Συνέντευξη Μιχάλης Ρωμανίδης: «Με βλέπει ένας παππούς 80 ετών στο μετρό και μου λέει... αγόρι μου σε ευχαριστώ»
Συνέντευξη Μιχάλης Ρωμανίδης: «Με βλέπει ένας παππούς 80 ετών στο μετρό και μου λέει… αγόρι μου σε ευχαριστώ» | Ευρωμπάσκετ 1987 | Εθνική Ελλάδος
Οσα χρόνια και αν περάσουν η 14η Ιουνίου του 1987, θα είναι ένα σημείο αναφοράς για το μπάσκετ και τον ελληνικό αθλητισμό. Σαν σήμερα πριν από 35 χρόνια η επίσημη αγαπημένη έγινε επίσημα… εστεμμένη μετά το «θρυλικό» 103-101 επί της Σοβιετικής Ενωσης. Ο 21χρονος τότε φόργουορντ, Μιχάλης Ρωμανίδης μίλησε στο sportday.gr για το «θαύμα» του ’87.
Ξημέρωσε 14 Ιουνίου. Σε κάθε επέτειο αισθάνεσαι κάποια νοσταλγία; Τι σου έρχεται στο μυαλό;
«Είναι ένα γεγονός που πάντα το θυμάμαι. Είναι η επέτειος της ζωής μου. Της ζωής μας. Ασχολούνται φυσικά και όλη την εβδομάδα τα ΜΜΕ και κάνουν αναφορά σε όλη την πορεία. Η αλήθεια είναι πως νιώθω μια χαρά, μου έρχονται στο μυαλό διάφορες στιγμές. Είναι κάτι που παραμένει ανεξίτηλα στη μνήμη μας. Δεν θα το ξεχάσουμε ποτέ. Το πιο ωραίο είναι ότι ακόμα και τώρα, μικροί και μεγάλοι όταν με βλέπουν στο δρόμο θα μου πουν κάτι. Για τις ωραίες στιγμές, για την χαρά που τους δώσαμε ως Εθνική».
«Πριν ένα χρόνο, ένας παππούς γύρω στα 80, στο μετρό μου είπε ”Σας ευχαριστούμε πολύ για την χαρά που μας είχατε δώσει τότε”»
Θυμάσαι κάποιο περιστατικό από τις εκφράσεις θαυμασμού του κόσμου;
«Θα σου πω κάτι που μου έχει μείνει έντονα στο μυαλό μου. Πριν από ένα χρόνο ήμουν στο μετρό και μόλις άδειασε μια θέση, έκατσα. Δίπλα μου ήταν ένας παππούς γύρω στα 80. Μόλις με είδε μου είπε «παιδί μου σε θυμάμαι, ήσουν στην Εθνική μας, αλλά ξεχνάω το όνομά σου». «Ο Μιχάλης Ρωμανίδης είμαι» του είπα και εκείνος είπε αμέσως. «Σε ευχαριστώ πολύ. Σας ευχαριστούμε πολύ για την χαρά που μας είχατε δώσει τότε. Δεν θα το ξεχάσουμε ποτέ». Ειλικρινά σου λέω ήταν κάτι το συγκινητικό και πέρα από τίτλους και διακρίσεις, αυτά είναι που μένουν».
Για να γυρίσουμε τον χρόνο πίσω. Αγωνιστικά τι είναι αυτό που θυμάσαι από το «χρυσό» 1987;
«Δεν είχαμε καθόλου άγχος στα νοκ άουτ παιχνίδια (με Ιταλία, Γιουγκοσλαβία, Σοβετική Ενωση). Αρχικός μας στόχος ήταν να περάσουμε στην οχτάδα. Αυτό σκεφτόμασταν. Τίποτα άλλο. Είχαμε άγχος στο κρίσιμο ματς με την Γαλλία. Διότι μας είχε δυσκολέψει εκείνα τα χρόνια. Όμως καταφέραμε να κερδίσουμε (82-69) και να προκριθούμε στην οχτάδα. Από εκεί και πέρα, όπως σου είπα, δεν είχαμε άγχος. Αντίθετα, είχαμε πίστη. Βλέπαμε κάθε παιχνίδι ξεχωριστά. Βήμα, βήμα. Μετά από κάθε νίκη είχαμε περισσότερη αυτοπεποίθηση ενώ και το γήπεδο ήταν κατάμεστο. Ετσι φτάσαμε στον τελικό με το μεγαθήριο. Την Σοβιετική Ενωση».
Στην φάση των ομίλων είχατε χάσει από το αντίπαλό σας στον τελικό. Ηταν κάτι που σας ιντρίγκαρε; Σας πείσμωνε ή θεωρούσατε ότι ήταν ένα ανυπέρβλητο «εμπόδιο»;
«Σε εκείνο το ματς είχαμε χάσει δύσκολα. Στις λεπτομέρειες (ήττα με 69-66). Το είχαμε παλέψει αρκετά. Οπότε η εικόνα που μας είχε μείνει είναι ότι το έχουμε. Μπορούμε να τους κερδίσουμε στον τελικό. Στην πατρίδα μας με 20.000 κόσμο στο πλευρό μας. Είπαμε, πάμε να τα δώσουμε όλα. Την ψυχή μας για να καταφέρουμε κάτι μεγαλειώδες. Κάτι που δεν είχε συμβεί ξανά».
«Ο Γκάλης είχε τα γούρια του. Πάντα, ανήμερα των αγώνων ξυριζόταν, έπινε καφέ στο λόμπι του ξενοδοχείου και έπαιζε τάβλι»
Ησουν συγκάτοικος στο δωμάτιο με τον «θεό» Νίκο Γκάλη και με την Εθνική και με τον Αρη. Τι θυμάσαι το βράδυ πριν τον τελικό; Σου είχε πει κάτι;
«Κοίτα ο Γκάλης ήταν πάντα χαλαρός. Βασικά δεν καταλάβαινες αν είχε άγχος μέσα του. Ελεγε πριν από κάθε ματς. «Ελα πάμε. Ένα παιχνίδι είναι να τα δώσουμε όλα». Είχε την πίστη μέσα του για την πορεία της ομάδας. Για τις ικανότητές της. Γενικότερα ήταν λιγομίλητος. Πάντως είχε τα γούρια του. Την ιεροτελεστία του. Ανήμερα κάθε αγώνα, ξυριζόταν, κατέβαινε στο λόμπι του ξενοδοχείου και έπινε καφεδάκι και στην συνέχεια έπαιζε τάβλι. Ηταν το πρόγραμμά του ανήμερα των αγώνων».
Ο Μιχάλης Ρωμανίδης (δεξιά) πανηγυρίζει με τον Νίκο Γκάλη και τον Νίκο Σταυρόπουλο ενώ στο βάθος είναι ο άνθρωπος των βολών, Αργύρης Καμπούρης.
«Κάναμε δύο ώρες για να πάμε από το ΣΕΦ στην Γλυφάδα, στην παραλιακή νομίζαμε ότι το πούλμαν θα σηκωθεί από τον κόσμο»
Στον τελικό με την Σοβιετική Ενωση είχες περισσότερο άγχος στις βολές του Λιβέρη Ανδρίτσου (έγραψε το 89-89 στα 36’’ και το ματς πήγε στην παράταση) ή στις βολές του Αργύρη Καμπούρη (έγραψε το τελικό 103-101);
«Όχι, στις βολές του Λιβέρη ήμουν χαλαρός. Πίστευα ότι δεν θα τις χάσει. Θα βάλει και τις δύο. Το είχε αποδείξει γιατί είχε καλό ποσοστό στις βολές και ήταν σουτέρ. Η αλήθεια είναι ότι είχα άγχος στις βολές του Καμπούρη. Διότι ήταν δυναμικός, σκληρός εργάτης, αλλά δεν ήταν σουτέρ. Δεν ήταν τόσο καλός στις βολές. Όταν έφτασε αυτή η στιγμή, προσευχόμουν και έλεγα, «Αργύρη μου βάλε έστω τη μία βολή!». Υπήρχε άγχος και ανυπομονησία από τον πάγκο. Ουδείς μιλούσε. Είχαμε μείνει ακίνητοι. Ευτυχώς τέλος καλό, όλα καλά και πήραμε το ευρωπαϊκό».
Η Εθνική στέφθηκε πρωταθλήτρια Ευρώπης. Να φανταστώ ότι μετά έγινε το… έλα να δεις, σωστά;
«Τι να σου λέω τώρα. Κάναμε δύο ώρες να φτάσουμε από το ΣΕΦ στο ξενοδοχείο μας στην Γλυφάδα (σ.σ το «John’s»). Ο κόσμος είχε βγει στους δρόμους. Πανηγύριζε τρελά. Δεν μας άφηνε. Με το ζόρι το πούλμαν προχωρούσε. Μας αποθέωναν συνεχώς και πραγματικά στην παραλιακή νόμιζα ότι θα σηκώσουν το πούλμαν ψηλά. Στους ώμους τους. Δεν το έχω δει ξανά αυτό στη ζωή μου».
«Ακόμα και αν χάναμε, είχαμε δώσει ώθηση στον κόσμο και στα παιδιά για να ασχοληθούν με το μπάσκετ»
Όταν ακούς κάθε φορά την μουσική «τιρινίνι, τιρινίνινι» (το ξακουστό The Final Countdown των Europe) τι σκέφτεσαι;
«Όταν είμαστε σε κάποιο μαγαζί και το ακούω, μου κάνουν πλάκα οι φίλοι μου. Μου λένε ότι «το έβαλαν για εσένα». Εντάξει κάθε φορά νιώθω μια συγκίνηση. Είναι το τραγούδι μας. Μου έρχονται στο μυαλό στιγμές όταν το ακούω. Αναμνήσεις. Αυτό το τραγούδι έχει συνδεθεί με την ομάδα μας».
Αλήθεια αν η Ελλάδα δεν είχε κατακτήσει εκείνο το Ευρωμπάσκετ, πιστεύεις ότι θα ήταν διαφορετική η μπασκετική εξέλιξη στη χώρα μας;
«Όχι, σε καμία περίπτωση. Μπορεί να λένε πως ο πρώτος είναι πρώτος και ο δεύτερος είναι δεύτερος, αλλά και η 2η θέση θα ήταν τεράστια επιτυχία. Αλλωστε με την πορεία που είχαμε κάνει, είχαμε δώσει το έναυσμα, την σπίθα για να ασχοληθούν μικροί και μεγάλοι με το μπάσκετ. Είχαμε δώσει ώθηση στον κόσμο και ακόμα και αν δεν το κατακτούσαμε πάλι θα έμπαινε στα σπίτια, στα σχολεία. Τα παιδιά θα είχαν πάλι μια μπάλα μπάσκετ γιατί το μπάσκετ τους είχε ήδη κάνει υπερήφανους».