«Sick puppies».
Ο έβδομος τελικός του NBA το 2013 βρισκόταν προ των πυλών και ο Γκρεγκ Πόποβιτς, ο προπονητής των Σαν Αντόνιο Σπερς που είχαν φτάσει στα όριά τους τους Μαϊάμι Χιτ των ΛεΜπρόν Τζέιμς, Ντουέιν Γουέιντ και Κρις Μπος και είχαν «αυτοκτονήσει» στον έκτο τελικό με το περίφημο τρίποντο του Ρέι Άλεν από τη γωνία, ήταν ανθρώπινος στη συνέντευξη Τύπου πριν το παιχνίδι.
Μέχρι που είπε στους δημοσιογράφους, «βρείτε ερωτήσεις, να καθίσω ακόμα λίγο». Πριν από αυτό το παιχνίδι, που με τη γλώσσα του σώματός του είχε καταστήσει σαφές ότι ήταν το πιο σημαντικό που θα έπαιζε στην καριέρα του, ο Πόποβιτς ανέδειξε το μαρτύριο του προπονητή. Μία κατάσταση η οποία είναι δηλωτική του Γιώργου Μπαρτζώκα.
Ο προπονητής του Ολυμπιακού δεν χαμογελάει. Η μόνη φορά που το στόμα του αλλάζει σχήμα, είναι με το πικρό χαμόγελο για μία άμυνα που δεν βγήκε εξαιτίας ολιγωρίας ή για ένα σφύριγμα για το οποίο αμφιβάλλει. Όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα, ο Μπαρτζώκας είναι τυπικός στη χειραψία του με τον αντίπαλο προπονητή, είτε λέγεται Ντέγιαν Ράντονιτς είτε Βασίλης Σπανούλης ή Αντρέα Τρινκιέρι, Πάμπλο Λάσο και Σαρούνας Γιασικεβίτσιους.
Ο Μπαρτζώκας είναι ένα άρρωστο κουταβάκι. Οι προπονητές, όπως είχε πει ο Πόποβιτς σε εκείνη τη συνέντευξη Τύπου, είναι «άρρωστα κουταβάκια». Χαρά; Ποια χαρά; Ο τεχνικός των Σπερς, ο πλέον πολυνίκης στην Ιστορία του NBA, διευθετεί ό,τι ζωογόνο στον αγωνιστικό χώρο με απλά λόγια. Δεν υπάρχει χαρά, υπάρχει μόνο ανακούφιση και λύτρωση. Άλλο ένα σαφάρι στη ζούγκλα που δεν τον πρόλαβε η τίγρη, άλλη μια εφόρμηση στη σαβάνα που το λιοντάρι δεν πεινούσε.
Τα βιώματα και η αγχίνοια του Γιώργου Μπαρτζώκα, συνδυαστικά, δίνουν αυτό το αποτέλεσμα βλοσυρότητας. Η θέση του προπονητή του Ολυμπιακού στο μπάσκετ είναι μία από τις πλέον σταθερές σε υψηλό επίπεδο στον πρωταθλητισμό. Οι αδελφοί Αγγελόπουλοι στηρίζουν τον προπονητή με την ψυχή τους -και όταν αυτή φεύγει, με το χούι τους. Δεν τους αρέσουν οι αλλαγές μέσα στη μέση της σεζόν, εδώ που τα λέμε ούτε καν το καλοκαίρι.
Αυτό συμβαίνει και με τους παίκτες τους, τους οποίους δεν διώχνουν. Ο Βασίλης Σπανούλης και ο Γιώργος Πρίντεζης πήραν την απόφαση να αποχωρήσουν, δεν οδηγήθηκαν από ανθρώπινη χείρα ή ραδιουργίες στην πόρτα της εξόδου. Ο Μπαρτζώκας, στην πρώτη θητεία του, έπρεπε να δει την κατάσταση να φτάνει στο αμήν, και πάλι η διακριτικότητα πρώτευσε, αφού έγινε λόγος για παραίτηση.
Οι ισχυροί άντρες της ΚΑΕ είναι αναμφισβήτητο ότι είχαν πλήρη εμπιστοσύνη σε εκείνον, από την πρώτη θητεία του, τη διετία 2012-14. Η σχέση έκανε τον κύκλο της με τεράστια επιτυχία και αυτό που πλήρωσε, εν πολλοίς, ο προπονητής του Ολυμπιακού ήταν οι χαμένοι τελικοί με τον Παναθηναϊκό το 2013 και το 2014.
Στην πρώτη περίπτωση, δε, οι «ερυθρόλευκοι» προέρχονταν από την κατάκτηση της Euroleague και μάλλον δεν ρέπει προς την υπερβολή να σημειωθεί ότι έχασε τακτικά από τον Αργύρη Πεδουλάκη στη σειρά που βάναυσα διακόπηκε στο ΣΕΦ, στο τρίτο ματς, με τον Ολυμπιακό να βρίσκεται 4 πόντους πίσω με ενάμισι λεπτό για τη λήξη.
Το πιθανότερο είναι ότι αυτή η θητεία λειτούργησε ως οδυνηρό σεμινάριο για τον προπονητή του Ολυμπιακού, ο οποίος ξεπέρασε τον Γιάννη Ιωαννίδη, φτάνοντας τους έξι τίτλους με την κατάκτηση του Κυπέλλου. Μπορεί να γίνει ο μόνος που θα έχει πετύχει διαδοχικά νταμπλ.
Μετά τη λήξη του παιχνιδιού, η χειραψία ήταν τυπική, διότι αυτός είναι ο τύπος του. Η επέκταση του χεριού είναι η μόνη οικεία χειρονομία σε όλο το κορμί του τις περισσότερες φορές -αλλά αν υπάρχει οποιαδήποτε άλλη διάδραση, αυτό δεν θα μπορούσε να το ξέρει παρά μόνο ο ίδιος και ο αντίπαλος προπονητής, αφού συμβαίνει επί κρυπτό.
Ο τεχνικός του Ολυμπιακού μοιάζει διαρκώς κάπως λαχανιασμένος κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού. Δεν υπάρχουν πολλά λάθη στην εικόνα του ούτε δείχνει να έχει λυγίσει από το ορμέμφυτο και το ψυχόρμητο, αλλά μια τούφα από μαλλιά που πετάγονται στο κούτελό του και η διαρκής υποψία ιδρώτα αναδεικνύει κάτι από τον εσωτερικό κόσμο του. Υπό μία έννοια, σέβεται την ίδια τη σεζόν, η οποία τραβάει σε μάκρος.
Ο Ολυμπιακός παίζει φανταστικό μπάσκετ, όχι επειδή προσφέρει θέαμα, αλλά διότι ο κάματος είναι διαρκής και ποσοτικά άρτιος, που εμφανίζεται στο παρκέ, στις θέσεις των παικτών και την έλλειψη εγωισμού. Αυτό το κέρδος δεν προκύπτει από την αυστηρότητα: είναι επιλογή τους να δίνουν την μπάλα στο διπλανό, αλλά κάποιος πρέπει να τους το περάσει.
Ο Μπαρτζώκας είναι υποψιασμένος συνεχώς, ότι κάτι μπορεί να στραβώσει ανά πάσα στιγμή. Όταν συμβαίνει αυτό, οι στόχοι δεν αλλάζουν, αλλά διαφοροποιείται η ισορροπία στην ομάδα. Ο ίδιος οδηγεί ένα τρένο στη Euroleague, που είναι, κατά πάσα πιθανότητα, πέντε νίκες μακριά από το να εξασφαλίσει το πλεονέκτημα έδρας. Είναι σίγουρος για τον εαυτό του, αλλά σε κάθε περίσταση είτε βρίσκεται σε είτε επιζητά την ισορροπία.
Να χαριεντίζεται στα μέσα της σεζόν, ακόμα και σε μια ιστορική στιγμή για τον ίδιο, δεν υπάρχει λόγος. Η παρουσία του μοιάζει να βγαίνει από το εγχειρίδιο σοβαρότητας, αλλά και από εκείνη την αίσθηση ότι η θέση του είναι πάντα επισφαλής. Όχι από ανασφάλεια, αλλά από ρεαλισμό. Γι’ αυτό και το pr, το οποίο, κιόλας, δεν είναι του τύπου του, δεν έχει νόημα, τουλάχιστον όχι δημοσίως.