Ηλίας Υφαντής: Ο τραυματισμός που τερμάτισε πρόωρα την καριέρα του «χορευτή» του Ολυμπιακού

Μόλις 24 ετών ήταν ο Ηλίας Υφαντής στις 26 Μαρτίου 1961, όταν ένας σοβαρός τραυματισμός του έκοψε ουσιαστικά την καριέρα. Ακόμα κι έτσι, όμως, ο χαρισματικός επιθετικός του Ολυμπιακού θεωρείται ένας απ’ τους κορυφαίους όλων των εποχών.

Τον έλεγαν «χορευτή» όχι μόνο επειδή ζάλιζε τους αντίπαλους αμυντικούς όταν είχε την μπάλα στα πόδια, αλλά και διότι είχε πράγματι έμφυτο ταλέντο στους χορούς. Είτε ελληνικούς είτε ξένους.

Αναφερόμαστε στον Ηλία Υφαντή, έναν από τους πιο ταλαντούχους επιθετικούς που ανέδειξε ο Ολυμπιακός και ο οποίος κατέχει περίοπτη θέση στην ιεραρχία της ποδοσφαιρικής μας πυραμίδας παρότι η καριέρα του ήταν, δυστυχώς, πολύ σύντομη. Διότι μια μέρα σαν σήμερα, στις 26 Μαρτίου 1961, υπέστη κάταγμα κνήμης και περόνης κατά τη διάρκεια ενός αγώνα πρωταθλήματος με τον Εθνικό (2-0) και δεν βρήκε ποτέ ξανά τον πραγματικό του εαυτό.

Ένα σκληρό φάουλ του μέσου των «κυανόλευκων», Μίμη Τσερεγκώφ, προκάλεσε ανεπανόρθωτη ζημιά στον χαρισματικό επιθετικό του Ολυμπιακού. Οι χιλιάδες φίλαθλοι που τον είδαν να σφαδάζει από τους πόνους και άκουσαν τη σειρήνα του ασθενοφόρου που είχε πάει να τον παραλάβει, αντιλήφθηκαν ότι ο τραυματισμός του Υφαντή ήταν πιο σοβαρός απ’ τους προηγούμενους – μια και οι αντίπαλοι μόνο με σκληρό παιχνίδι μπορούσαν να τον σταματήσουν. Κανένας, όμως, δεν φαντάστηκε ότι θα τον υποχρέωνε να σταματήσει πρόωρα την καριέρα του.

Η αρχική εκτίμηση των γιατρών που ανέλαβαν να τον περιοποιηθούν, ήταν ότι το πόδι του θα έμενε στον γύψο για δύο μήνες. Δυστυχώς, όμως, τα πράγματα δεν πήγαν όπως ήλπιζε ο διεθνής άσος. Η ιατρική δεν είχε κάνει τα άλματα που έχει κάνει στις μέρες μας, ενώ ενδεχομένως και ο Υφαντής να βιάστηκε να επιστρέψει στο γήπεδο.

Ό,τι κι αν έφταιξε, δεν έχει πλέον σημασία. Κανείς δεν θα μάθει, δυστυχώς, πόσο ψηλότερα θα είχε φτάσει ο Υφαντής αν δεν είχε σταθεί τόσο άτυχος. Η περίπτωσή του μοιάζει με εκείνη του Χρήστου Κωστή της ΑΕΚ, αν και όσοι πρόλαβαν να αγωνιζόμενο τον Υφαντή ισχυρίζονται ότι ήταν ποδοσφαιριστής ανώτερης κλάσης. Μόνο με τον Κώστα Νεστορίδη και τον Βασίλη Χατζηπαναγή δέχονται να τον συγκρίνουν!

Γεννήθηκε στις 20 Ιουλίου 1936, ανήμερα της γιορτής του Προφήτη Ηλία, στην Αγία Σοφία του Πειραιά, περιοχή όπου οι γονείς του, Κώστας και Δήμητρα (που είχαν μεγαλώσει στην Άνω Μουσουνίτσα Φωκίδας) διατηρούσαν γαλακτοπωλείο. Ο Ηλίας ήταν το μικρότερο από τα πέντε παιδιά τους και ατύχησε να μεγαλώσει τα δύσκολα χρόνια της Κατοχής.

Κι όμως, παρότι ήταν πιτσιρίκος διακρίθηκε ως σαλταδόρος στα γερμανικά καμιόνια χάρη στην έμφυτη ευελιξία του. Καβάτζωνε όσα τρόφιμα προλάβαινε για να έχουν να φάνε οι δικοί του και οι γείτονές τους, μέχρι που μια μέρα οι Γερμανοί στρατιώτες τον κατάλαβαν. Και στην προσπάθειά του να τους ξεφύγει, τραυμάτισε άσχημα το χέρι του στον γάντζο του φορτηγού.

Παράλληλα άρχισε να παίζει ποδόσφαιρο στις αλάνες του Πειραιά, όπου κατάλαβε ότι ήταν αρκετά καλός για να κάνει καριέρα. Και ως γέννημα-θρέμμα του μεγάλου λιμανιού, ονειρευόταν από μικρός να φορέσει τη φανέλα του Ολυμπιακού.

Έτσι πήγε και καθιερώθηκε στον Ολυμπιακό

Με το που τελείωσε το Δημοτικό Σχολείο πήγε να μείνει μαζί με τον πατέρα του στο χωριό τους στη Φωκίδα, για να ανοικοδομήσουν το σπίτι τους που είχε καταστραφεί απ’ τους βομβαρδισμούς. Δεν σταμάτησε όμως να παίζει ποδόσφαιρο. Μια μέρα, τον είδε ένας θείος του με τον οποίο μέχρι τότε δεν γνωρίζονταν, ο οποίος εντυπωσιάστηκε απ’ το ταλέντο του. Ονομαζόταν Παναγιώτης Κυριαζής κι έβαλε σκοπό να τον πάει στον Ολυμπιακό.

Ο πατέρας του Υφαντή δεν ήθελε να ακούει για πιο συστηματική ενασχόληση του Ηλία με το ποδόσφαιρο. Όπως κάθε γονιός ονειρευόταν ότι ο γιος του θα γινόταν επιστήμονας (μικρός έλεγε ότι ήθελε να γίνει γιατρός), αλλά και να τον βοηθάει στο μαγαζί του. Ο Κυριαζής, όμως, επέμενε και τελικά έπεισε τον κυρ-Κώστα να πάει τον μικρό στον Ολυμπιακό. Από το πρώτο κιόλας δίτερμα με τα «τσικό» θάμπωσε με το ταλέντο του και την αποφασιστικότητά του τον προπονητή, Γιάννη Χέλμη και τον αδελφό του Βαγγέλη, που ήταν τότε αρχηγός του ποδοσφαιρικού τμήματος.

Αυτό που έκανε τη διαφορά, όμως, ήταν η διάθεση που είχε ο Υφαντής για δουλειά σε μια εποχή που ο αθλητισμός ήταν αμιγώς ερασιτεχνικός. Κατόπιν παρότρυνσης του φροντιστή του Ολυμπιακού, Τάκη Κτενά, πήγε στο Θεμιστόκλειο Στάδιο για να δουλέψει με τον Τάκη Βεντίκο, τον αείμνηστο αναμορφωτή του τμήματος στίβου του συλλόγου. Είχε έμφυτο το ταλέντο της ταχύτητας, ήθελε όμως να τελειοποιήσει τον τρόπο με τον οποίο έτρεχε. Και βελτιώθηκε τόσο πολύ, που έφτασε στο σημείο να εκπροσωπήσει τους «ερυθρόλευκους» σε αγώνες στίβου!

Από τα 16 του που καθιερώθηκε στην πρώτη ομάδα του Ολυμπιακού, προκάλεσε αίσθηση στο φίλαθλο κοινό μια και ήταν ένα μοντέρνο σέντερ φορ για τα ελληνικά δεδομένα. Δεν στηριζόταν στη δύναμη, αλλά στην τεχνική, την ευλυγισία και την ταχύτητά του, παράλληλα, όμως, διέθετε δυνατό σουτ και σκόραρε και με κεφαλιές. Τον χαρακτήριζαν «δαντελένιο» και «αέρινο» και εύλογα αναρωτιέται κανείς πόσα περισσότερα θα είχε πετύχει αν έπαιζε στα σημερινά υπερσύγχρονα ποδοσφαιρικά γήπεδα κι όχι στα χωμάτινα της εποχής του.

Η θρυλική επιθετική πεντάδα του Ολυμπιακού το 1961. Από αριστερά: Κώστας Παπάζογλου, Σάββας Παπάζογλου, Ηλίας Υφαντής, Γιώργος Σιδέρης, Αριστείδης Παπάζογλου.

Μαζί με τους υπόλοιπους «γίγαντες» της εποχής, όπως ο Θανάσης Μπέμπης, ο Γιώργος Δαρίβας, ο Ηλίας Ρωσσίδης, ο Σάββας Θεοδωρίδης, ο Κώστας Πολυχρονίου, ο Μπάμπης Κοτρίδης και ο Μίμης Στεφανάκος, κατέκτησαν με τον Ολυμπιακό έξι σερί πρωταθλήματα, από το 1953-54 έως και το 1958-59. Συνδύασαν τα τρία τελευταία με το Κύπελλο, ρεκόρ που δεν έχει καταρριφθεί μέχρι σήμερα, το οποίο κατέκτησαν συνολικά πέντε σερί χρονιές (και το 1960 και το 1961).

Ανάμεσα στα αμέτρητα γκολ του, ξεχωρίζουν τα δύο που σημείωσε στους αγώνες με τη Μίλαν, το φθινόπωρο του 1959, στο πλαίσιο του Κυπέλλου Πρωταθλητριών. Ειδικά για εκείνο που πέτυχε στο 2-2 του «Γ. Καραϊσκάκης», έχει ειπωθεί ότι πρόκειται για το πιο θεαματικό που έχει σημειωθεί στα ελληνικά γήπεδα. Δυστυχώς, όμως, δεν έχει απαθανατιστεί στα κινηματογραφικά πλάνα που τραβήχτηκαν εκείνο το απόγευμα (και εντοπίστηκαν πριν από μερικά χρόνια).

Τι έκανε μετά τον τραυματισμό

Ο Υφαντής είχε τραυματιστεί κι άλλες φορές πριν από τη αποφράδα 26η Μαρτίου 1961. Στο πόδι, στις δύο κλείδες, στα πλευρά, στη μύτη. Πάντοτε επέστρεφε πιο δυνατός, εκείνη τη μέρα όμως ήταν γραφτό να μην επανέλθει ποτέ, τουλάχιστον στην κατάσταση στην οποία βρισκόταν μέχρι τότε.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Τσερεγκώφ ήταν ένας από τους πρώτους ποδοσφαιριστές που επισκέφτηκε τον άτυχο επιθετικό του Ολυμπιακού στην κλινική όπου νοσηλευόταν. Ζήτησε συγγνώμη από τον Υφαντή, διαβεβαιώνοντάς τον ότι το φάουλ που του είχε κάνει δεν ήταν σκόπιμο. Κι εκείνος την αποδέχθηκε, λέγοντάς του ότι ήταν μια από τις κακές στιγμές που θα μπορούσαν να συμβούν στο καθένα. Τέτοιο μεγαλείο ψυχής είχε και έχει ακόμα!

Ο χαρισματικός κυνηγός επέστρεψε τελικά στη δράση τον Φεβρουάριο του 1962 και μάλιστα πέτυχε ένα γκολ στο 4-0 επί του Πανελευσινιακού. Τα πόδια του, όμως, πρήζονταν εύκολα και οι πόνοι που ένιωθε πριν ακόμα λήξουν οι αγώνες ήταν αφόρητοι. Ύστερα από πέντε συμμετοχές στις οποίες πρόλαβε να σκοράρει τέσσερις φορές, έμεινε πάλι εκτός δράσης.

Ούτε οι κατοπινές απόπειρές του για come back έφεραν αποτέλεσμα. Στο πρωτάθλημα του 1962-63 έπαιξε μόνο σε τρία παιχνίδια και πέτυχε ένα γκολ (στη νίκη επί της Προοδευτικής με 5-2). Τη σεζόν που ακολούθησε σκόραρε στην πρεμιέρα επί της Δόξας Δράμας (4-0). Το γκολ αυτό, όμως, αποδείχθηκε και το τελευταίο του με την ερυθρόλευκη φανέλα. Ο Υφαντής εξακολουθούσε να ζορίζεται και οι άνθρωποι του Ολυμπιακού δεν έδειξαν ιδιαίτερη ευαισθησία να τον βοηθήσουν. Στην επιθετική γραμμή της ομάδας, άλλωστε, δέσποζε πλέον ο Γιώργος Σιδέρης.

Πρόσφερε αυτό που ζητούσε ο κόσμος

Έτσι, το καλοκαίρι του 1964 πήρε μεταγραφή στον Εθνικό. Θεωρούσε ότι εκεί θα έβρισκε τον χρόνο συμμετοχής για να αποκτήσει αγωνιστικό ρυθμό και να φτάσει σε ένα καλό επίπεδο, ώστε να επιστρέψει κάποια στιγμή στους «ερυθρόλευκους». Όμως, το κλίμα δεν τον σήκωσε κι ο ίδιος ένιωθε ότι δεν μπορούσε να παίξει τόσο καλά όσο πριν τον τραυματισμό του. Στις αρχές του 1965 πήρε τη δύσκολη απόφαση να κρεμάσει τα παπούτσια του, σε ηλικία 28 ετών.

Στον αγαπημένο του Ολυμπιακό επέστρεψε τελικά ως προπονητής στις ακαδημίες, στα τέλη της δεκαετίας του ’60 και διατήρησε το πόστο για αρκετά χρόνια. Η προπονητική, όμως, δεν τον κέρδισε και αφοσιώθηκε στην οικογένεια που είχε δημιουργήσει με την αγαπημένη του, Ελένη.

Ενδεικτικό της αξίας του Ηλία Υφαντή είναι ότι αν και αγωνίστηκε συγκριτικά λίγο στον Ολυμπιακό, είναι ο πέμπτος σκόρερ της ιστορίας του με 162 γκολ σε επίσημους αγώνες (περισσότερα έχουν μόνο οι Σιδέρης, Αναστόπουλος, Βάζος και Υφαντής)! Με την Εθνική Ελλάδας πρόλαβε να αγωνιστεί επτά φορές και να σημειώσει δύο τέρματα.

Αυτό που θυμούνται οι παλιότεροι, ωστόσο, ήταν ότι χαίρονταν να τον βλέπουν να χορεύει με την μπάλα. Όπως είχε πει σε συνέντευξή του στο «Εθνοσπόρ» και τον Στράτο Σεφτελή: «Ήθελα πάντα να κάνω το διαφορετικό, αυτό που θα άρεσε στον κόσμο, ο οποίος είχε πληρώσει εισιτήριο για να έλθει να μας δει, με λεφτάκια βγαλμένα απ’ το υστέρημά του».

Πηγές: «Οι 50 Κορυφαίοι – Αυτοί που άφησαν εποχή στο ελληνικό ποδόσφαιρο» Πήγασος Εκδοτική, Αρχείο ΕΡΤ (εκπομπή «Σπορ Ιστορίες»), Wikipedia.

Άλλα γεγονότα στην Ελλάδα και τον κόσμο στις 26 Μαρτίου

2008: Ο Ντέβιντ Μπέκαμ συμπληρώνει 100 συμμετοχές με την Εθνική Αγγλίας, στον φιλικό αγώνα με τη Γαλλία στο Σταντ ντε Φρανς (ήττα με 1-0).

2000: Ο Ζλάτκο Ζάχοβιτς φωνάζει έξαλλος «vaffanculo» στον προπονητή του Ολυμπιακού, Αλμπέρτο Μπιγκόν, την ώρα της αντικατάστασής του στο ντέρμπι κορυφής με τον Παναθηναϊκό στην κοινή έδρα του ΟΑΚΑ (2-2). Λίγες ημέρες αργότερα, ύστερα από το 1-1 κόντρα στον Εθνικό Αστέρα στην Καισαριανή, ο Ιταλός τεχνικός θα αποτελέσει παρελθόν για τους «ερυθρόλευκους» και τη θέση του θα πάρει ο Γιάννης Ματζουράκης.

1996: Η ομάδα βόλεϊ του Ηρακλή συμμετέχει στον τελικό του Champions League στη Ρώμη, όπου γνωρίζει την ήττα με 3-1 από τη Σίσλεϊ Τρεβίζο.

1992: Ο πρώην παγκόσμιος πρωταθλητής της πυγμαχίας, Μάικ Τάισον, κρίνεται ένοχος για τον βιασμό της Miss Black America, Ντεζιρέ Γουάσινγκτον και καταδικάζει σε εξαετή κάθειρξη και πρόστιμο 30.000 δολαρίων.

1991: Ο ΠΑΟΚ κατακτά το Κύπελλο Κυπέλλούχων Ευρώπης στο μπάσκετ, νικώντας στον συναρπαστικό τελικό της Γενεύης της Σαραγόσα με 76-72.

1989: Διεξάγεται ο πρώτος αγώνας «κεκλεισμένων των θυρών» στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου. Αντίπαλοι στο άδειο γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας είναι ο Παναθηναϊκός (ο οποίος είχε τιμωρηθεί για επεισόδια των οπαδών του στο ματς με τον ΠΑΟΚ) και ο Απόλλων Καλαμαριάς, με τους «πράσινους» να επικρατούν με 3-0. Την ίδια ημέρα, ο Τάσος Μητρόπουλος σκοράρει πριν συμπληρωθεί το 10ο δευτερόλεπτο του αγώνα Λεβαδειακός-Ολυμπιακός 3-4. Πρόκειται για ένα από τα γρηγορότερα γκολ στην ιστορία της Α’ Εθνικής.

1975: Ο Γιώργος Δεληκάρης αγωνίζεται με τη Μικτή Κόσμου στον αγώνα της εναντίον της Άντερλεχτ στις Βρυξέλλες, προς τιμήν του Πολ Βαν Χιμστ. Συμπαίκτες του είναι παγκόσμιας φήμης άσοι όπως οι Πελέ, Γιόχαν Κρόιφ, Ζοζέ Αλταφίνι, Ζαϊρζίνιο, Τζιάνι Ριβέρα, αλλά και ο έτερος άσος του Ολυμπιακού, Μίλτον Βιέρα. Η Άντερλεχτ επικρατεί με το εντυπωσιακό 8-3.

1940: Πεθαίνει φτωχός και ξεχασμένος σε ηλικία 67 ετών ο Σπύρος Λούης, ο χρυσός ολυμπιονίκης του Μαραθωνίου του 1896.

1939: Ο Ολυμπιακός νικά με 2-0 τον Παναθηναϊκό στην παράταση στον προημιτελικό του Κυπέλλου Ελλάδας στο «Γ. Καραϊσκάκης». Τα γκολ που τον στέλνουν στους «4» πετυχαίνουν ο Χριστόφορος Ράγγος (94′) και ο Σπύρος Δεπούντης (116′).

1933: Ο Βασίλης Ανδριανόπουλος αγωνίζεται για τελευταία φορά με τον Ολυμπιακό, στην εκτός έδρας ήττα με 3-0 από τον Παναθηναϊκό για το Πανελλήνιο Πρωτάθλημα. Είναι ο τρίτος από τους πέντε θρυλικούς αδελφούς των «ερυθρόλευκων» που κρεμά τα ποδοσφαιρικά παπούτσια του, ύστερα από τον Γιάννη και τον Γιώργο.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News