Μπέβιλ Ραντ: Ο ολυμπιονίκης των 400 μ. που κάπνιζε πούρο προτού τρέξει

Ο Νοτιοαφρικανός Μπέβιλ Ραντ, ο οποίος στις 20 Αυγούστου 1920 κέρδισε το χρυσό μετάλλιο στα 400 μ. των Ολυμπιακών Αγώνων της Αμβέρσας, απείχε πολύ από το πρότυπο αθλητή όπως το έχουμε στο μυαλό μας σήμερα.

Λίγο μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ένας δρομέας που φοιτούσε στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης είχε κάνει κάτι τόσο παράξενο, που αν και κανείς δεν έπαιρνε όρκο ότι ήταν αληθινό, συνέχισε να διαδίδεται από γενιά σε γενιά.

Ο αθλητής αυτός, που λέτε, εμφανίστηκε χαλαρός στο στάδιο για να συμμετάσχει στον αγώνα των 440 γιάρδων καπνίζοντας ένα ακριβό πούρο. Το άφησε στην άκρη της εσωτερικής διαδρομής όταν ο αφέτης έδωσε το πρόσταγμα «λάβετε θέσεις» και περίμενε τον πυροβολισμό για την εκκίνηση. Κι αφού κέρδισε με άνεση την κούρσα σημειώνοντας νέο ρεκόρ, έσπευσε να πάρει πίσω το πούρο του που ήταν ακόμα αναμμένο, για να συνεχίσει το κάπνισμα!

Το ανέκδοτο αυτό περιστατικό αναφέρει ο Αμερικανός δημοσιογράφος, Νιλ Μπάσκομπ, στο βιβλίο του «The Prefect Mile», που καταγράφει την πορεία που ακολούθησε ο Βρετανός, Ρότζερ Μπάνιστερ, μέχρι να ρίξει το παγκόσμιο ρεκόρ στο μίλι κάτω από τα τέσσερα λεπτά. Ο αθλητής με το πούρο, ωστόσο, ήταν πολύ προγενέστερος του Λονδρέζου δρομέα, που άφησε εποχή και στον τομέα της νευρολογίας. Ήταν Νοτιοαφρικανός και σπούδαζε με υποτροφία στην Οξφόρδη.

Πρόκειται για τον Μπέβιλ Ραντ, ο οποίος στις 20 Αυγούστου 1920 έγραψε το όνομά του με χρυσά γράμματα στα αθλητικά ιστορικά βιβλία, χάρη στο χρυσό μετάλλιο που κατέκτησε στα 400 μ. των Ολυμπιακών Αγώνων της Αμβέρσας. Ήταν ένας αθλητής που απείχε πολύ από αυτό που έχουμε σήμερα στο μυαλό μας ως πρότυπο, μια και προτιμούσε να καπνίζει πούρα και να πίνει μπίρες αντί να χύνει ποτάμια ιδρώτα στην προπόνηση. Διέθετε, όμως, τέτοιο αυθεντικό ταλέντο, που του έφτανε για σημειώνει νίκες ακόμα και στο υψηλότερο επίπεδο.

Αυτό ακριβώς έκανε τον Μπάνιστερ να έχει στο μυαλό του τον Ραντ ως τον κύριο εκφραστή του ιδεώδους της «αβίαστης ανωτερότητας». Ως τον αθλητή, δηλαδή, που δεν έδινε σε κανέναν την εντύπωση ότι είχε δουλέψει σκληρά για να πετύχει τους στόχους του. Για τον Βρετανό δρομέα, ωστόσο, αυτό δεν λειτούργησε. Χρειάστηκε να αφιερώσει πολλές ώρες στην προπόνηση για να πετύχει το πολυπόθητο ρεκόρ στο μίλι, ενώ στο μεταξύ είχε αποτύχει να ανέβει στο ολυμπιακό βάθρο (στα 1.500 μ.) παρά τη συστηματική εξάσκηση.

Δεν ξέρουμε αν ο Ραντ προπονούνταν… στα κρυφά και άφηνε τους άλλους να νομίζουν το αντίθετο. Πάντως, τα κατάφερε περίφημα στην Αμβέρσα, ιδίως στο «τετρακοσάρι» που διεξήχθη σαν σήμερα το 1920. Αν και έτρεχε στην πρώτη διαδρομή, η οποία δημιουργεί ένα ψυχολογικό μειονέκτημα λόγω και των πιο «κλειστών» στροφών της, ο Νοτιοαφρικανός δρομέας έτρεξε εξαιρετικά και τερμάτισε πρώτος με 49.6. Παρά το γεγονός ότι ήταν κατά ενάμισι δευτερόλεπτο πιο αργός από τον χρυσό ολυμπιονίκη του 1912, τον Αμερικανό Τσαρλς Ρίντπαθ, άφησε καθαρά πίσω του τον Βρετανό Γκάι Μπάτλερ (50.1) και τον Σουηδό Νιλς Ένγκνταλ (50.2).

Τρεις ημέρες νωρίτερα ο Ραντ – που δεν πήγαινε στο στάδιο της Αμβέρσας με πούρο στο στόμα – είχε κερδίσει το χάλκινο μετάλλιο στα 800 μ., πίσω από τον Βρετανό, Άλμπερτ Χιλ και τον Aμερικανό, Έρλ Ίμπι. Δεν απείχε πολύ, δηλαδή, από ένα σπάνιο νταμπλ νικών, το οποίο θα πετύχαινε για πρώτη και τελευταία φορά στους Ολυμπιακούς Αγώνες ο Κουβανός Αλμπέρτο Χουαντορένα το 1976. Ο Νοτιοαφρικανός αθλητής, όμως, κέρδισε και τρίτο μετάλλιο. Το ασημένιο στη σκυταλοδρομία 4×400, όπου ήταν ο τελευταίος δρομέας της ομάδας του και λίγο έλειψε να προλάβει στο νήμα τον Μπάτλερ, που χάρισε το χρυσό στη Βρετανία.

Γόνος οικογένειας βιομηχάνων

Η μποέμικη προσέγγιση του Νοτιοαφρικανού δρομέα ενδεχομένως να οφείλεται και στο γεγονός ότι δεν έβλεπε τον αθλητισμό ως μέσο καταξίωσης. Ήταν γόνος εύπορης οικογένειας, μια και ο παππούς του, Τσαρλς Ραντ, είχε ιδρύσει το 1888 μαζί με τον Σέσιλ Ρόουντς τη βιομηχανία εξόρυξης διαμαντιών «De Beers», η οποία λειτουργεί μέχρι τις μέρες μας.

Η εταιρία έχει την έδρα της στην Αγγλία, όμως ο Ραντ όρισε τον γιο του, Πέρσι, διευθυντή στο παράρτημά της στο Κίμπερλι της Νοτίου Αφρικής – η οποία ήταν τότε μία απ’ τις πολλές υπερπόντιες κτήσεις της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Εκεί γεννήθηκε στις 5 Οκτωβρίου 1894 ο Μπέβιλ, ο οποίος όφειλε πολλά στον πατέρα του και για την ανακάλυψη της κλίσης του στο τρέξιμο. Ένα από τα χόμπι του ήταν να τον βάζει να κυνηγάει μπαλάκια του τένις μαζί με την αδελφή του, Ντολόρες, που τους πετούσε στην αυλή του σπιτιού τους.

Ο μικρός Μπέβιλ πέτυχε τις πρώτες διακρίσεις του ως αθλητής το 1903, όταν ήταν ακόμα μαθητής του δημοτικού σχολείου. Εξελίχθηκε όμως ακόμα περισσότερο στα εφηβικά του χρόνια, στο λύκειο του «St. Andrew’s» στην πόλη Γκρεϊαμστόουν (η σημερινή Μαχάντα). Είναι χαρακτηριστικό ότι ένα σχολικό ρεκόρ που είχε σημειώσει στις 880 γιάρδες το 1913, άντεξε 55 ολόκληρα χρόνια!

Το ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου το 1914 φρέναρε την αθλητική του εξέλιξη. Κι ο ίδιος, άλλωστε, κλήθηκε να υπηρετήσει στον στρατό της Βρετανικής Αυτοκρατορίας (όπου υπαγόταν ακόμα η Νότιος Αφρική, αν και είχε κερδίσει μια μορφή ανεξαρτησίας από το 1910). Ο Ραντ ήταν μόλις 20 ετών και απροετοίμαστος για το χάος που συνάντησε, παρότι αντιμετώπιζε πάντοτε θετικά τη ζωή. Οι απώλειες πολλών φίλων του στα πεδία των μαχών, τον έκαναν να πιστεύει ότι δεν θα έβλεπε ούτε εκείνος το τέλος του πολέμου. Γι’ αυτό τον Ιούλιο του 1917 συνέταξε μια διαθήκη με την οποία ζητούσε σε περίπτωση θανάτου του, τα χρήματα της υποτροφίας που είχε κερδίσει για το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης να διατεθούν στο λύκειο του «St. Andrew’s».

Η στιγμή που ο Μπέβιλ Ραντ κόβει πρώτος το νήμα στον τελικό των 400 μ., στις 20 Αυγούστου 1920 στην Αμβέρσα.

Τελικά ο Ραντ όχι μόνο κατάφερε να επιβιώσει, αλλά κέρδισε και το παράσημο του Στρατιωτικού Σταυρού όταν «ως αξιωματικός που διοικούσε έξι τεθωρακισμένα, διαχειρίστηκε μία δύσκολη κατάσταση με ανδρεία και ικανότητα». Πήγε στην Οξφόρδη και παράλληλα με τις σπουδές του, βελτίωσε και τις επιδόσεις του στο τρέξιμο. Το 1920 ήταν η πιο επιτυχημένη χρονιά του: έναν μήνα πριν από τα τρία ολυμπιακά μετάλλια στην Αμβέρσα, είχε κερδίσει δύο χρυσά στις 440 και 880 γιάρδες, στους αγώνες της Αθλητικής Ερασιτεχνικής Ένωσης.

Η επιστολή του Έιμπραχαμς

Το 1921 ο Ραντ βγήκε δεύτερος και στις δύο αποστάσεις στους ίδιους αγώνες, αλλά μόλις ολοκλήρωσε τις σπουδές του, εγκατέλειψε τον αθλητισμό. Εργάστηκε ως δάσκαλος στο Χάροου (ένας από τους μαθητές του, μάλιστα, ήταν ο μετέπειτα καταξιωμένος δραματουργός, Τέρενς Ράτιγκαν) και κατόπιν διορίστηκε ιδιαίτερος γραμματέας του Λόρδου Μπέρκενχεντ, θέση που διατήρησε μέχρι το 1924 οπότε και επέστρεψε στη Νότιο Αφρική.

Στην ιδιαίτερη πατρίδα του δούλεψε ως αθλητικός συντάκτης στην εφημερίδα «Cape Times» του Κέιπ Τάουν και το 1930 μετακόμισε ξανά στη Βρετανία, προκειμένου να εργαστεί στην «Daily Telegraph». Στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου συνεργάστηκε με την Υπηρεσία Πληροφοριών του Υπουργείου Πολέμου και μετά το τέλος του, επέστρεψε για μόνιμη εγκατάσταση στη γενέτειρά του, το Κίμπερλι. Εκεί πέθανε στις 2 Φεβρoυαρίου 1948, ύστερα από επιπλοκές που του προκάλεσε μία χειρουργική επέμβαση στο στομάχι. Είχε ταλαιπωρηθεί επί χρόνια από έλκος του δωδεκαδακτύλου, συνέπεια προφανώς της αγάπης του για το αλκοόλ.

Ανάμεσα στα συλλυπητήρια γράμματα που έλαβε η χήρα του, Ούρσουλα (με την οποία είχε αποκτήσει δύο γιους), ήταν κι εκείνο του Χάρολντ Έιμπραχαμς, χρυσού ολυμπιονίκη στα 100 μ. το 1924 στο Παρίσι. Είχε γνωρίσει τον Ραντ ως συναθλητή στον σύλλογο «Achilles», ο οποίος είχε ιδρυθεί το 1920 από φοιτητές των Πανεπιστημίων της Οξφόρδης και του Κέιμπριτζ. Όπως είχε γράψει ο Έιμπραχαμς: «Θρηνούμε έναν εξαίρετο αθλητή, του οποίου τη μακρά προσφορά στον σύλλογο θα θυμόμαστε για πάντα με βαθιά ευγνωμοσύνη».

Πηγές: Neal Bascomb – The Prefect Mile: Three Athletes, One Goal and Less Than Four Minutes to Achieve It (Mariner Books, 2004), kimberley.org.za («Today In Kimberley’s History – 02 February»), livesofthefirstworldwar.iwm.org.uk («Bevil Gordon D’Urban Rudd»), olympics.com («Bevil Gordon D’Urban Rudd»), Wikipedia («Athletics at 1920 Summer Olympics», «Bevil Rudd», «1920 ΑΑΑ Championships»).

Άλλα γεγονότα στην Ελλάδα και τον κόσμο στις 20 Αυγούστου

2023: Η Ισπανία κατακτά το Παγκόσμιο Κύπελλο ποδοσφαίρου γυναικών στο Σίδνεϊ, νικώντας στον τελικό την Αγγλία με 1-0. Το γκολ πετυχαίνει η Όλγα Καρμόνα.

2022: Δύο πρωτιές πανηγυρίζει ο ελληνικός στίβος στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του Μονάχου. Η Αντιγόνη Ντρισμπιώτη τερματίζει πρώτη στα 20 χλμ. βάδην με νέο ατομικό ρεκόρ (1 ώρα 29:03) και κάνει νταμπλ στα χρυσά μετάλλια, τέσσερις μέρες μετά τη νίκη της στα 35 χλμ. Λίγες ώρες αργότερα, η Ελίνα Τζένγκο κατακτά το χρυσό μετάλλιο στον ακοντισμό βελτιώνοντας κι αυτή το ατομικό της ρεκόρ (65.82 μ.).

2016: Ο Μο Φάρα επαναλαμβάνει στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο το νταμπλ χρυσών μεταλλίων στις μεγάλες αποστάσεις που είχε κάνει και τέσσερα χρόνια νωρίτερα, στο Λονδίνο. Μετά τα 10.000 μ. κερδίζει και τα 5.000 μ. με 13:03.30.

2016: Η Νοτιοαφρικανή, Κάστερ Σεμένια, κερδίζει το χρυσό μετάλλιο στα 800 μ. των Ολυμπιακών Αγώνων του Ρίο, διατηρώντας τον τίτλο που είχε κερδίσει το 2012 στο Λονδίνο.

2009: Ο Γιουσέιν Μπολτ συντρίβει με 19.19 το παγκόσμιο ρεκόρ των 200 μ. που είχε καταρρίψει ακριβώς ένα χρόνο νωρίτερα (20 Αυγούστου 2008) με 19.30, στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Πεκίνου.

2006: Ο Βραζιλιάνος τερματοφύλακας, Ροζέριο Σένι, σημειώνει δύο γκολ στον αγώνα της Σάο Πάουλο με την Κρουζέιρο (2-2) και φτάνει τα 64 στην καριέρα του. Καταρρίπτει έτσι το ρεκόρ επίτευξης τερμάτων από έναν γκολκίπερ που συγκατείχε μέχρι εκείνη τη μέρα με τον Παραγουανό, Χοσέ Λουίς Τσιλαβέρτ (62).

2005: Πεθαίνει από ισχαιμικό επεισόδιο σε ηλικία 24 ετών ο Αμερικάνος άσος των Σαν Φρανσίσκο 49ers, Τόμας Χέριον, αμέσως μετά τον φιλικό αγώνα με τους Ντένβερ Μπρόνκος.

2004: Ο Αιθίοπας, Κενενίσα Μπεκέλε, κερδίζει το χρυσό μετάλλιο στα 10.000 μ. των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας με νέο ολυμπιακό ρεκόρ (27:05.10).

2003: Ο πρόεδρος του Πανελληνίου, Μίνως Κυριακού, γίνεται ο πρώτος Έλληνας που εκλέγεται μέλος του διοικητικού συμβουλίου της IAAF.

1993: Ο Βρετανός Κόλιν Τζάκσον κατακτά το χρυσό μετάλλιο στα 110 μέτρα με εμπόδια στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της Στουτγάρδης, με νέο παγκόσμιο ρεκόρ 12.91 (12.92 το παλιό του Αμερικανού, Ρότζερ Κίνγκντομ).

1991: Η Χριστίνα Θαλασσινίδου κερδίζει το ασημένιο μετάλλιο στο σόλο της συγχρονισμένης κολύμβησης, στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα της Αθήνας. Πρόκειται για το πρώτο μετάλλιο που κερδίζει η Ελλάδα από καταβολής της διοργάνωσης.

1988: Η Γιορντάνκα Ντόνκοβα σημειώνει νέο παγκόσμιο ρεκόρ στα 100 μέτρα εμπόδια με 12.21, στη διάρκεια αγώνων στη Στάρα Ζαγορά της Βουλγαρίας. Το προηγούμενο ήταν το 12.25 της Γκίνκα Ζαγκόρτσαβα, έναν χρόνο νωρίτερα στη Δράμα.

1977: Η Τσεχοσλοβάκα Έλενα Φιμπινγκέροβα το φράγμα των 22 μέτρων στη σφαριοβολία, με βολή στα 22.32.

1968: Ο τραγουδιστής Σταμάτης Κόκοτας αναδεικνύεται καλύτερος νέος οδηγός ράλι στην Ελλάδα, όταν τερματίζει στην έκτη θέση της γενικής κατάταξης στο σιρκουί της Ρόδου οδηγώντας μία Jaguar ΕΤ.

1940: Χρησιμοποιείται για πρώτη φορά ο όρος «Grand Slam» από εφημερίδα του Σαν Φρανσίσκο. Τον όρο που προέρχεται από το μπριτζ, εμπνέεται ο Μπόμπι Τζόουνς για να περιγράψει την κατάκτηση και των τεσσάρων πρωταθλημάτων του γκολφ. Αργότερα υιοθετείται από το τένις και το μπέιζμπολ.

1931: Η Έλεν Γουίλς-Μούντι κατακτά για έβδομο φορά το εθνικό πρωτάθλημα των ΗΠΑ (προάγγελος του σημερινού US Open) νικώντας στον τελικό την Αϊλίν Μπένετ-Γουίτινγκστολ με 2-0 σετ (6-4, 6-1).

1922: Διεξάγονται στο Παρίσι κατόπιν πρωτοβουλίας της Αλίς Μιλιά οι πρώτοι Διεθνείς Αγώνες Γυναικών. Πρόκειται στην ουσία για μία ημερίδα στίβου με τη συμμετοχή 77 αθλητριών από πέντε χώρες, η οποία πραγματοποιείται ως αντίδραση στην άρνηση του προέδρου της ΔΟΕ, Πιερ ντε Κουμπερτέν, να συμπεριλάβει αγωνίσματα γυναικών στο ολυμπιακό πρόγραμμα του στίβου.

1921: Διεξάγεται πρωτόλειος αγώνας μπάσκετ στο Παναθηναϊκό Στάδιο, μεταξύ των ομάδων του Παναθηναϊκού και του Εθνικού ΓΣ. Ο αγώνας δεν ολοκληρώνεται, αφού η μπάλα σκάει και δεν υπάρχει άλλη. Η πεντάδα του Παναθηναϊκού απαρτίζεται από τους Λουκά Πανουργιά, Απόστολο Νικολαΐδη, Γιώργο Καλαφάτη, Ιωάννη Σταυρόπουλο και Λεωνίδα Καλογερόπουλο.

1920: Ο Πάαβο Νούρμι κερδίζει τον τελικό των 10.000 μέτρων στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αμβέρσας. Είναι το πρώτο από τα εννέα χρυσά που θα φορέσει στο στήθος του ο Φινλανδός δρομέας σε εκείνη τη διοργάνωση.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News