Ολυμπιακός: Το τέλος της καριέρας του Πρέντραγκ Τζόρτζεβιτς είναι η ζωή

Ο Πρέντραγκ Τζόρτζεβιτς απέναντι στον Σεμπάστιαν Σάχα, για να χαρίσει το Κύπελλο στον Ολυμπιακό στο έπος του 2009 με την ΑΕΚ, ήταν ένα ονειρώδες σενάριο. Ο Πρέντραγκ Τζόρτζεβιτς απέναντι στη φύση του, ήταν η ίδια η ζωή. Ήταν 2 Μαιου του 2009! 

Παρά το δεδηλωμένο ενδιαφέρον της Γιουβέντους και το «δωράκι» που της έκανε με την απευθείας εκτέλεση φάουλ στο παιχνίδι της έκτης αγωνιστικής για τους ομίλους του Champions League, τον Δεκέμβριο του 1997, με την απευθείας εκτέλεση ενός φάουλ που κέρδισε ο… Τάσος Μητρόπουλος επί της Ρόζενμποργκ, ο Πρέντραγκ Τζόρτζεβιτς υπήρξε το αρχετυπικό δείγμα της ελληνικής ποδοσφαιρικής πραγματικότητας. Είναι ενδεχομένως παράδοξη αυτή η περιγραφή για έναν Σέρβο, ο οποίος έφτασε στην Ελλάδα ως απότοκο ενός πολέμου που ουδείς ήθελε, πάντως είναι μια αλήθεια αδιάβλητη και αναμφίβολη. Ο, πολύ πριν τον «Νόλε», «Τζόλε» έγινε το σύμβολο της δυναστείας του Ολυμπιακού και, όταν τον άφησε, ήταν πια αυτοκρατορία.

Πανθομολογουμένως, μάλιστα, με τόσους και τόσους ποδοσφαιριστές υψηλού επιπέδου που έφερε ο Ολυμπιακός κατά τη διάρκεια της καριέρας του, ουδείς ήταν περισσότερο εκφοβιστικός για τους φίλους του Παναθηναϊκού και της ΑΕΚ.

Ουδείς ξέρει ακριβώς τι ήταν, η δεξιότητα στο ποδόσφαιρο δεν αρκούσε. Υπήρχε ένα ερωτηματικό για το φόβο που πλανάτο όταν έπαιρνε την μπάλα από τα αριστερά και σήκωνε το δεξιό χέρι του σαν έλικα, προκειμένου να αποτρέψει τον αμυντικό, ακόμα και στο γήπεδο η απάντηση δεν θα ήταν πειστική. Το «πόση μπάλα ξέρει ο παικταράς» δεν αποτελούσε τη λύση του γρίφου. Λιπόσαρκος και με κατά κανόνα πρόσωπο φιλικό, ο Τζόρτζεβιτς έγινε ο ηγέτης του Ολυμπιακού με τον πλέον αδόκητο τρόπο, που δεν δικαιολογείται καν από εκείνο το… ανέκδοτο του καλοκαιριού του 1996, όταν οι φίλοι του Ολυμπιακού γελούσαν κάτω από τα μουστάκια τους λέγοντας «πήραμε Τζόρτζεβιτς και Γιαννακόπουλο και ο Παναθηναϊκός πήρε τον… Κόλα». Άθελά του, ο καλός καγαθός Μπλένταρ εμπεριέχθηκε στην ανθολογία των μεγάλων αφελειών του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ας μη λησμονείται, ο Παναθηναϊκός ήταν ο πρωταθλητής και είχε φτάσει στους ημιτελικούς του Champions League.

Ίσως ήταν μια αίσθηση νωθρότητας, η οποία ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με τη δραστηριότητά του στο γήπεδο. Ενδεχομένως να ήταν ο τρόμος που δημιουργούσε το ίδιο τέμπο, ο ρυθμός με τον οποίο λειτουργούσε καθ’ όλη τη διάρκεια του παιχνιδιού και ο τρόπος που έφερνε το παιχνίδι στο ρυθμό του. Είχε πολλά κοινά με τον Οδυσσέα, όταν προσπαθούσε να κάνει τον κόσμο ένα δικό του τόπο για να επιβιώσει. Αυτή η νοοτροπία, της επιβίωσης, οδήγησε τον Τζόρτζεβιτς στις πιο λαμπρές στιγμές του. Και επειδή υπήρχε πάντα, ο ίδιος ποτέ δεν την θεώρησε δεδομένη, έπρεπε να παλεύει για αυτήν.

 

Το υπαρξιακό στο τελευταίο παιχνίδι με τον Ολυμπιακό

Το τελευταίο παιχνίδι του, δε, ήταν από τα κορυφαία στην Ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ουδείς θα σε κοιτάξει περίεργα αν πεις ότι το καλύτερο εν Ελλάδι ματς που έχεις δει στη ζωή σου είναι το ΑΕΚ-Ολυμπιακός 4-4 και 14-15 στα πέναλτι. Για να μείνει στη μνήμη ένα αθλητικό δρώμενο, η χρησιμότητά του πρέπει να υπερβαίνει την απλή κίνηση και να μένει στο χρόνο ως σχετική τέχνη, κάτι σαν τη ζωγραφική. Ενώ σε αυτήν το δράμα είναι υποκρύπτον, στο ποδόσφαιρο απλώνεται και δημιουργεί συγκίνηση, καθώς γεννά μια λανθάνουσα πραγματικότητα. Σε αυτήν υπάρχουν ήρωες και αποδιοπομπαίοι, μάγοι και τσαρλατάνοι, βασιλιάδες και αυλικοί. Σε κάθε περίπτωση, η υπεροχή της συνάντησης της εξόφθαλμης ικανότητας με το κραυγαλέο λάθος και της έλλειψης χρόνου με την αιώνια στιγμή είναι ασύγκριτη.

Είμαστε εδώ, όπου ο Νάτσο Σκόκο κάνει ένα από τα ωραία σόλο του για να σκοράρει το 3-2 και όταν ο Ματ Ντάρμπισιρ σκοράρει στο έκτο λεπτό των καθυστερήσεων, τα ακροτελεύτια τικ και τακ του ρολογιού, για να στείλει το ματς στην παράταση. Είμαστε εδώ, όπου τα δύο γκολ του Ισμαέλ Μπλάνκο στο πρώτο δεκάλεπτο κάνουν τον τελικό του Κυπέλλου Ελλάδος να «μυρίζει» το 4-0 του ΟΑΚΑ, 13 μήνες πριν, και όπου ο Ερνέστο Βαλβέρδε κάνει κοουτσάρισμα από τον πάγκο, στο δικό του τελευταίο παιχνίδι της πρώτης θητείας του, πριν δηλαδή τα ήξεις αφήξεις του κουράσουν τον Σωκράτη Κόκκαλη, που δεν περίμενε απάντηση και από την… Μπριζίτ Μπαρντό. Είμαστε εδώ, όπου ο Λουτσιάνο Γκαλέτι, γενικώς σκεπτόμενος, βγάζει τη φανέλα μετά την επίτευξη του τέταρτου γκολ του Ολυμπιακού στην παράταση και αποβάλλεται, στο 102’.

Εδώ είμαστε, όπου ο Πρέντραγκ Τζόρτζεβιτς, με τον Ντανιέλ Μαϊστόροβιτς να έχει βρει το δοκάρι, παίρνει φόρα να εκτελέσει το τελευταίο πέναλτι του Ολυμπιακού, ώστε να πάρει το Κύπελλο.

Στα ερωτήματα που δεν γίνεται να απαντηθούν, είναι το πώς νιώθει κάποιος όταν η τελευταία στιγμή της καριέρας του αποτυπώνεται στη φόρα που παίρνει για να εκτελέσει ένα πέναλτι που, κατά πάσα πιθανότητα, θα χαρίσει ένα Κύπελλο. Και πώς, είναι, εν τέλει, όταν αντιλαμβάνεται ότι είτε μοίρα δεν υπάρχει είτε του παίζει διάφορα τρικ, επειδή ο τερματοφύλακας, σε αυτήν την περίπτωση ο Σεμπάστιαν Σάχα, του αποκρούει το πέναλτι. Το υπαρξιακό μοιάζει βέβαιο.

 

Ο Τζόρτζεβιτς με το τρόπαιο ανά χείρας για τον Ολυμπιακό

Όλη αυτή η καριέρα, μέχρι τη φαινομενικά ύστατη στιγμή, είναι η ζωή, έτσι δεν είναι; Πορευόμαστε με μια αρχική υποψία για αυτό που υποπτευόμαστε ότι μπορεί να γίνει και αυτή γίνεται σιγουριά μέχρι που δεν γίνεται και αναρωτιόμαστε το πώς και το γιατί. Ακόμα και σε αυτήν την περίσταση, ενώ δηλαδή με το πέναλτι, δεν θα έπαιρνε απλώς το Κύπελλο αλλά, η απίστευτη καριέρα του θα γινόταν viral για το ένδοξο τέλος της, με κάποιον τρόπο το ένστικτο επιβίωσης ήταν εκείνο που τον προστάτευσε. Στην τελική, δεν το έχασε το Κύπελλο, απλώς δεν το πήρε. Υπάρχει χρόνος να επανορθώσει.

Πράγματι, επανόρθωσε. Στο δεύτερο χτύπημά του, με το σκορ στο 12-11 επί της ΑΕΚ, σκόραρε και αυτό σήμαινε ότι ο Ολυμπιακός δεν θα έχανε το Κύπελλο. Όταν, δε, ο Αγκουστίν Πελετιέρι νικήθηκε από τον Αντώνη Νικοπολίδη και ο τερματοφύλακας του Ολυμπιακού νίκησε τον Σεμπάστιαν Σάχα, μετά την εξαντλητική αγωνία 34 χτυπημάτων που πήρε τη μορφή κωμωδίας, όπως συμβαίνει με κάθε είδους και έντασης δράμα όταν επαναλαμβάνεται σε εξοντωτικό βαθμό, μπορούσε να κλείσει την καριέρα του στην ομάδα που λογίζεται ως θρύλος και με τελευταία εικόνα την άρση του τροπαίου. Το δικό του πέναλτι δεν ήταν εκείνο που έστεψε κυπελλούχο Ελλάδος τον Ολυμπιακό, αλλά όταν άφησε τα παπούτσια του για πάντα στο ντουλαπάκι, δεν το έκανε κουβαλώντας την οδύνη μιας ήττας για την οποία θα ήταν υπαίτιος. Εντός των τειχών δεν ήταν πολλές αυτές -και ο Τζόρτζεβιτς ευτύχησε να μην βιώσει μία που θα κάλυπτε ένα μεγάλο φάσμα της επαγγελματικής υπόστασής του στο τελευταίο παιχνίδι του. 

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News