Ελληνικός αθλητισμός: Όταν η Γουάντα Νάρα πουλά περισσότερο από τη θεραπεία για τον καρκίνο!
Φίλαθλος κόσμος στην Ελλάδα δεν υπάρχει. Ένα το κρατούμενο. Ύστερα από αυτό, οι προβληματισμοί είναι γόνιμοι, αλλά δεν είναι αρκετοί. Ο Λευτέρης Ελευθερίου γράφει και προβληματίζεται…
Πώς λένε εκείνον τον αρσιβαρίστα που στις 31 Ιουλίου του 2021 είπε με δάκρυα στα μάτια ότι αποχωρεί της άρσης βαρών και «συγκλόνισε το πανελλήνιο»;
Πιθανολογείται ότι οι μισοί που άφησαν ένα ρηξικέλευθο μήνυμα στο facebook και με το οποίο έφεραν την πολιτεία προ των ευθυνών της, δεν το θυμούνται.
Επίσης, πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι οι ιθύνοντες τω αθλητισμώ στα ημέτερα κράτησαν την ομπρέλα πάνω από το κεφάλι τους μέχρι να ξεσπάσει η μπόρα και έπειτα συνέχισαν απερίσπαστοι το δρόμο τους.
Αυτή η παρατήρηση, όμως, δεν γράφεται στις 25 Νοεμβρίου ή τις 25 Φεβρουαρίου. Δεν γράφεται ένα βράδυ Κυριακής με παιχνίδια ποδοσφαίρου στο οργανόγραμμα.
Είναι Αύγουστος και στην παραζάλη από το ευλογημένο καλοκαίρι του ελληνικού αθλητισμού διατηρούνται ακόμη οι αναθυμιάσεις από τις υπερβατικές προσπάθειες των Ελλήνων αθλητών, είτε λέγεται Απόστολος Χρήστου είτε Αντιγόνη Ντρισμπιώτη είτε Ελίνα Τζένγκο.
Υπάρχουν προσπάθειες που γίνονται και από τα media προκειμένου να διατηρείται το ενδιαφέρον. Το περυσινό φθινόπωρο προέκυψαν συνεντεύξεις με τον Στέφανο Ντούσκο, ενώ οσάκις η Άννα Κορακάκη διακρίνεται, η αναφορά δεν είναι αμελητέα. Το πρόβλημα έγκειται στο τι γίνεται όταν δεν διακρίνεται.
Δεν ισχύει επακριβώς και ως κεραίας, αλλά εκείνο που είχε πει ο μεγάλος μάστορας Αλεξάντερ Γκομέλσκι πριν από 35 χρόνια, στο Ευρωμπάσκετ του 1987, διατηρείται ακόμη σαν μουσειακό κεκτημένο. «Στους Έλληνες δεν αρέσουν τα σπορ, τους αρέσουν οι νίκες στα σπορ», είχε δηλώσει η «αλεπού» του μπάσκετ.
Ο τύπος που ξέσπασε ονομάζεται Θοδωρής Ιακωβίδης. Αν πατήσει κάποιος το ονοματεπώνυμό του στο google και μπει στις ειδήσεις, θα διαπιστώσεις ότι προσφάτως υπάρχουν αναφορές προς το πρόσωπό του, αλλά μόνο εξαιτίας των πλημμελών συνθηκών με τις οποίες βιώνουν τον πρωταθλητισμό οι πρωταθλήτριες Ευρώπης Ντρισμπιώτη και Τζένγκο.
Θα παρατηρήσει ένα κενό, κατά το οποίο θα φτάσει στον Νοέμβριο του 2021, που έδωσε συνέντευξη. Έπειτα, οι υπόλοιπες ειδήσεις θα αφορούν στο περυσινό καλοκαίρι: το ξέσπασμα, οι αντιδράσεις και η στήριξη από τους φιλάθλους του Παναθηναϊκού, που τον κράτησαν στην άρση βαρών.
Μέσα στον ένα χρόνο, ο Ιακωβίδης αναφέρθηκε μία φορά φθινόπωρο. Η ιστορία του επανεκτιμήθηκε όταν εμφανίστηκαν νέες ιστορίες, με τις οποίες μπορεί να ταυτιστεί η συντριπτική πλειονότητα των αναγνωστών, να στενοχωρηθεί, να θυμώσει, να καγχάσει, να εξαπολύσει μύδρους.
Οι λόγοι που συμβαίνει αυτό δεν είναι ασήμαντοι. Εκτός κι αν η ανθρώπινη ψυχολογία είναι υπερτιμημένη.
Ο σταρ και ο γιατρός
Το έδαφος είναι γόνιμο, κάθε καλοκαίρι, ώστε να προκύπτουν τέτοιου είδους προβληματισμοί. Αφορμή, άλλωστε, για αυτό το κείμενο είναι το blog που έγραψε ο Βασίλης Γεωργιώτης, για την εξωστρέφεια που πρέπει να δείχνουν οι Ομοσπονδίες. Και μετά κοιτάς τα analytics και… δεν.
Θυμίζει, εν ολίγοις, εκείνες τις βαρύγδουπες αναρτήσεις από τους «ευαίσθητους», που διαβάζουν για μία Ελληνίδα επιστήμονα η οποία παλεύει για να βρει θεραπεία για τη νόσο του Αλτσχάιμερ -ειρήσθω εν παρόδω υπάρχει, την λένε Φανή Κουκούλη, και πιθανώς δεν είναι η μόνη- και φέρονται εξοργισμένοι για το γεγονός ότι είναι στα αζήτητα ενώ «το κάθε τσόλι στην τηλεόραση»…
Αν ρωτήσει, πάντως, κάποιος τους δημοσιογράφους των καλλιτεχνικών, ένα παράπονο ότι δεν υπάρχουν πια σταρ και πως δεν πουλάνε οι τωρινές φυσιογνωμίες θα το ακούσει.
Η αλήθεια είναι ότι η Γουάντα Νάρα πουλάει περισσότερο από τη θεραπεία για τον καρκίνο και επειδή εδώ πρόκειται για προϊόν, πρέπει να έχεις λεφτά για πέταμα ώστε να προτιμήσεις να προτάξεις τη θεραπεία από τη σύζυγο του Μάουρο Ικάρντι (είναι ακόμη άραγε;)
Η ψυχαγωγία ανέκαθεν πωλούσε πιότερο από την ιατρική, διότι για να γίνεις γιατρός πρέπει να ρίχνεις 15 χρόνια ανελέητο διάβασμα για 800 ευρώ (αμοιβή κομουνιστικού κράτους) και να σε κατηγορούν ότι παίρνεις φακελάκια.
Εκτός κι αν η ιατρική γίνεται… ψυχαγωγία. Ξέρετε, τότε που απολάμβανε το κοινό να βλέπει σπουδαγμένους ανθρώπους να πέφτουν σε αντιφάσεις με έναν ιό που δεν ήξεραν τι είναι, λες και ιατρική είναι η επιστήμη του να μυρίζεις τα νύχια σου για να ξέρεις την κατάσταση για το πρωτόγνωρο.
Στην ίδια αναλογία βρίσκεται και το ποδόσφαιρο με το στίβο ή την κολύμβηση ή την άρση βαρών ή την κωπηλασία. Αυτό προκύπτει και από τους αριθμούς: ακόμα και στην Ελλάδα γίνεται ένα ποδοσφαιρικό παιχνίδι την εβδομάδα, την ώρα που η Κατερίνα Στεφανίδη θα πάρει μέρος σε πέντε διοργανώσεις το χρόνο.
Ένα καθημερινό ρεπορτάζ για τη Στεφανίδη είναι δυσβάσταχτο, υπό την έννοια ότι το πιο ευπώλητο που μπορεί να προκύψει είναι ότι έπαθε θλάση (φτου φτου σκόρδα). Πόσες φορές μπορείς να διαβάσεις, χωρίς να βαρεθείς, ότι το νερό του Αγίου Κοσμά είναι κρύο το χειμώνα και οι αθλητές ζουν σαν παράσιτα σε μια κοινωνία χωρίς γενική, άρα και αθλητική, παιδεία;
Επίσης, πόσες φορές μπορείς να επισκεφθείς μια εγκατάσταση για να παρακολουθήσεις αγνό, ερασιτεχνικό, αθλητισμό, ο οποίος, όμως, δεν παρουσιάζεται στο υψηλότερο επίπεδο, όταν η μνήμη κρατά τις υψηλές επιδόσεις και τα παγκόσμια ρεκόρ;
Όχι πως στο ποδόσφαιρο πηγαίνουν φίλαθλοι. Καμιά δεκαριά ματς το χρόνο είναι που γεμίζουν τα γήπεδα, με την εξαίρεση της Θεσσαλονίκης και της επαρχίας. Αλλά ούτε επαρχιακός αθλητισμός υπάρχει, διότι για να γίνει αυτό, πρέπει να έχει προηγηθεί αποκέντρωση. Την τελευταία φορά, ο μισός και βάλε ελληνικός πληθυσμός ζούσε στην Αθήνα και το καθεστώς πρέπει να είναι ακόμη το ίδιο.
Ποδόσφαιρο δεν πάει ο κόσμος να δει, αλλά λατρεύει να διαβάζει για αυτό και να το σχολιάζει. Ούτως ή άλλως, στην Ελλάδα η καλή η μπαλίτσα παίζεται έξω από τα γήπεδα. Εν μία νυχτί έγινε το σπορ προεδροκεντρικό, πάνε 43 χρόνια, και δεν άνοιξε… ρουθούνι.
Επιπλέον, το να παρακολουθείς ένα παιχνίδι είναι πιο εύκολο και διυλίσιμο από το να βλέπεις έναν αγώνα. Φίλος του υπογράφοντος του ομολόγησε ότι δεν παρακολουθεί πόλο επειδή τον αγχώνει. Όχι συμπτωματικά, το πόλο -και το υπέροχο χάντμπολ- είναι το παιχνίδι που ρέπει προς τον αγώνα περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο.
Η αλήθεια, λοιπόν, είναι ότι οι ιστορίες της σερβιτόρας Ντρισμπιώτη και της μετανάστριας Τζένγκο, μαζί με όσες άλλες προκύψουν, είναι για θερινή κατανάλωση. Στον τομέα του Αθλητισμού έχουν αντιληφθεί ότι η περισσότερη γκρίνια προκύπτει το καλοκαίρι, όταν έρχονται οι επιτυχίες. Αλλά περνάει.
Επίσης, η ιστορία πρέπει να αφορά σε έναν αθλητή που κατακτά το χρυσό μετάλλιο ή έχει μπόλικο δράμα. Οι δεύτεροι καλοί είναι μωρέ, αλλά… γιατί δεν ήταν πρώτοι; Υπήρχαν περιπτώσεις που… παραπονέθηκαν ότι η εθνική πόλο Ανδρών δεν μπόρεσε να νικήσει τη Σερβία στον τελικό των Ολυμπιακών Αγώνων πέρυσι ή ότι ήρθε μόλις τρίτη στο φετινό Παγκόσμιο Πρωτάθλημα.
Ο Μίλτος Τεντόγλου και ο Λευτέρης Πετρούνιας είναι άλλες περιπτώσεις. Τα αθλητικά προσόντα τους είναι λόγος για να πανηγυρίζονται οι επιτυχίες τους, οι χαρακτήρες τους, όμως, είναι που κρατούν το ενδιαφέρον για αυτούς, έστω και μειωμένο, όλο το χρόνο. Οι παρουσίες τους, άλλωστε, ίσα που αφορούν και στη showbiz.
Καλοί συνάδελφοι ασχολούνται με τα σπορ όλο το χρόνο. Ψάχνουν ιστορίες, χρηματοδοτήσεις, τσεκάρουν τι κάνουν οι αθλητές στις προετοιμασίες τους. Αλλά τα analytics… δεν. Ο μόνος που άλλαξε εν Ελλάδι την ιστορία ενός παιχνιδιού σε εμπορικό επίπεδο είναι ο Νίκος Γκάλης. Επρόκειτο, όμως,` για παιχνίδι και η εποχή το επέτρεψε.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
- Υπεράνω Όλων: Δεν τρώει όλος ο κόσμος το «σανό» που σερβίρουν!
- Solidarity UEFA: Το ποσό που θα πάρουν οι ελληνικές ομάδες
- Αποκάλυψη για Ρονάλντο: «Ο Μουρίνιο τον κάλεσε για να τον φέρει στην Φενέρμπαχτσε»
- Παναθηναϊκός Παρασκήνιο: Παπαδημητρίου κατά... Τζαβέλλα
- Ρουί Βιτόρια: Αυτό είναι το πλάνο του για τον Τάσο Μπακασέτα