Εθνική Ελλάδας: Είκοσι χρόνια από το υπέρτατο θαύμα

Στις 4 Ιουλίου 2004, το απόλυτο ποδοσφαιρικό θαύμα όλων των εποχών έφτασε στην ολοκλήρωσή του. Η Εθνική Ελλάδας ανεβαίνει στην κορυφή της Ευρώπης, αφού νικά με 1-0 την Πορτογαλία στον τελικό του «Ντα Λους».

Αν στις 4 Ιουλίου 2004 ήσασταν σε ηλικία που μπορούσατε να αντιλαμβάνεστε τον κόσμο, είναι αδύνατο να μην θυμάστε να περιγράψετε σε κάποιον νεότερο τη φάση του γκολ του Άγγελου Χαριστέα στον τελικό με την Πορτογαλία.

Ο Άγγελος Μπασινάς εκτελεί το κόρνερ από τη δεξιά πλευρά και στην εστία που βρίσκεται προς τα δεξιά της τηλεοπτικής οθόνης. Ο τερματοφύλακας Ρικάρντο αργεί να κινηθεί προς την μπάλα, αφού του έχει αποσπάσει την προσοχή ο Ζήσης Βρύζας, που έχει πιάσει θέση στη μικρή περιοχή και κοντά στο δεύτερο δοκάρι. Δημιουργείται έτσι χώρος για τον Χαριστέα, ο οποίος πηδά στο σωστό τάιμινγκ, νικά τον Κοστίνια στον αέρα και με κεφαλιά στέλνει την μπάλα στα δίχτυα.

Μετά; Μετά έγινε χαμός. Αν και όχι τόσο μεγάλος όσο στο γκολ του Τραϊανού Δέλλα, στον ημιτελικό με την Τσεχία ή στο άλλο γκολ του «Χάρι», στον προημιτελικό με τη Γαλλία. Απέμενε ακόμα αρκετός χρόνος για να λήξει ο τελικός (ήταν μόλις το 57ο λεπτό) και, παρότι όλοι ήμασταν βέβαιοι από μέρες ότι το τρόπαιο δεν χανόταν, παραμείναμε συγκρατημένοι. Το ίδιο και τα παιδιά του Ότο Ρεχάγκελ, που αντιμετώπιζαν την περίσταση σαν να την είχαν ζήσει άλλες… εκατό φορές.

Η στιγμή της έκστασης. Ο Άγγελος Χαριστέας πετυχαίνει το πιο σημαντικό γκολ στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου.

Τίποτα, όμως, δεν έμελλε να αλλάξει. Ο Λουίς Φίγκο κι η παρέα του, στην οποία περιλαμβανόταν και ο 19χρονος Κριστιάνο Ρονάλντο, δεν μπορούσαν να ξεπεράσουν το σοκ. Την είχαν πατήσει όπως στην πρεμιέρα της 12ης Ιουνίου, όταν κανείς δεν υπολόγιζε την Ελλάδα, η οποία έμπαινε στο τουρνουά ως το απόλυτο αουτσάιντερ.

Είχε δείξει από τότε όμως τα δόντια της και στη συνέχεια έβγαζε κάθε τρεις και λίγο τους Έλληνες στους δρόμους – όσους δεν ήταν αρκετά τυχεροί ώστε να ταξιδέψουν στην Πορτογαλία. Κάθε πρόκριση φάνταζε αδύνατη, αλλά στο τέλος νιώθαμε σαν να ήταν φυσιολογική. Μέχρι που ο τελικός φάνηκε παιχνιδάκι. Τον έκαναν, δηλαδή, να φαίνεται έτσι οι διεθνείς μας.

Τίποτα απ’ όσα ζήσαμε δεν γίνεται να ξεχαστεί κι ας έχουν περάσει είκοσι χρόνια. Κι ας έχουν ασπρίσει τα μαλλιά των παιδιών του Ρεχάγκελ (όχι όμως και του ίδιου του Γερμανού τεχνικού, που στέκει αγέρωχος στα 85 του). Κι ας έχουν αλλάξει πολλά στις ζωές μας από εκείνο το καλοκαίρι της επίπλαστης ευμάρειας, που περιλάμβανε και Ολυμπιακούς Αγώνες στην Αθήνα τον Αύγουστο!

Όλα τα θυμόμαστε. Το ακατάλληλο για ανηλίκους σύνθημα («σήκωσε το…»). Τον Γιώργο Καραγκούνη που δεν έπαιζε λόγω καρτών στον τελικό, αλλά τον ζούσε πιο έντονα απ’ όσους έπαιζαν. Το μπλουζάκι του Χαριστέα με το ανιψάκι του στον πανηγυρισμό, τη σιγουριά που ενέπνεε ο Αντώνης Νικοπολίδης, τον Τζίμι Τζαμπ, το κλάμα του Κριστιάνο.

Και μετά το τρόπαιο στα χέρια του (αρχηγού και MVP) Θοδωρή Ζαγοράκη, τη φαρμακωμένη έκφραση του μεγάλου Εουσέμπιο. Τις ατάκες του Κώστα Βερνίκου στην ΕΡΤ («στον έβδομο ουρανό όλοι, αδέλφια») και του Γιώργου Χελάκη στον ΣΠΟΡ FM («ακούστε το Έλληνες»). Τους Έλληνες στους δρόμους όλων των πόλεων. Όπως το 1987 με την Εθνική μπάσκετ, τώρα γιόρταζαν και για εκείνη του ποδοσφαίρου. Σαν όνειρο. Σαν ψέμα.

Το «ευχαριστώ» είναι λίγο για εκείνα τα παιδιά, που έμοιαζαν να μην έχουν συνειδητοποιήσει πόσο μεγάλο ήταν αυτό που είχαν πετύχει. Το συνειδητοποιούμε όλοι μας τώρα, που η Εθνική μας αδυνατεί έστω να προκριθεί στις τελικές φάσεις των μεγάλων διοργανώσεων. Γνωρίζοντας ότι ακόμα κι αν κάποτε επιστρέψει σ’ αυτές, θα είναι αδύνατο να διεκδικήσει ξανά κάποιο τρόπαιο.

Τα θαύματα, άλλωστε, συμβαίνουν μόνο μία φορά. Και όσοι βίωσαν το θαύμα του 2004, θα νιώθουν πάντοτε ευγνώμονες για εκείνες τις στιγμές που τους χάρισαν ο Ζαγοράκης, ο Χαριστέας, ο Βρύζας, ο Νικοπολίδης, ο Σεϊταρίδης, ο Φύσσας, ο Καψής, ο Κατσουράνης και τ’ άλλα παιδιά.

 

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News