Νίκι Λάουντα-Ο παραμορφωμένος άγγελος με το κομμένο αυτί

Ο Νίκι Λάουντα κατέκτησε τον πρώτο τίτλο του στη Formula 1 στις 5 Οκτωβρίου του 1974. Ένα χρόνο μετά, σε πρόσωπο δίχως βλέφαρα, το νερό της βροχής θα έπεφτε κατευθείαν μέσα στα μάτια του. Αλλά δεν θα το έβαζε κάτω.

Για ποιο λόγο, εξαρχής, ήταν με αυτόν τον τρόπο φτιαγμένη η πίστα του Νίρμπουργκρινγκ; Τo γερμανικό Grand Prix αποκαλούνταν «Πράσινη Κόλαση». Και, ΟΚ, ήταν διεγερτικό να τερματίσεις μία πίστα με αυτό το όνομα, αλλά τι ήταν το ίδιο το σπορ αν όχι φεστιβάλ έκκρισης αδρεναλίνης, ο ορισμός του vivere pericolosamente;

Οι περισσότεροι πιλότοι της Formula 1 δεν έκαναν καν τον κόπο να απαντήσουν σε αυτήν την ερώτηση. Ο Νίκι Λάουντα ήθελε απλώς να μποϊκοτάρουν τον αγώνα, αλλά «ήταν πολύ ηλίθιοι για να ξέρουν τι κάνουν». Ο ίδιος, με τη Ferrari, έκανε το δεύτερο ταχύτερο χρόνο στα δοκιμαστικά.

Η αρχινέμεσή του, ο ημιάγριος Τζέιμς Χαντ, ήταν πρώτος. Ήταν η πρώτη μέρα του Αυγούστου του 1976 και ο τρίτος μήνας του καλοκαιριού (που για τους περισσότερους ανθρώπους συμπυκνώνει το καλοκαίρι) θα ήταν η Κόλαση για τον Λάουντα.

Επρόκειτο για έναν πιλότο που ήθελε να ακολουθήσει το όνειρό του παντί τρόπω. Στην αρχή της καριέρας του, έπαιρνε δάνεια απλώς για να βρίσκει χρόνο συμμετοχής σε ομάδες. Το 1971 πήρε 30.000 λίρες και ασφάλεια ζωής για να οδηγήσει στη Formula 2 για λογαριασμό της March.

Ο Νίκι Λάουντα στην Αθήνα, το 2002, για λογαριασμό της Jaguar | EUROKINISSI

Ήταν μόλις 22 ετών και όταν η οικογένειά του κατάλαβε πως το να πιλοτάρει ήταν ό,τι ήθελε να κάνει στη ζωή του, του εναντιώθηκε με τρόπο που δεν χωρούσε αμφισβήτηση. Έμοιαζε -και εκείνη την εποχή ήταν- ανεπανόρθωτο. Ο Λάουντα είχε ήδη ακολουθήσει την πορεία για να φτάσει στον προορισμό του. Οδήγησε ένα Mini, έπειτα μετέβη στη Formula Vee, η οποία ήταν η πιο οικονομική μορφή αγώνων οδήγησης.

Για να μπορέσει να πλησιάσει στη Formula 1, έπρεπε να πάρει δάνειο 30.000 λιρών ώστε να πληρώσει τη συμμετοχή του στην αγωνιστική ομάδα της March και να οδηγήσει, καταρχάς, στη Formula 2. Η ένταση του δράματος, όμως, δεν είχε καταλαγιάσει. Αυτό επρόκειτο να γίνει μάλλον τυχαία.

Έπρεπε, δηλαδή, να φτάσει στο όριο της πενίας ο Λάουντα, να συγκρουστεί με τους γονείς του, που μετά βδελυγμίας απέρριπταν το ενδεχόμενο να πάρει μέρος σε αγώνες αυτοκινήτων, να τον… αποκληρώσουν και, βέβαια, να είναι τυχερός όσο και ικανός.

Αυτό επίσης δεν έγινε γρήγορα. Αλλά όταν συνέβη, η στιγμή ενείχε όση σπουδαιότητα μπορούσε να σηκώσει.

Ο Έντσο Φεράρι… αυτοπροσώπως

Η March, που στη Formula 1 του 1971 όχι μόνο δεν διακρίθηκε αλλά έχασε όποιο γόητρο θα μπορούσε να αποσβέσει, ήταν μόνο ο πρώτος σταθμός του Λάουντα. Στο Grand Prix του Καναδά το 1971, μάλιστα, τα δύο αυτοκίνητά της ακυρώθηκαν.

Ο Αυστριακός διαπίστωσε ότι τα ψωμιά του εκεί ήταν μετρημένα και, αν και δυσκολευόταν να ξεπληρώσει το πρώτο δάνειό του, πήρε και δεύτερο, για να πάει στην BRM το 1973. Το P160E, που οδήγησε, ήταν γρήγορο, αλλά μηχανικά κρινόταν ελλιπές και συνολικά ασταθές.

Όμως, ακόμα και με ένα τέτοιο αυτοκίνητο ο Λάουντα έκανε θαύματα. Μπορεί η τρίτη θέση στο Grand Prix του Μονακό να μην ήταν σπουδαία είδηση για το μέσο όρο των θεατών, αλλά στην… πιάτσα έγινε ντόρος.

Η πρώτη νίκη της Ferrari το 1974 διά χειρών Νίκι Λάουντα. Ο Κλέι Ρεγκατσόνι (αριστερά), τον πήγε στη Ferrari, ενώ στα δεξιά γελάει ο Έμερσον Φιτιπάλντι

Έτσι, ένα χρόνο αργότερα, όταν ο συνοδηγός του στην BRM, Κλέι Ρεγκατσόνι, πήρε μεταγραφή στη Ferrari, η οποία είχε ήδη όνομα βαρύ σαν ιστορία αλλά βρισκόταν σε περίοδο παρακμής, ο μαικήνας της εταιρείας, Έντσο Φεράρι, ρώτησε τον Ιταλό… τι ψάρια πιάνει ο Λάουντα. Ο Ρεγκατσόνι, που σκοτώθηκε σε αυτοκινητικό το 2006, δεν φείσθηκε επαίνων, μιλώντας ιδιαιτέρως επαινευτικά για τον Αυστριακό.

Ο Φεράρι συνεκτίμησε και το συνολικά μεγάλο «εγώ» των οδηγών της Formula 1 και αμέσως ζήτησε από τον Λάουντα να στελεχώσει την ομάδα. Το αντίτιμο αρχικά ήταν να ξεχρεώσει. Ο σπουδαίος πιλότος έπιασε μετά δουλειά.

Η «καταραμένη» στροφή του Μπέργκβεργκ

Ο Λούκα Κορντέρο ντι Μοντεζέμολο αναδόμησε τη Ferrari μηχανικά, αλλά ο Λάουντα το έκανε στην πίστα. Ο πρώτος αγώνας του, στο Grand Prix της Αργεντινής το 1974, του χάρισε τη δεύτερη θέση. Τρεις εβδομάδες αργότερα, στο ισπανικό Grand Prix, πήρε την πρωτιά, που επιπροσθέτως ήταν η πρώτη νίκη της Ferrari στο πρωτάθλημα ύστερα από το 1972.

Η απόλυτη δόξα δεν θα αργούσε πολύ. Ύστερα από την τέταρτη θέση στο πρωτάθλημα του 1974 και ένα αργό ξεκίνημα σε εκείνο του 1975… πήρε φωτιά, όσο κι αν αυτό θα ήταν μακάβριο και κυριολεκτικό ύστερα από ένα χρόνο.

Ο Λάουντα νίκησε στους τέσσερις από τους επόμενους πέντε αγώνες του και δεν κατέκτησε μόνο το πρωτάθλημα, ύστερα από την τρίτη θέση στο Grand Prix της Μόντσα και τη νίκη του στο τελευταίο event της χρονιάς, στις ΗΠΑ, αλλά ήταν ο κύριος υπεύθυνος που η Ferrari πήρε το πρωτάθλημα κατασκευαστών ύστερα από 11 χρόνια.

Ο Λιούις Χάμιλτον και ο Νίκι Λάουντα στις 23 Νοεμβρίου του 2014 στο Άμπου Ντάμπι, στο πλαίσιο του Grand Prix

Στις 5 Οκτωβρίου του 1975, ο Νίκι Λάουντα έγραψε Ιστορία. Και πάνω που πήγε να οδηγήσει μια αυτοκρατορία, η στενωπός του Νίρμπουργκρινγκ και το ατύχημα της 1ης Αυγούστου του 1976, με τον ίδιο να προσπαθεί να σβήσει τις φλόγες από το πρόσωπό του ύστερα από το δυστύχημα με τη νέα Ferrari του, 312T, και τρεις πιλότους να προσπαθούν να τον βγάλουν από το μονοθέσιό του, του στέρησαν αυτό το όνειρο μια για πάντα.

Αλλά δεν του στέρησαν τη διάθεση για ζωή, η οποία ήταν συνώνυμη με το να κάθεται στη θέση του οδηγού και να «οργώνει» τις πίστες όλου του κόσμου. Η μεγαλύτερη πρόκληση στην οποία απάντησε ο σπουδαίος Αυστριακός, ήταν να γίνει ξανά ο καλύτερος με καμένο κούτελο και κομμένο αυτί.

Την επόμενη σεζόν ήταν ακόμα καλύτερος. Ξεκίνησε με τέσσερις νίκες σε έξι αγώνες και ήταν δεύτερος στις υπόλοιπες δύο. Ο πέμπτος αγώνας της σεζόν, το βρετανικό Grand Prix, δεν είχε γίνει ακόμη και ο Λάουντα είχε ήδη άνω της διπλάσιας διαφοράς σε βαθμούς από τους διεκδικητές, τον Τζέιμς Χαντ, η κόντρα με τον οποίο δεν γινόταν να επισκιάσει την ειλικρινή φιλία τους, και τον Τζόντι Σχέκτερ.

Δύο θρύλοι: ο Νίκι Λάουντα και ο Αλέν Προστ

Η καταδίκη, όμως, ήρθε στον έβδομο αγώνα, του Νίρμπουργκρινγκ. Ο Λάουντα έπεσε πάνω στις μπαριέρες στη βορινή στροφή του Μπέργκβεργκ. Το ανακοίνωσαν τα μεγάφωνα, αλλά λίγοι γνώριζαν ποιος ήταν ο οδηγός.

Ήταν τραγικό. Ο στροβιλισμός του οχήματος, το οποίο είχε ήδη πάρει φωτιά, το έστειλε μέσα στην πίστα. Η ταχύτητα την ώρα του δυστυχήματος ήταν 193 χλμ. την ώρα, ενώ ο Μπρετ Λάνγκερ της Surtees χτύπησε το μονοθέσιο και το ίδιο έκανε, με τα δύο αυτοκίνητα, ο Χάραλντ Ερτλ της Hesketh.

Η αντίδρασή τους, όμως, ήταν ακαριαία: και οι δύο οδηγοί προσπάθησαν να βγάλουν τον Αυστριακό, ο οποίος είχε ακόμη τις αισθήσεις του και προσπαθούσε να σβήσει τις φωτιές από το πρόσωπό του.

Ο Γκάι Έντουαρντς της Hesketh, που είχε αποφύγει το μονοθέσιο του Λάουντα, και ο Αρτούριο Μερζάριο της Williams, έγιναν επίσης αρωγοί. Μαζί με τα σωστικά συνεργεία, κατάφεραν να βγάλουν τον πεισματικά δεμένο Αυστριακό από το μονοθέσιό του.

Ο Λάουντα μεταφέρθηκε εσπευσμένα σε νοσοκομείο για εγκαύματα, στο Μάνχαϊμ. Χρησιμοποιήθηκαν 34 νοσηλευτές, με έξι γιατρούς να προσπαθήσουν να τον κρατήσουν ζωντανό.

Ήταν όλοι τόσο απαισιόδοξοι, που ένας ιερέας εμφανίστηκε στο θάλαμό του, την τρίτη μέρα νοσηλείας του. Ο παπάς διάβαζε στα ελληνικά και ο Λάουντα, που ήταν ζωντανός, θυμήθηκε: «Τον άκουγα να μιλάει στα λατινικά. Ο ιερέας δεν λέει τίποτα καλό, ούτε την πιθανότητα να γίνω καλύτερα. Ήθελα να του φωνάξω “σταμάτησε, θα το μετανιώνεις μια ζωή. Δεν θα πεθάνω”».

Ο Νίκι Λάουντα με το παιδί του, Ματίας Λάουντα (αριστερά), τον Νελσίνιο Πικέ και τον Κέκε Ρόζμπεργκ με το γιο του, Νίκο. στο Σαν Μαρίνο

Κιόλας από την επόμενη μέρα, η υγεία του παρουσίασε βελτίωση. Οι ζημιές, όμως, ήταν αμέτρητες: υπέστη εγκαύματα πρώτου έως τρίτου βαθμού στο κεφάλι και στους καρπούς, κατάγματα στα πλευρά, στην κλείδα και στα ζυγωματικά. Πιο σοβαρά ήταν τα δηλητηριώδη και τοξικά αέρια που είχε εισπνεύσει από το χυμένο καύσιμο, τον αφρό του πυροσβεστήρα.

Παρά τη βελτίωση, οι γιατροί είπαν στη γυναίκα του, Μαρλέν, να μη φύγει από το πλευρό του. Ουδόλως σίγουροι ήταν ότι θα ζούσε. Ο ίδιος, όμως, ήταν βέβαιος και αυτό αρκούσε. Έξι εβδομάδες μετά το δυστύχημα, επέστρεψε στις πίστες.

Το… μπουκέτο του Τζέιμς Χαντ

Ο Λάουντα δεν βρέθηκε χατιρικά να οδηγεί. Συνέχισε να είναι εξαιρετικός. Στον πρώτο αγώνα του, όμως, στο Grand Prix της Ιταλίας, τον εξέθεσε ο καιρός. Η βροχή σε συνδυασμό με τα καμένα βλέφαρά του έστελνε το νερό μέσα στα μάτια του. Το ίδιο γίνεται στο Φούτζι της Ιαπωνίας, όπου αποχαιρέτησε τον παγκόσμιο τίτλο μέσω της αποχώρησής του. Αναγκάστηκε να προβεί σε πλαστική, η οποία σουλούπωσε σε μεγάλο βαθμό το πρόσωπό του.

Ήταν τόσο επιτυχημένες οι επεμβάσεις, που πληρωνόταν αδρά για να φοράει οποιοδήποτε καπέλο στο κεφάλι του. Η Parmalat τον έκανε χρυσό για να βάλει το δικό της.

Όλοι οι πιλότοι συνέπασχαν στην περιπέτειά του. Ο Τζίμι Χαντ, πρωταθλητής, τελικά, του 1976 και ανταγωνιστής του, λίγο περισσότερο. Στην ταινία «Rush», του 2013, υπάρχει μία σκηνή που ένας δημοσιογράφος ειρωνεύεται τον Λάουντα για την εικόνα του, αλλά και την απόφασή του να μην κάνει επεμβάσεις και να μείνει με καμένο πρόσωπο.

Δύο σπουδαίοι ανταγωνιστές, δύο καλοί φίλοι: Νίκι Λάουντα και Τζέιμς Χαντ

Ο Χαντ τον απομονώνει σε δωμάτιο και τον χτυπάει. Στην πραγματικότητα, όταν ο Λάουντα είπε ότι «αυτό θα είναι το πρόσωπό μου από εδώ και ύστερα», ένας Βρετανός δημοσιογράφος σχολίασε, «έχεις βάλει πολλή σκέψη σε αυτήν την απόφασή;»

Και ενώ είναι αναπόδεικτο ότι ο Χαντ τον χτύπησε (αφού ο Βρετανός πέθανε πολύ πριν τον Λάουντα, στις 15 Ιουνίου 1993), ο δημοσιογράφος εξαφανίστηκε.

Ο Νίκι Λάουντα κατέκτησε ακόμα δύο παγκόσμιους τίτλους, το 1977 και το 1984. Το δυστύχημα τον κλόνισε, αλλά δεν τον ακινητοποίησε, αν και εκτιμάται ότι θα βρισκόταν πολύ ψηλότερα στα βιβλία των ρεκόρ. Έζησε με περισσή αξιοπρέπεια τη ζωή. Ο γεννημένος στη Βιέννη, στις 22 Φεβρουαρίου 1949, πιλότος άφησε την τελευταία πνοή του στη Ζυρίχη, στις 20 Μαΐου 2019.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News