Από τις 13 πολίστριες της εθνικής Ισπανίας που στέφθηκαν πρωταθλήτριες Ευρώπης το βράδυ της Παρασκευής στο Σπλιτ, τρεις ξεκίνησαν ουσιαστικά μαζί: η Λάουρα Έστερ, η Μάικα Γκαρσία και η Άννα Εσπάρ.
Αυτό συνέβη, όχι τόσο μετά το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της Σαγκάης, το 2011, που η «Ρόχα» είχε τερματίσει ενδέκατη και, παρ’ ότι έμοιαζε με βιαστικό με βάση την υπάρχουσα χρονική συγκυρία, έπρεπε να αλλάξει εποχή για να έχει πιθανότητες στο προολυμπιακό τουρνουά που έγινε στην Τεργέστη, αλλά μετά το Ευρωπαϊκό του Αϊντχόφεν, τον Ιανουάριο του 2012.
Ακόμα κοντύτερα στο Τριέστε, δηλαδή.
Τα τρία κορίτσια μπήκαν στην ομάδα σταδιακά, αλλά μόνο η Μάικα έπαιξε εξαρχής, ένεκα της θέσης της, του φουνταριστού, που είχε «χηρέψει» μετά την αποχώρηση της Μπλάνκα Χιλ.
Αν υπήρχε περίπτωση να πρέπει να παρατάξεις μια 13άδα από την έναρξη του πόλο Γυναικών σε ένα παιχνίδι με δέλεαρ τη ζωή σου, το πιθανότερο είναι ότι θα χρησιμοποιούσες και τις τρεις. Αν ο υπογράφων διάλεγε την ομάδα του, θα είχε την Έστερ και τη Μάικα αναπληρωματικές, αλλά θα ξεκινούσε την Εσπάρ.
Η πρώτη δεν θα μπορούσε να ξεκινήσει βασική, αλλά σίγουρα θα βρισκόταν μέσα στην ομάδα, προκειμένου να προφέρει στο κλίμα. Άσε που, αν δεν πάει καλά η βασική τερματοφύλακας, είναι εγγυημένη αλλαγή.
Η δεύτερη είναι ακράδαντα σταθερή, παρ’ ότι δεν υπάρχει η βεβαιότητα ότι είναι πολεμοχαρής. Παρ’ όλα αυτά, μια άμυνα δεν γίνεται να την αναχαιτίσει χωρίς βοήθειες. Το γκολ που έβαλε στον τελικό με την Εθνική, που έκανε 8-6 το παιχνίδι, δεν δείχνει μόνο την αξία της, αλλά και πως έχει κάνει την κίνηση χιλιάδες φορές.
Αμυντικός να την παίξει άμυνα μόνη και να της πάρει την μπάλα, έχει αποδειχθεί εδώ και πάνω από 10 χρόνια ότι δεν υπάρχει. Παρ’ όλα αυτά, πολλές φουνταριστοί μπορούν να το κάνουν. Το ζήτημα είναι πώς αντιδράς όταν η άμυνα στον ανάμεσα είναι το μοτίβο. Για το ύψος της και τη δύναμή της, η Μάικα είναι εφιαλτικά έξυπνη.
Η Μαργαρίτα Πλευρίτου υπέφερε προσπαθώντας να την κρατήσει έξω από τα δύο μέτρα. Στη φάση του γκολ που έβαλε μπροστά με δύο την Ισπανία στο τέλος, η Μαργαρίτα απλώς προσευχόταν να μην περάσει η μπάλα.
Ουσιαστικά, αυτό που έκανε, η ύστατη επιλογή, ήταν να την φέρει κοντά στην τερματοφύλακα της Εθνικής, την Ιωάννα Σταματοπούλου, προκειμένου να αποσοβήσει την κατοχή με κάποια έξοδο. Αλλά η Μάικα είναι τσακάλι.
Δεν έχει τη Μαργαρίτα στην πλάτη της, αλλά στα πλευρά. Οπότε, όταν έρχεται η μπάλα κάνει κάτι που έχει επαναλάβει εκατοντάδες φορές: χωρίς να κουνήσει το υπόλοιπο σώμα, στέλνει το δεξιό χέρι προς την μπάλα και σε μία κίνηση την σπρώχνει με δύναμη.
Η Μάικα Γκαρσία είναι η ντίβα της εθνικής Ισπανίας. Η υψομετρική διαφορά της της επιτρέπει τέτοιες κινήσεις, αλλά και να έχει ένα τουπέ το οποίο δεν είναι… ιταλικό ή ολλανδικό, δηλαδή ενοχλητικό ή σνομπ, παρ’ όλα αυτά παραμένει. Η Άννα Εσπάρ είναι κάτι άλλο. Όπως ο Χουάν Κάρλος Ναβάρο στο μπάσκετ, άνοιξε το δρόμο για να κάνει μια φανταστική καριέρα.
Ο διακαής πόθος του… Παυλίδη
Όπως οι περισσότεροι Ισπανοί αθλητές, ειδικά στην Καταλονία, η Εσπάρ έμοιαζε πάντα ευχαριστημένη εκεί που βρισκόταν.
Από το προολυμπιακό του 2012, όταν η Ισπανία νίκησε την Ελλάδα Μεγάλη Παρασκευή για να ανοίξει το δρόμο για μια μεγαλειώδη δεκαετία, με δύο ασημένια ολυμπιακά μετάλλια, ένα χρυσό και δύο ασημένια σε Παγκόσμιο και τέσσερα χρυσά και ένα χάλκινο -μέσα στη Βαρκελώνη το 2018, ύστερα από… κηδεία που έκανε στις Ισπανίδες η Εθνική του Γιώργου Μορφέση στον ημιτελικό- ο Χάρης Παυλίδης εξύφαινε το μίτο ώστε η Εσπάρ να πάει στον Ολυμπιακό.
Η γλυκιά Άννι δεν έλεγε όχι, αλλά δεν είπε ποτέ ναι. «Ας το αφήσουμε για του χρόνου, Χάρη», του απαντούσε κάθε φορά που ο Θεσσαλονικιός κόουτς χρησιμοποιούσε διαφορετικές τακτικές προσεγγίσεις. Όπως το παραμύθι με τη γριά και τον Χάρη, όταν του έλεγε κάθε μέρα να πάει αύριο να την πάρει, το «του χρόνου» έγινε κάποτε και το κάποτε ποτέ.
Ο Παυλίδης εκτιμούσε τα πάντα: την εργασιακή ηθική, την ποικιλία στο παιχνίδι της, το συντριπτικό ποσοστό σε σωστές αποφάσεις, την ομαδικότητα. Η Εσπάρ μπορεί να γίνει αμυντική και αριστερή περιφερειακός και αυτό γίνεται να συμβαίνει στην ίδια φάση. Οργανωτική από τη θέση «3», ακριβής στις θέσεις «4» και «5», αλλά κυρίως ένα κορίτσι που το βλέπεις και δεν του… το ‘χεις ότι μπορεί να είναι μία από τις κορυφαίες πολίστριες στον κόσμο.
Βρέθηκε, επίσης, να προασπίζεται με το σκουφάκι της Σαμπαντέλ, όχι μόνο την πιθανότητα κατάκτησης του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 2011, μέσα στη Βαρκελώνη, αλλά και τις υπερασπίσεις του τροπαίου.
Η κορυφαία ομάδα πόλο Γυναικών στην Ευρώπη την τελευταία δεκαετία, έχει πέντε Euroleague από το 2011 έως το 2019 –από τη στιγμή που η Άννα έφυγε για… παραδίπλα, τη Ματαρό, δεν έχει κατορθώσει να κατακτήσει άλλη.
Το 2021 αποκλείστηκε στους προημιτελικούς με τον Ολυμπιακό, το 2022 έχασε εύκολα στον τελικό, το 2019, μέσα στο κολυμβητήριό της, τον νίκησε σε ένα παιχνίδι… κατά λάθος.
Μην παρεξηγείτε το γραφιά, η ενορχήστρωση της αντεπίθεσης από το 8-11, που έγινε 13-11, είχε νόημα και ουσία, αλλά σε εκείνα τα τέσσερα λεπτά που ο Ολυμπιακός θα μπορούσε να έχει πάρει τα πρωτεία της κορυφαίας ομάδας των τελευταίων 10 χρόνων, διημείφθησαν πολλές καταστάσεις που άφησαν έντονη την αίσθηση της τύχης.
Η Εσπάρ νυχτερίδα δεν είναι ούτε κοκαλάκι έχει. Αλλά με τη Ματαρό έχει πάρει δύο τίτλους, το Κύπελλο Ισπανίας και το Super Cup στην ίδια χώρα και, ακόμα και αν δεν είναι πιο σημαντικοί από το LEN Trophy του 2016, που είχε πάρει με φουνταριστή την Άλκηστη Μπενέκου, είναι σπουδαίοι επειδή προήλθαν με αντίπαλο την κυρίαρχη ισπανική ομάδα.
Η Ισπανίδα είναι μόλις 29, που σημαίνει ότι από μικρή βγήκε στα βάσανα. Δεν υπήρξε προπονητής που να μην ομνύει στο όνομά της. Ο Μίκι Ότσα, «ασημένιος» ολυμπιονίκης το 1992 με την ομάδα του Ντράγκαν Ματουτίνοβιτς στη Βαρκελώνη, «χρυσός» το 1996 στην Ατλάντα και παγκόσμιος πρωταθλητής στο Περθ, το 1998, είναι ένας ευτυχισμένος προπονητής.
Ναι, ευτυχία στον πρωταθλητισμό δεν υπάρχει, αλλά τα κορίτσια του στην εθνική ομάδα της Ισπανίας, στην οποία είναι τελών πρώτος προπονητής από το 2011, του παρέχουν ζωή χαρισάμενη.
Την ώρα που οι περισσότεροι προπονητές αποτρέπουν τις selfies και τα βαρύγδουπα λόγια πριν τα παιχνίδια, οι Ισπανίδες περιφέρουν εαυτούς με περίσσια αυτοπεποίθηση, ενδεδειγμένη σιγουριά, αλλά δίχως να κάνουν γδούπο.
Η Εσπάρ -και ενδεχομένως η Μάτι Ορτίθ, αν και η αβαρία του 2015, όταν ζήτησε τον Ολυμπιακό στον τελικό του «Πέτρος Καπαγέρωφ», δεν ξεχνιέται- είναι η πρώτιστη. Εκείνη που το έκανε με την πλήρη αυτεπίγνωση ότι πρέπει να διαφημίσει τον εαυτό της και την ομάδα της χωρίς να παραγνωρίσει την αξία της. Κυρίως σε ό,τι αφορά το πλαίσιο της προόδου.
Και όταν ο πρώτος το κάνει σωστά (όπως ο Ναβάρο στη νέα εποχή του ισπανικού μπάσκετ, δηλαδή από το 1999 και ύστερα), η ακολουθία βγάζει πάντα το κατάλληλο αποτέλεσμα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
- Υπεράνω Όλων: Δεν τρώει όλος ο κόσμος το «σανό» που σερβίρουν!
- Solidarity UEFA: Το ποσό που θα πάρουν οι ελληνικές ομάδες
- Αποκάλυψη για Ρονάλντο: «Ο Μουρίνιο τον κάλεσε για να τον φέρει στην Φενέρμπαχτσε»
- Παναθηναϊκός Παρασκήνιο: Παπαδημητρίου κατά... Τζαβέλλα
- Ρουί Βιτόρια: Αυτό είναι το πλάνο του για τον Τάσο Μπακασέτα