Νίκος Σαρίδης: Η «διαχείριση του πένθους» μετά τον αποκλεισμό της Εθνικής

Δεν έχουν πολύ νόημα οι σχοινοτενείς αναλύσεις για το τι πήγε στραβά με τον Πογέτ, αφού κρίνεται αυτόματα ένοχος. Και δεν είναι ο μόνος. Γράφει ο Νίκος Σαρίδης.

Πώς θα περνούσε η Εθνική του Πογέτ απ’ την Τιφλίδα; Με συντηρητικό παιχνίδι και… μισό-μηδέν; Κανένα πρόβλημα. Θα τα κατάφερνε με φουλ επίθεση, ανηλεές σφυροκόπημα της άμυνας των Γεωργιανών και ποδόσφαιρο-έργο τέχνης; Ακόμη καλύτερα. Δεν έχει και πολλή σημασία, πάντως. Η μανιέρα ήταν το τελευταίο που ενδιέφερε, προείχε η ουσία: η νίκη. Διότι όπως λέει και το γνωστό κλισέ: «Τους τελικούς δεν τους παίζεις, τους κερδίζεις».

Δεν μας ένοιαζε ιδιαίτερα αν θα σκόραρε ο Μασούρας, ο Μάνταλος ή ο Μπακασέτας, αν το κοντέρ θα έγραφε πολλά με λίγα, ή αν το γκολ της νίκης μας θα έμπαινε σε open play φάση ή με πέναλτι. Ο ΑΝΣΚ, ο αντικειμενικός σκοπός, που λένε κι οι στρατιωτικοί, ήταν ένας: η πρόκριση. Οπως είχε πει πριν από πολλά χρόνια κι ένας Κινέζος πολιτικός, ο Ντενγκ Ξιαοπίνγκ, στο δικό του μότο περί αποτελεσματικότητας: «Δεν έχει σημασία αν μία γάτα είναι μαύρη ή άσπρη, φτάνει να πιάνει ποντίκια». Κατά συνέπεια, αυτό που μετρούσε στον χθεσινό τελικό ήταν αν η Εθνική θα μπορούσε ν’ αποδειχτεί γάτα. Κι όταν λέμε «γάτα», εννοούμε με πέταλα. Να έβαζε τέλος, δηλαδή, σε μία δεκαετία φαγούρας.

Η Ανδρών στο ποδόσφαιρο, βλέπετε, είχε να πάει σε μεγάλη διοργάνωση απ’ το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2014 στη Βραζιλία και -όσο να πεις- μία στέρηση την είχε η… γριά που είχε καλομάθει στα σύκα. Οπου γριά, το σύγχρονο ελληνικό κοινό, το οποίο είχε ζήσει πιο πριν μια διαφορετική -πλέρια συγκινήσεων- δεκαετία. Για όποιον δεν το θυμάται, η «γαλανόλευκη» ήταν στο Euro του 2004, το οποίο -ως γνωστόν- κατέκτησε κιόλας, αλλά και στα ευρω-πρωταθλήματα του 2008 και του 2012. Παρούσα, εσπίσης, ήταν και στα Παγκόσμια Κύπελλα του 2010 και του 2014. Αρχικά με προπονητή Οτο Ρεχάγκελ και στο τέλος με Φερνάντο Σάντος. Η καλύτερη δεκαετία στα χρονικά της Εθνικής, μακράν της δεύτερης.

Μετά, ωστόσο, ήρθαν οι… μέλισσες. Κοινώς, παρήλασαν από τον πάγκο ένα τσούρμο αναλώσιμοι, περισσότεροι κι από τις εκδόσεις των κινηματογραφικών The Expendables: Ρανιέρι, Μαρκαριάν, Τσάνας, Σκίμπε, Αναστασιάδης, Φαν Σιπ. Ορισμένοι, για να είμαστε δίκαιοι, κάτι πήγαν να κάνουν. Κάποιοι άλλοι, αντίθετα, δεν μας τα είπαν και τόσο καλά. Ωσπου ανέλαβε το πηδάλιο ο Πογέτ και φτάσαμε αισίως στη χθεσινή ημέρα, με τον Ουρουγουανό να κουβαλά στους ώμους του όλη αυτή τη «στέρηση της γριάς». Μεταξύ των στερημένων και οι ομογενείς απ’ τη Γερμανία, που ειδικά αυτοί είχαν μία αυξημένη πρεμούρα για το χθεσινό αποτέλεσμα, καθώς αν προκρινόταν η Ελλάδα στο Euro, την περίμενε το Ντόρτμουντ για το πρώτο παιχνίδι, το Αμβούργο για το δεύτερο, το Γκελζενκίρχεν για το τρίτο.

Για κακή τύχη, όμως, των ομογενών και όλων μας, στο «Μπορίς Παϊσάτζε» της Τιφλίδας οι ώμοι του Ουρουγουανού λύγισαν. Το ποδόσφαιρο περιορισμένου ρίσκου που επέλεξε, δεν του βγήκε. Το ματς πήγε στην παράταση και μετά στα πέναλτι. Κι εκεί, στην κόψη του ξυραφιού, το «στοίχημα» χάθηκε. Αλλά, όπως θα είχαν ελάχιστη σημασία τα «πώς» και τα «γιατί» σε περίπτωση νίκης, έτσι και μετά τον αποκλεισμό δεν έχουν πολύ νόημα οι σχοινοτενείς αναλύσεις για το τι πήγε στραβά με τον Πογέτ, αφού κρίνεται αυτόματα ένοχος και του επιβάλλεται «ποινή» μη ανανέωσης του συμβολαίου του. Το επόμενο διάστημα, συνεπώς, θα μας απασχολήσει περισσότερο η «διαχείριση του πένθους» έπειτα απ’ τη χθεσινή ήττα στη Γεωργία, αλλά και το τι θα πράξει η ΕΠΟ για τη διάδοχη κατάσταση στην τεχνική ηγεσία του αντιπροσωπευτικού συγκροτήματος.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News