Συνέντευξη Μιχάλης Ζιώγας: «Όταν ο Καντώνιας είπε στον Κοσκωτά ότι... θα τον κάψουν οι Λαρισαίοι!»

EUROKINISSI

Το βαρύ πυροβολικό του θεσσαλικού κάμπου, ο «μπουρλοτιέρης» Μιχάλης Ζιώγας, θυμάται τον θρυλικό καλπασμό της ΑΕΛ τη δεκαετία του ’80 και αφηγείται τους λόγους για τους οποίους δεν αγωνίστηκε ποτέ σε Ολυμπιακό, Παναθηναϊκό και ΑΕΚ.

Ένας επιθετικός που… άμμο έπιανε και τη μετέτρεπε σε γκολ από χρυσάφι! Ένας «εκτελεστής χωρίς οίκτο» που άφησε ανεξίτηλη τη σφραγίδα του στον ξέφρενο καλπασμό της Λάρισας τη δεκαετία του ’80 που οδήγησε την ΑΕΛ ακόμη και στην κορυφή του ελληνικού ποδοσφαίρου.

Ενδεχομένως ένας από τους πιο υποτιμημένους Έλληνες επιθετικούς, παρά το γεγονός ότι όποια πέτρα μεγάλης επιτυχίας των Θεσσαλών κι αν σήκωνες, τα δικά του γκολ θα έβρισκες από κάτω. «Χρυσός» σκόρερ δύο τερμάτων στον ιστορικό τελικό κυπέλλου με τον ΠΑΟΚ το 1985, πρώτος σκόρερ της «βυσσινί θύελλας» στη θρυλική πορεία προς την κατάκτηση του πρωταθλήματος το 1988, ο Μιχάλης Ζιώγας ήταν ένας από τους πλέον αθόρυβους ήρωες ενός ξεχωριστού παραμυθιού.

Στον κάμπο μάλιστα έχουν να το λένε… «Ευτυχώς λεγόταν Ζιώγας και όχι Ζιώγιτς, ή Ζιωγάνοβιτς γιατί θα μας τον είχαν αρπάξει νωρίς νωρίς οι μεγάλοι της Αθήνας».

Για ποιο λόγο, αλήθεια, δεν είδαμε ποτέ τον Μιχάλη Ζιώγα να φορά τη φανέλα της ΑΕΚ, του Ολυμπιακού ή του Παναθηναϊκού; Γιατί δεν ακολούθησε ποτέ τα βήματα συμπαικτών του όπως ο Βασίλης Καραπιάλης, ο Γιώργος Πλίτσης ή ο συγχωρεμένος Γιώργος Μητσιμπόνας;

Το… βαρύ πυροβολικό της ΑΕΛ τη δεκαετία του ’80, έρχεται μετά από τέσσερις δεκαετίες να κολλήσει το δικό του «καπνισμένο» χαρτάκι στο άλμπουμ των αναμνήσεων του sportday.gr, να λύσει απορίες και να προχωρήσει σε αποκαλύψεις που θα συζητηθούν.

Photo Credits: Λεωνίδας Τζέκας | Eurokinissi

Μιχάλη είσαι γέννημα – θρέμμα Λαρισαίος;

Γεννήθηκα στο Καλοχώρι και είμαι Βλάχος στην καταγωγή. Μάλιστα οι μεγάλες γυναίκες στο χωριό όταν ήθελαν να πουν “καλωσήρθες”, έλεγαν “γκίνι βίνις”. Εκεί μεγάλωσα και εκεί πήγα σχολείο.

«Ο πατέρας μου ήταν βαμμένος Ολυμπιακός, έπαιρνε τη μηχανή του και πήγαινε να τον δει όπου κι αν έπαιζε. Στην Κατερίνη, στο Βόλο…»

Φαντάζομαι ότι εκεί έκανες και την πρώτη σου γνωριμία με το ποδόσφαιρο.

Φυσικά με τα παιδιά στις αλάνες. Μάλιστα το “μικρόβιο” για το ποδόσφαιρο το πήρα από τον πατέρα μου, Δημήτρη, τον οποίο τον έλεγαν “μαέστρο” γιατί ήταν πολύ καλός παίκτης. “Βαμμένος” Ολυμπιακός, έπαιρνε τη μηχανή του και πήγαινε είτε στην Κατερίνη, όπου τότε ήταν ο Πιερικός, είτε στο Βόλο για να δει τον Ολυμπιακό, όποτε έπαιζε εκεί. Βέβαια πήγαινε και σε άλλα παιχνίδια και μου έλεγε ιστορίες για τους μεγάλους παίκτες, τον Μποτίνο, τον Γιούτσο, τον Δεληκάρη, τον Δομάζο, τον Παπαϊωάννου. Με αυτές τις ιστορίες μεγάλωσα.

Οργανωμένα ποδόσφαιρο πότε έπαιξες;

Θα σου πω κάτι που είχε γίνει και ήταν απίστευτο. Ο πατέρας μου ήταν πρόεδρος ένα διάστημα στην ομάδα του χωριού, την Αναγέννηση Καλοχωρίου. Τότε δεν υπήρχαν ακαδημίες, αλλά ουσιαστικά ήταν η δεύτερη ομάδα. Εγώ έπαιζα ποδόσφαιρο, αλλά στην ομάδα πήγα όταν έγινα 15 χρονών και δεν ήταν πλέον πρόεδρος ο πατέρας μου, αλλά ένας θείος μου. Με φώναξε και μου έκανε δελτίο κρυφά από τον πατέρα μου. Όταν το έμαθε το μόνο πράγμα που μου είπε ήταν: “Θα παίξεις μπάλα, αλλά μόνο παράλληλα με το σχολείο”. Τότε προείχε η επαγγελματική αποκατάσταση και το ποδόσφαιρο δεν την έδινε. Παρά το γεγονός ότι ο ίδιος το αγαπούσε, ήθελε να έχω εφόδια και για να βρω δουλειά.

Στην πορεία όμως αυτό άλλαξε.

Η αλήθεια είναι ότι και ο ίδιος έβλεπε πως ήμουν καλός. Ξεκίνησα να παίζω σε ηλικία 16 ετών στο τοπικό της Λάρισας και αμέσως τράβηξα το ενδιαφέρον. Μάλιστα έχω ακόμα το ρεκόρ με 49 γκολ σε μια χρονιά, ενώ έχω πετύχει 9 γκολ σε ένα παιχνίδι και 7 σε ένα άλλο. Κάθε χρόνο μέχρι και τα 20 μου έβγαινα πρώτος σκόρερ στην ΕΠΣ Λάρισας.

«Είχαν έρθει να με δουν ο Σεραφείδης από την ΑΕΚ, ο Χάιτας από τον Πανιώνιο, αλλά για εμάς στον κάμπο πάντα προείχε η ΑΕΛ!»

Οπότε ήταν απολύτως φυσιολογικό να έρθει η ΑΕΛ για να σε πάρει.

Τότε στη Λάρισα είχαν πάει παιδιά όπως ο Κουκουλίτσιος, ο Μουσιάρης, ο Βαλαώρας και είχαν ήδη αρχίσει να πέφτουν τα βλέμματα στην περιοχή μας. Έτσι και για εμένα είχαν έρθει να με δουν άνθρωποι διαφόρων ομάδων. Είχε έρθει ο Σεραφείδης από την ΑΕΚ, ο Χάιτας από τον Πανιώνιο, αλλά για εμάς πάντοτε προείχε η ΑΕΛ. Τότε στην ΑΕΛ γενικός αρχηγός ήταν ο Χρήστος Λεβέντης και πίεσε πολύ την κατάσταση για εμένα. Ο πατέρας μου, έτυχε και ήταν συμμαθητής στο γυμνάσιο με τον Κώστα Σαμαρά που ήταν πρόεδρος στην ομάδα, που τότε ανήκε στην “Βιοκαρπέτ” του Στέλλιου Καντώνια. Θυμάμαι όταν πήγαμε στο γραφείο του για να υπογράψουμε, είπε στον πατέρα μου: “Τάκη τα μισά από αυτά που έκανες εσύ στα γήπεδα αν κάνει ο μικρός, τότε θα αφήσει εποχή”.

Ήσουν τυχερός λοιπόν και εντάχθηκες στην ομάδα σε μια περίοδο όπου ξεκινούσε η “χρυσή εποχή” της.

Ήμουν τυχερός γιατί τότε βρήκα και ως προπονητή τον Γιάτσεκ Γκμοχ, έναν άνθρωπο που εκτός του ότι τον θεωρώ και τον κορυφαίο προπονητή που συνάντησα στην καριέρα μου, εξελίχθηκε και σε δεύτερο πατέρα μου. Ο Γκμοχ έβαλε το στίγμα του για να φτάσει η ΑΕΛ εκεί που έφτασε. Όλοι θυμούνται το 1988 και ξεχνάνε ότι το 1983 ο Γκμοχ έβγαλε την ΑΕΛ 2η στη βαθμολογία πίσω από τον Ολυμπιακό.

«Ο Γκμοχ δεν ήταν απλά ο κορυφαίος προπονητής που συνάντησα στην καριέρα μου, αλλά εξελίχθηκε σε δεύτερο πατέρα μου. Και όλοι θυμούνται το 1988, αλλά ο Γκμοχ έβγαλε δεύτερη την ΑΕΛ και το 1983, πίσω από τον Ολυμπιακό!»

Εσύ όταν πήγες στην ομάδα, είχες μπροστά σου Βαλαώρα και Μαλουμίδη.

Πραγματικά. Δύο σπουδαίοι επιθετικοί από τους οποίους έμαθα πολλά. Εγώ είχα την αίσθηση του γκολ και δούλεψα πολύ. Γκολτζής γεννιέσαι, αλλά παράλληλα πρέπει και να δουλεύεις και να εξελίσσεις το ταλέντο σου. Θυμάμαι το πρώτο μου επαγγελματικό γκολ. Παίζαμε την 6η αγωνιστική με τον Ηρακλή στο Καυτανζόγλειο. Ο Ηρακλής τότε ήταν πρώτος στη βαθμολογία, κι εμείς είχαμε μόνο 2 βαθμούς. Ήταν 30.000 κόσμος στις κερκίδες και ο Γκμοχ με πίστευε. Σε εκείνο το ματς δεν έπαιζε και ο Βαλαώρας, γιατί είχε έναν τραυματισμό. Καταφέραμε να κερδίσουμε 1-0 με δικό μου γκολ, το οποίο και δεν θα ξεχάσω ποτέ.

Από τότε ξεκίνησες να παίζεις;

Ναι από τότε και άρχισα σιγά σιγά να βρίσκω τον εαυτό μου. Την 1η αγωνιστική του δεύτερου γύρου, παίζαμε με τον ΠΑΟΚ στο “Αλκαζάρ”. Καταφέραμε να κερδίσουμε 1-0 με δικό μου γκολ και θυμάμαι ότι τότε ένας οπαδός της ΑΕΛ με πήρε στους ώμους του και από το “Αλκαζάρ” με πήγε μέχρι και την κεντρική πλατεία της Λάρισας (γέλια). Εκείνη τη χρονιά ακολούθησαν παιχνίδια όπως με τον ΟΦΗ που πέτυχα δύο γκολ, αλλά και με τον Πανιώνιο άλλα δύο.

Ήσουν στην ομάδα σε όλους τους τελικούς που έπαιξε, όμως ιστορία έγραψες σε αυτόν του 1985 με τα δύο γκολ σου.

Σε εκείνο το παιχνίδι, η ΑΕΛ είχε πλέον ωριμάσει ως ομάδα και ουσιαστικά είχε έρθει η ώρα της για να πάρει και τον πρώτο της τίτλο. Μετά τους τελικούς του 1982 και του 1984, είχαμε πλέον αποκτήσει όλοι μας εμπειρίες και το νιώθαμε πως είχε έρθει η στιγμή μας. Βέβαια για να τα πούμε όλα, μας ευνόησε πολύ και το γεγονός ότι ο ΠΑΟΚ έμεινε με δέκα παίκτες από το 30′ λόγω της αποβολής του Βασιλάκου. Όμως εκείνο το βράδυ, θα το παίρναμε εμείς το κύπελλο ότι και να γινόταν. Πραγματικά ήμασταν καταιγιστικοί στον αγώνα.

Ο Μιχάλης Ζιώγας στα αποδυτήρια του Ολυμπιακού Σταδίου μετά την ιστορική κατάκτηση του Κυπέλλου Ελλάδος στις 22 Ιουνίου 1985, δίπλα στον Γιώργο Πλίτση και τον Καζιμίρ Κμίετσικ.

«Μετά το τέλος του τελικού με τον ΠΑΟΚ το 1985 με πλησίασε ο Γιώργος Κούδας και μου είπε… μικρέ θα σε πάρω στον ΠΑΟΚ! Τρελάθηκα από τη χαρά μου!»

Υπάρχει κάτι που να θυμάσαι από εκείνο το βράδυ, εκτός φυσικά από τους πανηγυρισμούς;

Θυμάμαι πως στο τέλος του αγώνα, με πλησίασε ο Γιώργος Κούδας, ο οποίος τότε ήταν κάτι σαν τεχνικός διευθυντής στον ΠΑΟΚ. Μου έδωσε συγχαρητήρια και μου είπε: “Μικρέ θα σε πάρω στον ΠΑΟΚ”. Εγώ τότε τρελάθηκα από τη χαρά μου, αλλά φυσικά το θέμα έμεινε εκεί.

Γιατί;

Γιατί τότε η ΑΕΛ είχε μια σοβαρή και στιβαρή διοίκηση, που δεν την ενδιέφεραν τα χρήματα. Ο Καντώνιας που είχε την “Βιοκαρπέτ” είχε δημιουργήσει μια εταιρεία που δούλευε σε ευρωπαϊκά πρότυπα. Οι άνθρωποι γύρω του, είχαν μεταφέρει όλο τον επαγγελματισμό που είχαν στην εταιρεία και στην ομάδα. Οπότε για την διοίκηση της ΑΕΛ δεν υπήρχε θέμα συζήτησης. Κανένας παίκτης δεν θα έφευγε από την ομάδα.

Αυτή η “πολιτική” οδήγησε και στην κατάκτηση του πρωταθλήματος το 1988;

Ακριβώς. Η ΑΕΛ είχε έναν κορμό ιδιαίτερα έμπειρων παικτών και μάλιστα εκείνη τη χρονιά είχε γίνει κάτι το καλοκαίρι που μας είχε ταρακουνήσει. Με απόφαση της διοίκησης είχαν απομακρυνθεί από την ομάδα οι αρχηγοί, Παραφέστας, Ανδρεούδης, Άνταμτσικ. Τότε λοιπόν όλοι ψαχνόμασταν και λέγαμε μεταξύ μας, πως αν έχουν φύγει αυτοί, τότε τι θα γίνει με εμάς; Μάλιστα εκείνο το καλοκαίρι δεν είχαν γίνει μεταγραφές και ουσιαστικά ήταν τότε που είχε αρχίσει να παίζει ο Καραπιάλης.  Σοβαρευτήκαμε λοιπόν, δουλέψαμε και έγινε ότι έγινε.

Πότε αρχίσατε να πιστεύετε ότι μπορείτε να πάρετε το πρωτάθλημα;

Δεν το σκεφτόμασταν καν. Πως να το σκεφτούμε αυτό, όταν μια χρονιά νωρίτερα κοντέψαμε να πέσουμε κατηγορία. Βέβαια την πρώτη αγωνιστική αντιμετωπίσαμε τον Ολυμπιακό και κερδίσαμε 3-1. Πήγαμε τότε να φάμε μετά τον αγώνα σε μια ταβέρνα με τον Μητσιμπόνα και τον Κολομητρούση και βλέπαμε την “Αθλητική Κυριακή”. Τότε έβγαλε τη βαθμολογία και ήμασταν πρώτοι και είπε ο Μητσιμπόνας τη μεγάλη ατάκα: “Φαντάζεστε να τελειώσει το πρωτάθλημα και να είμαστε ακόμα πρώτοι”; Βάλαμε τα γέλια όλοι μας και απλά αλλάξαμε κουβέντα.

«Κερδίζουμε τον Ολυμπιακό στην πρεμιέρα του πρωταθλήματος του 87-88 και πάμε να φάμε σε ταβέρνα με Μητσιμπόνα και Κολομητρούση. Βγάζει τη βαθμολογία η Αθλητική Κυριακή και είμαστε πρώτοι. Και πετάει ο Μητσιμπόνας την ατάκα… “φαντάζεστε να τελειώσει το πρωτάθλημα και να είμαστε ακόμη πρώτοι;”… Βάλαμε τα γέλια!»

Να που έγινε όμως.

“Τρώγοντας έρχεται η όρεξη”, δεν λένε; Έτσι και σε εμάς έγινε. Όταν τελείωσε ο πρώτος γύρος και συνεχίσαμε να είμαστε στην πρώτη θέση, αρχίσαμε να το πιστεύουμε. Σε κάποια στιγμή, μετά από ένα ματς με τον Παναθηναϊκό, κάναμε κουβέντα στα αποδυτήρια με τη διοίκηση και λέγαμε τι πριμ θα πάρουμε, αν πάρουμε το πρωτάθλημα. “Πάρτε το εσείς και θα πουλήσουμε και τα σπίτια μας”, μας είπαν. “Το θέλουμε γραμμένο”, είπε ο Βαλαώρας και ουσιαστικά ήταν η πρώτη φορά που έγινε κουβέντα γι’ αυτό.

Εκτός από τις αξέχαστες στιγμές που ζήσατε με τους τίτλους, παίξατε και σε μεγάλα ευρωπαϊκά παιχνίδια.

Βέβαια δεν πρόκειται να τα ξεχάσω ποτέ. Για εμένα ένα από τα πιο σημαντικά ήταν αυτό με την Σαμπντόρια στο Κυπελλούχων. Πριν από τον αγώνα αυτό, παίζαμε πρωτάθλημα με την Παναχαϊκή και είχα σκοράρει. Τότε λοιπόν, η “Γκαζέτα Ντέλο Σπορτ” στην προαναγγελία του αγώνα, είχε μια φωτογραφία μου, μαζί με τον Μαντσίνι και έλεγε: “Οι δύο νέοι παίκτες της ΑΕΛ και της Σαμπντόρια”. Μεγάλη τιμή να παίζεις με μια τέτοια ομάδα που είχε και τον Βιάλι. Αλλά και νωρίτερα όμως, κάναμε σπουδαίες εμφανίσεις. Με την Σίοφοκ, την Σερβέτ, την Διναμό Μόσχας, που στις λεπτομέρειες δεν περάσαμε στους “4” όπου θα αντιμετωπίζαμε τη Γιουβέντους. Ζήσαμε μεγάλες και ιστορικές στιγμές με την ΑΕΛ.

Όλα αυτά τα χρόνια, δεν είχατε προτάσεις για να φύγετε, είτε για την Ελλάδα, είτε για το εξωτερικό;

Για το εξωτερικό ήταν δύσκολα τα πράγματα. Θα σου πω ότι σε εμένα είχε έρθει ένας άνθρωπος, ο οποίος μου είπε ότι είχε επαφές με την Άντερλεχτ. Εγώ ήμουν θαυμαστής του Ρέζενμπριχ που έπαιζε εκεί, αλλά να σου πω την αλήθεια δεν τον πίστεψα. Εκείνος μιλούσε σοβαρά, όμως εγώ δεν τον πίστεψα. Από Ελλάδα υπήρξαν αρκετές περιπτώσεις.

«Συναντήθηκα με τον Ζαφειρόπουλο στο σπίτι του, είχα συμφωνήσει να πάω στην ΑΕΚ, αλλά η μεταγραφή χάλασε λόγω της απεργίας του ΠΣΑΠ το 1987!»

Θέλετε να τις αναφέρουμε;

Αρχικά θα σου πω ότι είχα συναντηθεί με τον Ζαφειρόπουλο, που ήταν πρόεδρος στην ΑΕΚ και μάλιστα είχαμε συναντηθεί στο σπίτι του. Τότε υπήρχε το καθεστώς της 5ετίας και παρότι είχαμε αρχικά συμφωνήσει, τελικά έγινε η απεργία του ΠΣΑΠ το 1987 και οι πρόεδροι είχαν συμφωνήσει να μην “κλέψει” κανείς παίκτη από άλλον. Έτσι δεν προχώρησε το θέμα. Ο Θωμάς Βουλινός με ήθελε συνεχώς στον ΠΑΟΚ, αλλά όπως σου είπα και πριν από τη διοίκηση της ΑΕΛ δεν άφηναν κανέναν να φύγει.

Το ξαναλέτε αυτό, αλλά η αλήθεια είναι πως ακούγεται κάπως περίεργο.

Θα σου πω λοιπόν μια ιστορία, που τη λέω για πρώτη φορά. Ο Κοσκωτάς όταν είχε αναλάβει τον Ολυμπιακό, ήρθε στη Λάρισα και συζήτησε με τον Καντώνια για να πάρει με 1 δισεκατομμύριο δραχμές, εμένα, τον Καραπιάλη και τον Κολομητρούση. Απίστευτα χρήματα για εκείνη την εποχή. Τότε εγώ ήμουν ο δεύτερος σκόρερ του πρωταθλήματος πίσω από τον Νίλσεν. Ο Καντώνιας όμως του απάντησε: “Δεν μπορώ να το κάνω αυτό. Δεν μπορώ να στους δώσω, γιατί μετά όλοι οι Λαρισαίοι θα μου κάψουν το σπίτι και το εργοστάσιο εάν το κάνω”. Ήταν το καλοκαίρι που πήρε τον Ντέταρι.

Τελικά φύγατε το 1989 από την ΑΕΛ.

Ήμουν διακοπές στην Χαλκιδική και με πήρε τηλέφωνο ο πατέρας μου στο ξενοδοχείο που έμενα. Μου είπε ότι με ήθελε πάλι ο Βουλινός για να πάω στον ΠΑΟΚ, όμως ενώ ξεκίνησα για εκεί, κάτι με κράτησε πίσω και δεν πήγα. Μετά ήρθε το ενδιαφέρον του Σκλαπάνη και του Λεβαδειακού, όπου προπονητής ήταν ο Μπατάκης. Τότε λόγω τιμωρίας ο Λεβαδειακός θα ξεκινούσε το πρωτάθλημα με -4 βαθμούς και ήθελε έναν έμπειρο επιθετικό. Μίλησα με τον Λεμονή, τον Κασδοβασίλη, τον Μπάριος, που τους ήξερα και έτσι πήγε εκεί για 1,5 χρόνο. Δεν το μετάνιωσα, καθώς βγήκα και πάλι δεύτερος σκόρερ στο πρωτάθλημα, πίσω από τον Μαύρο που είχε γυρίσει στον Πανιώνιο.

«Αν ο Γκμοχ δεν έφευγε από τη Λάρισα για να πάει στον Παναθηναϊκό, θα είχε αλλάξει η ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου!»

Στον Άρη πως βρεθήκατε;

Είχε πάει προπονητής ο Γκμοχ και με ήθελε μαζί του. Θέλω να σου πω, πως πιστεύω ότι αν είχε μείνει ο Γκμοχ το 1982 στην ΑΕΛ και δεν είχε πάει στον Παναθηναϊκό, θα είχε αλλάξει η ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου. Μπορεί να είχαμε πάρει νωρίτερα πρωτάθλημα και να είχαμε πάρει και περισσότερα. Τέλος πάντων στον Άρη έμεινα 1,5 χρόνο και μετά πήγα στον Ιωνικό που ήταν στη Β’ Εθνική με προπονητή τον Αλέφαντο. Έπαιξα στον δεύτερο γύρο και σε 22 ματς κατάφερα να σημειώσω 17 γκολ.

Από τον Ιωνικό γιατί φύγατε;

Είχα προτάσεις για να πάω στα Γιάννινα και την Καλαμάτα, όμως ήθελα να γυρίσω πίσω στη Λάρισα. Δεν έγινε η μετακίνησή μου και έμεινα 6 μήνες χωρίς ομάδα. Τελικά υπέγραψα στον Ολυμπιακό Βόλου. Μετά τον Βόλο έπαιξα σε μικρότερες κατηγορίες και ουσιαστικά τερμάτισα την καριέρα μου.

Τι “κρατάτε” από την καριέρα σας;

Την αγάπη και το σεβασμό που γνώρισα και γι αυτό θέλω να ευχαριστήσω όλους τους συμπαίκτες μου και τους προπονητές μου, που με βοήθησαν να φτάσω εκεί που έφτασα. Θα σου πω και δύο ιστορίες. Η πρώτη… Είχαμε κατέβει στην Αθήνα, εγώ με τη γυναίκα μου και ο Γκμοχ με τη δική του. Εκεί που καθόμασταν σε ένα εστιατόριο, μας πλησίασε ένας άνθρωπος που μας είπε ότι ήταν Λαρισαίος και ζούσε στην Αμερική. Έδειξε στον γιό του τον Γιάτσεκ και του είπε: “φίλα του το χέρι, γιατί αυτός ο άνθρωπος, με ότι έκανε, γέμισε περηφάνια όλους τους Λαρισαίους”.

Η δεύτερη;

Έχω 4 κόρες και η μια είναι γιατρός στη Γερμανία. Μου είπε λοιπόν, ότι είχαν προσκληθεί οι Έλληνες γιατροί σε μια δεξίωση και είχε πάει και ο πρόξενος της Ελλάδας στη Γερμανία στην εκδήλωση. Όταν έπιασε κουβέντα με όλους τους γιατρούς, ρώτησε και την κόρη μου πως την λένε και από που είναι. Μόλις άκουσε: “Ζιώγα από τη Λάρισα”, ρώτησε: “Τον Μιχάλη που έπαιζε μπάλα, τι τον έχεις”; “Είναι ο πατέρας μου”, είπε η κόρη μου. Τότε ο πρόξενος της απάντησε: “Είμαι από τη Θεσσαλονίκη, παρακολουθούσα ποδόσφαιρο και τον πατέρα σου πάντοτε τον είχα σε εκτίμηση και τον θαύμαζα ως ποδοσφαιριστή”!

 

 

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News