Συνέντευξη Νίκος Νιόπλιας: «Βλέπω τ' όνομά μου με Κούδα, Δομάζο, Μαύρο και... ψηλώνω δέκα πόντους!»

Sportday.gr

Ο Νίκος Νιόπλιας, o πρώτος σύγχρονος… παίκτης-κομπιούτερ των ελληνικών γηπέδων, μιλάει για τη σπουδαία καριέρα του, τον ΟΦΗ, τον Παναθηναϊκό και θυμάται τη μονομαχία του με τον… απροπόνητο Ντιέγκο Μαραντόνα στο Μουντιάλ του 1994.

Ήταν μέσα της δεκαετίας του ’80, όταν εμφανίστηκαν και στην ελληνική αγορά οι πρώτοι υπολογιστές και οι πρώτες παιχνιδομηχανές… οικιακής κατανάλωσης, γράφοντας τον πρόλογο για νέας εποχής για την ανθρωπότητα.  Ο Spectrum, ο Amstrad, ο Amiga…

Στα ελληνικά γήπεδα, ωστόσο, το πρώτο… κομπιούτερ νέας τεχνολογίας είχε κάνει την εμφάνισή του αρκετά νωρίτερα και από το 1983 μετέτρεψε τον «βασιλιά των σπορ» σε… επιστήμη! Γιατί η ταχύτητα σκέψης του Νίκου Νιόπλια και η κατανόηση όσων συνέβαιναν κατά τη διάρκεια μιας ποδοσφαιρικής αναμέτρησης ήταν απλά… πολύ μπροστά από την εποχή του!

Ένας ποδοσφαιρικός… υπολογιστής σε συσκευασία ανθρώπινου σώματος που μπορούσε να «διαβάζει» καλύτερα από τον καθένα το παιχνίδι συμπαικτών και αντιπάλων, που ήταν σε θέση να «ξεκλειδώνει» με μια κίνηση ή μια απλή μεταβίβαση της μπάλας ακόμη και τις πιο «κλειστές άμυνες» και που προκαλούσε τρόμο και θαυμασμό στους αντιπάλους του όχι με τον σωματότυπό του, αλλά με το ποδοσφαιρικό του IQ!

Για τον Νίκο Νιόπλια το ποδόσφαιρο αποτελούσε πάντα μια λεπτή γραμμή στην οποία η χαρά και η απόλαυση συναντούσαν την επιστήμη και την εξέλιξη. Γι’ αυτό κι από μικρή ηλικία φρόντιζε πάντα να «ρουφά» γνώση και εμπειρίες απ’ όποιον προπονητή συνεργάστηκε, έχοντας βέβαια την ευλογία να θητεύσει ποδοσφαιρικά επί σειρά ετών δίπλα στον σπουδαίο Ευγένιο Γκέραρντ.

Και μπορεί ο προπονητής Νιόπλιας να αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ποδοσφαιρικής μας καθημερινότητας μετά το 2010 (όταν και είχε οδηγήσει τον Παναθηναϊκό στην ιστορική κατάκτηση του τελευταίου πρωταθλήματος των «πρασίνων»), ωστόσο η αφήγηση της ιστορίας του ποδοσφαιριστή Νιόπλια είναι εκείνη που θα πρέπει να αποτελεί… εκπαιδευτικό εγχειρίδιο για κάθε νέο παιδί που θέλει να κυνηγήσει τα όνειρά του στον σκληρό, απαιτητικό με πάνω απ’ όλα σαγηνευτικό κόσμο του «βασιλιά των σπορ».

Ο… μπαλαδόρος Νίκος Νιόπλιας, ο πρώτος… ποδοσφαιρικός υπολογιστής νέας τεχνολογίας που έκανε την εμφάνισή του στα ελληνικά γήπεδα, κολλάει το δικό του χαρτάκι στο άλμπουμ των αναμνήσεων του sportday.gr και είναι – όπως πάντα – απολαυστικός!

Photo Credits: Στέφανος Ραπάνης

Κύριε Νιόπλια, γεννηθήκατε στην Μακεδονία, αλλά ουσιαστικά έχετε ζήσει ως… Κρητικός.

Είχα πολύ καλά παιδικά χρόνια. Γεννήθηκα στην Γαλατινή Κοζάνης, που ήταν ένα πλούσιο χωριό, λόγω του εμπόριου γούνας και από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, έπαιζα ποδόσφαιρο. Στο χωριό είχαμε δύο παίκτες, τον Τζίμη και τον Αλέξη Αλεξίου, οι οποίοι ήδη είχαν κάνει καριέρα και θέλαμε να τους ακολουθήσουμε κι εμείς. Τα καλοκαίρια μας ειδικά, παίζαμε όλη μέρα μπάλα.

Εκεί παίξατε και πρώτη φορά ποδόσφαιρο σε ομάδα.

Ναι στην τοπική ομάδα, που είχε πάντοτε ως βάση της τους ντόπιους παίκτες. Όνειρό μας ήταν να παίξουμε και σε μεγάλες ομάδες και ήμασταν πάντοτε πιο κοντά με τις ομάδες της Θεσσαλονίκης. Ήταν καλά χρόνια και είχαμε φτάσει την ομάδα του χωριού μέχρι και την Δ’ Εθνική.

«Τυλίξαμε με τον αδελφό μου σε μια εφημερίδα τα λεφτά που μας έδωσε ο ΟΦΗ και τα πήγαμε πίσω στο χωριό να τα δώσουμε στην ομάδα μου για να πάρω μεταγραφή!»

Ο ΟΦΗ και η Κρήτη πως προέκυψαν;

Είχε πάει ο αδελφός μου ο Ζήσης στην Κρήτη για σπουδές και αυτός είχε ήδη πάει και στον ΟΦΗ για να παίξει ποδόσφαιρο. Έλεγε στους ανθρώπους της ομάδας ότι έχει έναν αδελφό που είναι καλός και αυτοί του έλεγαν να κατέβω να δοκιμαστώ. Μάλιστα το σχολείο μου ήταν να πάει πενταήμερη στην Κρήτη και τότε θα με δοκίμαζαν, όμως από την ομάδα του χωριού, μου ζήτησαν να μείνω και να μην πάω, γιατί είχαμε Κυριακή-Τετάρτη-Κυριακή κρίσιμα παιχνίδια για το τοπικό πρωτάθλημα. Τελικά έμεινα πίσω και δεν πήγα στην Κρήτη και θυμάμαι ότι σε εκείνα τα παιχνίδια είχα βάλει 3, 2, και 2 γκολ αντίστοιχα. Σε τρία ματς 7 γκολ.

Τελικά στον ΟΦΗ πως πήγατε;

Το καλοκαίρι κατέβηκα για διακοπές, για να δω τον αδελφό μου. Τότε ο ΟΦΗ έκανε δοκιμαστικά για νέα παιδιά στο γήπεδο του Ηροδότου. Πήγα λοιπόν στα δοκιμαστικά και εντελώς τυχαία εκεί έκανε προπόνηση και ο Εργοτέλης, ο οποίος θα έπαιζε με την Άρτα στην Αθήνα στον τελικό των ερασιτεχνών. Το πρώτο μέρος της προπόνησης έγινε στο μισό γήπεδο και το δεύτερο μέρος ήταν φιλικό με τον Εργοτέλη. Εγώ πήγα πολύ καλά και άρχισαν κάποιοι να ρωτάνε ποιος είναι αυτός ο μικρός. “Ο αδελφός του Ζήση”, ήταν η απάντηση που έπαιρναν. Στο τέλος μου ζήτησαν να πάω την επόμενη μέρα στην προπόνηση και με πήγε ο αδελφός μου στο Τυμπάκι. Οι άνθρωποι του ΟΦΗ αμέσως μου είπαν ότι θα με κρατήσουν στην Κρήτη και θα έκαναν ότι πρέπει για να πάρουν το δελτίο μου.

Φαντάζομαι ότι έγινε εύκολα η μεταγραφή.

Μου έδωσαν τότε 650.000 δραχμές για να τις πάω στην ομάδα μου και να πάρω το δελτίο μου. Θυμάμαι ότι με τον αδελφό μου είχαμε τυλίξει τα λεφτά σε μια εφημερίδα για να τα πάμε στο χωριό. Πάντως τότε με ήθελαν και ομάδες από τη Βόρειο Ελλάδα. Μάλιστα ο τότε πρόεδρος του Πιερικού, που είχε μια μπουάτ στην Πλάκα, με ήθελε στην ομάδα του. Όταν του είπα όμως ότι θα πάω στον ΟΦΗ, μου είπε: “Να πας στην ομάδα του αδελφού μου του Θόδωρου”.

Ιστορική φωτογραφία του 18χρονου Νίκου Νιόπλια από αναμέτρηση Πανιωνίου – ΟΦΗ στη Νέα Σμύρνη, τον Οκτώβριο του 1983.

Ήταν φίλος με τον Θόδωρο Βαρδινογιάννη;

Ναι ήταν φίλοι και γι’ αυτό μου είπε έτσι. Πάντως είχα περάσει κι εγώ στο ΤΕΙ Δομικών στο Ηράκλειο το 1983, αλλά τελικά δεν πήγα ποτέ (γέλια).

Φαντάζομαι τα συναισθήματά σας τότε, όταν βρεθήκατε στον ΟΦΗ.

Ζούσα ένα όνειρο. Βρέθηκα σε μια ομάδα, με προπονητή τον Σάνον, που λειτουργούσε υποδειγματικά. Ξεκίνησα με τον Σάνον και την επόμενη χρονιά με προπονητή τον Πετρόπουλο, είχα 30 συμμετοχές σε 30 ματς. Έπαιξα και στην Εθνική Νέων και μάλιστα φτάσαμε μέχρι και τε τελικά της Ευρώπης.

Όλα άλλαξαν όταν ανέλαβε την ομάδα ο Γκέραρντ.

Τα πάντα άλλαξαν τότε. Ο Ολλανδός έφερε έναν άλλο τρόπο σκέψης, άλλη νοοτροπία. Άρχισε σιγά σιγά να χτίζει μια ομάδα με πνεύμα νικητή και αρχίζαμε να πιστεύουμε στους εαυτούς μας. Μας δίδαξε να έχουμε υπομονή και να προσπαθούμε πάντα για το καλύτερο. Κάπως έτσι φτάσαμε να είμαστε δεύτεροι στο πρωτάθλημα και να παίζουμε ντέρμπι κορυφής με τον Παναθηναϊκό στο ΟΑΚΑ με 70.000 κόσμο. Τελικά μείναμε δεύτεροι και βγήκαμε στην Ευρώπη.

Ζήσατε και τη μεγάλη στιγμή με την κατάκτηση του κυπέλλου Ελλάδος.

Οι τίτλοι είναι πάντοτε αυτοί που μένουν. Ήταν η μεγαλύτερη στιγμή της ομάδας. Πήραμε τον τίτλο και παίξαμε στην Ευρώπη. Κάναμε μια πολύ καλή πορεία με αντιπάλους την Ρέικιαβικ, την Φερεντσβάρος και την Οσέρ.

«Ο Θόδωρος Βαρδινογιάννης ζούσε και ανέπνεε για τον ΟΦΗ. Μπορεί τον κόσμο να τον πείραζαν αυτά που λέγονταν για τη σχέση με τον Παναθηναϊκό, αλλά εμάς τους παίκτες δεν μας πείραζαν καθόλου»

Μιας και αναφερθήκατε στο ντέρμπι κορυφής με τον Παναθηναϊκό, εσείς οι παίκτες του ΟΦΗ, πως βλέπατε όλα αυτά τα σχόλια από τους αντιπάλους για τις σχέσεις των δύο ομάδων;

Εμείς γνωρίζαμε μόνο τον Θόδωρο Βαρδινογιάννη που ζούσε και ανέπνεε για τον ΟΦΗ. Μπορεί τον κόσμο να τον πείραζαν αυτά που λέγονταν για τη σχέση με τον Παναθηναϊκό, αλλά εμάς τους παίκτες δεν μας πείραζαν καθόλου. Εμείς ήμασταν σε μια ομάδα που λειτουργούσε άψογα, χωρίς οικονομικά προβλήματα και πραγματικά ευχαριστιόμασταν να ήμαστε στις τάξεις της.

Αυτός ήταν ο λόγος που μείνατε δέκα χρόνια και δεν φύγατε νωρίτερα;

Κοίτα για την ακρίβεια, αρκετές φορές έφτασα κοντά στο να φύγω, όμως τελικά πάντα κάποιος άλλος έφευγε και εγώ έμενα πίσω (γέλια). Δεν είχα παράπονο όμως. Έπαιζα και έφτασα να είμαι αρχηγός στην ομάδα. Όταν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, έφυγα κι εγώ για τον Παναθηναϊκό.

«Δεν μπόρεσα να ευχαριστηθώ όσο ήθελα την τριετία μου στον Παναθηναϊκό, λόγω του τραυματισμού μου»

Πήγατε στον Παναθηναϊκό την κατάλληλη στιγμή.

Πραγματικά με το του πήγα στον Παναθηναϊκό, πήραμε και το πρωτάθλημα, κάναμε την φανταστική πορεία στην Ευρώπη και εγώ ήμουν στην Εθνική ομάδα που πήγε στο Μουντιάλ των ΗΠΑ. Ήταν μια καταπληκτική τριετία, την οποία όμως δεν μπόρεσα να ευχαριστηθώ όσο ήθελα, γιατί είχα και τον τραυματισμό μου.

Ο κυπελλούχος Παναθηναϊκός του 1995 σε παράταξη πριν από την έναρξη του τελικού με την ΑΕΚ: Καλιτζάκης, Βάντσικ, Καπουράνης, Ουζουνίδης, Βαζέχα, Γεωργιάδης, Δώνης, Μάρκος, Νιόπλιας, Αποστολάκης, Μπορέλι.

Είχατε χτυπήσει στους κοιλιακούς και ουσιαστικά χάσατε την πορεία μέχρι τους “4” του Champions League.

Εκείνη τη χρονιά πραγματικά έπαιζα παντού. Ο Μπορέλι είχε φύγει για να πάει στο Copa America, με αποτέλεσμα να παίζω σε όλα τα φιλικά και φυσικά τα επίσημα μετά. Ένιωθα κουρασμένος και τελικά αυτό μου βγήκε στους κοιλιακούς. Αναγκαστικά μπήκα για εγχείρηση με αποτέλεσμα να μην μπορέσω να προσφέρω αυτά που μπορούσα.

Αν σας ρωτούσα λοιπόν για τις αναμνήσεις σας από εκείνη την περίοδο;

Εγώ θα σταθώ περισσότερο στην προηγούμενη χρονιά και στις αναμετρήσεις με την Μπριζ. Μου έχουν μείνει στην μνήμη, γιατί θεωρώ ότι αν περνούσαμε τότε, θα πηγαίναμε και πολύ ψηλά στην διοργάνωση. Κάναμε καταπληκτικές εμφανίσεις και ουσιαστικά ήταν αδικία το ότι δεν περάσαμε. Είχαμε πολύ καλή ομάδα και σκέψου ότι ξένοι ήταν μόνο ο Βάντσικ, ο Βαζέχα και ο Μπορέλι. Ουσιαστικά οι δύο πρώτοι είχαν γίνει Έλληνες. Από κοντά ήταν και τα νέα παιδιά. Ο Δώνης, ο Αλεξούδης, ο Μαραγκός, ο Λούης Χριστοδούλου.

«Το μεγάλο πρόβλημα της εθνικής στο Μουντιάλ του 1994 ήταν η ανοργανωσιά, όχι τα τραπέζια των ομογενών»

Αναφερθήκατε νωρίτερα και στην συμμετοχή με την Εθνική στο Μουντιάλ. Πως ήταν εκείνη η εμπειρία και γιατί δεν πήγε καλά η ομάδα;

Είχαμε καλή ομάδα και αυτό είχε φανεί στα προκριματικά, όπου ήμασταν η πρώτη ομάδα που εξασφάλισε την πρόκρισή της. Όμως στην Αμερική πήγαμε εντελώς ανοργάνωτοι. Κατ’ αρχήν πήγαμε 40 μέρες πιο μπροστά, χωρίς να υπάρχει λόγος. Η ανοργανωσιά είχε ως αποτέλεσμα να μην είναι κοντά τα γήπεδα και τα προπονητικά κέντρα και να χάνουμε πολύ χρόνο. Όλο αυτό δημιούργησε και προβλήματα και το κλίμα όντως δεν ήταν καλό.

Τώρα το ότι πήγαμε και σε 2-3 τραπέζια που μας έκαναν οι ομογενείς, δεν ήταν αυτό το πρόβλημα. Ίσα ίσα που μας έδινε την ευκαιρία να ξεσκάσουμε. Άλλωστε και οι Ιταλοί πήγαν στην δική τους παροικία. Το μεγάλο πρόβλημα ήταν η ανοργανωσιά. Όμως όλο αυτό με βοήθησε εμένα, όταν έγινε προπονητής.

Σας έκανε να λειτουργείτε πιο οργανωμένα δηλαδή;

Φυσικά. Είχα εντοπίσει τα λάθη που είχαν γίνει τότε στην Αμερική και δεν ήθελα να κάνω τα ίδια στους παίκτες μου.

«Στην Αμερική μαθαίναμε ότι ο Μαραντόνα δεν έκανε ούτε προπόνηση με την εθνική Αργεντινής»

Να σταθούμε όμως και στην πορεία που κάναμε στην Αμερική.

Παίξαμε με την Αργεντινή του Μαραντόνα και αυτή ήταν από μόνη της μια εμπειρία. Τότε μαθαίναμε ότι ο Μαραντόνα δεν κάνει ούτε προπόνηση με την εθνική του, όμως ο σεβασμός που του έδειχναν όλοι στην ομάδα ήταν εντυπωσιακός.

Ο Νίκος Νιόπλιας με αντίπαλο τον θρυλικό Ντιέγκο Μαραντόνα, στο πρώτο παιχνίδι που έδωσε η εθνική μας ομάδα ποδοσφαίρου σε τελική φάση Παγκοσμίου Κυπέλλου, το 1994 στις ΗΠΑ με αντίπαλο την Αργεντινή.

Χάσαμε το ματς και στη συνέχεια παίξαμε με τη Βουλγαρία. Την Βουλγαρία την είχαμε κερδίσει σε φιλικό και πιστεύαμε ότι θα πάρουμε το ματς. Όμως δεν πήγαν καλά τα πράγματα και τότε η Βουλγαρία ήταν πραγματικά μια μεγάλη ομάδα. Η Νιγηρία επίσης είχε πολύ καλό συγκρότημα και ουσιαστικά είχε παίκτες που τα επόμενα χρόνια έπαιξαν σε μεγάλες ομάδες.

Εσείς τους ξέρατε από τότε όμως, γιατί είναι γνωστή η αγάπη σας για το διεθνές ποδόσφαιρο.

Από μικρός μου άρεσε να παρακολουθώ τα πάντα και μου άρεσε να αγοράζω τα πάντα. Και δεν εννοώ μόνο τα χαρτάκια, αλλά οτιδήποτε είχε σχέση με το διεθνές ποδόσφαιρο.

«Ουσιαστικά από τις μεγάλες στιγμές του ελληνικού ποδοσφαίρου έλλειψα είτε ως παίκτης είτε ως προπονητής μόνο από το 2004!»

Μετά τον Παναθηναϊκό γυρίσατε στον ΟΦΗ και κλείσατε την καριέρα σας στη Χαλκηδόνα.

Έπαιξα μέχρι το 2002 και συνολικά κατέγραψα 513 ματς και 74 γκολ. Έμεινα δεύτερος στη λίστα πίσω από τον Δομάζο και μπροστά από Κούδα και Μαύρο. Πραγματικά όταν βλέπω το όνομά μου ανάμεσα σε αυτούς τους παίκτες, νιώθω ότι ψηλώνω ακόμα δέκα πόντους. Εάν δεν είχα τους τραυματισμούς, τον χιαστό και τους κοιλιακούς, θα είχα καταφέρει να περάσω στην πρώτη θέση, καθώς έπαιζα γεμάτες χρονιές.

Μόλις σταματήσατε την καριέρα σας ως παίκτης, ακολούθησε αυτή του προπονητή.

Αμέσως μετά το τέλος της καριέρας μου, πήρα το δίπλωμά μου και μόλις τελείωσα, ήρθε η πρόταση για να αναλάβω την Εθνική Νεών. Το 2005 μάλιστα περάσαμε στον Elite Round και παίξαμε με την Γαλλία που είχε τερματοφύλακα τον Γιορίς. Τότε βγήκαμε 4οι πίσω από Σερβία, Γερμανία και Ιρλανδία, αλλά επειδή ήταν μονή χρονιά, δεν πήραμε την πρόκριση για το Παγκόσμιο. Το ίδιο έγινε και το 2007 όταν παίξαμε στον τελικό με την Ισπανία, όπου και πάλι ήταν μονή χρονιά.

Γενικά στις μεγάλες στιγμές του ελληνικού ποδοσφαίρου, ήσασταν παρών, είτε ως παίκτης, είτε ως προπονητής.

Ισχύει αυτό. Έπαιξα τελικό ως παίκτης με την Ελπίδων και το ίδιο έκανα ως προπονητής. Πήρα πρωτάθλημα ως παίκτης, αλλά και ως προπονητής. Το ίδιο και με το κύπελλο. Ήμουν στο Μουντιάλ του 1994. Ουσιαστικά από τις μεγάλες στιγμές του ελληνικού ποδοσφαίρου, έλειψα μόνο από το 2004.

«Η μεγάλη διαφορά του Νίνη από Παπασταθόπουλο, Μήτρογλου και Χριστοδουλόπουλο»

Ως προπονητής της Ελπίδων, συνεργαστήκατε και αναδείξατε παίκτες που έκαναν καριέρα. Πρόσφατες μάλιστα είναι και οι δηλώσεις του Σωκράτη Παπασταθόπουλου για εσάς.

Είχα την τύχη να έχω στην ομάδα παιδιά που έπαιζαν σαν άνδρες. Ο Σωκράτης ήταν έναν τέτοιο παιδί, που έπαιζε με μεγάλη ωριμότητα για την ηλικία του. Το ίδιο και ο Μήτρογλου, ο οποίος από μικρός είχε ένα τεράστιο προσόν. Δεν τον ενδιέφερε ο αντίπαλος και δεν το έπαιρνε ποτέ από κάτω. Ότι και να γίνονταν στο παιχνίδι, περίμενε τη στιγμή του και πάντοτε του ερχόταν. Νωρίτερα αυτό το είχα δει και στον  Λάζαρο Χριστοδουλόπουλο, ο οποίος ήταν στέλεχος της ομάδας το 2005. Αυτά τα παιδιά είχαν ταλέντο αλλά και ωριμότητα. Για παράδειγμα, μεγάλο ταλέντο ήταν και ο Νίνης, όμως έβλεπε ότι μέσα στο ματς, εάν δεν πήγαιναν καλά τα πράγματα γι’ αυτόν, χαλούσε η ψυχολογία του. Οι άλλοι όμως δεν ήταν έτσι.

Εσείς αλλάξατε θέση και στον Σιόβα.

Ο Δημήτρης έπαιζε ως 6άρι ή 8άρι. Όμως όταν τον είδα εγώ, θεώρησα ότι με την τεχνική του και με το γεγονός ότι είναι αριστεροπόδαρος, θα έδενε απόλυτα με τον Σωκράτη. Δεν έπεσα έξω, ενώ και ο Δημήτρης έκανε και κάνει την καριέρα που όλοι ξέρουμε. Τότε το 2007 είχαν έρθει να τον δουν και από τον Πανιώνιο και παρά την αλλαγή θέσης που του έκανα, τον πήραν στην ομάδα τους.

Μετά τις εθνικές ομάδες, ήρθε ο Παναθηναϊκός.

Ήταν το 2009 όταν έφυγε ο Τεν Κάτε από την ομάδα. Τότε ήταν το πολυμετοχικό σχήμα και τεχνικός διευθυντής ήταν ο Κώστας Αντωνίου. Μου είπε να ανέβω στην Αθήνα, αλλά δεν μου είχε πει το γιατί. Όταν μου έκανε την πρόταση να αναλάβω, είχα ουσιαστικά άγνοια κινδύνου. Ο Παναθηναϊκός είχε μείνει 4 βαθμούς πίσω, μετά από μια ήττα σε ντέρμπι από τον Ολυμπιακό με δύο γκολ του Μήτρογλου. Πήγα όμως και τελικά κατάφερα να πάρω το νταμπλ με την ομάδα.

Γιατί δεν μείνατε περισσότερο;

Την επόμενη χρονιά είχαν αρχίσει τα προβλήματα, με τον Πατέρα και τον Βγενόπουλο να αποχωρούν τελικά και να ξεκινούν και τα μεγάλα οικονομικά προβλήματα. Έφυγα εγώ και ήρθε ο Φερέιρα και τελικά πέρασε μια δεκαετία για να μπορέσει η ομάδα να επιστρέψει και αγωνιστικά και οικονομικά.

«Μου έγινε πρόταση από την Οσέρ, αλλά είχα φθάσει πια τα 31. Θεώρησα ότι ήμουν μεγάλος πια και δεν πήγα…»

Ως παίκτης είχατε προτάσεις για να παίξετε στο εξωτερικό;

Τότε δεν ήταν εύκολα τα πράγματα για τους Έλληνες. Δεν είχαν ανοίξει ακόμα τα σύνορα όπως έγινε μετά τον “νόμο Μποσμάν”. Πάντως είχα πρόταση για να πάω στην Οσέρ, η οποία μου έγινε όμως όταν ήδη είχα φτάσει τα 31. Θεώρησα ότι ήμουν μεγάλος πια και δεν πήγα, καθώς είχα κάνει και οικογένεια και δεν ήθελα να την βάλω στη διαδικασία αλλαγής χώρας.

Υπάρχει κάποιο παιχνίδι από αυτά που παίξατε στην καριέρα σας, το οποίο θα το ξεχωρίζατε;

Έπαιξα σε 513 ματς δεν είναι δυνατόν να ξεχωρίσω κάποιο. Τότε ακόμα και τα φιλικά που δίναμε ήταν σπουδαία. Παίζαμε με αντιπάλους την Μίλαν, τη Ρόμα, τη Νάπολι, την Σαμπντόρια. Έχω παίξει αντίπαλος με παίκτες όπως ο Μαραντόνα, ο Γκούλιτ, ο Φαν Μπάστεν, αντιμετώπισα ως προπονητής τον Μέσι, ήμουν αντίπαλος με τον Ρονάλντο. Ποιον να πρωτοθυμηθώ.

Μιας και είμαστε σε περίοδο Παγκοσμίου κυπέλλου, η ερώτηση έρχεται αυθόρμητα. Μέσι, Ρονάλντο ή Μαραντόνα;

Με ρωτάνε πολλές φορές και οι παίκτες μου γι’ αυτό. Εγώ τους απαντάω: “Όταν κάποτε θα γίνετε εσείς 50 χρονών και θα σας ρωτάνε οι παίκτες σας, για το ποιος είναι καλύτερος στην τότε εποχή, τι θα τους λέτε; Για τον Μέσι και τον Ρονάλντο; Αφού δεν θα τους ξέρουν”. Θεωρώ ότι κάθε παίκτης μεσουρανεί στην εποχή του. Για μένα πάντως η κουβέντα δεν πρέπει να σταματάει σε αυτούς. Εμένα μου αρέσουν και οι παίκτες με προσωπικότητα, εκτός από ταλέντο. Οπότε από τη συζήτηση για το ποιος είναι ο καλύτερος δεν μπορούμε για παράδειγμα να αποκλείσουμε τον Ζιντάν ή τον Κρόιφ. Κάθε εποχή είχε και θα έχει το δικό της αστέρι.

 

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News