Eurobasket: Γιατί η Σερβία ταιριάζει τόσο στην Ιταλία;

Η Ιταλία μπήκε στη ζώνη του λυκόφωτος και απέκλεισε τη Σερβία, 94-86 στο Βερολίνο, στη φάση των «16» για το Eurobasket. Το έχει ξανακάνει.

Ο τόπος που μπορεί κάποιος να ψάξει να βρει την απάντηση δεν είναι ακριβώς δύσβατος. Η Ιταλία δεν απέκλεισε απλώς τη Σερβία στη φάση των «16» του Eurobasket: της την έφερε ξανά. Δεν είναι, επίσης, το μόνο σπορ στο οποίο σημειώνουν επιτυχίες απέναντί τους: στο πόλο το έχουν κάνει συναπτώς. Το ίδιο γίνεται και στο βόλεϊ, αν και στο τελευταίο συνήθως οι Ιταλοί είναι φαβορί.

Ειρήσθω εν παρόδω, η Ιταλία στέφθηκε πρωταθλήτρια κόσμου στο Κατοβίτσε, επικρατώντας 3-1 σετ της γηπεδούχου Πολωνίας. Οι γελωτοποιοί πήραν για τα καλά μέτρα την Κυριακή, 11 Σεπτεμβρίου.

Το 2011 τους νίκησαν στον τελικό του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος στη Σαγκάη και το 2012 τους στραπάτσαραν (αναδεικνύοντας και τους τόνους ίντριγκας η οποία είχε μαζευτεί σαν μούχλα μέσα στα αποδυτήρια) στον ημιτελικό των Ολυμπιακών Αγώνων στο Λονδίνο.

Ο Νίκολα Γιόκιτς και ο Βασίλιε Μίτσιτς έπεσαν θύματα της ιταλικής πονηριάς

Για να στηριχθεί η επιχειρηματολογία του κειμένου, οι Σέρβοι δεν γίνεται να είναι «πελάτες» οποιουδήποτε, σε κανένα άθλημα. Για κάθε ήττα τους από τους Ιταλούς, η μήνη τους ξεσπά σε μελλοντική διοργάνωση.

To 2015 και το 2016 τους νίκησαν στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα και τους Ολυμπιακούς Αγώνες αντιστοίχως, και τις δύο φορές σε ημιτελικό, και το ξανάκαναν στο Τόκιο το 2021, όταν τους νίκησαν εύκολα στο δρόμο για το δεύτερο διαδοχικό χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο.

Το μοτίβο δεν αλλάζει πολύ στο μπάσκετ. Μετά το 1991 και τον τελικό του Eurobasket της ενωμένης Γιουγκοσλαβίας με την Ιταλία στη Ρώμη, οι Γιουγκοσλάβοι (Σέρβοι και Μαυροβούνιοι) έχουν βρει τους Ιταλούς σε κάποια νοκ άουτ παιχνίδια στα οποία έχουν επικρατήσει.

Ο Τζιανμάρκο Ποτζέκο φίλησε τους παίκτες του και χαιρέτησε τους αντιπάλους πριν βγει εκτός παρκέ

Επικράτησαν στον τελικό του Eurobasket της Ισπανίας το 1997 και στον προημιτελικό του Eurobasket του 2017, που έγινε σε περίπου 26.857 χώρες. Οι Ιταλοί, από τη μεριά τους, έχουν συνδέσει τις σπουδαίες στιγμές τους με τη Σερβία. Η γρονθοπατινάδα του 1983 στο Λιμόζ, όταν υπήρχε η Γιουγκοσλαβία, και ο ημιτελικός του 1999 στο Παρίσι ήταν οι προηγούμενες.

Επιπροσθέτως, πέρυσι, μέσα στο Βελιγράδι, τους άφησαν εκτός Ολυμπιακών Αγώνων. Σε εκείνη την ομάδα εγκέφαλος ήταν ο Μίλος Τεόντοσιτς και ο Νίκολα Γιόκιτς έλειπε, την Κυριακή οι παρουσίες ήταν αντίθετες, αλλά το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο.

Τώρα, ειδικά για το παιχνίδι του 1999 που δεν ήταν παρών λόγω αψιμαχίας με τον προπονητή, ο Τζιανμάρκο Ποτζέκο πήρε την εκδίκησή του. Η απόλαυση να φεύγει από το ματς κλαίγοντας για τη φάση των «16» και να χαιρετά απαξάπαντες πριν βρει τη θέση του στην κερκίδα, δεν έχει τιμή.

Η αίσθηση που αφήνουν αυτές οι ήττες, στις διοργανώσεις που έρχονται, είναι ότι η Σερβία δεν θα έχανε από οποιονδήποτε άλλον. Ειδικά στο ματς του Βερολίνου, ο αλγόριθμος έμοιαζε πειραγμένος.

Οι Σέρβοι έκαναν πέντε νίκες σε ισάριθμα ματς στον όμιλό τους, μόνο και μόνο για να πέσουν πάνω στους ταραχοποιούς, οι οποίοι τους έβγαλαν έξω σε ματς που είχε πολλές ομοιότητες με εκείνο στην πρωτεύουσα της Γαλλίας 23 χρόνια πριν.

Η απορρόφηση της φιλοσοφίας

Οι Ιταλοί δεν το κάνουν αυτό μόνο στους Σέρβους. Η Γερμανία στο ποδόσφαιρο τους νίκησε για πρώτη φορά σε μεγάλη διοργάνωση στον προημιτελικό του Euro 2016 και αυτό έγινε στα πέναλτι. Όποτε μοιάζουν να έχουν προβλήματα, απλώς ανασταίνονται μέσα από την κατάντια τους. Σε στιγμές που φαίνονται καλά, γνωρίζουν σοκαριστικές ήττες.

Ένα πράγμα που ενδεχομένως γίνεται κατανοητό, είναι ότι λατρεύουν τη μιζέρια, ακριβώς επειδή μπορούν να ανανήψουν μέσα της. Αλλά για να νικάς τους Σέρβους, έστω και σε ορισμένες περιπτώσεις, δεν αρκεί αυτό.

Ο Σιμόνε Φοντέκιο έκανε μια πρώτης τάξεως… τελετή στους Σέρβους

Τόσο στο μπάσκετ όσο στο πόλο και το βόλεϊ, η Ιταλία έχει αποδειχθεί σπουδαία κλέφτρα. Στην πρώην ενωμένη Γιουγκοσλαβία το αφήγημα ήταν σαφές: είσαι φτωχός και παίζεις καλά ώστε να βγεις από τη φτώχια. Τη δεκαετία του ’70, οι Ιταλοί απορρόφησαν σχεδόν όλους τους παίκτες του γιουγκοσλαβικού μπάσκετ.

Από τον Κρέζιμιρ Τσόσιτς και τον Ντράγκαν Κιτσάνοβιτς ως τον Ντράζεν Νταλιπάγκιτς και τον Μίρζα Ντελίμπασιτς, οι Γιουγκοσλάβοι παίκτες πέρασαν από τη Lega Basket. Στην Ιταλία έπαιξαν αθλητές όπως ο Ζόραν Σλάβνιτς, ο Ζέλικο Γέρκοφ και ο Νταμίρ Σόλμαν.

Φυσικά, πάρα πολλοί παίκτες της «χρυσής» εποχής της Γιουγκοσλαβίας βρέθηκαν εκεί για το… παντεσπάνι τους: ο Τόνι Κούκοτς, ο Ντίνο Ράτζα, ο Γιούρε Ζντοβτς, ο Πρέντραγκ Ντανίλοβιτς, ο Αλεξάντερ Τζόρτζεβιτς, ο Άριαν Κόμαζετς, στα τελειώματα της καριέρας του ο Ζάρκο Πάσπαλι, ο Ζόραν Σάβιτς, αργότερα ο Ντέγιαν Μποντιρόγκα και ο Ζόραν Σάβιτς και πάει λέγοντας.

Μόνο ο Ντράζεν Πέτροβιτς και ο Βλάντε Ντίβατς την γλίτωσαν, ο πρώτος επειδή τον απέκτησε η Ρεάλ Μαδρίτης, ο δεύτερος επειδή πήγε στο NBA στο τέλος της εφηβείας του.

Η Ιταλία έγινε ένας προορισμός που οι Γιουγκοσλάβοι θεωρούσαν φυσιολογική εξέλιξη. Σχεδόν ίδια ήταν η αξία της Ισπανίας, μόνο που η τελευταία δεν μπόρεσε να πάρει τους προπονητές που εξέλιξαν το γιουγκοσλαβικό μπάσκετ από τα νάματα. Οι Ισπανοί έμειναν λίγο πίσω σε αυτό το τακτικό κομμάτι και δεν μπόρεσαν να το απορροφήσουν.

Οι σπουδαιότερες «μεταγραφές» που έκαναν οι λιρέτες, βεβαίως, ήταν τρία σπουδαία μυαλά του γιουγκοσλαβικού μπάσκετ: ο Αλεκσάνταρ Νίκολιτς και οι Ράνκο Ζεράβιτσα και Μίρκο Νόβοσελ πέρασαν από τη γείτονα.

Ο Μπόγκνταν Τάνιεβιτς δεν αποτελεί εξαίρεση, αν και απορροφήθηκε τόσο, που έγινε προπονητής της εθνικής ομάδας, πριν κάνει κοσμοπολίτικη καριέρα. Ο Ζέλιμιρ Ομπράντοβιτς, πάλι, με τις δύο σεζόν του στην Μπενετόν Τρεβίζο από το 1997 έως το 1999, ενώ ήταν προπονητής της εθνικής ομάδας, πιθανότατα δεν αποκάλυψε όλη τη φιλοσοφία του μπάσκετ στη βαλκανική χώρα.

Ο Ζέλιμιρ Ομπράντοβιτς δούλεψε μια διετία στην Ιταλία, αλλά ο Αλεκσάνταρ Νίκολιτς ήταν που θεωρήθηκε… εθνοσωτήρας τη δεκαετία του ’70

Ο «προφέσορ», από τη μεριά του, θεωρήθηκε προφήτης στο ιταλικό μπάσκετ. Ο Νίκολιτς δούλεψε σε έξι ιταλικές ομάδες. Από το 1963 έως το 1965 στην Πετράρκα Πάντοβα, από το 1974 έως το 1976 στη Φορτιτούντο Μπολόνια, τη σεζόν 1981-82 στη Βίρτους Μπολόνια, κολλητά την επομένη στη Ρέγες Βενέτσια και την τελευταία χρονιά της καριέρας του ως προπονητή στην Ουντινέζε.

Καλά μετρά ο αναγνώστης πέντε, διότι στην παραπάνω παράγραφο δεν έχει σημειωθεί το αριστούργημά του: η Ίνις Βαρέζε, στον πάγκο της οποίας κάθισε από το 1969 έως το 1973 και με την οποία κατέκτησε τρία Κύπελλα Πρωταθλητριών.

Σημασία έχει ότι οι συγκεκριμένοι προπονητές μεταλαμπάδευσαν τα μυστικά που από τις αρχές της δεκαετίας του ’60 και μέχρι τη διάλυση της Λαϊκής Δημοκρατίας δημιούργησαν το μύθο της Γιουγκοσλαβίας. Οι Ιταλοί, βεβαίως, είναι παροιμιώδεις κλέφτες και φυσικά δεν σαστίζουν μπροστά στην ηθική παρανομία.

Σκοινί κορδόνι η αμιγώς ιταλική διαμαρτυρία στους διαιτητές

Αν αναλογιστεί ο αναγνώστης παρουσίες όπως ο Ράτκο Ρούντιτς, μέντορας του Σάντρο Καμπάνια, στην εθνική Ιταλίας στο πόλο, αμέσως μετά τα δύο χρυσά ολυμπιακά μετάλλια το 1984 και το 1988 με τη Γιουγκοσλαβία, για να αναφερθεί ένα παράδειγμα, μπορεί να κατανοήσει πώς οι Ιταλοί συγχρονίστηκαν με ό,τι οι «πλάβι» είχαν ως αθλητικό αξίωμα.

Κάθε φορά που η «ατζούρα» μπαίνει στο δρόμο της Σερβίας και καταφέρνει να της επικρατήσει, είναι μια υπενθύμιση του μεγέθους των φαρσέρ που είναι οι Ιταλοί, αλλά και του τρόπου με τον οποίο οι πρώην Γιουγκοσλάβοι έχουν ακουμπήσει κάποια από τα ομαδικά σπορ τους.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News