Παγκόσμιο Κύπελλο 1982: Το «παιχνίδι του αιώνα» και ο απόλυτος θύτης

Η Δυτική Γερμανία νίκησε στα πέναλτι 5-4 τη Γαλλία στον ημιτελικό του Παγκόσμιου Κυπέλλου του 1982 στη Σεβίλλη, αφού επέστρεψε από το εις βάρος της 3-1 στην παράταση. Αλλά το έγκλημα του Χάραλντ Άντον Σουμάχερ παρέμεινε ατιμώρητο.

Ο ένας δεν έχει πλήρως αναρρώσει, ακόμα και σήμερα. Όχι μόνο ψυχικά. Ακόμα και τώρα, 40 χρόνια μετά το αποτρόπαιο τάκλιν, πονάει η πλάτη του.

Ο άλλος, λέει, νιώθει δειλός. Είναι περίεργο, γιατί αν έπρεπε να επιλεγεί μόνο μία φάση για να φτιάχτει ο απόλυτος θύτης στο ποδόσφαιρο, η χονδροειδής, πολύ επιεικώς, έξοδός του στο «Σάντσεθ Πιθχουάν» της Σεβίλλης θα ήταν σίγουρα μία από τις υποψηφιότητες.

Στην Ελλάδα, η φωνή του Γιάννη Διακογιάννη ακόμη αντηχεί. Συνεπαρμένοι από το χρώμα, οι αυτόπτες μάρτυρες του ημιτελικού του Παγκόσμιου Κυπέλλου του 1982, θα άκουγαν τον πιονέρο των σύγχρονων σπορτσκάστερ να κάνει μέχρι και σχόλιο, όταν ο Ντιντιέ Σιξ έχανε το πρώτο από τα δύο γαλλικά πέναλτι -το άλλο ο Αλέν Μποσίς- στη διαδικασία: «Ε, βέβαια, αφού παίζει στη Στουτγάρδη!»

Ο ημιτελικός της 8ης Ιουλίου του 1982 ήταν ένα από τα πιο συναρπαστικά παιχνίδια που έγιναν ποτέ. Η τελειοποίηση της γερμανικής πειθαρχίας υπήρξε… μεροκάματο για τους δημοσιογράφους: το είχαν ξανακάνει, στον τελικό του 1954 με την Ουγγαρία, του 1966 με την Αγγλία, στον ημιτελικό του 1970 με την Ιταλία, σε μικρότερο βαθμό στον τελικό του 1974 με την Ολλανδία, αλλά εδώ ξεπερνούσε τα μέτρα και τα σταθμά ανοχής και αντοχής.

Ο Κλάους Φίσερ σημειώνει ένα από τα πιο υποτιμημένα γκολ στην Ιστορία του Παγκόσμιου Κυπέλλου

Πίσω 3-1 στην παράταση, οι Δυτικογερμανοί ισοφάρισαν τους Γάλλους με τα γκολ των Κάλε Ρουμενίγκε, δύο λεπτά από την είσοδό του στο παιχνίδι, και Κλάους Φίσερ. Το δεύτερο ήταν ένα ποίημα, ένα ψαλίδι που δεν υποδήλωνε απλώς τον τεχνίτη, αλλά την επιστήμη πίσω από την ακρίβεια και τη χρήση. Ήταν ό,τι μπορούσε να κάνει στη φάση ο ξεχασμένος Γερμανός επιθετικός, ο οποίος είχε γενικώς την ικανότητα να οριζοντιώνεται με την πλάτη στο χορτάρι.

Ό,τι υπήρχε ως απωθημένο, βγήκε σε εκείνον τον ημιτελικό. Μια μανιφίκ, θεαματική ομάδα, με εγκέφαλο έναν αρτίστα, τον Μισέλ Πλατινί, που δεν θα φανταζόσουν ότι οι τραπεζικοί λογαριασμοί του θα γέμιζαν με χρήματα αμφιβόλου προέλευσης, έναν προπονητή ευαίσθητη, τον Μισέλ Ινταλγκό, και μερικούς υπέροχους ποδοσφαιριστές: τον Αλέν Ζιρές (ακούς τον Διακογιάννη, με τη γαλλική παιδεία, να το προφέρει), τον Ζαν Τιγκανά, τον Μανουέλ Αμορός, τον Μάριους Τρεζόρ, τον Αλέν Ζενγκινί, τον Ντομινίκ Ροστό.

Ένα ευαίσθητο, άθικτο και κάπως ναρκισσιστικό Παρίσι, το οποίο δεν γινόταν να προβάλει αντίσταση 42 χρόνια πριν στον Αδόλφο Χίτλερ, που το κατέκτησε σε μερικές μέρες μέσα. Μέχρι κι αυτός, ο βίαιος λεηλάτης, έβγαλε φωτογραφία με φόντο τον Πύργο του Άιφελ.

Ο Χάραλντ Σουμάχερ εκφόβισε κι άλλους Γάλλους ποδοσφαιριστές στον ημιτελικό της Σεβίλλης, όπως ήταν ο Ντιντιέ Σιξ, που έχασε το πέναλτι στη διαδικασία

Μια πρωτεύουσα έμπλεη κουλτούρας και οίησης, που ακόμα και το να την περπατήσεις ενέπνεε την κατακλυσμιαία αίσθηση ότι βρίσκεσαι μπροστά σε ένα μνημείο. Μια πόλη, όμως, τρύφηλη μέσα στη σκληρότητά της.

Ποτέ άλλοτε, ούτε και με τον ίδιο τον κορυφαίο Γάλλο ποδοσφαιριστή όλων των εποχών, Ζινεντίν Ζιντάν -ο οποίος είναι από μόνος του μια δερματόδετη έκδοση πινάκων ζωγραφικής- η εθνική ομάδα της χώρας δεν έμοιαζε τόσο πολύ με την πρωτεύουσά της.

Το τερατούργημα της Χιχόν

Απέναντί της ήταν ένα σπουδαίο συγκρότημα, με έναν φανταστικό προπονητή, τον Γιουπ Ντέρβαλ, που δεν κέρδισε τη θέση που του αναλογούσε στην ποδοσφαιρική μυθολογία. Οι λόγοι είναι πλείστοι: δεν κατέκτησε το Παγκόσμιο Κύπελλο, αν και έφτασε ένα παιχνίδι από τον τελικό του 1978 και στους τελικούς του 1982 και του 1986, συνόδεψε ό,τι είναι τα ιερά τέρατα του γερμανικού ποδοσφαίρου, δηλαδή τον Φραντς Μπεκενμπάουερ, τον Γκερντ Μίλερ, τον Σεπ Μάγερ, ακόμα και τον κομμένο Γκίντερ Νέτσερ ή τον κοινό, και στις δύο ομάδες, «μαοϊκό» Πάουλ Μπράιτνερ, και κυρίως μπήκε στον κόσμο της ντροπής στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1982.

Ο Κάλε Ρουμενίγκε σκοράρει για να μειώσει 3-2 για τους Δυτικογερμανούς δύο λεπτά μετά την είσοδό του στο παιχνίδι

Το Γερμανία-Αυστρία μόλις 13 μέρες νωρίτερα, στη Χιχόν, ήταν εκείνο που αποκαλείται διαπόμπευση του αθλήματος, κυρίως επειδή, μετά το 1-0 του Χορστ Χρούμπες, δεν έγινε οποιαδήποτε προσπάθεια από τις δύο ομάδες να κρύψουν ότι στόχος τους ήταν να καταπνίξουν την… αλγερινή ποδοσφαιρική επανάσταση.

Οι Γερμανοί είχαν ηττηθεί από τους Αλγερινούς και οι τελευταίοι νίκησαν 3-2 τη Χιλή την τρίτη αγωνιστική, με αποτέλεσμα το 1-0 να είναι το σκορ που θα διατηρούσε τους Αυστριακούς πρώτους και τους Γερμανούς δεύτερους. Διαμορφώθηκε στο 10’ και, παρ’ ότι η συνεννόηση δεν ήταν και δεν παραμένει άγνωστη στο ποδόσφαιρο, εδώ υπήρχε η εικόνα της αδιαφορίας που έμπηγε το μαχαίρι στα πλευρά του έντιμου ποδοσφαιρικού πολίτη.

Φάνηκε, στο μέλλον, η δυναμική: οι Αυστριακοί δεν επέστρεψαν ποτέ στο ανταγωνιστικό ποδόσφαιρο ύστερα από αυτό το ματς, οι Γερμανοί τυπικά προσπέρασαν με εξαγωγή τρόμου την παγκόσμια χολή.

Ο δεύτερος ήταν εκείνο το φάουλ του Σουμάχερ στον Μπατιστόν, στο 59’. Ένα φάουλ που δεν δόθηκε, μία κόκκινη που δεν βγήκε ποτέ από το τσεπάκι του Ολλανδού Τσαρλς Κόρβερ, λες και τηρούνταν κάποιοι άγραφοι όροι της καλής γειτονίας, αλλά κυρίως λες και ξεπηδούσε το σύνδρομο της Στοκχόλμης.

Ο Χανς-Πέτερ Μπρίγκελ σε μία κούρσα, ενώ παρακολουθείται από τον Μισέλ Πλατινί

Ο Μπατιστόν, δέκα λεπτά μέσα στο παιχνίδι, μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο με τρία σπασμένα κόκαλα στα πλευρά, δύο χαμένα δόντια και ραγισμένο σπόνδυλο. Οι Γερμανοί πέρασαν στα πέναλτι και οι Ιταλοί, που μόλις είχαν αποκτήσει μια από τις πιο ανέμελες ομάδες όλων των εποχών, τη Βραζιλία, θα τους νικούσαν στη Μαδρίτη 3-1.

Ω, πόση ικανοποίηση -αλλά και τι δέος- θα γέμιζε το φίλαθλο η εικόνα του Πάουλ Μπράιτνερ να επιστρέφει σκυθρωπός μετά το γκολ της τιμής στο 83’. Αν η Ιταλία αποζητούσε συγχωροχάρτι για το γεγονός ότι μισό αιώνα νωρίτερα διάλεξε τον άξονα, η ενδέκατη του Ιουλίου του 1982 θα ήταν η μέρα που οριστικά θα της δινόταν.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News