Παγκόσμιο Κύπελλο 1998: Όταν ο Νταβόρ Σούκερ μέτρησε δύο φορές το σφυγμό του με τους Ρουμάνους

Η Κροατία νίκησε τη Ρουμανία 1-0 για τη φάση των «16» του Παγκόσμιου Κυπέλλου 1998 στις 30 Ιουνίου στο Μπορντό. Όμως ήταν η αρρωστημένη ψυχραιμία του Νταβόρ Σούκερ που έκανε εκείνο το ματς ξεχωριστό.

Μα τι ωραία που ήταν εκείνη η πάσα του Αλιόσα Ασάνοβιτς… Πόσος εκλεπτυσμός, πόση κομψότητα, τι πελώρια γεωμετρική αντίληψη χωρούσαν σε εκείνη τη διαγώνια μεταβίβαση που βρήκε τον Νταβόρ Σούκερ μόνο του και εκείνος, ακροπατώντας, σαν μια γάτα που ψάχνει ακριβώς το χρόνο για να επιτεθεί, βρέθηκε με δύο δρασκελιές απέναντι στον Φαμπιέν Μπαρτέζ και άνοιξε το σκορ στον ημιτελικό του Παγκόσμιου Κυπέλλου του 1998.

Αυτή η ομάδα, η εθνική Κροατίας, αν δεν φάνηκε ότι ερχόταν από εκείνο το 3-0 επί της Δανίας στο Euro tτου 1996, όταν ο αριστεροπόδαρος επιθετικός της διανόησης, έκανε ρουά ματ στον Πέτερ Σμάιχελ, παίρνοντας την μπάλα από το κέντρο και μπλοφάροντας συνεχώς ότι θα τον κρεμούσε πριν φτάσει απέναντί του και πετύχει μια ονειρώδη λόμπα, έδειξε ότι είναι σκληρή ομάδα στη Θεσσαλονίκη, στις 30 Απριλίου του 1997.

Ο Σούκερ, ως συνήθως, έβαλε το γκολ. Μάζεψε την μπάλα από πάσα τον Μπίλιτς, την κοντρόλαρε με το τακουνάκι και πλάσαρε πέφτοντας. Στο «Καυτανζόγλειο» έγιναν επεισόδια ύστερα από εκείνο το ματς, που διεξήχθη στο πλαίσιο του προκριματικού γύρου για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998, αλλά οι Κροάτες ενδιαφέρονταν να εξερευνήσουν την πόλη.

Ο υπογράφων είχε ζητήσει κάποτε από έναν Κροάτη πολίστα της Γιουγκ Ντουμπρόβνικ, παραμονές παιχνιδιού με τον Ολυμπιακό για το Champions League, την εκτίμησή του για το παιχνίδι, απάντησε «εμείς θέλουμε να τελειώσει το παιχνίδι για να πάμε στα μπουζούκια. Αν χάσουμε, θα πιούμε για να ξεχάσουμε. Αν νικήσουμε, θα πιούμε για να γιορτάσουμε».

Αυτή η ιστορία είναι κυριολεκτικά ανέκδοτη, πάντως δείχνει το χαρακτήρα των Κροατών και από τις δύο απόψεις. Τον αποπροσανατολισμό, με όποιον τρόπο κι αν γίνεται αυτό, αλλά και την αλήθεια, διότι δεν γίνεται να βρίσκονται οι Κροάτες στην Ελλάδα και να μη βγουν για να καταναλώσουν ό,τι υπήρχε διαθέσιμο.

Ο Νταβόρ Σούκερ και ο Ζβόνιμιρ Μπόμπαν μετά την πρόκριση της Κροατίας στους «4» του Παγκόσμιου Κυπέλλου το 1998

Εκείνο το βράδυ στη Θεσσαλονίκη, οι αυτόπτες είδαν μια παρέα, με μπροστάρη τον Ζβόνιμιρ Μπόμπαν, να κάνει μπαρότσαρκα. Ο τελευταίος είχε κερδίσει επάξια τον τίτλο του «αρχηγού», όχι μόνο επειδή έκανε καριέρα στη Μίλαν και είχε κατακτήσει το Κύπελλο Πρωταθλητριών το 1994, σε εκείνο το μαγικό 4-0 επί της Μπαρτσελόνα στην Αθήνα, αλλά κυρίως διότι είχε αντιδράσει όπου έπρεπε για να γεμίσει το θυμικό των συμπατριωτών του με ελπίδα.

Ήταν, άλλωστε, ο τελικός Κυπέλλου της Γιουγκοσλαβίας μεταξύ της Ντινάμο Ζάγκρεμπ και του Ερυθρού Αστέρα στο «Μαρακάνα» του Βελιγραδίου που έδειξε ότι ο εμφύλιος πόλεμος δεν γινόταν να αναβληθεί άλλο και πως η Λαϊκή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας, ένα ηθελημένα κομουνιστικό κράτος κατά το μεγαλύτερο μέρος των 45 χρόνων ύπαρξής του, δεν γινόταν να υπάρχει πια σε αυτήν τη μορφή.

Στις 13 Μαΐου του 1990 ο Μπόμπαν επιτέθηκε σε αστυνομικό, καθώς θεώρησε ασυμμετρία στη βία των οργάνων της τάξης, μια και φαίνεται ότι περισσότερο είχαν στο στόχαστρό τους τους οπαδούς της Ντινάμο.

Ήταν τέτοια η σημασία της επίθεσης, που εκείνη η ενέργεια ονομάστηκε «η κλωτσιά που άρχισε τον πόλεμο». Ουδόλως ίσχυε, πάντως ο αθλητισμός είχε ανέκαθεν περίοπτη θέση στις ζωές των Γιουγκοσλάβων και στις κοινότητές τους. Υπήρχε ως κοινωνικό δρώμενο και τα προβλήματά του ήταν ζητήματα της καθημερινότητας.

Η ασυλία, αφ’ ης στιγμής λήφθηκαν τα όπλα, ήταν για μετρημένους. Ουσιαστικά, μόνο ο Μπόζινταρ Μάλκοβιτς μπορούσε, ως Σέρβος, να βρίσκεται στην Κροατία χωρίς να αντιμετωπίσει το παραμικρό πρόβλημα και μόνο ο Ρόμπερτ Προσινέτσκι είχε την ευχέρεια να πατήσει στο Βελιγράδι χωρίς να του την… πέσουν.

Ο αρτίστας με το μακρύ σαγόνι ήταν ένας υπέροχος μέσος, γεμάτος φαντασία και δημιουργικότητα, αλλά κυρίως ήταν μέλος του Ερυθρού Αστέρα όταν κατέκτησε το Κύπελλο Πρωταθλητριών, το τελευταίο με αυτό το όνομα στην Ιστορία της διοργάνωσης, το 1991 στο Μπάρι, με αντίπαλο τη Μαρσέιγ. Όσοι ποδοσφαιριστές ήταν μέλη εκείνης της ομάδας του Λιούμπο Πέτροβιτς κέρδισαν το σεβασμό οριστικά και αμετάκλητα.

Ο Προσινέτσκι ήταν μέλος της εθνικής Κροατίας, αλλά στην επετηρίδα βρισκόταν αμέσως μετά τον Μπόμπαν, που το παράσημό του ήταν η τιμωρία από την ποδοσφαιρική ομοσπονδία της Γιουγκοσλαβίας και η αποπομπή του στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1990, που εκείνη η σπουδαία ομάδα του εμβληματικού Ίβιτσα Όσιμ παρατάχθηκε στα γήπεδα της Ιταλίας και έφτασε ως τα προημιτελικά, όπου αποκλείστηκε στα πέναλτι με την Αργεντινή.

Ο Σίλβιο Μάριτς μαρκάρει τον Τιερί Ανρί κατά τη διάρκεια του ημιτελικού Γαλλία-Κροατία στο Παρίσι

Παρ’ ότι εν καιρώ πολέμου δεν είχε πάει στο Ζάγκρεμπ και περιοριζόταν σε ενδιαφέρον εκ του μακρόθεν, οι Κροάτες δεν ξέχασαν τον Μπόμπαν. Ήταν ο αρχηγός της κομπανίας που έφτασε στα ημιτελικά του Παγκόσμιου Κυπέλλου το 1998.

Αλλά ο Σούκερ, παιδαρέλι στην αποστολή της εθνικής Γιουγκοσλαβίας, ήταν ο «φονιάς» της.

Με τα δάχτυλα στο λαιμό

Οι Κροάτες ήρθαν δεύτεροι στον όμιλό τους και επρόκειτο να παίξουν στις 30 Ιουνίου με τη Ρουμανία, που είχε αφήσει πίσω της την Αγγλία, στους «16». Ήταν και εκείνη μια ξεχωριστή ομάδα, με το νεαρό Άντριαν Ίλιε και τον κορυφαίο ποδοσφαιριστή στην Ιστορία της χώρας, Γκεόργκε Χάτζι, επί ποδός, αλλά η επιλογή των παικτών να βάψουν πλατινέ τα μαλλιά τους ήταν ατυχήσασα.

Επιπλέον, με τη Γαλλία να θρηνεί για τον αδόκητο θάνατο του Ντανιέλ Νιβέλ, μέλους της γαλλικής Αστυνομίας, στο Λανς από Γερμανούς χούλιγκαν στις 21 Ιουνίου, ο προπονητής της Εθνικής και πρώην του ΠΑΟΚ (1991-92), Μίροσλαβ Μπλάζεβιτς, μίλησε στο κοινό αίσθημα. Σε ένα σκαμπό, μπροστά του, είχε εναποθέσει το καπέλο του αστυνομικού και αυτός ο φόρος τιμής ήταν αρκετός ώστε οι Γάλλοι να είναι φίλα κείμενοι προς τους Κροάτες.

Στο 45’, ο Ασάνοβιτς ψάρωσε τον Γκαμπριέλ Ποπέσκου, ο οποίος τον έριξε μέσα στην περιοχή του «Λεσκιούρ» στο Μπορντό. Ο Χαβιέρ Καστρίλι, από την Αργεντινή, έδωσε πέναλτι. Πριν ο Σούκερ πάρει φόρα, έβαλε το δεξί χέρι του στο λαιμό του, για να ελέγξει τους σφυγμούς του. Το σουτ ήταν αριστοτεχνικά χτυπημένο στη δεξιά πλευρά του Μπόγκνταν Στελέα, ο οποίος δεν μπορούσε να κάνει κάτι για να αποσοβήσει το γκολ.

Όμως, ο Καστρίλι διέταξε επανάληψη, επειδή ένας Κροάτης μπήκε πρόωρα στην περιοχή. Ο Σούκερ στήθηκε ξανά απέναντι στον Στελέα, έβαλε πάλι δύο δάχτυλα του δεξιού χεριού στο λαιμό του και σούταρε ακριβώς με τον ίδιο τρόπο, στο ίδιο σημείο.

Η Κροατία προκρίθηκε και με γκολ του Ρόμπερτ Γιάρνι, του Γκόραν Βλάοβιτς και του ίδιου, προσπέρασε με το εντυπωσιακό 3-0 τους Γερμανούς στον προημιτελικό του «Ζερλάν» στο Λυών, στις 4 Ιουλίου, παίρνοντας τη ρεβάνς για το 2-1 με το οποίο είχαν ηττηθεί στον προημιτελικό του Euro δύο χρόνια νωρίτερα, με τα δύο τέρματα του Ματίας Ζάμερ.

Κι ενώ πάγωσαν το Παρίσι με εκείνη την μπαλιά του Ασάνοβιτς, ο οποίος είχε ήδη μεταγραφεί στον Παναθηναϊκό, ήταν ο ηγέτης της ομάδας που έκανε το καίριο λάθος. Ο Μπόμπαν έχασε την μπάλα, μόλις ένα λεπτό από την επίτευξη του γκολ της «χρβάτσκα», λίγο έξω από την περιοχή της ομάδας του από τον Λιλιάν Τιράμ, ο οποίος το πήρε πάνω του και ισοφάρισε στο 47’.

Ο Γάλλος αμυντικός, που 24 χρόνια αργότερα του έμελλε να δει το γιο του, Μάρκους, να παίζει σε Παγκόσμιο Κύπελλο για την Εθνική, στο 4-1 επί της Αυστραλίας στο Κατάρ, σκόραρε και το δεύτερο γκολ των Γάλλων, στο 70’, χαρίζοντάς τους την πρόκριση στον τελικό.

Τα δύο γκολ που πέτυχε απέναντι στην Κροατία ο Λιλιάν Τιράμ, ήταν τα μόνα που σημείωσε στην εθνική Γαλλίας

Με το 2-1 επί της Ολλανδίας στο μικρό τελικό του «Παρκ ντε Πρενς», στις 11 Ιουλίου, και σκόρερ τους Προσινέτσκι και Σούκερ, ο οποίος έφτασε τα έξι γκολ και πήρε την πρώτη θέση στην κατηγορία, η Κροατία πήρε την τρίτη θέση. Αλλά για τον Τιράμ, εκείνα τα γκολ στον ημιτελικό ήταν τα μοναδικά στην καριέρα του με την εθνική Γαλλίας.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News