Βλαντίμιρ Κουτς: Ο «κόκκινος» αξιωματικός που έγινε διάδοχος του Ζάτοπεκ
Με το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο που κατέκτησε στα 10.000 μ. στις 23 Νοεμβρίου 1956, ο Σοβιετικός Βλαντίμιρ Κουτς μετατράπηκε στο νέο είδωλο των δρόμων αντοχής. Όμως, οι κακουχίες απ’ τη στρατιωτική του καριέρα και η αδυναμία του στο αλκοόλ, έδωσαν πρόωρα τέλος στη ζωή του.
Μετά τον ασύλληπτο άθλο του Εμίλ Ζάτοπεκ το 1952 στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ελσίνκι, θα περίμενε κανείς ότι θα περνούσε πολύς καιρός για να αποκτήσουν οι δρόμοι αντοχής του στίβου ένα νέο είδωλο.
Όπως αποδείχθηκε, ωστόσο, δεν χρειάστηκε παρά μόνο μία τετραετία για να λατρέψει ο κόσμος έναν άλλο αθλητή. Κι αυτός ήταν ο Σοβιετικός, Βλαντίμιρ Κουτς, ο οποίος στις 23 Νοεμβρίου 1956, στην πρώτη κιόλας αγωνιστική ημέρα των Ολυμπιακών της Μελβούρνης, κέρδισε το χρυσό μετάλλιο στα 10.000 μ. με εντυπωσιακό τρόπο. Πήρε το προβάδισμα από τα πρώτα κιόλας μέτρα της κούρσας και όχι μόνο το διατήρησε, αλλά το αύξησε μέχρι τον τερματισμό.
Αυτή ήταν η τακτική που ακολουθούσε πάντοτε ο ξανθομάλλης Ουκρανός, ο οποίος πέντε ημέρες αργότερα θριάμβευσε και στον τελικό των 5.000 μέτρων προκαλώντας τον θαυμασμό εκατομμυρίων φιλάθλων απ’ όλον τον κόσμο – μια και η τηλεόραση είχε μπει πλέον σε αρκετά σπίτια. Αν ο Ζάτοπεκ ήταν ο «άνθρωπος-ατμομηχανή», επειδή έτρεχε με ένα στιλ που σου έδινε την ψευδαίσθηση ότι ήταν έτοιμος να καταρρεύσει, ο Κουτς ήταν ένα «ρομπότ». Μια «αδίστακτη μηχανή», όπως τον είχε χαρακτηρίσει ο Ρότζερ Μπάνιστερ, αφού με τις αυξομειώσεις στο τέμπο του κατάφερνε να εξουθενώνει τους αντιπάλους του, όσο ταλαντούχοι και έξυπνοι κι αν ήταν.
Πριν από τους Ολυμπιακούς της Μελβούρνης η τακτική του Σοβιετικού δρομέα είχε επικριθεί ως μονοδιάστατη. Παρότι του είχε χαρίσει το χρυσό μετάλλιο στα 5.000 μ. στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1954 στη Βέρνη (μπροστά από τον Βρετανό Κρις Τσάταγουεϊ και τον Ζάτοπεκ), πολλοί ειδικοί δεν τον έχριζαν φαβορί ούτε στο «δεκάρι», που ήταν το καλό του αγώνισμα. Πίστευαν ότι ο Βρετανός Γκόρντον Πίρι ή κάποιος από τους δύο «γηπεδούχους» Αυστραλούς (ο Άλαν Λόρενς ή ο Ντέιβ Στίβενς), θα έβρισκαν τον τρόπο να τον αφήσουν πίσω τους με μία επίθεση στον τελευταίο γύρο.
Και στους δύο τελικούς, όμως, συνέβη το ακριβώς αντίθετο. Ειδικά στα 10.000 μ., το χάρισμα της αντοχής και της ταχύτητας του Κουτς (ο οποίος δυόμισι μήνες πριν τους Ολυμπιακούς είχε σημειώσει νέο παγκόσμιο ρεκόρ με 28:30.4), του έδωσε τη δυνατότητα να… παίξει με τον Πίρι, που έκανε το λάθος να γίνει σκιά του από τα πρώτα μέτρα της κούρσας.
Ο ψηλόλιγνος Βρετανός φημιζόταν για το καλό του φίνις. Χάρη σ’ αυτό είχε νικήσει τον Σοβιετικό αντίπαλό του σε έναν αγώνα 5.000 μ. στο Μπέργκεν πέντε μήνες νωρίτερα (19 Ιουνίου 1956), σημειώνοντας μάλιστα και νέο παγκόσμιο ρεκόρ με 13:36.8. Πίστεψε, λοιπόν, ότι αν κατάφερνε να κρατηθεί κοντά του μέχρι τον τελευταίο γύρο, θα του ασκούσε τόση πίεση που δεν θα άντεχε την επίθεση που σκόπευε να του κάνει πριν την τελική ευθεία.
Ο Κουτς, όμως, είχε τη δική του τακτική. Γνωρίζοντας ότι είχε πολύ καλύτερο χρόνο στο «δεκάρι» (το ατομικό ρεκόρ του Πίρι ήταν μόλις 29:17.2), κατάλαβε ότι έπρεπε να επιβάλει από νωρίς γρήγορο ρυθμό στην κούρσα. Να αναγκάσει, δηλαδή, τον αντίπαλό του να σπαταλήσει περισσότερες δυνάμεις στα δύο πρώτα τρίτα της απόστασης, ώστε να μην έχει αποθέματα για την επίθεση που σχεδίαζε.
Πράγματι, ο Σοβιετικός έτρεξε το πρώτο τετρακοσάρι σε 61.2 δευτερόλεπτα και έριξε τον ρυθμό στους επόμενους τρεις. Σε όλη την πορεία ένιωθε καυτή την ανάσα του Πίρι, ο οποίος δεν τον άφηνε να ξεφύγει, αλλά δεν έλεγε και να τον προσπεράσει. Υπήρξαν φορές που ο Κουτς επιβράδυνε τόσο απότομα, που ο Βρετανός αναγκαζόταν να μαζέψει τον διασκελισμό του για να αποφύγει τη σύγκρουση.
Σαν το ποντίκι που τρελαίνει τη γάτα
Συνολικά, πάντως, ο ρυθμός ήταν γρήγορος (το πέρασμα στα 5.000 μ. ήταν 14:06.8, ελάχιστα πιο αργό από το ολυμπιακό ρεκόρ του Ζάτοπεκ στην απόσταση) και ακόμα και κάποιος αδαής καταλάβαινε ότι ο Πίρι είχε χάσει τον έλεγχο. Αρνούνταν πεισματικά να περάσει μπροστά ακόμα κι όταν ο Κουτς του έκανε χώρο βγαίνοντας μέχρι και στην τρίτη διαδρομή. Κι ύστερα από κάθε άρνηση, επιτάχυνε ξαφνικά μπερδεύοντας κι άλλο τον αντίπαλό του.
Προς το τέλος του 20ού γύρου ο Ουκρανός σχεδόν φρέναρε και ο Βρετανός βρέθηκε χωρίς να το καταλάβει προπορευόμενος, αλλά αυτό δεν κράτησε πολύ. Ύστερα από λίγα μέτρα είδε ξανά την κόκκινη φανέλα μπροστά του. Ο Κουτς έμοιαζε με το ευέλικτο ποντίκι που κάνει νούμερα στη γέρικη γάτα, δηλαδή τον Πίρι, ο οποίος όμως παρέμενε στη διεκδίκηση της νίκης.
Στον 22ο γύρο, όμως, ο Βρετανός δεν είχε κουράγιο να ακολουθήσει τη νέα αλλαγή ρυθμού του αντιπάλου του. Ο Κουτς κάλυψε το τελευταίο τετρακοσάρι σε 66.7 δευτερόλεπτα (!) κι έκοψε πρώτος το νήμα σε 28:45.6, καταρρίπτοντας κατά μισό λεπτό το ολυμπιακό ρεκόρ του Ζάτοπεκ (29:17.0). «Κυριολεκτικά πετούσα προς τον τερματισμό», είχε γράψει στο ημερολόγιο του. Δεύτερος τερμάτισε ο Ούγγρος Γιόζεφ Κόβατς (28:52.4) και τρίτος ο Αυστραλός Άλαν Λόρενς (28:53.6), αφού ο Πίρι «άδειασε» εντελώς από δυνάμεις και αρκέστηκε στην όγδοη θέση (30:00.6).
Ο Κουτς έγινε έτσι ο πρώτος χρυσός ολυμπιονίκης της Σοβιετικής Ένωσης στον στίβο – η χώρα είχε λάβει για πρώτη φορά μέρος στους αγώνες το 1952, χωρίς να δει αθλητή της στο ψηλότερο σκαλί του βάθρου. Στις 28 Νοεμβρίου πρόσθεσε στο ενεργητικό του και το χρυσό στα 5.000 μ., όπου ακολούθησε την ίδια επιτυχημένη τακτική. Άφησε τον Πιρι και τους άλλους δύο Βρετανούς δρομείς (τον Ντέρικ Ίμποτσον και τον Κρις Τσάταγουεϊ) να τον ακολουθούν και ανέβασε ακόμα περισσότερο το τέμπο του δυόμισι στροφές πριν το τέλος.
Αν και δεν θεωρούσε ούτε ο ίδιος τον εαυτό του τόσο καλό στο «πεντάρι», ο Κουτς το κέρδισε ακόμα πιο άνετα. Συνέτριψε το ολυμπιακό ρεκόρ με 13:39.6 (έναντι 14:06.6 του Ζάτοπεκ) και τερμάτισε έντεκα δευτερόλεπτα νωρίτερα απ’ τον Πίρι, ο οποίος αυτήν τη φορά κατέκτησε το ασημένιο μετάλλιο. Ο Ίμποτσον τερμάτισε τρίτος, ενώ ο Τσάταγουεϊ, που είχε ταλαιπωρηθεί από στομαχικές διαταραχές, κατέλαβε την εντέκατη θέση.
Έμαθε να τρέχει στον στρατό
Για να φτάσει στη διπλή επιτυχία της Μελβούρνης ο Κουτς χρειάστηκε να υπερβεί τα όριά του. Την επομένη της νίκης του στα 10.000 μ. είδε αίμα στα ούρα του και σκέφτηκε σοβαρά να μην αγωνιστεί στο «πεντάρι». Το έκανε, όμως, ύστερα από πιέσεις των επικεφαλής της σοβιετικής αποστολής, που του υποσχέθηκαν ότι θα του έδιναν σύνταξη στρατηγού σε περίπτωση νίκης.
Ακολουθούσε, άλλωστε, καριέρα στον Κόκκινο Στρατό από το 1943, όταν κατατάχθηκε με πλαστά στοιχεία που τον έδειχναν μεγαλύτερο κατά δύο χρόνια (είχε γεννηθεί στις 7 Φεβρουαρίου 1927, άρα ήταν στην πραγματικότητα 16 ετών) για να πολεμήσει ως ναύτης στον Στόλο της Βαλτικής. Υπηρέτησε ως ελεύθερος σκοπευτής και ως ναρκαλιευτής και ανέβηκε γρήγορα τις βαθμίδες της ιεραρχίας, όμως ο πόλεμος του προκάλεσε ψυχικά τραύματα. Όπως είχε δηλώσει κάποτε ο Βλαντίμιρ Καζάντσεφ, ασημένιος ολυμπιονίκης στα 3.000 μ. στιπλ το 1952 στο Ελσίνκι, ο Κουτς του είχε εκμυστηρευθεί ότι έβλεπε συχνά εφιάλτες με ανθρώπινα μέλη να επιπλέουν στη θάλασσα.
Στον στρατό, πάντως, ανακάλυψε και το ταλέντο του στους δρόμους αντοχής. Μέχρι το 1945 είχε δοκιμάσει την τύχη του στο σκι, την κολύμβηση, την κωπηλασία και την πυγμαχία, έχοντας αρκετή επιτυχία σε ορισμένα απ’ αυτά. Στο τρέξιμο, όμως, αποδείχθηκε ακόμα καλύτερος και με τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου άρχισε τη συστηματική εξάσκηση υπό την καθοδήγηση του προπονητή, Λεονίντ Χομένκοφ, παράλληλα με την καριέρα του στο Ναυτικό.
Το 1951 αναδείχθηκε για πρώτη φορά πρωταθλητής Σοβιετικής Ένωσης στα 5.000 μ. και τα 10.000 μ., επιτυχίες που επανέλαβε το 1953. Το 1954 έκανε την υπέρβαση με το χρυσό μετάλλιο στο «πεντάρι» στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα σημειώνοντας νέο παγκόσμιο ρεκόρ (13:56.6) και καθιερώθηκε πλέον ως αθλητής διεθνούς κλάσης. Δεν ήταν γραφτό, ωστόσο, να παραμείνει για πολύ στην κορυφή ύστερα από τον διπλό θρίαμβο στη Μελβούρνη.
Ο αλκοολισμός, το εγκεφαλικό και η αυτοκτονία
Τα αποτελέσματα των εξετάσεων που έκανε ο Κουτς μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1956 ήταν απογοητευτικά. Ήταν εξαντλημένος και ένιωθε πόνους στα πόδια και χρειάστηκε να ξεκουραστεί για μεγάλο χρονικό διάστημα. Όταν επανήλθε, δυσκολεύτηκε να ακολουθήσει τους ρυθμούς προπόνησης των συναθλητών του.
Το 1957 επέστρεψε στις καλές επιδόσεις και μάλιστα τον Οκτώβριο στη Ρώμη πήρε πίσω απ’ τον Πίρι το παγκόσμιο ρεκόρ των 5.000 μ. (13:35.0). Εξακολουθούσε, όμως, να νιώθει έντονους πόνους στα πόδια, μέχρι που διαγνώστηκε με αυξημένη διαπερατότητα των τριχοειδών αγγείων. Το κακό πήγαζε από τα κρυοπαγήματα που είχε υποστεί κατά τη διάρκεια του πολέμου, ενώ οι σκληρές προπονήσεις του αρχιπροπονητή της σοβιετικής εθνικής ομάδας, Γριγκόρι Νικιφόροφ, τον είχαν επιβαρύνει ακόμα περισσότερο.
Δεν έλειπαν φυσικά και οι φήμες για ντόπινγκ, παρότι ο όρος είχε μόλις αρχίσει να γίνεται γνωστός. «Δεν θεωρώ ότι ο Κουτς, ένας εξαίρετος αθλητής, θα δεχόταν ποτέ να πάρει τέτοια βοήθεια, πιστεύω όμως ότι τον υποχρέωσαν να το κάνει οι επιτελείς της ΕΣΣΔ», είχε γράψει ο Πίρι σε ένα άρθρο του στην εφημερίδα «The People». Ανάλογες υποψίες είχε και ο Ζάτοπεκ, ο οποίος είχε προπονηθεί με τον Σοβιετικό αθλητή στη Μελβούρνη και είχε δει τον Νικιφόροφ να του δίνει ένα ρόφημα που του είχε ετοιμάσει λίγο νωρίτερα.
Τίποτε, φυσικά, δεν αποδείχθηκε, αλλά τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπισε ο Κουτς αφότου κρέμασε τα παπούτσια του (1959) ενίσχυσαν την καχυποψία. Το ‘ριξε στο ποτό (είχε ιστορικό στην οικογένεια, αφού και ο πατέρας του ήταν αλκοολικός και πέθανε όταν εκείνος ήταν πέντε ετών) κι έφτασε να ζυγίζει 120 κιλά. Οι σοβιετικές αρχές διέταξαν τις εφημερίδες να μη δημοσιεύουν φωτογραφίες του, ώστε να μη δει ο κόσμος την κατάντια του πρώην ολυμπιονίκη.
Μερικά χρόνια αργότερα η κατάστασή του βελτιώθηκε κι ο Κουτς άρχισε να εργάζεται ως προπονητής. Όμως, το 1972 υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο ύστερα από ένα τροχαίο ατύχημα που είχε και παρότι επέζησε, δεν μπορούσε να κινηθεί παρά μόνο με μπαστούνι. Κάτι που είχε ως συνέπεια να μην μπορέσει να συνοδεύσει τους αθλητές του στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μονάχου. Η ψυχολογική του κατάσταση επιδεινώθηκε από το επώδυνο διαζύγιο με τη δεύτερη σύζυγό του, το 1973.
Ο μεγάλος αυτός αθλητής πέθανε στον ύπνο του στις 16 Αυγούστου 1975, σε ηλικία μόλις 48 ετών. Στο κομοδίνο του βρέθηκε ένα άδειο πακέτο υπνωτικά χάπια κι ένα μπουκάλι βότκα, κάτι που έκανε τις αρχές να κάνουν λόγο για αυτοκτονία. Το σενάριο ενίσχυσε ο αθλητής του, Σεργκέι Σκρίπκα, ο οποίος είχε περάσει εκείνο το βράδυ μαζί του και ισχυρίστηκε ότι δεν πρόλαβε να τον σταματήσει όταν τον είδε να πίνει το θανατηφόρο κοκτέιλ.
Πηγές: racingpast.ca («Vladimir Kuts», «Pirie v Kuts (10,000, 1956)»), eng.obozrevatel.com («Suicide of the USSR’s best runner from Ukraine: why the Olympic star took sleeping pills with vodka and had nightmares»), en.wikipedia.org («Vladimir Kuts», «Athletics at the 1956 Summer Olympics»), olympics.com («Vladimir Kuts»).
Άλλα γεγονότα στην Ελλάδα και τον κόσμο στις 23 Νοεμβρίου
2022: Με τα δύο γκολ που σημειώνει ο Ολιβιέ Ζιρού στον αγώνα της Γαλλίας με την Αυστραλία (4-1) για το Παγκόσμιο Κύπελλο του Κατάρ, φτάνει τα 51 με το εθνόσημο και πιάνει στην κορυφή του σχετικού πίνακα των σκόρερ τον Τιερί Ανρί.
2013: Ο Φιλιππινεζος πυγμάχος Μάνι Πακιάο νικά με ομόφωνη απόφαση των κριτών τον Αμερικανό Μπράντον Ρίος στο Μακάο και στέφεται παγκόσμιος πρωταθλητής στα ημιβαρέα βάρη.
2010: Εγκαινιάζεται το AEL FC Arena, η νέα έδρα της ΑΕΛ στη Λάρισα, χωρητικότητας 16.118 θέσεων και ιδιοκτησίας του τότε μεγαλομετόχου της ΠΑΕ, Κώστα Πηλαδάκη. Αποτελεί μέρος του νέου αθλητικού πάρκου που κατασκευάστηκε σε 144 στρέμματα στην περιοχή της Νεάπολης και πληροί τις προδιαγραφές της UEFA.
2004: Με το γκολ που σημειώνει στη νίκη του Ολυμπιακού επί της Λα Κορούνια με 1-0, ο Πρέντραγκ Τζόρτζεβιτς φτάνει τα 9 στο Champions League και μένει μόνος στην πρώτη θέση του πίνακα των σκόρερ ελληνικών ομάδων στη διοργάνωση (από 8 είχαν οι Ζιοβάνι, Μιχάλης Κωνσταντίνου και Κριστόφ Βαζέχα). Παράλληλα, ο Τζόρτζεβιτς γίνεται ο πρώτος σε συμμετοχές παίκτης του Ολυμπιακού στα Κύπελλα Ευρώπης (53 έναντι 52 του Κυριάκου Καραταΐδη).
2004: Ο σερ Άλεξ Φέργκιουσον συμπληρώνει 1.000 αγώνες στον πάγκο της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, στον νικηφόρο 2-1 επί της Λιόν για το Champions League.
2003: Ο 17χρονος ποδοσφαιριστής του Πλατανιά, Τζέιμς Μαυρομμάτης, πεθαίνει από καρδιακό επεισόδιο που παθαίνει κατά τη διάρκεια του αγώνα του πρωταθλήματος Δ’ Εθνικής με τον Κουτσουρά, στο γήπεδο των Περιβολίων. Ο σύλλογος των Χανίων θα αποσύρει τη φανέλα με τον αριθμό «15» και θα αιτηθεί τη μη διεξαγωγή αγώνων ανήμερα της 23ης Νοεμβρίου, ως ελάχιστο φόρο τιμής και μνήμης στο νεαρό ποδοσφαιριστή.
2000: Ύστερα από έναν συναρπαστικό αγώνα η ΑΕΚ αποσπά ισοπαλία 4-4 στην έδρα της Μπάγερν Λεβερκούζεν και βάζει τις βάσεις για πρόκριση στους «16» του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ.
1999: Ο Λεωνίδας Σαμπάνης κερδίζει δύο ασημένια μετάλλια (στο επολέ-ζετέ και στο σύνολο) στην κατηγορία των 62 κιλών του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Άρσης Βαρών στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας. Την ίδια ημέρα, Γιάννα Χατζηιωάννου κερδίζει το χάλκινο μετάλλιο στο επολέ-ζετέ στην κατηγορία των 63 κιλών.
1998: Ο 37χρονος άσος των Σικάγο Μπουλς, Ντένις Ρόντμαν, καταθέτει αίτηση διαζυγίου από την Κάρμεν Ηλέκτρα, μοντέλο και πρωταγωνίστρια της τηλεοπτικής σειράς «Baywatch», εννέα μόλις ημέρες μετά τον γάμο τους, με την αιτιολογία ότι ήταν μεθυσμένος κατά την τέλεση του μυστηρίου.
1997: Ο αγώνας πρωταθλήματος Ιωνικός-Ολυμπιακός 0-1 στιγματίζεται από θλιβερά επεισόδια μεταξύ οπαδών και ποδοσφαιριστών, αμέσως μετά τη λήξη του.
1989: Ο Ολυμπιακός αναδεικνύεται ισόπαλος 1-1 με την Οσέρ στο «Γ. Καραϊσκάκης» και αποκλείεται από τη συνέχεια του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ, αφού ο πρώτος αγώνας στη Γαλλία είχε λήξει 0-0. Ο αγώνας μεταδίδεται ζωντανά από το Mega Channel και είναι ο πρώτος που φτάνει στις οθόνες των Ελλήνων τηλεθεατών από τη συχνότητα ιδιωτικού καναλιού.
1988: Ο πρωταθλητής του σούμο Τσιόν Οφούτζι κερδίζει τον 50ό συνεχόμενο αγώνα του.
1984: Αυτοκτονεί ο πρώην πρόεδρος του Ολυμπιακού (1969-70), Ευτύχης Γκούμας.
1978: Με 30 πόντους του Αμερικανού Τζέρι Τζένκινς, η ομάδα μπάσκετ του Ολυμπιακού νικά με 94-78 στο Χαλέπι την πρωταθλήτρια Συρίας, Αλ Γιάλα, η οποία μετέχει εκείνη τη σεζόν στο Κύπελλο Πρωταθλητριών Ευρώπης.
1969: Ο 18χρονος Γιώργος Δεληκάρης πετυχαίνει τα δύο πρώτα του γκολ με τον Ολυμπιακό στο πρωτάθλημα της Α’ Εθνικής, στη νίκη με 4-0 επί του Εθνικού στο «Γ. Καραϊσκάκης».
1960: Η Μπαρτσελόνα νικά με 2-1 τη Ρεάλ Μαδρίτης στο «Καμπ Νου» (32′ Βεργκές, 82′ Εβαρίστο/87′ Κανάριο) και την αποκλείει από τη συνέχεια του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, αφού ο πρώτος αγώνας είχε λήξει ισόπαλος 2-2. Έτσι παίρνει τέλος το σερί των πέντε διαδοχικών κατακτήσεων του τροπαίου από τη Ρεάλ (1956-60).
1958: Πεθαίνει σε ηλικία 80 ετών ο Νίκος Γεωργαντάς, χάλκινος ολυμπιονίκης της δισκοβολίας το 1904 στο Σεντ Λούις.
1956: Η Τσεχοσλοβάκα Όλγα Φικότοβα κερδίζει το χρυσό μετάλλιο στη δισκοβολία στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Μελβούρνης με 53.69 μ. (νέο ολυμπιακό ρεκόρ), ενώ στο ύψος των ανδρών πρωτεύει ο Αμερικανός Τσαρλς Ντούμας με 2.12 μ. (επίσης ολυμπιακό ρεκόρ).
1904: Ολοκληρώνονται στο Σεντ Λούις οι 3οι Ολυμπιακοί Αγώνες, με το ποδοσφαιρικό τουρνουά. Το χρυσό μετάλλιο καταλήγει στον Καναδά, τον οποίο εκπροσωπεί ατόφια η ομάδα της Γκολτ του Οντάριο.
1893: Ο έφορος ασκήσεων του Εθνικού ΓΣ, Τρ. Τριανταφυλλόπουλος, ετοιμάζει τον ειδικό κανονισμό του συλλόγου που στις 27 του μήνα θα εγκριθεί από το Δ.Σ. Το πρώτο γυμναστήριο του Εθνικού βρίσκεται στην γωνία Βασιλίσσης Σοφίας και Κουμπάρη, και λειτουργεί μόνο τις εργάσιμες ημέρες και ώρες με διακοπή από τις 12:00 μέχρι τις 14:00. Ο λόγος αυτής της ρύθμισης κρύβει την επιθυμία να αποκλειστεί το μεγαλύτερο μέρος των εργαζομένων τάξεων, κάτι που θα αλλάξει το 1900, όταν θα καθιερωθούν εσπερινά μαθήματα κάτω από το φως λαμπών πετρελαίου. Το 1905 το γυμναστήριο θα μετακομίσει στον Ιλισό, πίσω από τους Στύλους του Ολυμπίου Διός.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
- Μεντιλίμπαρ: «Ο τίτλος του πρωταθλητή χειμώνα δεν σημαίνει τίποτα»
- Μήνυμα της ΠΑΕ ΠΑΟΚ για τον τραυματισμό του Τζίμα: «Μείνε δυνατός Στέφανε, είμαστε όλοι δίπλα σου»
- Ολυμπιακή Φλόγα: Ξεκίνησε από το Παναθηναϊκό Στάδιο το ταξίδι της για την Ιταλία
- Μπαφές: «Πάνω από όλα η ασφάλεια φιλάθλων και εργαζομένων, τα κυβικά νερού στην οροφή του ΣΕΦ ήταν ασύλληπτα»
- Σπανούλης: Η Μονακό «έτρεξε» με 125 κι έσπασε το ρεκόρ του Παναθηναϊκού!
