ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ ΩΡΑ ΜΗΔΕΝ: Το καμπανάκι ηχούσε χρόνια, εμείς κάναμε τους… κουφούς!

Ο Σωτήρης Κωσταβάρας καταγράφει τα «εγκλήματα» πολλών ετών που έχουν φέρει το ελληνικό ποδόσφαιρο στη σημερινή του ανυποληψία!

Το καμπανάκι κινδύνου για το ελληνικό ποδόσφαιρο είχε ηχήσει εδώ και πάρα πολλά χρόνια, απλώς με τον πρόωρο αποκλεισμό της ΑΕΚ και του Αρη από τις ευρωπαϊκές διοργανώσεις δεν ακούσαμε μόνο τον ήχο του, αλλά μας έπεσε το ίδιο στο κεφάλι και ως ένα μεγάλο βαθμό αποτελεί την φυσιολογική εξέλιξη μιας αρρωστημένης κατάστασης δεκαετιών. Η κατάκτηση του Euro του 2004 μας έδωσε μια χρυσή ευκαιρία να βγούμε από το διαφαινόμενο αδιέξοδο κι εμείς της δώσαμε μια και την κλωτσήσαμε μακριά, μέχρι το… Καζακστάν και τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη.

ΓΗΠΕΔΑ ΑΧΟΥΡΙΑ

Τα περισσότερα γήπεδα μας, αχούρια ήταν και τέτοια παραμένουν και σε ότι αφορά τους αγωνιστικούς χώρους, αλλά και σε σχέση με την άνεση και πρωτίστως την ασφάλεια των λίγων που έχουν απομείνει ακόμα και τρέχουν με την πρώτη ευκαιρία να παρακολουθήσουν την αγαπημένη τους ομάδα. Αυτών δηλαδή, που η απουσία τους από τις εξέδρες μνημονεύθηκε περισσότερο απ’ ότιδήποτε άλλο στο ποδόσφαιρο κατά τη διάρκεια της πανδημίας.

ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΤΟΥ ΣΑΝΤΟΣ

Τα σχέδια του Φερνάντο Σάντος, ουσιαστικά για την ανάπτυξη του αθλήματος στη χώρα μας, έμειναν στα χαρτιά, οι επενδύσεις των ομάδων για τα γύρω γύρω, αλλά τόσο σημαντικά, όπως οι ακαδημίες, τα τμήματα scouting και ανάλυσης και οι νέες τεχνολογίες είναι πρακτικά ανύπαρκτες και το μόνο που μας έμεινε είναι οι «μάχες» για τον έλεγχο της ΕΠΟ και κατ’ επέκταση της διαιτησίας, που ξαφνικά απέκτησαν μεγαλύτερο ενδιαφέρον απ’ αυτές στο γήπεδο. Είναι μόνο αυτά; Ασφαλώς όχι! Αλλά, ας είχαμε λύσει τα βασικά και βλέπαμε για τα υπόλοιπα.

ΣΤΗΝ ΥΠΟΛΟΙΠΗ ΕΥΡΩΠΗ

Σε μία περίοδο που σε ολόκληρη την προηγμένη Ευρώπη δίνεται τεράστια βάση ακόμα και στην ποσότητα νερού με το οποίο πρέπει να ποτίζεται ο χλοοτάπητας και το ύψος του κουρέματος, για να βοηθάει τους ποδοσφαιριστές να βγάζουν τον καλύτερο τους εαυτό και να προσφέρουν θέαμα στον κόσμο, εμείς ψάχνουμε, που λέει ο λόγος, για λίγο πράσινο χορταράκι και «πνιγόμαστε» όταν βρέχει. Για χιόνι, ας μην μιλήσουμε καλύτερα…

Σε μία περίοδο που ξεπετάγονται ταλέντα σε πολύ μικρή ηλικία σε ολόκληρη την Ευρώπη και το οποία μοσχοπουλιούνται, ως σχεδόν ολοκληρωμένοι, ποδοσφαιριστές και γεμίζουν τα ταμεία μικρομεσαίων ομάδων, που αίφνης αποκτούν άλλη δυναμική επενδύοντας τα χρήματα που κέρδισαν σε υποδομές, εμείς ψάχνουμε με το κυάλι απλώς κάποια καλά ατομικά χαρακτηριστικά σε ορισμένους πιτσιρικάδες.

Σε μια περίοδο που ο ρόλος του τεχνικού διευθυντή, οπουδήποτε αλλού εκτός από την Ελλάδα, αποκτά όλο και μεγαλύτερη σημασία και αποτελεί σημείο αναφοράς και σταθερότητας, εμείς αδυνατούμε να κατανοήσουμε ακόμα και το που κατατάσσεται στην ιεραρχία ενός club, αφήνοντας ουσιαστικά προπονητές να επιλέγουν αυτόν που θα έπρεπε να τους αξιολογούν και να τους ελέγχουνι ή πάμε σε πρόχειρες λύσεις εντελώς άπειρων και ακατάλληλων ανθρώπων, που δεν έχουν κάνει αυτή τη δουλειά ποτέ στο παρελθόν και τους οποίους τους αλλάζουμε σαν τα πουκάμισα.

Την ώρα που η κεντρική διαχείριση των τηλεοπτικών δικαιωμάτων και μία ορθολογική μοιρασιά των κερδών μοιάζει μονόδρομος για την οικονομική ευημερία των ομάδων και την αύξηση της ανταγωνιστικότητας μιας «πεθαμένης» Σούπερ Λιγκ, μέσα από την οποία θα ισχυροποιηθούν όλοι σε αγωνιστικό επίπεδο, εμείς κοιτάζουμε πως θα βάλουμε κάτι παραπάνω στην τσέπη μας, αδιαφορώντας για τον «αργό θάνατο» του προιόντος.

Την ώρα που η στελέχωση ενός club με τεχνοκράτες και ανθρώπους με συγκεκριμένες αρμοδιότητες, που θα κάνουν καλά τη δουλειά, αποτελεί το απολύτως φυσιολογικό παντού, εμείς συνεχίζουμε, στις περισσότερες περιπτώσεις, με το παλαιολιθικό μοντέλο της προσωποπαγούς διοίκησης, με τον «αρχηγό» να αποφασίζει σχεδόν για τα πάντα, επιλέγοντας εν γνώσει του ανεπαρκείς συνεργάτες, τους οποίους θα μπορεί να «καπελώσει» με σχετική ευκολία και να κάνει το δικό του. Γιατί, ως γνωστόν, αυτός πληρώνει…

Την ώρα που στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο και τις διοργανώσεις του πέφτει όλο και περισσότερο χρήμα τα τελευταία χρόνια, οι περισσότερες μεγάλες ελληνικές ομάδες μοιάζουν αποκλεισμένες από το… «μέλι» σνομπάροντας μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις, χαρακτηριστικά το Europa League, σε μία κρίση… μεγαλείου, χωρίς προηγούμενο!

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ

Η οικονομική κρίση ασφαλώς κι έπαιξε τον ρόλο της στην καθίζηση του ελληνικού ποδοσφαίρου. Δεν τίθεται θέμα γι αυτό. Αρκεί να δει κανείς τους προϋπολογισμούς των ομάδων πριν μια εικοσαετία και να τους συγκρίνει με τους τωρινούς. Αλλά βε αδερφέ, ας κάνουμε τα βασικά, ας μην βιάζουμε την κοινή λογική και αργότερα να κάνουμε ταμείο. Τώρα τι έχουμε λοιπόν; Άδεια γήπεδα, τηλεοπτικά συμβόλαια με το ζόρι και αν, υποδομές για κλάματα, ένδεια αθλητικών ταλέντων, επεισόδια στα επίσημα σε αγώνες κεκλεισμένων των θυρών, μπουνιές σε συνεδριάσεις του… συνεταιρισμού της Σούπερ Λιγκ, δίκες για στημένα, πολυϊδιοκτησίες και ότι άλλο μπορεί να φανταστεί ο ανθρώπινος νους. Για να μη φτάσουμε στα χαμηλότερα επίπεδα του ελληνικού ποδοσφαίρου, την  αγωνία για την διεξαγωγή τους ή όχι και την κυριαρχία των μπράβων.

Μέσα σ αυτό το πλαίσιο λοιπόν είναι έκπληξη η κατάντια μας; Από την περίοδο 2003-2004, την 7η θέση στην βαθμολογία της ΟΥΕΦΑ και τις τρεις ελληνικές ομάδες στους ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ  (Ολυμπιακός, Παναθηναϊκός, ΑΕΚ), στο 2021, στην 19η θέση, δίχως ομάδες στο Europa League και τα προκριματικά του  Europa Conference League να φαίνονται βουνό… Κι έρχονται και χειρότερες μέρες.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News