Μπομπ Μπίμον: Το άλμα της αναθεώρησης για τα όρια του ανθρώπου

Ο Μπομπ Μπίμον έκανε το άλμα των 8,90μ. στις 18 Οκτωβρίου του 1968 στο Μεξικό, στον τελικό των Ολυμπιακών Αγώνων.

Οριακή είναι η υπενθύμιση ότι ο Τζόναθαν Έντουαρντς κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϊ, για το τριπλούν. Ο Βρετανός άλτης έχει συνυφαστεί με το Παγκόσμιο του Γκέτεμποργκ το 1995, όταν έκανε μέσα σε ένα τέταρτο δύο παγκόσμια ρεκόρ στο αγώνισμά του. Ο Έντουαρντς πήδηξε 18,17μ. και στην αμέσως επόμενη προσπάθειά του έφτασε στα 18,29μ.

Το μυαλό εξερράγη. Ο Έντουαρντς ήταν εξαιρετικός αθλητής, όχι μόνο λόγω των αλμάτων στη Σουηδία, τα οποία αποτελούν αδιάσειστα στοιχεία και μία από τις πιο σπουδαίες στιγμές στην Ιστορία του στίβου, αλλά και, για τη διάρκειά του.

Πήρε το ασημένιο στους Ολυμπιακούς της επόμενης χρονιάς στην Ατλάντα, κατέκτησε το χρυσό και στο Παγκόσμιο του Έντμοντον, το 2001, έχοντας απολογισμό πέντε μεταλλίων στη διοργάνωση, ήταν πρώτος στο Ευρωπαϊκό κλειστού της Βαλένθια το 1998 και στο ανοιχτού της Βουδαπέστης την ίδια χρονιά.

Ο Σεργκέι Μπούμπκα ήταν άλλη περίπτωση. Έσπασε το παγκόσμιο ρεκόρ στο άλμα επί κοντώ 35 φορές, κέρδισε έξι διαδοχικά χρυσά μετάλλια σε Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, από το 1983 στο Ελσίνκι μέχρι το 1997 στην Αθήνα, με ενδιάμεσους σταθμούς το 1987 στη Ρώμη, το 1991 στο Τόκιο, το 1993 στη Στουτγάρδη και το 1995 στο Γκέτεμποργκ, και κατέκτησε το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο το 1988 στη Σεούλ.

Πήρε επίσης τέσσερις πρωτιές σε Παγκόσμιο κλειστού: το 1985 στο Παρίσι, το 1987 στην Ιντιανάπολις, το 1991 στη Σεβίλλη και το 1995 στη Βαρκελώνη.

Κέρδισε ένα χρυσό Ευρωπαϊκό κλειστού, το 1985 στην Αθήνα, και ένα στην ίδια διοργάνωση στον ανοιχτό, το 1986 στη Στουτγάρδη.

Ο ανυπέρβλητος Χαβιέρ Σοτομαγιόρ, που κρατάει το παγκόσμιο ρεκόρ στο ύψος με τα 2,45μ., έχει κατακτήσει ένα κάρο μετάλλια, μαζί και το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο στη Βαρκελώνη, το 1992, αλλά και το αργυρό το 1996 στην Ατλάντα, αλλά και δύο χρυσά σε Παγκόσμια Πρωταθλήματα ανοιχτού (μαζί με δύο ασημένια) και τέσσερα στην αντίστοιχη διοργάνωση στον κλειστό στίβο.

Το άλμα του Μπίμον στα 8,90μ. δημιούργησε το ερώτημα πού μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος

Από την πλευρά του, ο Μπομπ Μπίμον ήταν «ασημένιος» στους Παναμερικανικούς Αγώνες της Γουίνιπεγκ, το 1967. Και στις 18 Οκτωβρίου του 1968, στην Πόλη του Μεξικού, πήδηξε 8,90μ. στο μήκος. Ήταν ένα ασύλληπτο παγκόσμιο ρεκόρ, υπεράνω πάσης φαντασίας εκείνη την εποχή.

Αυτό ήταν όλο.

Η τεκίλα, το σεξ και η τύχη

Το ονοματεπώνυμο του Μπομπ Μπίμον παραμένει ιερό ανάμεσα στους ρέκτες του στίβου, μόνο και μόνο για αυτό το άλμα. Ακόμα και ο Μάικ Πάουελ, που έσπασε την επίδοσή του με τα 8,95μ. που έκανε στο Τόκιο, για τον τελικό του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος στις 30 Αυγούστου 1991, και που επανέλαβε το θρίαμβο του στη διοργάνωση το 1993, δεν ταυτίστηκε με τον τρόπο που το έκανε ο Μπίμον.

Ο Πάουελ, ο οποίος έχει δύο ολυμπιακά μετάλλια, τα ασημένια στη Σεούλ το 1988 και στη Βαρκελώνη το 1992, έχει κρατήσει την επίδοσή του εδώ και 31 χρόνια, πάλι, όμως, σε σχέση με τον Μπίμον δεν μνημονεύεται όσο θα έπρεπε.

Οι λόγοι εικάζεται ότι είναι δύο: ο δεύτερος, ότι σε εκείνο τον αγώνα πολύ λίγοι θεωρούν ότι άξιζε να νικήσει, αφού η εμφάνιση του Καρλ Λιούις ήταν μία από τις πλέον εμβληματικές στην Ιστορία.

Ο πρώτος και βασικότερος, πως όταν συνέβη το άλμα του Μπίμον, το ανθρώπινο είδος δεν είχε την παραμικρή ιδέα πως κάποιος άνθρωπος θα μπορούσε να φτάσει τόσο μακριά.

Ο Μάικ Πάουελ έχει το παγκόσμιο ρεκόρ στο μήκος, με 8,95μ.

Ο ίδιος ο Αμερικανός άλτης δεν ήταν τυχαίος, πήγε με 22 νίκες στις τελευταίες 23 αναμετρήσεις που συμμετείχε στο Μεξικό. Το υψόμετρο των 2.400 μέτρων τον βοήθησε, αλλά δεν ήταν σε καλή κατάσταση πριν τον αγώνα. Την προηγούμενη μέρα ανησυχούσε εντόνως για το μέλλον του, Αφροαμερικανός γαρ, καθώς περίμενε απάντηση για να συνεχίσει στο κολέγιο του Τέξας, στο Ελ Πάσο.

Ο Μπίμον είχε στρες κυρίως επειδή αμφέβαλε για το άδηλο, την επόμενη μέρα, και, όπως είπε, ήπιε ένα σφηνάκι τεκίλα, ώστε να μπορέσει να χαλαρώσει. Υπάρχει, δε, μία ιστορία που ο ίδιος είπε, ότι το προηγούμενο βράδυ έκανε σεξ, με γυναίκα η οποία θα μπορούσε να είναι θρύλος αλλά παραμένει η ανώνυμη «χρυσή» ερωμένη, και μάλιστα ολοκληρωμένη πράξη.

Δεν χρειάστηκε πάνω από ένα άλμα για να φτάσει τα 8,90μ. και να στοιχειώσει οριστικά ένα αγώνισμα που, μέχρι τότε, ήταν αμφίβολο.

Στις 25 Μαΐου το 1935, ο Τζέσε Όουενς είχε κάνει 8,13μ., μία επίδοση που ο Μίλτος Τεντόγλου θεωρεί αστεία -και είναι σχεδόν βέβαιο ότι την κάνει… μόλις ξυπνήσει- αλλά ήταν η καλύτερη στον κόσμο για 25 χρόνια, δηλαδή μέχρι τις 12 Αυγούστου του 1960, που ο Ραλφ Μπόστον έκανε 8,21μ. στο Γουόλνατ των ΗΠΑ.

Ο Ραλφ Μπόστον, στο στιγμιότυπο με τον Τζέσε Όουενς, ήταν ο απόλυτος κυρίαρχος στο μήκος από το 1960 έως το 1968

Από τότε ως και τις 18 Οκτωβρίου του 1968, το παγκόσμιο ρεκόρ είχε αλλάξει… ιδιοκτήτη εφτά φορές: ο Μπόστον έσπασε τη δική του επίδοση τέσσερις φορές, ενώ είχε ισοφαρίσει και τα 8,31μ. που είχε κάνει ο Ίγκορ Τερ-Οβανεσιάν από τη Σοβιετική Ένωση. Μάλιστα, τα 8,33μ. που είχε πηδήξει ο Φιλ Σίνικ στο Μοντέστο, στις 25 Μαΐου του 1963, ακριβώς 28 χρόνια έπειτα από το ρεκόρ του Όουενς, εγκρίθηκαν το… 2021.

Ο Μπόστον είχε κάνει τα 8,35μ. στις 29 Μαΐου του 1965, πάλι στο Μοντέστο, και φυσικά, με την επίδοση να έχει συμπληρώσει τρία χρόνια, πώς θα μπορούσε να υποψιαστεί οποιοσδήποτε ότι κάποιος θα διασύρει το παγκόσμιο ρεκόρ;

Πιθανότατα, δεν υπήρχαν καταχωρημένα στο ανθρώπινο μυαλό τα 8,90μ. ως απόσταση. Θα ήταν υπερβολή να τοποθετηθούν τα… 10 μέτρα ως κριτήριο τώρα, αλλά τα 9,50μ. είναι ένα μέγεθος επαρκές και μάλιστα ακριβώς, σε ό,τι αφορά τη διαφορά απόστασης.

Ο Βρετανός Λιν Ντέιβις τον πλησίασε και του είπε ότι «σήμερα κατέστρεψες το αγώνισμα». Αλλά ποτέ δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Όταν γίνεται, πάντα υπάρχει κάποιος που αποφασίζει ότι μπορεί να το κάνει.

Ο Καρλ Λιούις βγήκε σχεδόν ύστερα από μία δεκαετία και άλλαξε τα πάντα στο στίβο. Ήταν η προσωποποίηση της αυτοπεποίθησης. Λίγοι ήρωες από την περασμένη εποχή, που δεν υπήρχε πολιτικό υπόβαθρο στους θριάμβους τους, έμειναν με τον τρόπο που το έκανε ο Μπίμον.

Ο ίδιος εξαφανίστηκε: από το 1970 έως το 1972 επικαλέστηκε άφθονους τραυματισμούς στα γόνατά του και αποσύρθηκε. Δεν πέτυχε ξανά κάτι στην καριέρα του.

Αλλά εκείνο το απόγευμα της 18ης Οκτωβρίου του 1968 έφτανε για μια ζωή. Ίσως και για ακόμα αρκετές.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News