Final 4: Η Μύκονος είναι που κάνει τον Μάικ Τζέιμς τόσο επικίνδυνο

Το σκηνικό μετά την κατάκτηση του πρωταθλήματος της Basket League από τον Παναθηναϊκό, το 2017, δείχνει ότι ο Ολυμπιακός πρέπει να ανησυχεί για τον Μάικ Τζέιμς και την… επικίνδυνη σε Final Four «ανωριμότητά» του!

Το ταλέντο του Μάικ Τζέιμς είναι ατέλειωτο. Η εκτίμηση ότι θα μπορούσε να παίζει στο ΝΒΑ και να μη ρίχνει βλέφαρο στην Ευρώπη, δεν είναι αναληθής. Ο Τζέιμς πιθανότατα δεν είχε την εργασιακή ηθική ώστε να κάνει την καριέρα που οι ικανότητές του υπόσχονταν. Το πρόβλημα πιθανώς, όπως με όλα τα ταλέντα που δεν ανταποκρίθηκαν στις προσδοκίες, είναι εγκεφαλικό, αλλά ισχύει.

Ωστόσο, η ανεμελιά και η χαρά που θέλει να απομυζεί της ζωής τον καθιστά επικίνδυνο σε περιπτώσεις όπως είναι τα Final 4. Συνήθως, ο Τζέιμς είναι ο πιο ικανός γκαρντ στα παιχνίδια της Euroleague και προφανώς στο γαλλικό πρωτάθλημα, αλλά ακόμα κι έτσι, ουδείς μπορεί να είναι σίγουρος ότι θα κάνει πέντε παιχνίδια σερί στην απόδοση με την οποία καθίσταται ως τρομοκράτης.

Είναι, όμως, φτιαγμένος από το υλικό που είχαν οι γκαρντ της Μακάμπι Τελ Αβίβ, όταν νίκησαν ως αουτσάιντερ στο Final 4 το 2014. Ο κοινός παρονομαστής ήταν η ελευθεριότητα που η Μονακό έχει ως ομάδα και ο ίδιος ο Τζέιμς ως οντότητα. Το Μόντε Κάρλο, άλλωστε, ακριβώς επειδή δεν εξαρτάται από τα σπορ σε ό,τι αφορά την οικονομία του, άρα και τη διάθεση των πολιτών του, επιτρέπει σε παίκτες που πληρώνει εξαιρετικά να κάνουν τα κουμάντα τους όπως τους αρέσει.

Δημήτρης Γιαννακόπουλος και Μάικ Τζέιμς μετά την κατάκτηση του πρωταθλήματος το 2017

Ο Σάσα Ομπράντοβιτς έχει στηθεί ως ανάχωμα, προκειμένου να αναχαιτίζεται η ελευθεριότητα όταν προσπερνά τα όρια, αλλά εδώ ο ίδιος ο Ζέλιμιρ Ομπράντοβιτς δεν μπόρεσε να αποφύγει τις συνέπειες της ιδιοσυγκρασίας του Κέβιν Πάντερ, με τη χρονιά της Παρτίζαν να μετατρέπεται σε πανωλεθρία από θριαμβευτική, ο γκαρντ τον οποίο είχε ως αναπληρωματικό του Αλεξάντερ Τζόρτζεβιτς τα καλά χρόνια της Γιουγκοσλαβίας της δεκαετία του ’90, από το 1995 έως το 1998, δεν θα γινόταν να παρέμβει καταλυτικά στην προσωπικότητα κάποιου που είναι 33.

Εξάλλου, τι να πει κάποιος σε έναν Αμερικανό γκαρντ που έχει κάνει το χαβαλέ του παίζοντας μπάσκετ στο υψηλότερο επίπεδο στην Ευρώπη, παρ’ ότι είναι δεδομένο ότι ένας προπονητής πονοκεφαλιάζει για την αξιοποίησή του;

Ο Τζέιμς ξεκίνησε την πορεία του στην Ευρώπη πριν 11 χρόνια από το Ζάγκρεμπ και έφτασε να παίζει στον Παναθηναϊκό και την ΤΣΣΚΑ Μόσχας, αλλά να κάνει ένα πέρασμα από τους Μπρούκλιν Νετς, τη σεζόν 2020-21, να συμμετέχει στη φάση της χρονιάς για το NBA και να παίρνει μεταγραφή στη Μονακό.

Για να υπερτονιστεί το ταμπεραμέντο του, αλλά και ενδεχομένως ο τρόπος σκέψης του ο οποίος δεν είναι ιδιαιτέρως συναδελφικός, υπάρχει ένα μοναδικό γεγονός που έγινε στις 11 Ιουνίου του 2017, όταν ο Παναθηναϊκός κατέκτησε το πρώτο πρωτάθλημά του ύστερα από δύο χρόνια λειψυδρίας, με το 3-2 επί του Ολυμπιακού στο ΣΕΦ και το εκπληκτικό 66-51 του πέμπτου τελικού.

Τότε, οι «πράσινοι» κανόνιζαν φιέστα στο γήπεδό τους, το ΟΑΚΑ, το αμέσως επόμενο βράδυ, προκειμένου οι παίκτες να φύγουν γρήγορα για διακοπές. Ο Μάικ Τζέιμς, όμως, είχε κλείσει για τη Μύκονο την… επόμενη μέρα και για περίπου πέντε λεπτά ο Νικ Καλάθης και ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος προσπαθούσαν να τον πείσουν. Το βίντεο είναι τόσο απολαυστικό, που, αν δεν υπήρχε η αγγλική γλώσσα, θα παρέπεμπε άνετα στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο.

Για την Ιστορία, ο Τζέιμς δεν πήγε στη φιέστα. Πήγε στη Μύκονο. Και μπορεί αυτό να είναι αντισυναδελφικό και αντιεπαγγελματικό, αλλά είναι ακριβώς ο λόγος που καθίσταται επικίνδυνος. Ειδικά σε παιχνίδια 40 λεπτών, που κρίνουν νικητή, κάποιος που να έχει τόση ανωριμότητα ώστε να χάνει τη φιέστα της ομάδας του για τις διακοπές του στη Μύκονο, μπορεί να διαχειριστεί την κατάσταση χωρίς άγχος.

Ο τρομοκράτης με την απόδειξη

Το δέλεαρ του Τζέιμς είναι η χαρά. Να δουλεύει τόσο όσο, να έχει την παράλογη αυτοπεποίθηση του καλύτερου στο γήπεδο και να αντιμετωπίζει τις προκλήσεις με τρόπο που ταιριάζουν σε έναν μπον βιβέρ, δηλαδή με μια επίγνωση που ενδεχομένως να προσπερνά τα όρια της οίησης, και να κάνει τη ζωή του όπως την θέλει.

Ο Ταϊρίς Ράις ήταν ο MVP του Final 4 το 2014

Εν τέλει, η αναρχία στο Final 4 δεν είναι κακός σύμβουλος. Η ελευθεριότητα εκείνων των ομάδων που μοιάζουν να μην έχουν να χάσουν κάτι, μπορεί να είναι αρκούντως επικίνδυνες. Από τη Γιουγκοπλάστικα και την Παρτίζαν έως τη Ζάλγκιρς Κάουνας, τον Ολυμπιακό (το 2012) και τη Μακάμπι Τελ Αβίβ, ήταν σύνολα που πήγαν στις διαβολοδιοργανώσεις των τριών ημερών προκλητικές και ζωσμένες και εκρηκτικά.

Το ίδιο ισχύει και για τις οντότητες. Ο Πρέντραγκ Ντανίλοβιτς ήταν τέτοια, το 1992, ο Ντέιβιντ Ρίβερς το 1997, ο Τάιους Έντνι το 1999, ο Ταϊρίς Ράις το 2014. Παίκτες που όχι απλώς δεν είχαν κάτι να χάσουν, αλλά που, λόγω της γενικότερης πεποίθησης ότι οι ίδιοι πήγαιναν για να συμπληρώσουν το σκηνικό, είχαν οπλιστεί με μίσος, ας βαφτιστεί έτσι, και ιερή αυταπάρνηση για να τα καταφέρουν.

Ο Ντέιβιντ Ρίβερς έδωσε μια άνευ προηγουμένου παράσταση στο Final 4 της Ρώμης, το 1997

Ο Τζέιμς είναι ακόμα πιο επικίνδυνος, επειδή κινείται με ευχέρεια ανάμεσα στην ιεροσυλία και τη σπουδαιότητα, διότι έχει όλες τις ικανότητες που ένας γκαρντ μπορεί να έχει για να αποτελεί απειλή και επειδή ξέρει ότι αν βρίσκεται σε καλή κατάσταση, δεν υπάρχει αντίπαλος για να τον σταματήσει.

Ο Ολυμπιακός πιθανότατα πρέπει να εκπονήσει ιδιαίτερο σχέδιο για να τον αναχαιτίσει και να μη βρει ρυθμό την Παρασκευή. Ο Τζέιμς είναι ούτως ή άλλως επίφοβος, αλλά τέτοιες περιπτώσεις συνήθως στρέφονται κατά των αντιπάλων τους στους πλανήτες που κρίνουν νικητές σε 40 λεπτά.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News