναι εγγύηση ότι θα τα καταφέρεις. Δεν είναι όπως στο πόλο ή στο βόλλει που με 5 παίκτες παίρνεις το πρωτάθλημα.

Δεν είχαμε και το Καυτανζόγλειο τότε που είχε κλείσει για να φτιαχτεί για τους Ολυμπιακούς αγώνες. Οι φίλαθλοι ίσως περίμεναν να πάρουμε το Champions League αλλά ο Μυτιληναίος κουράστηκε γιατί αλλιώς τα περίμενε και έφυγε από την ομάδα. Σαν άνθρωπος είναι εξαιρετικός και είμαι χαρούμενος που συνεργάστηκα μαζί του.

Στον Ηρακλή πάντως έγινες Έλληνας και τυπικά.

Ναι το 2001. Όλη μου η ποδοσφαιρική καριέρα είναι στην Ελλάδα. Οπότε ήταν δεδομένο πως θα γίνω Έλληνας. Ήμουν ήδη πολλά χρόνια στην Ελλάδα, ενώ πλέον του χρόνου θα συμπληρώσω 30 χρόνια εδώ. Άλλωστε και το δίπλωμα “UEFA Pro” που έχω, το έχω πάρει από την σχολή της ΕΠΟ. Πάντοτε ήθελα να ασχοληθώ με την προπονητική μόλις τελειώσω το ποδόσφαιρο και φοίτησα στη σχολή μαζί με τον Δώνη, τον Ουζουνίδη, τον Κωφίδη, τον Νιόμπλια, τον Μπάντοβιτς, τον Παντελίδη. Είχαμε και έχουμε καλές σχέσεις και ακόμα και τώρα τις κρατάμε.

Την καριέρα σου την έκλεισες το 2004.

Ναι έπαιξα και έναν χρόνο στον Ακράτητο και στη συνέχεια γύρισα στον Απόλλωνα, όπου και αποφάσισα να σταματήσω το ποδόσφαιρο.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News