Γιούρι Σέντιχ: Το πρώτο χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο του «βασιλιά» της σφυροβολίας
Στις 28 Ιουλίου 1976 ο Σοβιετικός σφυροβόλος Γιούρι Σέντιχ άρχισε να «χτίζει» τον μύθο του κορυφαίου όλων των εποχών, με το χρυσό μετάλλιο που κατέκτησε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μόντρεαλ σε ηλικία μόλις 21 ετών.
Το όνομα του Γιούρι Σέντιχ μνημονεύεται συχνότερα τα καλοκαίρια, που οι αγώνες στίβου κυριαρχούν στην αθλητική επικαιρότητα, μια και από πέρυσι είναι ο κάτοχος του παλαιότερου ενεργού παγκόσμιου ρεκόρ στους άνδρες.
Ήταν 30 Αυγούστου 1986 όταν ο θρύλος από τη Σοβιετική Ένωση έριξε τη σφύρα του στα 86.74 μέτρα, σημειώνοντας μία επίδοση που δεν έχει απειληθεί σοβαρά έκτοτε, ενώ στο μεταξύ εκείνος έχει φύγει από τη ζωή εδώ και σχεδόν τέσσερα χρόνια. Για πολλά χρόνια ήταν το δεύτερο παλαιότερο παγκόσμιο ρεκόρ στους άνδρες, από πέρυσι όμως που ο Μίκολας Αλέκνα έσπασε το στοιχειωμένο 74.08 μ. του Γιούργκεν Σουλτ στη δισκοβολία, η πρωτιά ανήκει στον Σέντιχ (ή Σεντίχ, όπως είναι η ορθότερη προφορά).
Αφορμή για να ασχοληθούμε, όμως, με τον σπουδαίο αυτό αθλητή είναι ο αγώνας που είχε σημάνει την έναρξη της κυριαρχίας του στη σφυροβολία, δέκα χρόνια νωρίτερα. Το ημερολόγιο έδειχνε 28 Ιουλίου 1976 όταν κέρδισε το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μόντρεαλ.
Μόλις 21 ετών ήταν τότε ο γεννημένος στο Νοβοτσερκάσκ σφυροβόλος, είχε κάνει όμως ήδη αισθητή την παρουσία του στο διεθνές αθλητικό στερέωμα. Το 1973 είχε κατακτήσει το χρυσό μετάλλιο στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Εφήβων του Ντούισμπουργκ, ενώ βρισκόταν ήδη υπό την προπονητική καθοδήγηση του συμπατριώτη του, Ανατόλι Μποντάρτσουκ, χρυσού ολυμπιονίκη του 1972 στο Μόναχο.
Ο Μποντάρτσουκ δεν είχε εγκαταλείψει τη δράση όσο προπονούσε τον Σέντιχ. Είχε κερδίσει μάλιστα κι εκείνος την πρόκριση για το Μόντρεαλ, όμως ήταν πλέον 36 χρόνων και λογιζόταν ως αουτσάιντερ για να υπερασπιστεί τον τίτλο του. Οι ειδικοί θεωρούσαν φαβορί τον νεαρό προστατευόμενό του, μαζί τους δύο Δυτικογερμανούς αθλητές. Τον 25χρονο Καρλ-Χάιντς Ριμ και τον 27χρονο Βάλτερ Σμιτ, ο οποίος ήταν και ο κάτοχος του παγκοσμίου ρεκόρ με 79.30 μ.
Τα προγνωστικά δικαιώθηκαν μόνο ως προς το πρώτο σκέλος. Ο Σέντιχ κατάφερε από τη δεύτερη κιόλας προσπάθεια να ρίξει τη σφύρα του στα 77.52 μ., δύο μέτρα μακρύτερα από το παλιό ολυμπιακό ρεκόρ του Μποντάρτσουκ. Κι αυτή η βολή αποδείχθηκε αρκετή για να του χαρίσει το χρυσό μετάλλιο, αφού ο συμπατριώτης του, Αλεξέι Σπιριντόνοφ, που είχε σημειώσει κι εκείνος ολυμπιακό ρεκόρ στην πρώτη βολή (75.74 μ.), έκλεισε τον αγώνα με 76.08 μ.
Ο γερόλυκος Μποντάρτσουκ συμπλήρωσε τη σοβιετική κυριαρχία μια και με 75.48 μ. από την πρώτη του προσπάθεια κατέλαβε την τρίτη θέση, αφήνοντας για δύο εκατοστά εκτός βάθρου τον Ριμ (75.46 μ.). Ο Σμιτ κατετάγη πέμπτος, με σημαντική διαφορά από τους πρώτους (74.72 μ.).
Οι ιστορικές μάχες με τον Λιτβίνοφ
Αν το δύσκολο δεν είναι να ανέβεις, αλλά να κρατηθείς στην κορυφή, ο Σέντιχ το έκανε να φαίνεται εύκολο. Το 1978 κέρδισε το χρυσό μετάλλιο και στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα της Πράγας, ύστερα από σκληρή μάχη με τον Ανατολικογερμανό Ρόλαντ Στόικ (77.28 μ. έναντι 77.24 μ.). Και το 1980 διατήρησε και τον ολυμπιακό τίτλο του παρά τον αυξημένο συναγωνισμό με τους νεότερους συμπατριώτες του που στο μεταξύ είχαν ξεπεταχθεί στο προσκήνιο.
Ο Εσθονός Γιούρι Ταμ και ο Ρώσος Σεργκέι Λιτβίνοφ εμφανίζονταν απειλητικοί για τον χρυσό ολυμπιονίκη του Μόντρεαλ πριν από το μεγάλο ραντεβού της Μόσχας. Στις 16 Μαΐου στο Λεσελίτζε, όταν ο Σέντιχ κατέρριψε για πρώτη φορά το παγκόσμιο ρεκόρ με βολή στα 80.38 μ., ο Ταμ του το πήρε για μερικά λεπτά (80.46 μ.), πριν εκείνος απαντήσει αμέσως μετά (80.64 μ.). Ακόμα πιο δυνατός ήταν ο Λιτβίνοφ, ο οποίος οκτώ ημέρες αργότερα στο Σότσι, εκτόξευσε την παγκόσμια επίδοση στα 81.66 μ.
Στον τελικό των Ολυμπιακών Αγώνων, όμως, «μίλησε» το winning mentality του Σέντιχ. Από την πρώτη κιόλας προσπάθεια σημείωσε παγκόσμιο ρεκόρ (81.80 μ.) κι εκοψε νωρίς-νωρίς τον βήχα των αντιπάλων του. Τρεις από τις υπόλοιπες τέσσερις έγκυρες βολές του, μάλιστα, ήταν καλύτερες από την κορυφαία του Λιτβίνοφ (80.64 μ.), ο οποίος αρκέστηκε στη δεύτερη θέση.
Ο Σέντιχ εδραίωσε την κυριαρχία του με το χρυσό μετάλλιο στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1982 στην Αθήνα, όμως ο Λιτβίνοφ πήρε ρεβάνς το 1983, στο παρθενικό Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Στίβου που φιλοξενήθηκε στο Ελσίνκι. Οι μάχες των δύο κορυφαίων Σοβιετικών αθλητών σημάδεψαν όλη τη δεκαετία του ’80 και δεν περιορίζονταν στους μεγάλους αγώνες, αλλά και στο παγκόσμιο ρεκόρ, το οποίο βελτίωναν εναλλάξ. Μέχρι που ο Σέντιχ το έφτασε στα 86.74 μ. στον τελικό του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος της Στουτγάρδης.
Είχε μεσολαβήσει η απουσία και των δύο από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λος Άντζελες, λόγω του μποϊκοτάζ της Σοβιετικής Ένωσης και ακολούθησε ένα σερί νικών του Λιτβίνοφ στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της Ρώμης (1987) και στους Ολυμπιακούς της Σεούλ (1988).
Η αναλαμπή στο Τόκιο και οι φήμες περί ντόπινγκ
Έχοντας περάσει πια τα 30 του, ο Σέντιχ έμοιαζε ξοφλημένος στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Λίγοι τον υπολόγιζαν στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 1991 στο Τόκιο, εκείνος όμως έκανε την έκπληξη: με καλύτερη βολή στα 81.70 μ. νίκησε καθαρά το φαβορί, τον συμπατριώτη του Ίγκορ Αστάπκοβιτς και κέρδισε το μοναδικό χρυσό μετάλλιο που έλειπε από τη συλλογή του.
Ήταν η τελευταία αναλαμπή της τεράστιας καριέρας του Σέντιχ, ο οποίος συνέχισε να αγωνίζεται μέχρι το 1995, χωρίς όμως να σημειώσει άλλες διεθνείς διακρίσεις. Κάποιοι συνδέουν το γεγονός και με την κατάρρευση υπαρκτού σοσιαλισμού και τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, η οποία συνοδεύτηκε από φήμες περί ντόπινγκ των κορυφαίων αθλητών της. Φήμες που κυκλοφόρησαν και για τους αθλητές και αθλήτριες των υπόλοιπων χωρών του πρώην Ανατολικού Μπλοκ.
Στο βραβευμένο βιβλίο του «The Rodchenkov Affair», ο Γκριγκόρι Ροντσένκοφ, πρώην επικεφαλής του εργαστηρίου αντι-ντόπινγκ της Μόσχας, έγραψε ότι ο Σέντιχ έκανε «βαριά» χρήση στεροειδών την εποχή που κυριαρχούσε στη σφαιροβολία. Ο δις χρυσός ολυμπιονίκης αρνήθηκε την κατηγορία, ισχυριζόμενος ότι οι εντυπωσιακές επιδόσεις που παραμένουν απλησίαστες σήμερα οφείλονταν στο πρωτοποριακό σύστημα προπόνησης που ακολουθούσε.
Τίποτα, φυσικά, δεν αποδείχθηκε, αλλά οι υποψίες παραμένουν. Δεν γίνεται να μην προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι μέχρι το 2024 στο Παρίσι, όπου ο Καναδός Ίθαν Κάτσμπεργκ κέρδισε το χρυσό με 84.12 (και πάλι δυόμισι μέτρα κάτω απ’ το παγκόσμιο ρεκόρ του 1986), οι νικητές της σφυροβολίας στους Ολυμπιακούς Αγώνες σπάνια υπερέβαιναν τα 80 μέτρα.
Δύο γάμοι με συναθλήτριες και δύο κόρες πρωταθλήτριες
Ο Σέντιχ γεννήθηκε μεν στο Νοβοτσερκάρσκ της Ρωσίας (στις 11 Ιουνίου 1955), μεγάλωσε όμως στη Νικόπολη της Ουκρανίας και εξελίχθηκε στον μεγάλο αθλητή που γνωρίζουμε την εποχή που προπονούνταν στο αθλητικό κέντρο ενόπλων δυνάμεων στο Κίεβο. Μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης πήρε την ουκρανική υπηκοότητα, όμως γρήγορα εγκαταστάθηκε οικογενειακώς στο Παρίσι, όπου εργάστηκε ως γυμναστής και προπονητής σφυροβολίας.
Έκανε δύο γάμους με καταξιωμένες συναθλήτριές του. Πρώτα με τη σπρίντερ, Λιουντμίλα Κοντράτιεβα, χρυσή ολυμπιονίκη των 100 μέτρων το 1980 κι ύστερα με τη σφαιροβόλο Νατάλια Λισόφσκαγια, με την οποία παρέμειναν μαζί μέχρι τον θάνατό του, στις 14 Σεπτεμβρίου 2021. Το αξιοσημείωτο για τη Λισόφσκαγια είναι ότι εκτός από τα πολλά χρυσά μετάλλια που κατέκτησε σε μεγάλους αγώνες (με κορυφαίο το χρυσό στους Ολυμπιακούς του 1988 στη Σεούλ) παραμένει κι αυτή κάτοχος του παγκόσμιου ρεκόρ στο αγώνισμά της.
Ο Σέντιχ είχε δύο κόρες, μία από κάθε γάμο, οι οποίες ακολούθησαν αμφότερες τα βήματά του στη σφυροβολία. Η Οκσάνα Κοντράτιεβα, αναδείχθηκε πρωταθλήτρια Ρωσίας και το 2013 κέρδισε το ασημένιο μετάλλιο στην Πανεπιστημιάδα του Καζάν. Ωστόσο, το 2021 τιμωρήθηκε για παραβίαση κανόνων περί ντόπινγκ και όλα τα αποτελέσματά της από το 2013 και σβήστηκαν.
Η Αλέξια Σέντιχ, καρπός του γάμου του με τη Λισόφσκαγια, αγωνίστηκε με τα χρώματα της Γαλλίας και σημείωσε πολλές διακρίσεις ως νεάνιδα (με κορυφαία το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες Νέων του 2010 στη Σιγκαπούρη). Όμως, δεν είχε ανάλογη εξέλιξη όταν ενηλικιώθηκε.
Πηγές: Wikipedia, NBC Sports.
Άλλα γεγονότα στην Ελλάδα και τον κόσμο στις 28 Ιουλίου
2021: Η Αμερικανίδα Κέιτι Λεντέκι κερδίζει το χρυσό μετάλλιο στα 1.500 μέτρα ελεύθερο των Ολυμπιακών Αγώνων του Τόκιο με χρόνο 15:37.34. Είναι η πρώτη φορά στην ιστορία της κορυφαίας διοργάνωσης που οι γυναίκες διαγωνίζονται σε απόσταση μεγαλύτερη των 800 μέτρων.
2019: Η Αννέτα Κυρίδου και η Δήμητρα Τσαμοπούλου κερδίζουν το χρυσό μετάλλιο στο διπλό σκιφ, στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα κωπηλασίας Κ-23 που διεξάγεται στις ΗΠΑ.
2013: Η 20χρονη κωπηλάτρια, Κατερίνα Νικολαϊδου, κατακτά το χρυσό μετάλλιο στο σκιφ ελαφρών βαρών στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα κάτω των 23 ετών που διεξάγεται στο Λιντς της Αυστρίας.
2012: H 30χρονη αθλήτρια της σκοποβολής από τη Μαλαισία, Νουρ Σουριάνι Ταΐμπι, συμμετέχει στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου ενώ είναι οκτώ μηνών έγκυος, προκαλώντας τον διεθνή θαυμασμό. Δεν καταφέρνει, ωστόσο, να προκριθεί στον τελικό του αεροβόλου τουφεκιού.
2003: Η ΑΕΚ πετυχαίνει συμφωνία με τον διεθνή επιθετικό, Νίκο Λυμπερόπουλο, ο οποίος έχει μείνει ελεύθερος από τον Παναθηναϊκό.
1999: O Φέρεντς Πούσκας ονομάζεται «Πρέσβης του αθλητισμού της Ουγγαρίας» από τον πρωθυπουργό της χώρας, Βίκτορ Όρμπαν.
1996: Η Ελλάδα πανηγυρίζει την κατάκτηση δύο χρυσών μεταλλίων μέσα σε διάστημα λίγων ωρών στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ατλάντα. Ο Κάχι Καχιασβίλι πρωτεύει στην κατηγορία των 99 κ. της άρσης βαρών σηκώνοντας 420 κιλά στο σύνολο (185 στο αρασέ και 235 στο ζετέ, που είναι και παγκόσμιο ρεκόρ) και ο Ιωάννης Μελισσανίδης στις ασκήσει εδάφους της ενόργανης γυμναστικής με ένα άρτιο πρόγραμμα που βαθμολογείται με 9.850.
1992: Ο Αλεξάντρ Ποπόφ, ο επονομαζόμενος «Τσάρος της πισίνας», κατακτά το πρώτο του χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο, όταν θριαμβεύει στα 100 μ. ελεύθερο με χρόνο 49.02.
1985: Ο Χαράλαμπος Παπανικολάου ολοκληρώνει την παρουσία του στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Κολύμβησης Νέων-Νεανίδων της Γενεύης έχοντας κατακτήσει τέσσερα μετάλλια. Το ένα είναι χρυσό (στα 100 ύπτιο) και τα υπόλοιπα τρία ασημένια (στα 200 και στα 400 μικτή και στα 200 ύπτιο).
1980: Επιταχύνοντας εντυπωσιακά στο τελευταίο κομμάτι της κούρσας, ο Ιταλός Πιέτρο Μενέα κατακτά το χρυσό μετάλλιο στα 200 μέτρα των Ολυμπιακών Αγώνων της Μόσχας με χρόνο 20.19, αφήνοντας δεύτερο τον Βρετανό Άλαν Γουέλς (20.21) και τρίτο τον Τζαμαϊκανό, νικητή το 1976 στο Μόντρεαλ, Ντον Κουέρι (20.29).
1976: Η Ανατολικογερμανίδα, Μπέρμπελ Βέκελ, κερδίζει το χρυσό μετάλλιο στα 200 μέτρα στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μόντρεαλ με νέο ολυμπιακό ρεκόρ (22.37). Την ίδια ημέρα η συμπατριώτισσά της, Ρόζμαρι Άκερμαν, κατακτά το χρυσό μετάλλιο στο άλμα εις ύψος με 1.93 μ. (που συνιστά επίσης ολυμπιακό ρεκόρ).
1966: Αποκαλύπτεται ότι ο Ολυμπιακός έχει καταθέσει στον ΠΑΟΚ πρόταση για την απόκτηση του Γιώργου Κούδα, που περιλαμβάνει χρηματικά και έμψυχα ανταλλάγματα (300.000 δραχμές και τους ποδοσφαιριστές Αυγητίδη, Πλέσσα, Ν. Σιδέρη, Κυπριανίδη, Νεοφώτιστο), καθώς κι ότι έχει συμφωνήσει ήδη με τον διεθνή μεσοεπιθετικό. Αρχίζει ένα σίριαλ που θα διαρκέσει δύο χρόνια και δεν θα έχει την επιθυμητή κατάληξη για τους Πειραιώτες, με τη συνδρομή και του δικτατορικού καθεστώτος που από το 1967 θα αναλάβει την εξουσία της χώρας.
1966: Στον μικρό τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Αγγλίας, η Πορτογαλία νικά με 2-1 τη Σοβιετική Ένωση και κατακτά την τρίτη θέση στην παρθενική παρουσία της σε τελική φάση. Το πρώτο γκολ πετυχαίνει με πέναλτι στο 12′ ο Εουσέμπιο, ο οποίος φτάνει τα εννιά και θα αναδειχθεί πρώτος σκόρερ της διοργάνωσης.
1965: Η Ρεάλ Μαδρίτης καταθέτει (μέσω του ταμία της, Ραϊμούνδο Σαπόρτα) πρόταση ύψους 3 εκατομμυρίων δραχμών στην ΑΕΚ για την απόκτηση του Μίμη Παπαϊωάννου, στον οποίο προσφέρει 750.000 δραχμές. Ο Βεροιώτης μεσοεπιθετικός είχε εντυπωσιάσει τους Ισπανούς στο φιλικό παιχνίδι στη Νέα Φιλαδέλφεια, στις 12 Ιουλίου 1965. Η Ένωση, ωστόσο, θα αρνηθεί την πρόταση, γεγονός που προκαλεί προσωρινή ρήξη στις σχέσεις της με τον Παπαϊωάννου.
1962: Με αφορμή την κακή παρουσία της εθνικής ομάδας της Γερμανίας στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Χιλής, η Γερμανική Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου (DFB), με πρόεδρο τον Χέρμαν Νοϊμπέργκερ, αποφασίζει να καθιερώσει το πρωτάθλημα εθνικής κατηγορίας (τη γνωστή μας Μπουντεσλίγκα) που θα ξεκινήσει την επόμενη σεζόν με τη συμμετοχή 16 συλλόγων.
1948: Την παραμονή της έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του Λονδίνου, ο σερ Λούντβιχ Γκούτμαν διοργανώνει στο Στόουκ Μάντεβιλ αθλητικούς αγώνες για ανάπηρους του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, στο πλαίσιο ενός προγράμματος επανένταξής τους στην κοινωνία. Οι αγώνες αυτοί θεωρούνται προοίμιο των Παραολυμπιακών Αγώνων, που θα διεξαχθούν για πρώτη φορά το 1960 στη Ρώμη.
1928: Πραγματοποιείται η Τελετή Έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του Άμστερνταμ, η οποία εισάγει δύο καινοτομίες. Η πρώτη αφορά την Ελλάδα, η αποστολή της οποίας παρελαύνει πρώτη για να τιμηθεί ως γενέτειρα χώρα των αγώνων. Και η δεύτερη έχει να κάνει με τον βωμό που ανάβει για πρώτη φορά με την ολυμπιακή φλόγα (αν και δεν έχει προηγηθεί λαμπαδηδρομία).
1008: Στην διαθήκη του Έρμενγκάουντ II, κόμη του Ουρχέλ, περιέχεται η πρώτη καταγεγραμμένη αναφορά στο σκάκι.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
- Μεντιλίμπαρ: «Ο τίτλος του πρωταθλητή χειμώνα δεν σημαίνει τίποτα»
- Μήνυμα της ΠΑΕ ΠΑΟΚ για τον τραυματισμό του Τζίμα: «Μείνε δυνατός Στέφανε, είμαστε όλοι δίπλα σου»
- Ολυμπιακή Φλόγα: Ξεκίνησε από το Παναθηναϊκό Στάδιο το ταξίδι της για την Ιταλία
- Μπαφές: «Πάνω από όλα η ασφάλεια φιλάθλων και εργαζομένων, τα κυβικά νερού στην οροφή του ΣΕΦ ήταν ασύλληπτα»
- Σπανούλης: Η Μονακό «έτρεξε» με 125 κι έσπασε το ρεκόρ του Παναθηναϊκού!
