Σάντρο Καμπάνια: Γιατί είναι διαφορετικός από όλους τους άλλους

Η διαφορά του Σάντρο Καμπάνια με όλους τους άλλους προπονητές στην παγκόσμια υδατοσφαίριση δεν είναι η ευρυμάθεια, η αντίληψη ή ο τακτικός τρόπος που στήνει τις ομάδες του. Ο χρόνος είναι εκείνος που τον βγάζει στον αφρό. Και στέλνει την Ιταλία σε τελικούς, όπως αυτόν στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της Βουδαπέστης.

Η Ιταλία έκανε χαρακίρι στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα υγρού στίβου το 2009, το οποίο φιλοξένησε. Χειρότερη από την ήττα από τις Ηνωμένες Πολιτείες, φιναλίστ στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Πεκίνου, με σκορ 9-8, ήταν εκείνη από τη Ρουμανία τη δεύτερη αγωνιστική, με σκορ 6-5. Όσοι γνωρίζουν, βέβαια, από ανθρωπογεωγραφία, δεν εξεπλάγησαν. Οι Ρουμάνοι είναι Ιταλοί 2.0, καταπώς αναφέρεται και στο αστείο, με μια μεγάλη πρέζα ειρωνείας, ευφυολόγημα, «Ρουμάνος δεν είναι εθνικότητα, είναι επάγγελμα». Οι Ιταλοί έπεσαν πάνω στη μετέπειτα παγκόσμια πρωταθλήτρια Σερβία/Μαυροβούνιο στο μπαράζ, ηττήθηκαν 7-5 και αποχαιρέτησαν τη διοργάνωση αδόκητα και πολύ νωρίς. Ο Καμπάνια είχε συμφωνήσει σκάρτο χρόνο, από τον Σεπτέμβριο του 2008, όταν σηκώθηκε μπαϊράκι από… Ελλάδα μεριά και τον έστειλαν σπίτι μετά την έβδομη θέση του Πεκίνου και παρά τους τρεις διαδοχικούς ημιτελικούς σε δύο Παγκόσμια Πρωταθλήματα, το 2003 στη Βαρκελώνη και το 2005 στο Μόντρεαλ (που η Εθνική κατέκτησε το χάλκινο μετάλλιο) και τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 στην Αθήνα. Ο ίδιος τέθηκε εν αμφιβόλω, αλλά όταν η Ομοσπονδία αποφάσισε να τον διατηρήσει στη θέση του ομοσπονδιακού, ήταν η κορυφαία απόφαση που πήρε ποτέ Ιταλός παράγοντας. Ο Καμπάνια συμπληρώνει φέτος 14 χρόνια στο τιμόνι της εθνικής ομάδας -και μπροστά του έχει ακόμα έναν τελικό Παγκόσμιου Πρωταθλήματος, απέναντι στην Ισπανία, μία ομάδα που του χάρισε τις μεγαλύτερες συγκινήσεις της καριέρας του ως παίκτη.

Αυτή είναι η έβδομη τέτοια διοργάνωση του Καμπάνια ως τεχνικού των «σετεμπέλο». Σε πέντε εξ αυτών, από το 2011 και έπειτα σε όλες πλην του 2017, έχουν μπει στην τετράδα. Έχει, επίσης, έξι Ευρωπαϊκά και επίκειται το έβδομο, στα τέλη του Αυγούστου στο Σπλιτ. Στα τέσσερα, οι Ιταλοί μπήκαν επίσης στους κορυφαίους τέσσερις. Στους Ολυμπιακούς του 2012, όταν έστειλαν στο σπίτι της την Ουγγαρία, στο δρόμο για το τέταρτο διαδοχικό χρυσό μετάλλιο, στον προημιτελικό και τη Σερβία στον ημιτελικό, έμειναν δεύτεροι, πίσω μόνο από τους Κροάτες του δασκάλου του, Ράτκο Ρούντιτς. Το 2016, που απέκλεισαν την Ελλάδα στον προημιτελικό, ηττήθηκαν δύσκολα από τους άπαιχτους Σέρβους στον ημιτελικό 10-8, σε ένα μυθικό τέταρτο οκτάλεπτο, στο οποίο επικράτησαν με σκορ 6-3, αλλά επικράτησαν στο μικρό τελικό του Μαυροβουνίου και κατέκτησαν το χάλκινο. Οι Ιταλοί έχουν, από το 2010 και έπειτα, ένα ασημένιο και ένα χάλκινο σε Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα, το 2010 στο Ζάγκρεμπ και το 2014 στη Βουδαπέστη αντιστοίχως, ενώ έχουν δύο χρυσά σε Παγκόσμιο, το 2011 στη Σαγκάη και το 2019 στην Γκουανγκτσού.

Το πιο σημαντικό σε αυτήν την παράθεση είναι ότι το έκαναν δίχως… ίχνος ταλέντου. Ο Καμπάνια δεν έχει ζήσει μόνο σπουδαίες στιγμές στο τιμόνι των «σετεμπέλο», αλλά έχει βιώσει και την αιμορραγία με τις αποχωρήσεις παικτών: το 2009 έφυγαν ο φουνταριστός Αλεσάντρο Καλκατέρα και ο ηγέτης Κάρλο Σίλιπο, ο Σικελός προσπάθησε ματαιώς να… ταρριχεύσει τον Μαουρίτσιο Φελούγκο και, κυρίως, τον τερματοφύλακα Στέφανο Τεμπέστι, έχασε στην πορεία παίκτες όπως ο Άλεξ Τζορτζέτι, σε σχέση με πέρυσι η Ιταλία είναι αλλαγμένη κατά έξι, καθώς δεν έχει στη σύνθεσή της τους δύο φουνταριστούς, Ματέο Αϊκάρντι και Μάικ Μποντέγκας, τον… Αυστραλό καπιτάνο Πιέτρο Φιλιόλι, το σταθερό Νικολό Φιγκάρι, τους αμυντικούς Στέφανο Λουόνγκο και Αλεσάντρο Βελότο, και βρίσκεται ξανά σε τελικό Παγκόσμιου Πρωταθλήματος με τα… λιμά.

Όσο πάει, η κατάσταση γίνεται όλο και χειρότερη στο ιταλικό πόλο σε ό,τι αφορά τη διάσταση της ατομικής δεξιότητας. Ο Καμπάνια, όμως, βρίσκει πάντα τον τρόπο προσπερνά ομάδες που είτε έχουν πολύ περισσότερο ταλέντο από τη δική του είτε μοιάζουν πιο ισχυρές ούτως ή άλλως: στη Βουδαπέστη, η Ιταλία νίκησε την οικοδέσποινα Ουγγαρία και την Ελλάδα με το ίδιο σκορ για να φτάσει στον τελικό και το έκανε με… Ντόλτσε και Κανέλα.

 

Ο Καμπάνια στη ζώνη της επιβίωσης

Είναι μοναδικός στο είδος του ο Σάντρο Καμπάνια. Στον ημιτελικό με την Ελλάδα, οι Ιταλοί παρουσιάστηκαν παίζοντας στο όριο και βγάζοντας… νύχια. Δεν θα το έκαναν αυτό αν, επί παραδείγματι, διαιτητής ήταν ο Σλοβένος Μπόρις Μαργκέτα, αλλά ο Καμπάνια ήξερε πως αν το ματς γινόταν χάος, οι συγκεκριμένοι διαιτητές δεν θα μπορούσαν να το διαχειριστούν. Οι Ιταλοί καταλάβαιναν το παιχνίδι σε όλες τις διαστάσεις του, ήξεραν πότε έπρεπε να δημιουργήσουν τσακωμό, πότε να χτυπούν και πώς να βρίσκονται σε πλεονεκτική θέση χωρίς να… ανοίξει ρουθούνι. Η Εθνική έμεινε εκεί, δεν τους έκανε τη χάρη να υποχωρήσει βήμα, απλώς η διαφορά είναι πως ο Καμπάνια το έχει κάνει και το έχει ξανακάνει: τα σπουδαία ματς που έχει παίξει η ομάδα του τα τελευταία 12 χρόνια, δηλαδή από τον ημιτελικό του Ευρωπαϊκού του Ζάγκρεμπ και έπειτα, είναι… δεκάδες. Ο Σικελός δεν ξέρει απλώς πώς να προετοιμάζει την ομάδα του -ο Θοδωρής Βλάχος είχε παίκτες έτοιμους να πεθάνουν, πλήρως συνειδητοποιημένους για το διακύβευμα και γνωρίζοντες τα χούγια και τις ανησυχίες των αντιπάλων τους- αλλά και όλες τις διαστάσεις στις οποίες περιλαμβάνεται όποιο νοκ άουτ παιχνίδι έχουν οι Ιταλοί μπροστά τους.

Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι το ρεκόρ του, αυτό το χρονικό διάστημα, απέναντι σε αντιπάλους που έχουν στα παιχνίδια τους αρχή, μέση και τέλος, είναι θετικό. Από την ιταλική στάνη της υδατόσφαιρας βγαίνει το τυρί της… αβύσσου και ο Καμπάνια έχει βρει τον τρόπο, επειδή δεν μπορεί να βασιστεί στο υπέρτερο των παικτών του σε ό,τι αφορά τα βασικά του παιχνιδιού, μέσα από την πειθαρχία να δημιουργεί προβλήματα. Αν ξέρεις τι σου απομένει να κάνεις -και δεν μπορείς να πράξεις οτιδήποτε άλλο- το κάνεις τέλεια.

Δεν εναντιώνεται, πρωτίστως, στην κοινωνική και πολιτιστική κουλτούρα της χώρας. Για τους Ιταλούς το ανεπίτρεπτο έληξε όταν αποφάσισαν να κάνουν… κωλοτούμπα κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου και να τείνουν δήθεν ανυπόκριτη χείρα φιλίας προς τις συμμαχικές δυνάμεις. Από εκεί και ύστερα όλα επιτρέπονταν, επέπρωτο να αυτοαθωώνονται και να μπορούν να χρησιμοποιούν μέσα στο όριο του θεμιτού, προκειμένου να επιβιώνουν. Ο τρόπος που οι Ιταλοί αντιμετωπίζουν τα σπορ έχει ακριβώς αυτό το υπόβαθρο: τους βλέπεις να αγωνίζονται για την επιβίωσή τους, αναγνωρίζοντας, όμως, ότι πλειστάκις ο «εχθρός» είναι δυνατότερος από αυτούς.

 

Ουκ εάν τον καθεύδει το του Ρούντιτς τρόπαιο

Ο Σάντρο Καμπάνια νικούσε από… μικρό παιδί. Όταν συναντήθηκε με το μέντορά του, Ράτκο Ρούντιτς, ο τελευταίος ήταν ήδη δις «χρυσός» ολυμπιονίκης και μία παγκόσμιος πρωταθλητής με τη Γιουγκοσλαβία. Οι «πλάβι», με παίκτες όπως ο πιθανός προπονητής του Ολυμπιακού, Ίγκορ Μιλάνοβιτς, και άλλα ιερά τέρατα, τον Βέσελιν Τζούχο και τον Ντράγκαν Άντριτς, τον Ίγκορ Γκότσανιν και τον τερματοφύλακα Αλεξάντερ Σόσταρ, νίκησαν στο Λος Άντζελες και τη Σεούλ, στην πρώτη περίπτωση επικρατώντας σε τελικό γύρο και στη δεύτερη σε τελικό επί των Ηνωμένων Πολιτειών, ενώ νίκησαν την Ιταλία σε ένα σπουδαίο τελικό το 1986 στη Μαδρίτη. Το πλούσιο μέλλον του Γιουγκοσλάβου βρίσκεται στην Ιταλία ή την Ισπανία και, σε αυτό το γαϊτανάκι, συνέβησαν και τα δύο: οι «σετεμπέλο» απέκτησαν τον Ρούντιτς μετά τη Σεούλ, ενώ η «Ρόχα», με τους δικούς της Ολυμπιακούς Αγώνες, στη Βαρκελώνη, να περιμένουν, πήρε τον Ντράγκαν Ματουτίνοβιτς. Κατά το λυκαυγές της δεκαετίας του ’90, η Γιουγκοσλαβία σταμάτησε να υπάρχει -και αυτό σημαίνει ότι ρεκόρ όπως τα 620 γκολ που πέτυχε ο εμβληματικός Μιλιβόι Μπέμπιτς, «χρυσός» στο Λος Άντζελες, με το σκουφάκι της θα έμεναν για πάντα ακατάρριπτα- η Κροατία δεν θα έπαιρνε μέρος στη διοργάνωση, ενώ επρόκειτο να συμμετάσχει η Κοινοπολιτεία.

Ο Καμπάνια, που βρισκόταν στην ομάδα της Μαδρίτης, είχε κλείσει τα 29 του όταν Ιταλοί και Ισπανοί μπήκαν στην «Μπερνάτ Πικορνέλ», στις 9 Αυγούστου, για να παίξουν τον τελικό. Επρόκειτο για ένα από τα σπουδαιότερα ματς που έχουν γίνει ποτέ: μπορεί να συστήθηκε ως μονομαχία του Ιταλού φουνταριστού Μασιμιλιάνο Φερέτι με τον Ισπανό μάγιστρο Μανέ Εστιάρτε, αλλά ήταν ένας αγώνας επιβίωσης. Ο Μιγκέλ Ότσα, προπονητής της εθνικής Ισπανίας στις Γυναίκες από το 2011, ισοφάρισε το παιχνίδι με 21’’ να απομένουν στην κανονική διάρκειά του, ο Εστιάρτε και ο Φερέτι σκόραραν στο δεύτερο τρίλεπτο της παράτασης, αφού πέναλτι δεν υπήρχαν, για το 8-8 και τρία τρίλεπτα, δύο λεπτά και 28 δευτερόλεπτα και ένα μυθικό καβγά, με τους παίκτες να βγαίνουν έξω από το νερό με στόχο το… ξύλο, μετά, ο Φερντινάντο Γκαντόλφι πέτυχε το νικητήριο γκολ. Αυτά τα 32’’ που απέμεναν για τη λήξη της παράτασης, οι «σετεμπέλο» έβγαλαν την άμυνα και έβαλαν τον «Ματούτα» να… φάει τα λόγια του πριν τον τελικό, με δηλώσεις όπως «η Ισπανία έχει την καλύτερη ομάδα» και «όταν κερδίσουμε το χρυσό μετάλλιο».

Ο Ρούντιτς κατέκτησε το τρίτο διαδοχικό χρυσό μετάλλιό του και η ιταλική κυριαρχία είχε αρχίσει: δύο χρυσά σε Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα, το 1993 στο Σέφιλντ και το 1995 στη Βιέννη, πρώτη στο Παγκόσμιο του ’94 στη Ρώμη με το εκκωφαντικό 10-5 επί των Ισπανών. Αλλά η ιταλική δυναστεία, που ούτε οι Σέρβοι της προηγούμενης δεκαετίας μπόρεσαν να μιμηθούν (με πολύ μεγαλύτερο, βεβαίως, δείκτη δυσκολία) τελείωσε με τον ίδιο άχαρο τρόπο σε σχέση με αυτόν που άρχισε: ο Ρούντιτς πήρε στο κατόπι το διαιτητή του ημιτελικού με την Κροατία, μετά την ήττα με σκορ 7-6, και παρ’ ότι οι Ιταλοί κατέκτησαν το χάλκινο μετάλλιο στα πέναλτι με την Ουγγαρία, ο Καμπάνια αποχώρησε στα 33 του της Εθνικής. Ο σπουδαίος Κροάτης, ειρήσθω εν παρόδω, έχει πέντε ολυμπιακά μετάλλια, μαζί με το χρυσό της «χρβάτσκα» το 2012 στο Λονδίνο, ενώ ο κορμός των ΗΠΑ, που γαλούχησε από το 2000 έως το 2004, έφτασε την εθνική ομάδα της χώρας στον τελικό των Ολυμπιακών Αγώνων του Πεκίνου, το 2008.

Ο βασιλιάς των Συρακουσών, όμως, δεν είναι Ρούντιτς. Είναι ένας Σικελός που τρώει μακαρονάδες, πίνει κρασί και βρίσκεται ένα βήμα μπροστά από τους υπόλοιπους. Κάποια στιγμή, σε ένα μπορό της LEN, που θα συζητούνταν σε βάθος το πώς θα βελτιωθεί το θέαμα στο πόλο, ώστε να γίνει πιο προσιτό στο θεατή, ο Καμπάνια συμβούλεψε τους αξιωματούχους «να φτιάξετε το φωτισμό στις πισίνες». Όλοι συλλογίστηκαν, αλλά ουδείς κατάλαβε πραγματικά τι ήθελε να πει.

Και έτσι, βρίσκεται σε ακόμα έναν τελικό με μια Ιταλία με έλλειψη ταλέντου και αντιπαθητικά αλητάκια. Στα 59 του, μπορεί να απολαμβάνει να σηκώνεται από τον πάγκο και να παρατηρεί την εξέλιξη του παιχνιδιού, με τους παίκτες του να τρέμουν γι’ αυτό που πρόκειται να τους συμβεί αν δεν κάνουν ακριβώς αυτά που τους έχει πει.  

 

 

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News