Μια φορά κι έναν καιρό το ελληνικό ποδόσφαιρο (που σήμερα παράγει φορ περιοχής με το… σταγονόμετρο) ήταν γεμάτο από επιθετικούς που… σκορπούσαν τον τρόμο στους αντίπαλους αμυντικούς με την ικανότητά τους να στέλνουν την μπάλα στα δίχτυα με χίλιους δυο τρόπους.
Και αρκετοί δεν το έπρατταν μόνο φορώντας τη φανέλα των «μεγάλων δυνάμεων» του ελληνικού ποδοσφαίρου! Στις αρχές της δεκαετίας του ’80 έκανε την εμφάνισή του στο παλιό Καραϊσκάκη ένας ψιλόλιγνος επιθετικός που από τις πρώτες του προπονήσεις με τη φόρμα του Εθνικού έκλεψε την καρδιά του ενός και μοναδικό Γιάννη Μαντζουράνη, του θρυλικού «Εθνικάρα».
«Αυτό το παιδί θα κάνει σπουδαία πράγματα και θα μεγαλουργήσει», επαναλάμβανε διαρκώς ένας από τους πιο αγαπητούς φιλάθλους στην ιστορία του ελληνικού αθλητισμού κάθε φορά που ο Κώστας Μπατσινίλας πανηγύριζε ένα γκολ του φορώντας τη θρυλική κυανόλευκη φανέλα της πειραϊκής ομάδας.
Για μια τουλάχιστον δεκαετία ο Γιάννης Μαντζουράνης είδε την πρόβλεψή του να δικαιώνεται πανηγυρικά! Ο… μικρός όχι μόνο μεγάλωσε, όχι μόνο πρωταγωνίστησε για μια πενταετία σε ιστορικούς θριάμβους του Εθνικού, αλλά στη συνέχεια υπέγραψε σπουδαίες στιγμές στην καριέρα του και με τη φανέλα του Παναθηναϊκού, πανηγυρίζοντας την κατάκτηση ενός νταμπλ και ενός ακόμη κυπέλλου φορώντας το τριφύλλι στο στήθος!
Μοναδικός αμυντικός που κατάφερε να τον σταματήσει έμελλε να αποδειχτεί η… ατυχία, καθώς οι διαδοχικοί τραυματισμοί τον υποχρέωσαν να κόψει πρόωρα το νήμα της καριέρας του σε ηλικία 30 ετών, προλαβαίνοντας όμως να αφήσει ανεξίτηλη τη σφραγίδα του στα γήπεδα της Α’ Εθνικής.
Και σήμερα 30 ολόκληρα χρόνια μετά από την τελευταία φορά που τον είδαμε αγωνιζόμενο με τη φανέλα της Κορίνθου (τη σεζόν 1992-93), ο Κώστας Μπατσινίλας έρχεται να κολλήσει το δικό του χαρτάκι στο άλμπουμ των αναμνήσεων του sportday.gr γυρίζοντας το χρόνο πίσω στις εποχές που κάθε φορά που σηκωνόταν να πάρει κεφαλιά… όλοι ήξεραν τι θα ακολουθούσε!
Photo Credits: Δημήτρης Μητσάκος | Eurokinissi
Κύριε Μπατσινίλα που γεννηθήκατε;
Γεννήθηκα στην Αθήνα και μεγάλωσα στον Άλιμο και παραμένω μόνιμος κάτοικος Καλαμακίου.
Από τις αλάνες της περιοχής δηλαδή ξεκινήσατε να παίζετε και ποδόσφαιρο.
Βέβαια από εδώ. Έπαιζα με τους φίλους μου και το 1977 πήγα στους ερασιτέχνες του Εθνικού.
Κατευθείαν;
Ναι δεν είχα παίξει σε άλλη ομάδα. Πήγα απευθείας στον Εθνικό. Ήμασταν μια παρέα με άλλα τρία παιδιά και ήμασταν στην ομάδα του σχολείου. Πήγαμε και δοκιμαστήκαμε στον Εθνικό και με πήραν. Τότε προπονητής ήταν ο συγχωρεμένος ο Χρήστος Χατζηιωαννίδης και σιγά σιγά ήρθε η εξέλιξη και έκανα και δελτίο.
Εκείνη την εποχή ο Εθνικός είχε καλές ακαδημίες και μάζευε αρκετά παιδιά.
Τότε και ο Ολυμπιακός έκανε τις προπονήσεις του στο βοηθητικό του Καραϊσκάκη και έκαναν και οι δύο σύλλογοι δοκιμαστικά. Οφείλω πολλά στον Χρήστο Χατζηιωαννίδη που τον είχα στους μικρούς. Μετά αλλάξανε πολλοί προπονητές. Κάποια στιγμή ήρθε ο Χέερ στον Εθνικό και με είχε ανεβάσει και έκανα προπονήσεις με την αντρική ομάδα. Ήμουν 16,5 χρονών στα 17. Ουσιαστικά όμως ο πρώτος που με έκανε επαγγελματία ήταν ο Μανόλοφ που ήρθε μετά.
Μπήκατε έτσι σε μια ομάδα που είχε μεγάλα ονόματα.
Πρόλαβα και έκανα κάποιες προπονήσεις με τον Τάσο Μητρόπουλο, ο οποίος πήγε στον Ολυμπιακό όταν εγώ έγινα επαγγελματίας. Ήταν παίκτες όπως ο Φώτης Παπαδόπουλος, ο Μουκέας, ο Πίττας, οι Κατσικογιάννιδες, ο Γεωργάρας, ο Αρμόδωρος, ο Κοτίδης, ο Ιωακειμίδης.
Ο Εθνικός ήταν πάντοτε μια υπολογίσιμη ομάδα, όμως δεν έκανε ποτέ την υπέρβαση.
Σίγουρα είχαμε μια καλή ομάδα, αλλά γενικά τα πράγματα τότε ήταν δύσκολα. Κάποια στιγμή αποκλείσαμε και τον Ολυμπιακό στο κύπελλο, σε διπλά παιχνίδια στο Καραϊσκάκη, αλλά μετά κληρωθήκαμε με τον Παναθηναϊκό. Είχαμε κερδίσει σε κάποια παιχνίδια και τον ΠΑΟΚ, αλλά γενικά με αυτές τις ομάδες και την ΑΕΚ τα πράγματα ήταν δύσκολα.
Μιας και αναφερθήκατε στα παιχνίδια με τον Ολυμπιακό, θέλω να μας δώσετε το “κλίμα” για το πως ήταν τα Πειραϊκά ντέρμπι.
Αυτό που σίγουρα μπορώ να πω, είναι πως μπορεί ο Ολυμπιακός να είχε φυσικά τις περισσότερες νίκες, αλλά όσα χρόνια ήμουν εγώ στην ομάδα, θυμάμαι ότι πάντοτε τον δυσκολεύαμε. Τα ματς κρίνονταν οριακά, στο 1-0, 2-1. Να φανταστείς κι εκείνο το κύπελλο που παίξαμε το πρώτο ματς ως γηπεδούχοι είχαμε έρθει 0-0. Στη ρεβάνς με γηπεδούχο τον Ολυμπιακό, χάναμε 1-0 και βάλαμε γκολ στις καθυστερήσεις και έληξε 1-1. Το γκολ το έβαλε ο Φώτης Παπαδόπουλος και έμειναν “σέκος” όλοι. Όλα τα ματς ήταν έτσι, αλλά σίγουρα ο Ολυμπιακός ήταν καλύτερος, όμως όλα κρίνονταν στο γκολ.
«Με ήθελε ο Ολυμπιακός το 1984, αλλά ο Μουρκάκος δεν ήθελε να με δώσει»
Πως και δεν ακολούθησες κι εσύ το δρόμο άλλων παικτών του Εθνικού και να πας στον Ολυμπιακό;
Με ήθελε ο Ολυμπιακός το 1984, όπως φυσικά και Παναθηναϊκός και ΑΕΚ και ΠΑΟΚ. Τότε ήμουν στα καλύτερά μου και είχα παίξει και ως παίκτης του Εθνικού στην Εθνική ομάδα. Με είχε καλέσει ο Χρήστος Αρχοντίδης και είχα παίξει πάλι στο Καραϊσκάκη, με το Λουξεμβούργο. Πρόεδρος στον Εθνικό ήταν ο Μουρκάκος και δεν ήθελε να με δώσει. Ο Παναθηναϊκός μπήκε στο παιχνίδι και γίνανε κάποιες κινήσεις και από τη στιγμή που έφτασα οριακά να κλείνω πενταετία, με έδωσαν τελικά Δεκέμβριο στον Παναθηναϊκό.
Πλέον βρέθηκες σε ένα άλλο επίπεδο.
Η διαφορά ήταν τεράστια. Κατ’ αρχήν ήταν το προπονητικό κέντρο της Παιανίας. Κάναμε προπόνηση στο βοηθητικό του Καραϊσκάκη, όπου δίπλα μας μπορεί να έκαναν προπόνηση από το στίβο, να πετάνε σφαίρες και ακόντια… Ο Παναθηναϊκός έπαιζε στο Ολυμπιακό στάδιο. Άλλο επίπεδο. Βρήκα συμπαίκτες από την Εθνική, αλλά και την Ελπίδων. Βλάχος, Γεωργαμλής, Μαυρίδης. Είχε έρθει τότε ο Σαργκάνης, ο Βαμβακούλας.
Ουσιαστικά όμως ήσουν στο ξεκίνημα της ομάδας του Παναθηναϊκού που άρχισε να παίρνει τίτλους.
Ναι τότε μάλιστα στην πρώτη μου χρονιά κάναμε το νταμπλ. Πήραμε και τον τελικό κυπέλλου 4-0 με τον Ολυμπιακό.
Πες μου για εκείνο το παιχνίδι, γιατί ήταν ένα ιστορικό ματς.
Για μένα ήταν κάτι το πρωτόγνωρο. Όλη την εβδομάδα υπήρχε ένα κλίμα, με τα δημοσιεύματα και την προσμονή του κόσμου. Όταν ξεκινήσαμε από το ξενοδοχείο για να πάμε στο γήπεδο ήταν απίστευτο το συναίσθημα. Τα παιχνίδια εκείνη την εποχή ήταν δύσκολα, αλλά ο τελικός μας βγήκε… εύκολος. Δεν το περιμέναμε ούτε εμείς. Βέβαια είχαμε καλούς παίκτες. Ρότσα, Ζάετς, Σαραβάκος, Σαργκάνης που είχαν εμπειρία μεγάλη. Ήταν αυτό το ματς, αλλά και ο τελικός του 1988 που έχουν μείνει στην ιστορία. Μεγάλη η χαρά, ήταν ο πρώτος τίτλος και γεμάτο το ΟΑΚΑ με 70.000 κόσμο. Θυμάμαι ότι οι οπαδοί του Ολυμπιακού είχαν φύγει από τις θέσεις τους και εμείς αλλάζαμε τις πάσες στο τέλος και ο κόσμος μας φώναζε “όλε, όλε”.
Ο Βαρδινογιάννης τι σας έλεγε;
Εγώ δεν είχα πολλά πολλά με τον πρόεδρο. Ερχόταν και ήταν αυστηρός εκεί που έπρεπε. Πάντοτε όμως ήταν “κύριος” απέναντί μας. Η ομάδα ήταν από τότε επαγγελματική. Πάντοτε ήθελε τη διάκριση και στο πρωτάθλημα και στην Ευρώπη και ήθελε να κάνει ανταγωνιστική ομάδα. Τότε τα πράγματα ήταν δύσκολα, γιατί παίζαμε Έλληνες και μόνο δύο ξένοι. Βέβαια ο Ζάετς ήταν ένας από τους καλύτερους παίκτες στην Ευρώπη, ενώ είχαμε και τον Χουάν. Προσπάθησε να φέρει και τον Χάτζι και γενικά ήθελε να φέρει παίκτες Ευρωπαϊκού βεληνεκούς.
Μετά από δύο χρόνια, ήρθε η εποχή Κοσκωτά στο Ελληνικό ποδόσφαιρο. Εσείς πως το ζήσατε τότε;
Δεν ξέρω πως το σκεφτόταν ο πρόεδρος και γενικά η οικογένεια Βαρδινογιάννη. Σίγουρα εκείνοι ήξεραν καλύτερα ποιος ήταν και τι έκανε ο Κοσκωτάς. Στο ποδοσφαιρικό κομμάτι, σίγουρα όταν ο Ολυμπιακός άρχισε να μαζεύει τα καλύτερα ταλέντα στην Ελλάδα, έγιναν πιο ανταγωνιστικά τα πράγματα. Αλλά εμείς είχαμε εμπιστοσύνη στις δυνάμεις μας.
«Είχα ακούσει κι εγώ το σφύριγμα που άκουσε ο Βαμβακούλας στον τελικό με τον Ολυμπιακό το 1988»
Φτάνει λοιπόν η ώρα για τον περίφημο “τελικό του αιώνα” το 1988.
Είχα και κάποια θέματα σε αυτό το ματς, γιατί αποβλήθηκα κι όλας. Σε κάποια στιγμή μου έκανε ένα δυνατό τάκλιν στη γραμμή του πλαγίου ο Τσαλουχίδης και πέφτοντας του έριξα αγκωνιά. Ο διαιτητής όμως έβγαλε κόκκινη σε μένα και κίτρινη στον Τσαλουχίδη. Για εμάς ήταν θέμα γοήτρου, ενώ για τον Ολυμπιακό που ήταν μια νέα ομάδα, δεν ήταν το ίδιο. Ο Κοσκωτάς τους είχε τάξει και πριμ.
Θέλω να μου πεις ιστορίες από εκείνο το παιχνίδι.
Αυτό που μου έχει μείνει επίσης ήταν ότι για μια ακόμα φορά ήταν γεμάτο το ΟΑΚΑ και ίσως να είχε και περισσότερο κόσμο. Γινόταν πανικός. Εγώ προσπαθούσα να είμαι συγκεντρωμένος στο παιχνίδι. Πάντως ο Μπένγκστον δεν με ξεκίνησε τότε. Ήταν ένα ματς, το οποίο το έχω ξαναδεί αρκετές φορές, που δεν ήταν καλό ποιοτικά. Είχε όμως δύναμη και πάθος. Σε κάθε φάση γινόταν χαμός.
Εκεί όμως ο Παναθηναϊκός και εμείς σας παίκτες δείξαμε το dna μας. Είχαμε πιο έμπειρους παίκτες μπορώ να πω. Έχουν ειπωθεί διάφορα τότε, του στυλ “μήπως ο Σαργκάνης τα αφήνει”, ο Βαμβακούλας είχε κάνει ένα πέναλτι με το χέρι, εγώ αποβλήθηκα, έλεγαν πολλά για εμάς, μήπως ο Κοσκωτάς…. Καταλαβαίνεις. Πάντως το σφύριγμα που άκουσε ο Βαμβακούλας τότε, το είχα ακούσει κι εγώ και δεν μπορούσα να καταλάβω αν ήταν από την εξέδρα ή όχι.
Το κύπελλο το πήρατε όμως.
Ήταν τρομερή η χαρά και ειδικά η δική μου γιατί ξέσπασα. Έκανα και κάποια πράγματα σε παίκτες των αντιπάλων και τους είπα διάφορα. Είχαμε τις λογομαχίες μας μέσα στον αγώνα και όταν τελείωσαν τα πέναλτι έγινε πανικός. Αυτά γίνονται μέσα στο ποδόσφαιρο, αλλά μένουν εκεί και περνάνε. Ήταν μεγάλη η χαρά μας τότε.
Αυτά τα δύο παιχνίδια θυμάσαι περισσότερο;
Ναι αυτά τα δύο, αν και έχουν γίνει κι άλλα μεγάλα ματς. Για παράδειγμα είχαμε κερδίσει 4-1 ξανά τον Ολυμπιακό, τότε που είχε τερματοφύλακα τον Καζιμιέρσκι.
Μια και τον ανέφερες θέλω να σε ρωτήσω. Γνωρίζατε εσείς οι παίκτες ότι μπορεί να έχει κάποιο πρόβλημα με τα μάτια του;
Όχι. Δεν ξέρεις ποτέ. Ο Καζιμιέρσκι ήταν ένας από τους καλύτερους τερματοφύλακες της Πολωνίας. Θυμάμαι ότι με τον Εθνικό, με προπονητή τον Γκόρσκι πήγαμε να παίξουμε τουρνουά στην Πολωνία. Τότε μπήκαμε σε ένα γεμάτο γήπεδο και όλος ο κόσμος φώναζε το όνομα του Γκόρσκι. Το θυμάμαι και ανατριχιάζω ακόμα. Παίξαμε με την Λέγκια, την Λεχ Πόζναν και την Βίτζεβ Λοτζ. Ο Καζιμιέρσκι έπαιζε στην Λέγκια και είχα βάλει το γκολ. Είχαμε χάσει 2-1. Αλλά ήταν τρομερός τερματοφύλακας. Τώρα τι έγινε όταν ήρθε εδώ δεν μπορώ να ξέρω. Αλλά γενικά στην Ελλάδα είμαστε και ισοπεδωτικοί.
Από ευρωπαϊκά ματς τι θυμάσαι;
Αυτά με τη Γιουβέντους. Δεν έπαιζα στο δεύτερο ματς, αλλά ήμουν στον πάγκο και γινόταν πανικός. Είναι γνωστή η ιστορία με τον Μαυρίδη που του έλεγε να ανέβει ο Δανιήλ, γιατί είχε ξεχάσει ότι με 3-2 περνάγαμε. Νόμιζε ότι αποκλειόμασταν. Αλλά ευτυχώς ο Κώστας δεν τον άκουσε.
Μου την έχει πει αυτή την ιστορία ο Μαυρίδης, όπως και ότι σας περίμενε όλη η Γιουβέντους στη φυσούνα.
Τότε θυμάμαι τον Καμπρίνι, που είχε κόντρα με τον Χρήστο Βασιλείου. Στο πρώτο ματς στο ΟΑΚΑ, ο Χρήστος του έχει κάνει δύο φορές ποδιά. Ο Καμπρίνι του έκανε νόημα ότι θα τα πούνε στο δεύτερο ματς. Θυμάμαι λοιπόν στη ρεβάνς ότι στις πρώτες φάσεις, ο Καμπρίνι έφυγε με φόρα και του έκανε ένα τάκλιν, που τον άφησε κάτω. Ο Χρήστος όμως δεν “μάσαγε” από αυτά και σηκώθηκε αμέσως.
Να μιλήσουμε και για προπονητές που είχες; Ποιος σε βοήθησε, ποιος ίσως να σε αδίκησε.
Αδικία δεν μπορώ να πω ότι ένιωσα, γιατί κάποιες φορές φταίμε κι εμείς οι ποδοσφαιριστές. Μπορεί και λόγω του νεαρού της ηλικίας, να θεωρούμε ότι είμαστε καλύτεροι από κάποιους άλλους. Στον Παναθηναϊκό πάντως πιστεύω ότι αδικήθηκα λίγο. Ήμουν ένας άνθρωπος που κοίταγα τη δουλειά μου και δεν είχα επαφές για παράδειγμα με δημοσιογράφους. Πιστεύω ότι ο Δανιήλ με αδίκησε κάπως. Δεν τον “χρεώνω”, αλλά θα μπορούσε να μου δώσει περισσότερο χρόνο. Ήταν όμως Έλληνας, επηρεαζόταν και ίσως είχε και μια ατολμία.
Από αυτούς που σε βοήθησαν;
Ο Τόμισλαν Ιβιτς. Με πίστευε πάρα πολύ, αλλά η ατυχία μου ήταν ότι σε τρεις μήνες έφυγε. Όταν ήρθε στον Παναθηναϊκό, τον χρεώναν για διάφορα πράγματα. Τότε του έγραφαν ότι παίζει 3-5-2, ότι γιατί παίζει με το “10” ο Πατσιαβούρας κτλ. Κάποιοι δημοσιογράφοι οι οποίοι μετά από 20 χρόνια τον ανέφεραν ως τον καλύτερο προπονητή που πέρασε από τον Παναθηναϊκό. Αλλά τι είχε γίνει; Όταν ήρθε ο Ιβιτς και είδε ότι κάθε μέρα γίνονταν χαμός στην προπόνηση από δημοσιογράφους, είπε ότι θα υπάρχει μόνο μια μέρα με ανοικτές πόρτες. Αυτό δεν άρεσε σε κάποιους και άρχισε η κριτική και ο “πόλεμος”. Φυσικά και ο Μπένγκστον ήταν σοβαρός και καλός προπονητής.
«Όταν ήρθε ο Ιβιτς και είδε ότι κάθε μέρα γίνονταν χαμός στην προπόνηση του Παναθηναϊκού από δημοσιογράφους, είπε ότι θα υπάρχει μόνο μια μέρα με ανοικτές πόρτες. Αυτό δεν άρεσε σε κάποιους και άρχισε η κριτική και ο “πόλεμος”…»
Από συμπαίκτες;
Ο Ζάετς ήταν άλλη ποιότητα και ήταν μπροστά από την εποχή του, όπως και ο Σαραβάκος. Είχαμε όμως πολλούς καλούς παίκτες. Είχαμε μια 20άδα όπου όλοι είχαμε ποιότητα.
Είχες όμως και Βαμβακούλα και θέλω να μου πεις ιστορίες.
Με τον Νικόλα ήμασταν πολύ κοντά. Πέρναγε και με έπαιρνε για να πηγαίνουμε στις προπονήσεις. Εμένα και τον Μαυρίδη μας είχε βγάλει… σκυλιά. Επειδή ήμαστε μελαχρινοί και… νυχτόβιοι και ήμασταν και στο δωμάτιο. Σε μια προπόνηση, είχε πάρει τα φανελάκια και είχε γράψει “dog1” και “dog2” και στο δικό του “Μαρσέλο” που τον έλεγε ο Σαραβάκος. Βγαίνουμε στην προπόνηση και μας βλέπει ο Δανιήλ και άρχισε και φώναζε: “Τι είναι αυτά”. (γέλια).
Τι κέρδισες από το ποδόσφαιρο;
Το ποδόσφαιρο σου δίνει πάρα πολλά πράγματα. Δεν είναι μόνο το χρήμα. Αυτό περνάει. Άλλο το σημερινό ποδόσφαιρο και άλλο το τότε. Δόξα τω θεώ είμαι καλά.
Σήμερα τι κάνεις;
Είμαι στις σχολές του Παναθηναϊκού σε όλη την Ελλάδα. Πάμε πάρα πολύ καλά σε αυτό το κομμάτι και είμαι υπεύθυνος για να “χτίσουμε” νέες σχολές.
Πες μου παιδιά που να έχουν βγει από αυτό το σύστημα.
Έχουμε βγάλει παιδιά. Από το 2014 επί Σαμαρά, ήμουν με τον Ανδρέα Λαγωνικάκη και τον Δημήτρη Μάρκο και έχουμε πάει παιδιά όπως τον Ζαγαρίτη, τον Εμμανουηλίδη, τον Αλεξανδρόπουλο, τον Κώστα Αποστολάκη, τον γιο του Στράτου, που έπαιζε στη Νίκη Αλίμου και τον πήγα εγώ στον Παναθηναϊκό, τον Σέχου, ο οποίος είχε πολύ ταλέντο, αλλά για κάποιο λόγο δεν έπαιζε. Πολλά παιδιά που αυτή τη στιγμή παίζουν και τα καμαρώνουμε.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
- Νίκος Φλέκκας στο sportday.gr: «Συγκλονιστική η εξέδρα στο Γουέμπλεϊ - Να μην αφήσουμε άδειο ούτε ένα κάθισμα στο Καραϊσκάκη»
- Ολυμπιακός: Πρώτα η λύσσα, μετά το «λύσιμο»
- Εθνική Ελλάδος: Αιώνιος σεβασμός στους ήρωες του Λονδίνου
- Αντώνης Καρπετόπουλος: Αν ο Ολυμπιακός ή ο Παναθηναϊκός είχαν πάρει τον Παυλίδη
- Υπεράνω Όλων: Αν οι άνθρωποι του αθλητισμού ενεργούν έτσι τι να περιμένουμε από άσχετους;