Νικ Καλάθης: Στους κορυφαίους θα περίσσευε, στους σπουδαίους θα ήταν δεδομένος!

Ένας ύμνος στον Νικ Καλάθη που δεν θα αποκτήσει ποτέ την ταμπέλα του ηγέτη σε όποια ομάδα κι αν αγωνιστεί, αλλά αποτελεί τον καλύτερο… συμπαίκτη μ’ όποιον κι αν παίζει στο πλευρό του. 

Στη σταχυολόγηση των κορυφαίων στην Ιστορία της Ευρωλίγκας, ο Νικ Καλάθης μάλλον θα περίσσευε. Ουδέποτε υπήρξε πειστικός, με τον τρόπο που το έκαναν ο Δημήτρης Διαμαντίδης, ο Βασίλης Σπανούλης. Δεν έγινε επιδραστικός όπως ο Ντέγιαν Μποντιρόγκα και δεν έχει τη φαντασία ενός Σαρούνας Γιασικεβίτσιους ή του Μίλος Τεόντοσιτς.

Ο Νικ Καλάθης δεν σκορπάει τον τρόμο, οι αντίπαλοι δεν σηκώνονται στις φτέρνες τους, η ψυχή τους δεν φτερουγίζει όταν η μπάλα βρίσκεται στα χέρια του. Στα τρία τελευταια λεπτά ενός παιχνιδιού, αν και μπορεί να διαδραματίσει έναν πολύ σημαντικό ρόλο, δεν είναι βέβαιο ότι θα αναλάβει να οδηγήσει στο σκοράρισμα και να βγάλει την ομάδα του από τη δύσκολη θέση.

Από το μηδενισμό, βεβαίως, ό,τι δεν μπορεί να κάνει όσο οι ιστορικά καλοί της Ευρωλίγκας απέχει.Ο πρώτος στην κατηγορία των τελικών πασών πιθανολογείται, μάλλον δικαίως, ότι θα έχει φτάσει την απόσταση αμεταξύ εκείνου και του δεύτερου σε επίπεδα τεράστια, όταν αποφασίσει να αφήσει τη φανέλα στα αποδυτήρια και να φορέσει τη φόρμα του προπονητή -διότι αχρείαστος ο κολαούζος σε χωριό εμφανές.

Η καριέρα που έκανε και συνεχίζει να κάνει, έχει για στοιχείο της κάτι εξαιρετικά σπάνιο: τη σταθερότητα. Αυτό που είχε, σε αναλογία, ο Μίμης Δομάζος, που οι παλιοί λένε ότι δεν υπήρχε παιχνίδι που να μην είναι αυτό που μπορούσε.

Ο ηθελημένος πασέρ

Ένας σκόρερ διαφορετικού είδους

Ο Νικ Καλάθης έχει αυτήν την εσάνς που είχαν ο Πιερλουίτζι Μαρτζοράτι, ο Ιγνάθιο Θολοθάμπαλ, οι πόιντ γκαρντ που δεν ήταν τόσο πόιντ γκαρντ, αλλά πλέι μέικερ. Από τα… μικράτα του, κατάλαβε ότι, για να διακριθεί στο υψηλότερο επίπεδο, έπρεπε να γίνει πόιντ γκαρντ. Οι ατέλειες στο σουτ γίνονταν απευθείας φανερές και ήταν επιτακτική ανάγκη να το φτιάξει.

Οι αρετές του ως πλέι μέικερ, όμως, ήταν εντυπωσιακές, σε τέτοιο βαθμό που τα υπαρξιακά ζητήματά του αφορούσαν το πώς θα βελτιώσει το παιχνίδι του στο πρακτικό κομμάτι ενώ έκανε πρωταθλητισμό. Έφτασε να φορέσει τη φανέλα των Μέμφις Γκρίζλις, το οποίο υπήρξε σπουδαίο κατόρθωμα, παρ’ ότι στο δικό του ύψος, το 1,96μ., οι ηθελημένοι πασέρ δεν υπήρχαν σε αφθονία. Ήταν, άλλωστε, η εποχή που το NBA έκανε… στροφή προς το σουτ από μακριά, ο χώρος άνοιγε και το ίδιο έπρεπε να συμβαίνει και με τις άμυνες.

Ο Καλάθης υπήρξε κατά συρροήν σκόρερ στο λύκειο, στο Λέικ Χάουελ του Γουίντερ Παρκ στη Φλόριντα, και αποφοίτησε το 2007 ως ο πρώτος σκόρερ στην κομητεία του Σέμινολ. Εκείνη τη χρονιά, παρέα με τον Τσάντλερ Πάρσονς, με τον οποίο αντάμωσε και στο κολέγιο, με τη φανέλα των Γκέιτορς της Φλόριντα, κατέκτησαν το πρωτάθλημα σε όλη την πολιτεία.

Ενστικτωδώς, ο Καλάθης απέκτησε την ικανότητα της διείσδυσης και σε εκείνα τα εφηβικά χρόνια το σουτ ήταν αχρείαστο, ενω το ίδιο συνέβαινε και στη διετία που δαπάνησε στο κολέγιο, πριν εν πάση περιπτώσει γίνει ντραφτ το 2009 στο NBA, ως το νούμερο 45 στο δεύτερο γύρο.

Ο Καλάθης ήταν και… άτυχος με τους Γκέιτορς, αφού επέλεξε αυτό το κολέγιο αφού… έγραψε ιστορία, με τη φουρνιά του Γιοακίμ Νοά, του Αλ Χόρφορντ και του Κόρεϊ Μπρούερ, με προπονητή τον Μπίλι Ντόνοβαν: υπάρχει και σύμπτωση, μάλιστα, με τις μέρες Σιζέφσκι, που διάγει η μπασκετική οικουμένη, μια και οι Γκέιτορς έκαναν το back2back σε κατακτήσεις εθνικών πρωταθλημάτων, 15 χρόνια μετά τις διαδοχικές επιτυχίες του Ντιουκ με το σεσημασμένο Κρίστιαν Λέτνερ, το 1991 και το 1992 (όταν και, για γαρνιτούρα, έβαλε εκείνο το ιστορικό σουτ στο ματς για την πρόκριση στο Final 4, επί του Κεντάκι του Ρικ Πιτίνο).

Ο Καλάθης πήρε την πρώτη κρυάδα όταν η ομάδα του αποκλείστηκε… άκομψα από τη Μασαχουσέτη, στον πρώτο γύρο του πρωταθλήματος της Νοτιοανατολικής Περιφέρειας. Παρόμοια ήταν και η κατάληξη τη δεύτερη χρονιά του, μόνο που τότε δεν ήταν η Μασαχουσέτη, αλλά το Όμπορν,και ο αποκλεισμός επήλθε στο δεύτερο γύρο -και όχι τον πρώτο.

Οι χρονιές του, πάντως, ήταν μεστές σαν φράουλες τον Μάιο. Οι 15,3 και οι 17,2 πόντοι των δύο χρονιών του στο κολέγιο συνδυάστηκαν με 6,2 και 6,4 ασίστ αντιστοίχως. Ήταν σκόρερ εξ ανάγκης, αλλά οι πάσες του έμοιαζαν με τη φυσική εξέλιξη του εαυτού του.

Το… Π του πόιντ γκαρντ

Ο «μαγικός αριθμός»

Από τότε, λοιπόν, ο Καλάθης πήρε το δρόμο του ως πασέρ. Όχι μόνο αυτό, αλλά φρόντισε, αυτό που θα έκανε, να το κάνει καλά. Μια ζωή στην Ευρωλίγκα, ο πόιντ γκαρντ από το Κάσελμπερι της Φλόριντα, συστήθηκε ως ένας οργανωτής, που μπορεί να κρατάει τα ηνία της ομάδας του χωρίς, ευτυχώς ή δυστυχώς για τον ίδιο, η παρουσία του να γεννά επιπρόσθετες απαιτήσεις σε ό,τι αφορά αυτήν καθαυτήν. Μπορεί οι καλές νύχτες να ήταν αποπλανητικές και οι κακές παραπλανητικές, πάντως ο Καλάθης αδιαφορεί και βεβαίως ουδέποτε υποστήριξε ότι είναι κάτι άλλο από αυτό που όντως είναι: ένας σπουδαίος πλέι μέικερ με προτεραιότητα την πάσα και το να γίνουν οι συμπαίκτες του καλύτεροι.

Ακόμα και εκείνη η στιχομυθία με τον Δημήτρη Γιαννακόπουλο και τον Μάικ Τζέιμς, μετά το πρωτάθλημα του 2017, όταν ο Αμερικανός ήθελε να φύγει για τη Μύκονο την επαύριοον τον κατακτημένου πρωταθλήματος και ο Καλάθης προσπάθησε να τον κρατήσει στην ομάδα για την επομένη, είναι σημαντική για να γίνει κατανοητός ο ρόλος του Καλάθη στην ομάδα του -και όχι μόνο στο τερέν, αλλά και αποδυτήρια.

Επιπροσθέτως, ο Καλάθης πληροί και το πιο κρίσιμο στατιστικό για έναν πλέι μέικερ: την αναλογία ασίστ λάθης. Μετά το 2015, που γύρισε από την επιτυχημένη, για τα γνωρίσματά του, θητεία του στους Γκρίζλις, αλλά και πριν το 2013, όταν και κατέκτησε, μαζί με Διαμαντίδη και Ομπράντοβιτς, τη μία και ενδεχομένως μοναδική Ευρωλίγκα στην καριέρα του (2011), ήταν ένας παίκτης που κυρίως διάβαζε το παιχνίδι της και αυτός ήταν ο τρόπος λειτουργίας του, ακόμα και τις κρίσιμες στιγμές. Πρέπει να του δοθεί ως πόντος, ακόμα και από το 2009, που έφτασε στη χώρα του πατέρα του, Γιάννης Καλάθης, για να ενσωματωθεί στον Παναθηναϊκό.

Ο παππούς του, δε, Βασίλειος Καλάθης, είχε φτάσει στη Νέα Υόρκη στα 2, Ο Νικ, από τη μεριά του, έχει πετύχει σε 268 παιχνίδια. Τόσες ασίστ, 6 ανά παιχνίδι, και 2,3 λάθη είναι η μαγική συνταγή. Ο αριθμός, που ο Καλάθης έχει φτάσει είναι το…Π του μπάσκετ, δηλαδή μια ισορροπία όσο γίνεται πιο άνετη. Το 3 προς 1, άλλωστε είναι πολύ σημαντινό, αφού υποδηλώνει έξι τελικές πάσες και μόνο σχεδόν δύο λάθη και οι ειδικοί εκτιμούν ότι με ένα τέτοιο στοιχείο και με περισσότερη ένταση, με πιο ασφαλείς ατομικές δεξιότητες, η καριέρα του θα… ερχόταν στα ίσια.

Αυτό έγινε με ένα πάρα πολύ σημαντικό βραβείο και ο Καλάθης πρέπει να είναι ευχαριστημένος, παρ’ όλο που δεν αναγνωρίζεται, με αυτό, αφού μια τέτοια ανάδειξη σηματοδοτεί την πορεία του.

Το ένστικτο του κίλερ μπορεί, δηλαδή, να είναι αναγκαίο, αν και όχι στην περίπτωσή του. Εξάλλου, είναι «δολοφονικός» στην άμυνα, που με τα άκρα του κλέβει και αλλοιώνει μπάλες, δημιουργώντας προϋοποθέσεις αιφνιδιασμού, στις οποίες είναι εξπέρ.

Για έναν ατόφιο πλέι μέικερ, πάντως, θα ήταν χάσιμο χρόνου να μετανιώνει για αυτά που δεν μπορεί να κάνει. Στον Παναθηναϊκό (2009-12, 2015-20), την Ούνιξ Καζάν (2012-13) και την Μπαρτσελόνα, από το καλοκαίρι του 2020 και μετά, το ξέρουν και το αποδέχονται.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News