Ρίβερ Πλέιτ-Η «Maquina» στο εργαστήριο της μυθολογίας

Επί τη αφορμεί της 29ης επετείου του Άνχελ Λαμπρούνα, στις 20 Σεπτεμβρίου 1983, το sportday.gr θυμάται τους θρυλικούς «Ιππότες του Μαρτυρίου» και μίας άλλης μορφής αποικιοκρατία, που στοίχισε στην Αργεντινή.

Πιο σημαντικός από τους πέντε ήταν ο Φέλιξ Λουστάου. Ναι, αυτός πρέπει να ήταν, όσο κι αν ο Άνχελ Λαμπρούνα σημείωνε τα γκολ. Η Ρίβερ Πλέιτ της εξαετίας 1941-47 έμεινε γνωστή ως «La Maquina». Η «μηχανή», μια μηχανή που λειτουργούσε σχεδόν στην εντέλεια.

Στο «σχεδόν», που χρησιμοποιήθηκε άνωθεν, υπάρχει ο στόχος να γίνει το σχήμα κυριολεκτικό. Δηλαδή, να αποδοθεί όσο γίνεται η πραγματικότητα για μία ομάδα με ένα παρατσούκλι τόσο γοητευτικό, που θα νόμιζες ότι είναι κυριαρχική στο γήπεδο.

Όχι, η πεντάδα των Λουστάου, Αδόλφο Πεδερνέρα, Χουάν Κάρλος Μουνιός, Χοσέ Μανουέλ Μορένο και Λαμπρούνα ήταν άκρως σαγηνευτική, αλλά δεν υπήρχε επιβολή. Αυτήν την εξαετία, η Ρίβερ κατέκτησε τέσσερα πρωταθλήματα, το 1941, το 1942, το 1945 και το 1947 (μία ομάδα τόσο καλή, με τον Αλφρέδο ντι Στέφανο στις τάξεις της, που της δόθηκε το παρατσούκλι «La Electrica»), αλλά η Μπόκα Τζούνιορς της πήρε δύο τίτλους.

Μια και η κουβέντα για την Μπόκα, ο Λαμπρούνα λογίζεται ως θρύλος στις τάξεις των οπαδών της Ρίβερ όχι μόνο επειδή με τα 317 γκολ που σημείωσε με τη φανέλα της, σε 515 παιχνίδια, είναι ο αρχισκόρερ της ούτε επειδή έπαιξε 20 χρόνια με αυτήν τη φανέλα, αρχής γενομένης από τις 18 Ιουνίου του 1939 και μια ήττα με σκορ 1-0 από την Εστουδιάντες.

Η πεντάδα της Ρίβερ που αποκλήθηκε «La Maquina»

Παρ’ όλο που ο λόγος θα μπορούσε να είναι ότι προπονούσε την ομάδα στο πρωτάθλημα Metropolitano του 1975 -την πρώτη χρονιά του στον πάγκο, όταν και είπε ότι «ήρθα εδώ για να ξανακάνω πρωταθλήτρια τη Ρίβερ- με συνεργάτη του τον Ροδόλφο Ταλαμόντι, τον οποίο γνώρισε όταν τον πήρε… κούρσα με το ταξί του, και που η Ρίβερ κατέκτησε ύστερα από τη μεγαλύτερη λειψυδρία στην Ιστορία της, τα 18 χρόνια που την χώριζαν από τη νίκη της το 1957, μπαίνει στο πάνθεον μαζί με τα άλλα κατορθώματά του, αλλά δεν είναι ο κύριος.

Αυτό για το οποίο τον αγαπούν περισσότερο από όλα, είναι τα 16 γκολ που πέτυχε απέναντι στην Μπόκα Τζούνιορς. Ουδείς ποδοσφαιριστής στην Ιστορία των «μιλιονάριος» έχει βάλει περισσότερα απέναντι στους «χενέισες», οι οποίοι δεν έκατσαν να… φάνε την ανωτερότητα της «Maquina», αλλά ζήλευαν ελαφρώς.

Ο Ερνέστο Λατσάτι, ποδοσφαιριστής της Μπόκα, είχε ομολογήσει πως «αγωνίζεσαι εναντίον της Ρίβερ με πρόθεση να την νικήσεις, αλλά ως λάτρης του καλού ποδοσφαίρου, πολλές φορές θα προτιμούσα να ήμουν στην κερκίδα και να τους βλέπω να παίζουν».

Ο Λουστάου ήταν ο πιο σημαντικός ποδοσφαιριστής εκείνης της ομάδας, επειδή έπαιζε όλη τη δεξιά πλευρά. Θεωρούνταν μέλος της επιθετικής πεντάδας, όμως η ικανότητά του να βρίσκεται παντού έκανε ευκολότερη τη ζωή των αμυντικών και των επιθετικών.

Τον φώναζαν «ανεμιστήρα» για ακριβώς αυτήν την προσφορά του, μια και οι επιστροφές του απήλλασαν τον δεξιό μπακ, Νορμπέρτο Γιάκονο, από το να συμμετέχει στο επιθετικό παιχνίδι και τον έκαναν να προσηλώνεται στο μαρκάρισμα του αντιπάλου του.

Ήταν τόσο καλός σε αυτό, που του κόλλησαν το παρατσούκλι «γραμματόσημο». Ο Γιάκονο έγινε σταδιακά ο τρίτος οπισθοφύλακας και αυτή η κίνηση αντιγράφηκε από αρκετές αργεντινές ομάδες.

Ο Άνχελ Λαμπρούνα οδήγησε τη Ρίβερ Πλέιτ ως προπονητής στην κατάκτηση του Metropolitano το 1975

Η Ρίβερ, όμως, με τον Ρενάτο Τσεζαρίνι στον πάγκο της από το 1939, τη χρονιά, δηλαδή, που έπιασε στασίδι ο Λαμπρούνα, είχε κι άλλο ένα παρατσούκλι, κάτι που δείχνει την οικειότητα που ήδη είχαν οι Αργεντινοί με το ποδόσφαιρο ως μέρος της καθημερινότητάς τους.

Φώναζαν την επιθετική πεντάδα της «Ιππότες του Μαρτυρίου», αφού δεν κυνηγούσε απαραιτήτως το γκολ. Το βασανιστήριο των αντιπάλων άρχιζε με την ίδια τη διασκέδαση που οι ποδοσφαιριστές της Ρίβερ ένιωθαν παίζοντας ο ένας δίπλα στον άλλον.

«Μας αποκαλούσαν “Οι ιππότες του Μαρτυρίου”, διότι δεν κυνηγούσαμε υποχρεωτικά το γκολ», θυμήθηκε σε ανύποπτη στιγμή ο Μουνιός.

«Πάντα πιστεύαμε ότι μπορούσαμε να βάζουμε γκολ στους αντιπάλους μας, αλλά από τη στιγμή που βγαίναμε στο γήπεδο, μας άρεσε να παίζουμε με τον τρόπο μας και το γκολ θα ερχόταν. Γενικά, πάντως, το γκολ αργούσε και αυτό ήταν το μαρτύριο, διότι τα παιχνίδια δεν τελείωναν νωρίς. Φυσικά, όταν βρισκόμαστε στην περιοχή επιχειρούσαμε να σκοράρουμε, αλλά στο κέντρο το διασκεδάζαμε. Δεν βιαζόμασταν».

Η μοίρα των οριούντι

Στην Αργεντινή έγιναν (και συναπτώς, ειδικά με την επέλαση των Ναζί που δεν θα αργήσει πολύ να φανερωθεί, γίνονται) πολλά λάθη. Η Ρίβερ δεν έγινε ποτέ ο θρύλος για τον οποίο μιλούν στη χώρα, αφού στη δυτική Ευρώπη δεν ταξίδεψε, ώστε να επιβεβαιώσει την ανωτερότητά της.

Η ομάδα του Μπουένος Άιρες και το ποδόσφαιρο της νουέστρα, που συνδύαζε καλλιτεχνία και πονηριά, συμβόλιζε τη «χρυσή» εποχή του αργεντινού ποδοσφαίρου. Όμως, τα πράγματα πήγαν στραβά και όταν η Ρίβερ μπήκε στην παρακμή της, ολόκληρη η χώρα κατέπεσε ποδοσφαιρικά.

Ο Όμαρ Σίβορι παράτησε την Αργεντινή πριν το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1958

Ήταν η εσωστρέφεια της κυβέρνησης του Χουάν Περόν που σχεδόν απομάκρυνε την Αργεντινή από τον υπόλοιπο κόσμο.

Ο Λαμπρούνα, που κάποτε ξεσήκωσε ένα ολόκληρο λεωφορείο, προκειμένου να φύγει από το γήπεδο που μόλις είχε φτάσει για να βρει την ασπροκόκκινη γραβάτα του, την οποία του πήρε και πέταξε ο Χουάν Χοσέ Λόπες και στον οποίο έκανε να μιλήσει αρκετές μέρες, δεν μπόρεσε να παίξει διεθνή φιλικά, όπως και οι περισσότερες από τις ομάδες της χώρας. Ειρήσθω εν παρόδω, αυτή η γραβάτα δεσπόζει στο μουσείο της Ρίβερ Πλέιτ.

Θεωρούσαν, πάντως, ότι το ποδόσφαιρο που έπαιζε η Ρίβερ ήταν το κορυφαίο στον κόσμο. Αλλά αυτή η πολιτική συρρίκνωση και μια συντηρητική εξωτερική πολιτική δεν επέτρεψαν στην Αργεντινή των πέντε, που είχε κατακτήσει το Copa America το 1946, να πάει στη Βραζιλία για το Παγκόσμιο Κύπελλο.

Το κυριότερο, ενεργοποίησε ένα μηχανισμό που, αν δεν είχε πεθάνει, δεν ήταν ολοζώντανος στο κύτταρο: εκείνον των οριούντι. Άλλωστε, κορυφαίος ποδοσφαιριστής στη χώρα δεν ήταν άλλος από τον Αλφρέδο ντι Στέφανο, ο οποίος δεν έμελλε να παίξει σε Παγκόσμιο Κύπελλο.

Ο Τσεζαρίνι ήταν ένας από τους οριούντι, που άφησαν την Αργεντινή για να παίξουν ποδόσφαιρο στην Ιταλία και την εθνική ομάδα της τη δεκαετία του 1920. Ο Περόν ανάγκασε αρκετούς να κάνουν το ίδιο. Στις 14 Μαΐου του 1953, η Αργεντινή νίκησε 3-1 την Αγγλία στο Μπουένος Άιρες σε φιλικό παιχνίδι και η γνώμη των Λατινοαμερικάνων για το ότι η «αλμπισελέστε» ήταν η κορυφαία ομάδα στον κόσμο, στηριζόταν πια σε γερά θεμέλια.

Η Αργεντινή νίκησε 3-0 τη Βραζιλία για να κατακτήσει το Copa America του 1957

Εκείνη η ομάδα ήταν γεμάτη ταλέντο. Ο Αλφρέδο ντι Στέφανο ήταν ο ηγέτης της, αλλά ήταν μια άλλη επιθετική πεντάδα που κέρδισε το προσωνύμιο «Οι άγγελοι με τα βρόμικα πρόσωπα»: οι Ομάρ Κορμπάτα, Ουμπέρτο Μάσκιο, Αντόνιο Ανχελίγιο, Οσβάλντο Κρουζ και Όμαρ Σίβορι την αποτελούσαν.

Το 1955, ο Λαμπρούνα στέφθηκε πρωταθλητής στο Copa America και (νόμιζε ότι) σταμάτησε από την Εθνική. Δύο χρόνια μετά, ήταν όλοι εκεί, για να κατακτήσουν ξανά τη διοργάνωση στο Περού, με το 3-0 επί της Βραζιλίας. Ανχελίγιο, Μάσκιο και Κρουζ πέτυχαν τα γκολ.

Ο προπονητής Γκιγέρμο Σταμπίλε έτριβε τα χέρια του. Ένα χρόνο μετά, στη Σουηδία, η Αργεντινή βρέθηκε σε δεινή θέση. Ο Ντι Στέφανο είχε ήδη φύγει για την Ισπανία, από τετραετία, αλλά το 1957 είπαν το αντίο τους οι Σίβορι, Μάσκιο και Ανχελίγιο, προκειμένου να παίξουν στην Ιταλία.

Ο τρόμος των οριούντι αναβίωνε. Ξαφνικά, ο Λαμπρούνα, που στις 28 Σεπτεμβρίου εκείνου του έτους θα έκλεινε τα 40 του, βρέθηκε τον Ιούνιο στα γήπεδα της Σουηδίας με την αποστολή. Οι Αργεντινοί πήγαν δίχως να έχουν ιδέα για τους αντιπάλους τους. Στο πρώτο ματς, παρ’ ότι προηγήθηκαν μόλις στο 3’ με τον Κορμπάτα, ηττήθηκαν 3-1 από την παγκόσμια πρωταθλήτρια Δυτική Γερμανία.

Στο δεύτερο νίκησαν 3-1 τους Βορειοϊρλανδούς, αλλά στις 15 Ιουνίου έπεσαν στην εκατόμβη τους: ηττήθηκαν 6-1 από τους γρηγορότερους Τσεχοσλοβάκους και αποκλείστηκαν. Στο Μπουένος Άιρες τους περίμεναν νομίσματα ή ντομάτες.

Το άγαλμα του Άνχελ Λαμπρούνα έξω από το «Μονουμεντάλ»

Όσο για τον Λαμπρούνα; Το μεγάλο άγαλμα έξω από το «Μονουμεντάλ» θα μένει για να θυμίζει την επίδραση που είχε η προσωπικότητά του για τη Ρίβερ. Ένας σπουδαίος σκόρερ, που πέτυχε 568 γκολ συνολικά και παραπονιόταν ότι η στατιστική υπηρεσία δεν του μετρούσε τα τέρματα που πετύχαινε στα διεθνή παιχνίδια και τα φιλικά.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News