Ναντόρ Χιντεγκούτι: Το θρυλικό (ψευτο)εννιάρι της μεγάλης Ουγγαρίας
Στις 14 Φεβρουαρίου 2002 έφυγε από τη ζωή o Ναντόρ Χιντεγκούτι, ο οποίος αναγνωρίζεται ως ο ποδοσφαιριστής που λάνσαρε τον ρόλο του «ψευτοεννιαριού», υπό την καθοδήγηση του μετέπειτα προπονητή του Ολυμπιακού, Μάρτον Μπούκοβι.
Πέρασαν πάνω από δεκαπέντε χρόνια από τότε που ο όρος «ψευτοεννιάρι» έγινε της μόδας από τον Πεπ Γκουαρντιόλα, όταν χρησιμοποίησε σ’ αυτόν τον… ερμαφρόδιτο ρόλο τον Λιονέλ Μέσι, συμβάλλοντας στον θρίαμβο της Μπαρτσελόνα επί της Ρεάλ Μαδρίτης (6-2).
Μπορεί ακόμα και σήμερα να πιστώνεται στον Καταλανό τεχνικό η συγκεκριμένη τακτική καινοτομία, στην πραγματικότητα όμως κάτι τέτοιο είχε συμβεί για πρώτη φορά στις αρχές της δεκαετίας του ’50! Εμπνευστής ήταν ο Μάρτον Μπούκοβι, ο περίφημος Ούγγρος τεχνικός της ΜΤΚ που άφησε το αποτύπωμά του και στον Ολυμπιακό, στα μέσα της δεκαετίας του ’60.
Ο πρώτος επιθετικός που διακρίθηκε ως «ψευτοεννιάρι» (που τότε δεν ονομαζόταν έτσι) ήταν ο Ναντόρ Χιντεγκούτι, ο οποίος έφυγε από τη ζωή στις 14 Φεβρουαρίου 2002 σε ηλικία 79 ετών. Η εικοστή τρίτη επέτειος του θανάτου του, μάς δίνει την αφορμή να διηγηθούμε την ιστορία ενός από τους πιο σημαντικούς συμπαίκτες του Φέρεντς Πούσκας στη μεγάλη Εθνική Ουγγαρίας των ’50s, τη «βασίλισσα χωρίς στέμμα» του διεθνούς ποδοσφαίρου.
Ενδεχομένως να μην είναι τόσο γνωστός στις νεότερες γενιές των Ευρωπαίων φιλάθλων όπως ο Πούσκας που διέπρεψε στη Ρεάλ Μαδρίτης ή ο Σάντορ Κότσις και ο Ζόλταν Τσίμπορ, που έκαναν καριέρα στην Μπαρτσελόνα. Παρέμεινε στην πατρίδα του και μετά την Ουγγρική Επανάσταση του 1956 και δεν έφυγε ποτέ από τη ΜΤΚ – η οποία άλλαξε πολλές φορές ονομασία κατά τη δωδεκαετία που φόρεσε τη φανέλα της. Ήταν, βλέπετε, αρκετά μεγάλος όταν συνέβησαν όλα αυτά.
Η ιδέα του Μπούκοβι μετουσιώθηκε απ’ τον Σέμπες
Ο Ναντόρ Χιντεγκούτι γεννήθηκε στη Βουδαπέστη στις 3 Μαρτίου 1922. Ήταν δηλαδή 17-18 ετών όταν ξέσπασε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, εξαιτίας του οποίου παρέλυσε κάθε ποδοσφαιρική δραστηριότητα στην Κεντρική Ευρώπη. Αν και έπαιζε μπάλα από μικρός στις αλάνες της ουγγρικής πρωτεύουσας, εντάχθηκε σε ομάδα, την Ελεκτρόμος, το 1942, όταν ήταν 20 χρόνων.
Γρήγορα, βέβαια, έδειξε το ταλέντο του και το 1945 μετακινήθηκε στη Χερμιναμέζεϊ, άλλη μία μικρομεσαία ομάδα του ουγγρικού πρωταθλήματος. Έκανε εν τέλει το άλμα για τη ΜΤΚ στα τέλη του 1946, όπου καθιερώθηκε σταδιακά στη θέση του δεξιού εξτρέμ από τον Μάρτον Μπούκοβι. Μερικά χρόνια αργότερα, όταν εντάχθηκε στην ομάδα ο ταλαντούχος επιθετικός, Πέτερ Πάλοτας, η ΜΤΚ βρήκε το κομμάτι του παζλ που της έλειπε και κατέκτησε το πρωτάθλημα Ουγγαρίας το 1951, για πρώτη φορά ύστερα από το 1937.
Ο Πάλοτας ήταν ο πρώτος παίκτης που δοκίμασε ο Μπούκοβι στον ρόλο του «ψευτοεννιαριού» και γρήγορα τον μιμήθηκε και ο Γκούσταβ Σέμπες, ο οποίος του ανέθεσε τα ίδια καθήκοντα στην Εθνική Ουγγαρίας. Παρά το γεγονός ότι οι Μαγυάροι κατέκτησαν το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1952, ο Πάλοτας δεν κρίθηκε ιδανικός για τη νέα θέση. Μπορεί να τροφοδοτούσε ικανοποιητικά τον μέσα δεξιά Κότσις και τον μέσα αριστερά Πούσκας, ο ίδιος όμως δεν εκμεταλλευόταν επαρκώς τους κενούς χώρους που δημιουργούσε η οπισθοχώρησή του.
Όπως αναφέρει ο Άγγλος δημοσιογράφος, Τζόναθαν Γουίλσον, στο βιβλίο του «Αντιστρέφοντας την Πυραμίδα» (εκδ. Polaris 2010, μτφ. Χρίστου Χαραλαμπόπουλου), ο Σέμπες επέλεξε τον Χιντεγκούτι ως «ψευτοεννιάρι» σε έναν φιλικό ματς της Ουγγαρίας με την Ελβετία, τον Σεπτέμβριο του 1952 στο «Βανκντορφστάντιον» της Βέρνης. Στο 31ο λεπτό κι ενώ το σκορ ήταν 2-0 υπέρ των Ελβετών, έβγαλε τον Πάλοτας κι έβαλε στη θέση του τον άσο της ΜΤΚ.
Ο Χιντεγκούτι ήταν ήδη 30 ετών και αρκετά «βαρύς», με αποτέλεσμα να υπάρχουν αμφιβολίες για το αν θα ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις της θέσης. Διέθετε, όμως, την εξυπνάδα που χρειαζόταν για να «διαβάζει» το παιχνίδι (όπως τόνισε πρώτος-πρώτος ο Πούσκας) και βοήθησε την «Αράντσαπατ» να φτάσει στη νίκη με 4-2, πετυχαίνοντας μάλιστα ο ίδιος το τελευταίο γκολ. Το πείραμα του Σέμπες είχε αποδειχθεί επιτυχημένο.
Δημιουργός και εκτελεστής
Έτσι λοιπόν ο ήρωάς μας καθιερώθηκε οριστικά σ’ αυτήν τη θέση και στη ΜΤΚ, η οποία είχε μπλέον Βόρος Λόμπογκο. Όπως σημειώνει ο Γουίλσον, βέβαια, ο όρος «ψευτοεννιάρι» δεν είναι απολύτως ακριβής. Ο Χιντεγκούτι φορούσε το «9» μια και τυπικά ήταν ο σέντερ φορ της ομάδας, στην πραγματικότητα όμως έπαιζε ως οργανωτής του παιχνιδιού. Αυτό που αργότερα καθιερώθηκε στην ποδοσφαιρική ορολογία ως «δεκάρι».
Με την οπισθοχώρηση του σέντερ φορ, άλλωστε, το σύστημα 2-3-5 (W-M) μετατρεπόταν ουσιαστικά σε 4-2-4. Ο Χιντεγκούτι αναλάμβανε να δημιουργεί χώρους για τους Πούσκας και Κότσις, οι οποίοι από ενδιάμεσοι είχαν μετατραπεί σε κλασικούς επιθετικούς και ενίοτε «εκτελούσε» κι ο ίδιος. O δεξιός χαφ, Γιόζεφ Μπόζικ, αναλάμβανε κυρίως ανασταλτικά καθήκοντα, ενώ οι άλλοι δύο μέσοι, ο Γιόζεφ Ζακάριας και ο Γκιούλα Λόραντ, έπαιζαν ακόμα πιο πίσω, στο κενό ανάμεσα στους δύο μπακ, τον Γένε Μπουζάνσκι και τον Μίχαϊ Λάντος.
Με αυτήν τη διάταξη η Ουγγαρία έπιασε στον ύπνο την Αγγλία και τη συνέτριψε με 6-3, στο ιστορικό φιλικό της 25ης Νοεμβρίου 1953, όπου ο Χιντεγκούτι διέπρεψε σημειώνοντας τρία γκολ. Την ίδια τακτική ακολούθησε και στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1954, όπου σάρωσε τους αντιπάλους της μέχρι τον τελικό. Ο Κότσις αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ της διοργάνωσης με 11 τέρματα, ενώ ο Χιντεγκούτι κι ο Πούσκας σημείωσαν από τέσσερα (παρότι ο τελευταίος έχασε τα μισά ματς της ομάδας λόγω τραυματισμού).
Δεν ήταν γραφτό, ωστόσο, η θεαματική εκείνη ομάδα που άλλαξε τον τρόπο με τον οποίο παιζόταν έως τότε το ποδόσφαιρο, να στεφθεί παγκόσμια πρωταθλήτρια. Η ήττα από τη Δυτική Γερμανία στον τελικό της 4ης Ιουλίου 1954 στη Βέρνη, στο ίδιο γήπεδο όπου δύο χρόνια νωρίτερα ο Σέμπες είχε δοκιμάσει για πρώτη φορά τον Χιντεγκούτι στον νέο του ρόλο, άφησε μια πληγή που οι Ούγγροι δεν κατάφεραν να γιατρέψουν ποτέ.
Λέγεται, μάλιστα, ότι ο προπονητής των «Πάντσερ», Ζεπ Χερμπέργκερ, είχε διαπιστώσει ότι ο Χιντεγκούτι ήταν το πιο σημαντικό γρανάζι για τη λειτουργία της μηχανής της «Αράντσαπατ» και είχε προσαρμόσει πάνω του την αμυντική τακτική της ομάδας του.
Επιτυχημένος και ως προπονητής
Ο Χιντεγκούτι δεν έφυγε από την πατρίδα του μετά την Επανάσταση του 1956 και δεν έμελλε να παίξει ποδόσφαιρο για πολύ καιρό ακόμη. Το 1958 ήταν ο αρχηγός της εθνικής ομάδας που συμμετείχε στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Σουηδίας, όμως στα 36 του δεν μπορούσε πια να κάνει τη διαφορά, όπως τέσσερα χρόνια νωρίτερα.
Οι φυγάδες Πούσκας, Κότσις, Τσίμπορ απουσίαζαν και η νέα φουρνιά ποδοσφαιριστών δεν ήταν εξίσου ταλαντούχα. Κάτι που είχε ως συνέπεια η Ουγγαρία να αποκλειστεί στον όμιλο από τη γηπεδούχο Σουηδία των βετεράνων Νιλς Λίντχολμ και Γκούναρ Γκρεν και την Ουαλία, στην εντεκάδα της οποίας δέσποζε ο θηριώδης επιθετικός της Γιουβέντους, Τζον Τσαρλς.
Με την αποτυχία της Εθνικής σ’ εκείνο το Μουντιάλ έπεσαν και οι τίτλοι τέλους στην καριέρα του Χιντεγκούτι, ο οποίος το 1958 είχε αναδειχθείγια τρίτη φορά πρωταθλητής Ουγγαρίας με την ΜΤΚ (με τη φανέλα της οποίας πέτυχε 226 γκολ σε 314 συμμετοχές μόνο στο πρωτάθλημα). Δεν άφησε, ωστόσο, να πάει χαμένο το ακονισμένο ποδοσφαιρικό μυαλό του, αφού σχεδόν αμέσως ακολούθησε καριέρα προπονητή.
Το 1959 έκανε ντεμπούτο στον πάγκο της αγαπημένης του ΜΤΚ και το 1960 έκανε το άλμα για τη Φιορεντίνα, την οποία οδήγησε στην κατάκτηση του Κυπέλλου Κυπελλούχων το 1961. Αργότερα πέρασε και από τη Μάντοβα, πριν επιστρέψει στην Ουγγαρία, ενώ οι άλλες του εμπειρίες εκτός συνόρων ήταν στην πολωνική Σταλ Ζέσουφ και την Αλ Αχλί Καΐρου, στην οποία εργάστηκε για επτά χρόνια (1973-80) και κατέκτησε πέντε πρωταθλήματα κι ένα Κύπελλο Αιγύπτου.
Το όνομά του είχε ακουστεί και για τον Ολυμπιακό, λίγο καιρό προτού οι «ερυθρόλευκοι» καταλήξουν στην πρόσληψη του «δασκάλου» του, Μπούκοβι (ο οποίος έφερε μαζί του ως βοηθό και τον αριστερό μπακ της «Αράντσαπατ», Λάντος). Κόλλησε τα τελευταία ένσημα στη Σαμπάμπ Αλ Αχλί των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, χωρίς ωστόσο οι συμπατριώτες του να τον ξεχάσουν ποτέ.
Άλλα γεγονότα στην Ελλάδα και στον κόσμο στις 14 Φεβρουαρίου
2018: Ο Κριστιάνο Ρονάλντο γίνεται ο πρώτος ποδοσφαιριστής που φτάνει τα 100 γκολ στο Champions League, όταν πετυχαίνει το πρώτο γκολ της Ρεάλ Μαδρίτης στη νίκη με 3-1 επί της Παρί Σεν Ζερμέν.
2013: Ο Νοτιοαφρικανός παραολυμπιονίκης των σπριντ, Όσκαρ Πιστόριους, δολοφονεί τη σύντροφό του, Ρίβα Στέενκαμπ, στο σπίτι τους στην Πραιτώρια.
2005: Ο ιδιοκτήτης του ΑΝΤ1, Μίνως Κυριακού, εκλέγεται με μεγάλη πλειοψηφία πρόεδρος της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής και διαδέχεται στον θώκο τον Λάμπη Νικολάου.
1999: Ο Αρίγκο Σάκι υποβάλλει την παραίτησή του από την τεχνική ηγεσία της Ατλέτικο Μαδρίτης και ανακοινώνει ότι αποσύρεται από την προπονητική. Θα επιστρέψει για λίγο στους πάγκους τον Ιανουάριο του 2001 στην Πάρμα.
1997: Κυκλοφορεί η ταινία «Όταν Ήμασταν Βασιλιάδες», ένα ντοκιμαντέρ για τον ιστορικό πυγμαχικό αγώνα του Μοχάμεντ Αλί με τον Τζορτζ Φόρμαν το 1974 στο Ζαΐρ, που αποκλήθηκε «Βροντή στη Ζούγκλα».
1996: Πεθαίνει σε ηλικία 77 ετών ύστερα από μάχη με τη νόσο του Αλτσχάιμερ ο προπονητής-θρύλος της Λίβερπουλ, Μπομπ Πέισλι.
1992: Ο Φινλανδός Τόνι Νιέμινεν γίνεται ο νεότερος χρυσός νικητής στην ιστορία των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων, όταν κερδίζει το άλμα με σκι στην Αλμπερτβίλ σε ηλικία 16 ετών και 261 ημερών.
1966: Ο 19χρονος μπασκετμπολίστας, Ρικ Μάουντ, είναι ο πρώτος μαθητής λυκείου που εμφανίζεται στο εξώφυλλο του περιοδικού «Sports Illustrated».
1960: Ισόπαλο 0-0 λήγει το πρώτο ντέρμπι Παναθηναϊκός-Ολυμπιακός στο πλαίσιο της νεοσύστατης Α’ Εθνικής. Σημαδεύεται, ωστόσο, από την ένσταση των «ερυθρόλευκων» για αντικανονική συμμετοχή του Ανδρέα Παπαεμμανουήλ, ο οποίος λίγο καιρό νωρίτερα είχε τιμωρηθεί από την Επιτροπή Φιλάθλου Ιδιότητας λόγω ενός πειθαρχικού παραπτώματος σε αγώνα της Εθνικής Ενόπλων στη Σόφια. Ο «Κούνελος» γλίτωσε την ποινή με παρέμβαση που έκανε ο τότε διαδόχος του θρόνου, Κωνσταντίνος, ως πρόεδρος της Επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων.
1952: Αρχίζουν στο Όσλο οι 7οι Χειμερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες με τη συμμετοχή 623 αθλητών και 109 αθλητριών από 30 χώρες.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
- Νίκος Σαρίδης: Η Ελλάς, της... Ελλάς, την... Ελλάς!
- Διαιτησία: Ο Σέρβος Γιοβάνοβιτς στο Αρης-ΠΑΟΚ, ο Πολυχρόνης στο Ολυμπιακός-ΟΦΗ
- Conference League: «Καμπάνα» της UEFA στην ΑΕΚ
- Ολυμπιακός: Το μαγικό αριστερό πόδι του Γιαζίτσι
- Ολυμπιακός: Η ματσάρα με τη Λιόν στη Νέα Φιλαδέλφεια και ο άδικος αποκλεισμός
