Γιολάντα Μπάλας: Το πρώτο χρυσό της κορυφαίας άλτριας ύψους όλων των εποχών
Στις 21 Αυγούστου 1958 η Γιολάντα Μπάλας κέρδισε το χρυσό μετάλλιο στο ύψος στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα της Στοκχόλμης, αρχίζοντας ένα σερί νικών στις μεγάλες διοργανώσεις που θα ζήλευε και… ο Μόντο Ντουπλάντις.
Αν θα έπρεπε ντε και καλά να παραλληλίσουμε τη Γιολάντα Μπάλας με κάποιο σύγχρονο μεγάλο όνομα του στίβου, για να καταλάβει κι ο νεότερος αναγνώστης πόσο σημαντική ήταν για το άλμα εις ύψος, η επιλογή θα ήταν εύκολη: ο Μόντο Ντουπλάντις!
Μη βιαστείτε να χαρακτηρίσετε υπερβολικό τον παραλληλισμό με τον σούπερ σταρ του επί κοντώ. Διότι από το 1957 έως και το 1966 η Ρουμάνα άλτρια του ύψους είχε καταγράψει ένα σερί 154 διαδοχικών νικών σε επίσημους αγώνες (εξαιρούνται οι προκριματικοί), ενώ το ίδιο διάστημα είχε σημειώσει 18 παγκόσμια ρεκόρ (14 στον ανοιχτό στίβο και τέσσερα στον κλειστό) και δεν άφησε κανένα χρυσό μετάλλιο σε διεθνή διοργάνωση να της ξεφύγει!
Αν δεν κάνουμε λάθος (και δεν κάνουμε), τα νούμερα αυτά δεν τα έχει φτάσει ακόμα ο Ντουπλάντις. Όχι ότι δεν θα τα ξεπεράσει στο μέλλον, αλλά πήρατε μια ιδέα για το πόσο τεράστιο μέγεθος ήταν η Μπάλας και τι απήχηση είχε στην εποχή της.
Το ημερολόγιο έδειχνε 21 Αυγούστου 1958 όταν η ψηλόλιγνη Ρουμάνα ανέβηκε για πρώτη φορά στο ψηλότερο σκαλί του βάθρου μιας μεγάλης διοργάνωσης, του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος της Στοκχόλμης. Η επέτειος της έναρξης της ηγεμονίας της είναι μία καλή αφορμή για να ασχοληθούμε εκτενέστερα με αυτή τη θρυλική μορφή του παγκόσμιου στίβου, που θεωρείται η κορυφαία αθλήτρια που καταπιάστηκε ποτέ με το άλμα εις ύψος.
Η αναπόφευκτη εξέλιξη των συνθηκών στα στάδια, αλλά και στον τρόπο προπόνησης των αθλητριών, έχει εκτοξεύσει το παγκόσμιο ρεκόρ στα 2.10 μ. από το 1.91 μ. της Μπάλας και ενδεχομένως να κάνει τη σύγκριση να φαίνεται ανεδαφική στα μάτια των αδαών. Μη ξεχνάμε, ωστόσο, ότι τότε οι αθλήτριες προσγειώνονταν σε σκάμμα από άμμο κι όχι σε στρώμα, ενώ έπαιρναν φόρα σε ένα τερέν πολύ πιο σκληρό απ’ το ελαστικό που καθιερώθηκε στα ’70s.
Το πιο βασικό; Η Μπάλας πηδούσε με «ψαλίδι», μια και δεν είχε εμφανιστεί ακόμα ο Ντικ Φόσμπερι με τον επαναστατικό παλμό του που συνέβαλε ώστε να βελτιωθούν εντυπωσιακά οι επιδόσεις. Τηρουμένων των αναλογιών, λοιπόν, μπορεί το 1.91 μ. που είχε σημειώσει η Ρουμάνα αθλήτρια αγωνιζόμενη υπό πρωτόγονες συνθήκες το 1961, να είναι ισάξιο ή και ανώτερο από το σημερινό παγκόσμιο ρεκόρ της Γιαροσλάβα Μάχουτσικ.
Ποτέ φυσικά δεν θα βρούμε την απόλυτη αλήθεια, όπως συμβαίνει σε κάθε σύγκριση μεταξύ αθλητών που έχουν μεγαλουργήσει σε εντελώς διαφορετικές εποχές. Αυτό που γνωρίζουμε με βεβαιότητα είναι ότι ο μύθος της Μπάλας σημάδεψε και τις γενιές αθλητριών που τη διαδέχθηκαν. Πολλές δεν είχαν καν γεννηθεί όταν εκείνη σάρωνε τις νίκες και τα ρεκόρ, άκουγαν όμως τους παλιότερους να μιλούν με θαυμασμό για τα ανεπανάληπτα κατορθώματά της και ονειρεύονταν να της μοιάσουν.
Μια εξελιγμένη βερσιόν του «ψαλιδιού»
Παρακολουθώντας κανείς τα λίγα βίντεο που υπάρχουν στο διαδίκτυο με κινηματογραφημένα πλάνα από αγώνες της Μπάλας, θα εντυπωσιαστεί με τον τρόπο με τον οποίο πηδούσε τον πήχυ. Σε μία εποχή που είχε κυριαρχήσει το «στραντλ» (το πέρασμα με την κοιλιά, σαν ο αθλητής να «καβαλάει» τον πήχυ – αυτή είναι και η έννοια της λέξης «straddle») εκείνη επέμενε να ακολουθεί την τεχνική του «ψαλιδιού», την οποία πάντως είχε εξελίξει.
Η πανύψηλη (1.90 μ.) Ρουμάνα τέντωνε το δεξί της πόδι, με το οποίο εκτελούσε το πρώτο σκέλος του άλματος και κατόπιν μάζευε με μία αστραπιαία κίνηση το αριστερό πάνω απ’ τον πήχυ. Τη βελτιστοποίηση της τεχνικής της τη χρωστούσε στον Ίοαν Σότερ, τον προπονητή της στη Στεάουα Βουκουρεστίου που θα γινόταν και ο άνδρας της ζωής της.
Είχε αρχίσει πολύ μικρή την ενασχόλησή της με το άλμα εις ύψος χάρη στην παρότρυνση της παραμάνας της, Λουίζα Ερνστ, παλιάς πρωταθλήτριας Ρουμανίας στο αγώνισμα. Αρχικά είχε ενταχθεί στον σύλλογο Ελέκτρικα της Τιμισοάρα, όμως ο Σότερ ήταν εκείνος που (ως παλιός άλτης του ύψος κι αυτός με την έκτη ολυμπιακή θέση του 1952 στο ενεργητικό του) τη βοήθησε από το 1954 και μετά να πιάσει το μέγιστο των δυνατοτήτων της.
Η Μπάλας κέρδισε το ασημένιο μετάλλιο στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα της Βέρνης το 1954 και δύο χρόνια αργότερα, στις 14 Ιουλίου 1956, κατέρριψε για πρώτη φορά το παγκόσμιο ρεκόρ με 1.75 μ. «Κι εγώ είχα εκπλαγεί που είχα πηδήσει τόσο ψηλά, παρά την αποφασιστικότητα που είχα», είχε δηλώσει σε συνέντευξή της στον Ούγγρο δημοσιογράφο, Ατίλα Άγκασι, το 2005.
Πήγε στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Μελβούρνης ως παγκόσμια ρεκορντγούμαν και ανάμεσα στα φαβορί. Όμως, ήταν ακόμα άπειρη και, το σημαντικότερο, δεν είχε στο πλευρό της τον Σότερ. Το κομμουνιστικό καθεστώς της Ρουμανίας δεν επέτρεψε στον προπονητή της (με τον οποίο ήταν ήδη ζευγάρι) να ταξιδέψει στην Αυστραλία, διότι είχε συγγενείς που ήταν μόνιμοι κάτοικοι του Περθ και υπήρχε φόβος μήπως αυτομολήσει.
Χωρίς την τεχνική καθοδήγηση, αλλά και την ψυχολογική υποστήριξη του μνηστήρα της, η Μπάλας πήδησε μόλις 1.67 μ. και κατετάγη πέμπτη. Και σαν να μην της έφτανε η πίκρα της για την αποτυχία, έμαθε ότι κύκλοι της ρουμανικής κυβέρνησης την κατηγορούσαν ότι είχε «πουλήσει» τον αγώνα!
Μπροστά από την εποχή της
Από την αυγή του 1957 η Μπάλας ήταν αποφασισμένη να πάρει ρεβάνς απ’ όσους είχαν αμφισβητήσει την αξία και την ακεραιότητά της. Αυτήν τη λέξη («εκδίκηση») έγραφε κάθε πρωί δίπλα στους πέντε ολυμπιακούς κύκλους που σχεδίαζε στο ημερολόγιό της, πριν πάει για προπόνηση. Χάρη στην αποφασιστικότητά της άρχισε το εντυπωσιακό σερί νικών και από τις 21 Αυγούστου 1958, όταν κέρδισε το πρώτο της χρυσό μετάλλιο στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα της Στοκχόλμης με νέο ρεκόρ αγώνων (1.77 μ.), η αυτοπεποίθησή της ανέβηκε στα ύψη.
Η κορύφωση ήρθε το 1960, με το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ρώμης. Αυτή τη φορά είχε καταφέρει να επιβάλει την παρουσία του Σότερ στο πλευρό της, έστω κι αν το «αντάλλαγμα» ήταν ότι η ρουμανική κυβέρνηση είχε βάλει έναν μυστικό πράκτορα να τους ακολουθεί σε κάθε τους βήμα στην ιταλική πρωτεύουσα.
Αυτό, όμως, δεν επηρέασε καθόλου την Μπάλας, η οποία προτιμούσε την παρακολούθηση από τη μοναξιά που είχε βιώσει στη Μελβούρνη. Χωρίς άγχος και με καλή ψυχολογία, κέρδισε τον τελικό με άλμα στο 1.85 μ., με το οποίο βελτίωσε κατά εννέα εκατοστά το ολυμπιακό ρεκόρ που είχε σημειώσει το 1956 η Μίλντρεντ ΜακΝτάνιελ (και τότε ήταν και παγκόσμιο). Έγινε έτσι η πρώτη Ρουμάνα που κατέκτησε χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο σε οποιοδήποτε άθλημα!
Η Μπάλας πρώτευσε και στις Πανεπιστημιάδες του 1959 και του 1961, ενώ το 1962 διατήρησε τα σκήπτρα της πρωταθλήτριας Ευρώπης στο Βελιγράδι. Το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα ανέβαζε πόντο-πόντο το παγκόσμιο ρεκόρ, παρότι δεν λάμβανε ξεχωριστό πριμ όπως συμβαίνει στις μέρες μας με τον Ντουπλάντις. Από το 1.78 μ. που σημείωσε στις 7 Ιουνίου 1958, όταν πήρε πίσω το ρεκόρ απ’ την Κινέζα Τζενγκ Φενγκρόνγκ, το έφτασε στο 1.91 μ. στις 16 Ιουλίου 1961 στη Σόφια.
Ήταν πλέον δύσκολο ακόμα και για την ίδια να πηδήσει πιο ψηλά, της αρκούσαν όμως και χαμηλότερες επιδόσεις για να κερδίζει τους μεγάλους αγώνες. Τρόπος του λέγειν «χαμηλότερες», αφού το 1964 στο Τόκιο πήδησε 1.90 μ. και έγινε η πρώτη άλτρια του ύψους που κέρδισε δεύτερο διαδοχικό χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Η Μπάλας αναγκάστηκε να τερματίσει την καριέρα της το 1967, λόγω ενός τραυματισμού στον αχίλλειο τένοντα. Την ίδια χρονιά παντρεύτηκε και τον επί δεκατρία χρόνια προπονητή της κι άρχισε να εργάζεται ως γυμνάστρια σε σχολεία της Ρουμανίας. Όσο για το παγκόσμιο ρεκόρ της στο ύψος, άντεξε συνολικά δέκα χρόνια. Μέχρι τις 4 Σεπτεμβρίου 1971, οπότε και το κατέρριψε στη Βιέννη (με 1.92 μ.) η Αυστριακή Ιλόνα Γκουζενμπάουερ.
Ήθελε να πάει στην Ουγγαρία
Η Μπάλας γεννήθηκε στις 12 Δεκεμβρίου 1936 στην Τιμισοάρα και, όπως μαρτυρά το επώνυμό της, ανήκε στην ουγγρική μειονότητα της Ρουμανίας. Ο πατέρας της, που εργαζόταν ως κλειδαράς, υπηρέτησε στον ουγγρικό στρατό κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όμως υποχρεώθηκε να παραμείνει στη Βουδαπέστη όταν επανήλθε η ειρήνη.
Η μητέρα της, Έτελ, ήθελε να πάει με τη μικρή Γιολάντα στην Ουγγαρία. Της έβγαλε μάλιστα και μαγυάρικο διαβατήριο το 1947, όμως η πολύπλοκη κατάσταση που επικρατούσε εκείνη την περίοδο στις χώρες του ανατολικού μπλοκ, δεν επέτρεψε στην οικογένεια να επανενωθεί. Μάνα και κόρη συνέχισαν να ζουν στην Τιμισοάρα νιώθοντας ξένες και αργότερα η Μπάλας έφερε βαρέως ότι στις μεγάλες νίκες που σημείωσε, δεν μπόρεσε να ακούσει τον εθνικό ύμνο της Ουγγαρίας ή να δει τη σημαία της στον ψηλότερό ιστό αντί για εκείνη της Ρουμανίας.
Όπως τόνισε, πάντως, στην προαναφερθείσα συνέντευξη στον Άγκασι, «κάθε αθλητής εκπροσωπεί πρώτα τον εαυτό του κι ύστερα ένα έθνος. Δεν ήταν γραφτό να φορέσω τα χρώματα της Ουγγαρίας και να προσφέρω χαρά στους ανθρώπους που μιλούν τη μητρική μου γλώσσα. Στενοχωριέμαι που τα πράγματα εξελίχθηκαν έτσι, όμως μπορεί και να είχα τρελαθεί αν βασάνιζα συνεχώς το μυαλό μου μ’ αυτήν τη σκέψη. Ελπίζω μόνο ότι εκτός απ’ τους Ρουμάνους, αισθάνθηκαν περήφανοι για μένα και οι Ούγγροι πολίτες».
Η επιρροή της Μπάλας στον αθλητισμό της Ρουμανίας ήταν τόσο μεγάλη, που το 1988 εξελέγη παμψηφεί πρόεδρος της ομοσπονδίας στίβου της χώρας, θέση την οποία διατήρησε μέχρι το 2005. Παράλληλα ήταν μέλος και της Ολυμπιακής Επιτροπής, ενώ είχε περάσει από σημαντικά πόστα στην IAAF και την Ευρωπαϊκή Ένωση Κλασικού Αθλητισμού.
Η τεράστια αυτή αθλήτρια πέθανε στο Βουκουρέστι στις 11 Μαρτίου 2016, σε ηλικία 79 ετών.
Πηγές: index.hu (Aghassi Atila ‘Sajnálom, hogy nem Magyarországnak nyertem olimpiákat’), Wikipedia («Iolanda Balas», «1958 European Championships in Athletics», «Women’s High Jump World Record Progression»), insidethegames.biz («Iolanda Balas»), worldathletics.org («Balas, simply the best»), sports-reference.com («Iolanda Balas»), eurolympic.org («Romanian High Jump Legend Passes Away»), olympics.com («Iolanda Balas»).
Άλλα γεγονότα στην Ελλάδα και τον κόσμο στις 21 Αυγούστου
2022: Ο Λευτέρης Πετρούνιας αναδεικνύεται πρωταθλητής Ευρώπης στους κρίκους για έκτη φορά (μετά το 2015, το 2016, το 2017, το 2018 και το 2021) και ισοφαρίζει το ρεκόρ του Ούγγρου, Κρίστιαν Μπέρκι.
2019: Ο Ολυμπιακός συντρίβει με 4-0 τη ρωσική Κρασνοντάρ στο «Γ. Καραϊσκάκης» και εξασφαλίζει από τον πρώτο αγώνα την πρόκριση στη φάση των ομίλων του Champions League. Τα γκολ πετυχαίνουν οι Γκερέρο (30′), Ραντζέλοβιτς (78′, 85′) και Ποντένσε (89′).
2016: Ο Κενυάτης, Ελιούντ Κιπτσόγκε, κατακτά το χρυσό μετάλλιο στον Μαραθώνιο, το αγώνισμα με το οποίο πέφτει η αυλαία του στίβου στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο ντε Τζανέιρο. Στον τελικό του μπάσκετ ανδρών, οι ΗΠΑ με κορυφαίο τον Κέβιν Ντουράντ (30 π.) συντρίβουν με 96-66 τη Σερβία και ανεβαίνουν στο ψηλότερο σκαλί του βάθρου, ενώ το χάλκινο μετάλλιο κατακτά η Ισπανία, που νικά με 89-88 την Αυστραλία. Στο πόλο ανδρών, τέλος, η Σερβία επικρατεί με 11-7 της Κροατίας και κατακτά το πρώτο της χρυσό μετάλλιο στο άθλημα ως ανεξάρτητη δημοκρατία.
2004: Η Σοφία Μπεκατώρου και η Αιμιλία Τσουλφά κατακτούν το χρυσό μετάλλιο στα 470 της ιστιοπλοΐας στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας. Λίγες ώρες αργότερα, η Τασούλα Κελεσίδου κερδίζει το ασημένιο μετάλλιο στη δισκοβολία, με βολή στα 66.68 μ.
2004: Οι φίλαθλοι στο κλειστό της άρσης βαρών στη Νίκαια αποθεώνουν επί πέντε λεπτά τον Πύρρο Δήμα, τη στιγμή που του απονέμεται το χάλκινο μετάλλιο στην κατηγορία των 85 κ. των Ολυμπιακών Αγώνων. Είναι το τέταρτο ολυμπιακό μετάλλιο του κορυφαίου Έλληνα αρσιβαρίστα, ύστερα από τα χρυσά σε Βαρκελώνη (1992), Ατλάντα (1996) και Σίδνεϊ (2000).
1995: Η Χριστίνα Θαλασσινίδου κερδίζει το χάλκινο μετάλλιο στο σόλο συγχρονισμένης κολύμβησης στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Υγρού Στίβου της Βιέννης.
1971: Η 16χρονη Λόρα Μπόου γίνεται η νεότερη αθλήτρια που κερδίζει το Αμερικάνικο Πρωτάθλημα Ερασιτεχνικού Γκολφ.
1935: Πεθαίνει σε ηλικία 86 ετών ο Άγγλος τενίστας Τζον Χάρτλεϊ, ο οποίος είχε κατακτήσει δύο από τις πρώτες διοργανώσεις του διάσημου τουρνουά τένις του Γουίμπλεντον (1879, 1880).
1920:
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
- Μεντιλίμπαρ: «Ο τίτλος του πρωταθλητή χειμώνα δεν σημαίνει τίποτα»
- Μήνυμα της ΠΑΕ ΠΑΟΚ για τον τραυματισμό του Τζίμα: «Μείνε δυνατός Στέφανε, είμαστε όλοι δίπλα σου»
- Ολυμπιακή Φλόγα: Ξεκίνησε από το Παναθηναϊκό Στάδιο το ταξίδι της για την Ιταλία
- Μπαφές: «Πάνω από όλα η ασφάλεια φιλάθλων και εργαζομένων, τα κυβικά νερού στην οροφή του ΣΕΦ ήταν ασύλληπτα»
- Σπανούλης: Η Μονακό «έτρεξε» με 125 κι έσπασε το ρεκόρ του Παναθηναϊκού!
