Αντώνης Καρπετόπουλος: Έπρεπε ή όχι να σταματήσουν οι Γάλλοι;

Προκαλεί σε όλη την Ευρώπη συζήτηση μεγάλη η νίκη των Γάλλων επί του Γιβραλτάρ με 14-0. Υπάρχουν πολλοί που ισχυρίζονται ότι οι Γάλλοι έπρεπε να σταματήσουν, διότι ο αντίπαλος έπαιζε με δέκα παίκτες κι άλλοι, οι περισσότεροι, που πιστεύουν πως υπάρχει και πρέπει να είναι σεβαστό ένα κάποιο fair play. H διαφωνία μού θύμισε μια παλιά ιστορία. Γράφει στη SportDay ο Αντώνης Καρπετόπουλος.

Στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο για το αν πρέπει ή όχι να σταματά μια ομάδα και να μη διασύρει τον αντίπαλό της υπάρχουν δύο σχολές σκέψεις. Τη μία την πρεσβεύουν οι Γερμανοί, οι Ολλανδοί κι οι Άγγλοι, αλλά την ασπάζονται κι ομάδες όπως η Ρεάλ κι η Μπαρτσελόνα.

Με βάση τη λογική όλων αυτών, μια ομάδα δεν πρέπει να σταματά ποτέ να φορτώνει έναν αντίπαλο με γκολ, όσο αδύναμος και να ‘ναι αυτός. Το «φρενάρισμα» στη λογική όλων αυτών μαρτυρά μία έλλειψη σεβασμού: οφείλεις, λένε, να δείξεις στον αντίπαλο όλες του τις αδυναμίες.

Οι Ιταλοί, οι Πορτογάλοι, αλλά κι οι Ανατολικοευρωπαίοι έχουν άλλη λογική: λένε ότι είναι καλύτερο να σέβεσαι τον αντίπαλο και να μην υπερβάλλεις.

Ο Λομπανόφσκι έγραφε στη βιογραφία του ότι το 1986 έκανε λάθος όταν επέτρεψε στους παίκτες της Σοβιετικής Ένωσης να βάλουν έξι γκολ στην Ουγγαρία, στο Μουντιάλ του Μεξικού. Πιστεύει ότι εκείνη η εμφάνιση έκανε τους παίκτες του να αντιμετωπίσουν το Βέλγιο χωρίς μυαλό και το πλήρωσαν: ο προφήτης του επιθετικού ποδοσφαίρου Βαλερί δεν ενστερνίζεται την ανάλυση των κομμουνιστών της εποχής που έλεγαν ότι η ΦΙΦΑ απέκλεισε τη «σοβιετική αρκούδα» τρομάζοντας απ’ όσα είδε στο ματς με τους Ούγγρους.

Μία ομάδα καταπληκτική

Όμως η ωραιότερη ιστορία έλλειψης σεβασμού, που πληρώθηκε, έρχεται απ’ την Ιταλία.

Το 1995 η Λάτσιο είχε μία σπουδαία ομάδα, που -με προπονητή τον Ζντένεκ Ζέμαν- είχε πετύχει 100 γκολ στο σύνολο των ματς που έδωσε στις διοργανώσεις που πήρε μέρος – πράγμα εκείνα τα χρόνια απίθανο για ιταλική ομάδα, που μάλιστα δεν κέρδισε καν το πρωτάθλημα.

Στις 5 Μαρτίου εκείνης της σεζόν η Λάτσιο υποδέχτηκε τη Φιορεντίνα στο «Ολίμπικο». Η Φιορεντίνα είχε μία καλή ομάδα, με αρχηγό τον γερόλυκο Ντι Μάουρο κι αστέρια τον τερματοφύλακα Τόλντο, τον Πορτογάλο οργανωτή Ρουί Κόστα και τον μόνιμο σκόρερ Γκαμπριέλ Μπατιστούτα.

Αλλά η Λάτσιο είχε τον Μπόξιτς, τον Άρον Βίντερ, τον Σινιόρι και τον Καζιράγκι και κυρίως ένα καταπληκτικά οργανωμένο επιθετικό παιχνίδι. Στο ημίχρονο προηγήθηκε με 3-0, αλλά κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί το υπερθέαμα που θα ακολουθούσε. Πατώντας… τέρμα το γκάζι η Λάτσιο έβαλε άλλα πέντε γκολ στο δεύτερο ημίχρονο: το τελευταίο ο Καζιράγκι με πέναλτι στις καθυστερήσεις.

Οι «βιόλα» είχαν αντιδράσει κι είχαν μειώσει με τον Μπατιστούτα σε 5-2 κάποια στιγμή, αλλά στο τέλος κατέρρευσαν: το τελικό 8-2 παραμένει η πιο μεγάλη ήττα στην ιστορία τους.

Ο καλός Γκρέτζιο

Είχα την τύχη να δω αυτό το επιθετικό υπερθέαμα απ’ τα δημοσιογραφικά του «Ολίμπικο», καθισμένος δίπλα σε έναν σοφό Ιταλό δημοσιογράφο, τον μακαρίτη πλέον Έτσιο Γκρέτσιο.

Ο Έτσιο δεν έμοιαζε ούτε με τον Γκάσμαν, ούτε με τον Μαστρογιάνι, ούτε καν με τον Αλμπέρτο Σόρντι, που δεν ήταν κούκλος, αλλά γοητευτικός. Ο Έτσιο γοητεία δεν είχε, αλλά αγαπούσε τη Λάτσιο κι ήξερε ποδόσφαιρο: μπορεί να του φαινόταν αδύνατο να προφέρει το όνομα Καντσέλσκις και ίσως η μόνη λέξη που ήξερε στα αγγλικά να ήταν το «φουτμπόλ», αλλά τα μάτια του είχαν δει πολλά.

Όταν ο Καζιράγκι πέτυχε το όγδοο γκολ στις καθυστερήσεις τον θυμάμαι να φωνάζει «vergonia vergonia» δηλαδή «ντροπή». Κοιτούσα να δω αν κάποιος απ’ τους μεγάλους της ιταλικής κωμωδίας είχε στήσει κάπου κάμερες.

Όλα πληρώθηκαν ακριβά

Θυμάμαι πως του είχα δώσει ένα ποτήρι νερό για να τον ηρεμήσω, αλλά ήταν αδύνατο. «Όλα αυτά κάνουν μόνο κακό στο ποδόσφαιρο» μου είπε. «Αυτές οι υπερβολές θα πληρωθούν κάποια μέρα πολύ ακριβά. Και να πας στη συνέντευξη Τύπου να πεις στον Ζέμαν ότι αυτό είναι έλλειψη σοβαρότητας» μου ’χε πει αναψοκοκκινισμένος. Τρία χρόνια αργότερα τον θυμήθηκα.

Η Λάτσιο πήγε την προτελευταία αγωνιστική του πρωταθλήματος να παίξει στη Φλωρεντία. Έψαχνε μία νίκη για να γιορτάσει το δεύτερο πρωτάθλημα της ιστορίας της. Η Φιορεντίνα αγωνίστηκε με σπάνιο πάθος αν κι εντελώς αδιάφορη. Το τελικό 1-1 έδωσε στη Μίλαν τη δυνατότητα να προσπεράσει τους Ρωμαίους, και μια νίκη της μια εβδομάδα μετά στην Περούτζια τής έδωσε το πρωτάθλημα.

Στο «Αρτέμιο Φράνκι», λίγα λεπτά πριν το τέλος του ματς κι ενώ η Λάτσιο άφηνε ένα σκουντέτο που έμοιαζε να έχει ραμμένο στη φανέλα της, στην εξέδρα βγήκε ένα μεγάλο πανό. Έγραφε ότι ποτέ κανένας δεν ξέχασε τα οκτώ γκολ του 1995.

Όφειλε να το γνωρίζει

Το ποδόσφαιρο είναι ένα παράξενο σπορ, που μεγάλωσε χάρη σε βεντέτες, σχέδια κι όρκους εκδίκησης κι υποσχέσεις. Ο χαμένος υποφέρει. Πάντα σκεφτόμουν ότι κατά βάθος ο γέρο Έτσιο είχε δίκιο: πρέπει τον χαμένο να τον αφήνεις με τον πόνο του κι όχι να σβήνεις τσιγάρα στις πληγές του.

Όμως, απ’ την άλλη, τι θα ήταν το ποδόσφαιρο χωρίς τα ρεκόρ του, χωρίς τις υπερβολές της μιας βραδιάς, χωρίς αποτελέσματα που σε βάζουν στην ιστορία; Έγραφα ότι οι Άγγλοι, οι Γερμανοί, οι Ισπανοί, οι Μπαρτσελόνες κι οι Ρεάλ δεν σταματάνε, πλην εξαιρέσεων. Προχθές όλη η Ευρώπη έμαθε πως δεν σταματάνε ούτε οι Γάλλοι. Το Γιβραλτάρ όφειλε να το γνωρίζει

Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο στην SPORTDAY που κυκλοφορεί
Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News