Σουζάν Λανγκλέν: Η «θεά» του τένις υπήρξε το πρώτο fashion icon του αθλητισμού
H Γαλλίδα τενίστρια Σουζάν Λανγκλέν, η οποία κατέκτησε στις 3 Ιουλίου 1925 το Γουίμπλεντον για έκτη και τελευταία φορά, υπήρξε η πρώτη αθλήτρια διεθνούς φήμης στον κόσμο και καθόρισε τον τρόπο ντυσίματος των επιγόνων της.
Είναι αδύνατον να παρακολουθείς έστω και λίγο τένις και να μην έχεις ακουστά το όνομα της Σουζάν Λανγκλέν (έστω και με τη λανθασμένη προφορά «Λενγκλέν»).
Και να μην έχεις μπει στη διαδικασία να ψάξεις περισσότερα γι’ αυτήν στο διαδίκτυο, το γεγονός ότι το δεύτερο μεγαλύτερο κορτ του Ρολάν Γκαρός, αλλά και το τρόπαιο του μονού των γυναικών φέρουν το όνομά της, αρκεί για να καταλάβεις ότι υπήρξε ένας θρύλος του αθλήματος. Αν και στην πραγματικότητα, η λάμψη της ήταν τέτοια που υπερέβαινε τα στενά όρια του τένις και την είχε καταστήσει απόλυτη σταρ του αθλητισμού γυναικών στα πρώτα χρόνια του Μεσοπολέμου.
Με τον επαναστατικό τρόπο παιχνιδιού της, που ξεχώριζε για την πλαστικότητα και τη φινέτσα στις κινήσεις, αλλά και την επιθετική νοοτροπία με τις συχνές προωθήσεις της κοντά στο φιλέ, άλλαξε για πάντα τον τρόπο με τον οποίο αγωνίζονταν έως τότε οι τενίστριες. Ακόμα πιο καθοριστική, όμως, ήταν η συμβολή της στο να εκμοντερνιστεί το ντύσιμο τους.
Στην παρθενική της εμφάνιση στο Γουίμπλεντον, το 1919, φόρεσε φούστα που έφτανε μέχρι το γόνατο και κάλυψε τις γάμπες της με διαφανείς κάλτσες. Το συντηρητικό κοινό της εποχής σκανδαλίστηκε και οι αρχές του αθλήματος χαρακτήρισαν την εμφάνισή της «απρεπή». Ήταν τέτοια, όμως, η αγωνιστική της κλάση που κανείς δεν τόλμησε να της πάει κόντρα. Αργότερα, μάλιστα, έγινε η πρώτη αθλήτρια που αντικατέστησε το παραδοσιακό καπέλο τυλίγοντας το μέτωπό της απλώς με μία μπαντάνα, η οποία έγινε σήμα κατατεθέν της.
Η συμπλήρωση ενός αιώνα από το έκτο και τελευταίο τρόπαιο που κατέκτησε στο μονό του Γουίμπλεντον, στις 3 Ιουλίου 1925, μας δίνει καλή αφορμή για να ασχοληθούμε εκτενέστερα με το «φαινόμενο Λανγκλέν». Η επιβλητική νίκη της επί της Βρετανίδας Τζόαν Φράι με 2-0 σετ (6-2, 6-0) μέσα μόλις 26 λεπτά, υπό το βλέμμα του Βασιλιά Γεωργίου Ε’ και της Βασίλισσας Μαρίας του Τεκ, επιβεβαίωνε ότι η «θεά» (όπως την προσφωνούσαν οι συμπατριώτες της) ήταν η κορυφαία τενίστρια που είχε εμφανιστεί μέχρι τότε στο διεθνές στερέωμα.
Με εξαίρεση το 1924, όταν εγκατέλειψε λόγω αδιαθεσίας τον ημιτελικό κόντρα στη Βρετανίδα Κίτι Μακέιν, η κυριαρχία της Λανγκλέν στο τουρνουά του Λονδίνου ήταν απόλυτη από το 1919. Το ίδιο και στο Ρολάν Γκαρός, το οποίο κατέκτησε με χαρακτηριστική άνεση από το 1920 έως και το 1923 (όταν επιτρεπόταν σ’ αυτό μόνο η συμμετοχή παικτριών που ανήκαν σε γαλλικούς συλλόγους), αλλά και τις δύο πρώτες χρονιές που δέχθηκε ξένες αθλήτριες και λογίστηκε ως γκραν σλαμ (1925, 1926). Η απουσία της το 1924, όταν ανάρρωνε από ίκτερο, της στέρησε ένα μεγαλύτερο σερί.
Τα δύο χρυσά μετάλλια που κατέκτησε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1920 στην Αμβέρσα (στο μονό γυναικών και στο μικτό διπλό με παρτενέρ τον Μαξ Ντεκιζίζ) κάνουν ακόμα πιο εντυπωσιακό το παλμαρέ της αθλήτριας που είχε ταράξει για πρώτη φορά τα νερά το 1914, όταν σε ηλικία μόλις 15 ετών κατέκτησε το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα (World Hard Court Championships). Προικισμένη με σπάνιο ταλέντο, ήταν έτοιμη να κυριαρχήσει από τόσο νεαρή, όμως τη σταμάτησε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος που διέκοψε κάθε αθλητική δραστηριότητα για τέσσερα χρόνια.
Ήταν τέτοια η επιρροή της στη λαϊκή κουλτούρα την εποχή της ακμής της, που ο Αμερικανός συγγραφέας, Έρνεστ Χέμινγουεϊ, τη χρησιμοποίησε ως υπόδειγμα θέλησης για τη νίκη στο παρθενικό του μυθιστόρημα «Κι ο Ήλιος Ανατέλλει» («The Sun Also Rises»). Τερμάτισε την καριέρα της με ρεκόρ 332 νίκες και μόλις επτά ήττες στο μονό (ποσοστό επιτυχίας 98%) και κατέκτησε συνολικά 250 τίτλους (83 στο μονό, 74 στο διπλό γυναικών και 93 στο μικτό διπλό, όπου συχνά είχε συμπαίκτη τον περίφημο Ρενέ Λακόστ)!
Ο πρόωρος και μυστηριώδης θάνατος της πρώτης ντίβας του παγκόσμιου αθλητισμού, συνέβαλε στην περαιτέρω γιγάντωση του μύθου της.
Με προπονητή τον μπαμπά της
Η Σουζάν Λανγκλέν γεννήθηκε στις 24 Μαΐου 1899 στο Παρίσι. Ο πατέρας της, Σαρλ Λανγκλέν, ήταν φαρμακοποιός και είχε αποκτήσει περιουσία εκμεταλλευόμενος την επιχείρηση ιππήλατων λεωφορείων που είχε κληρονομήσει από τον πατέρα του. Έτσι, δεν έλειψε τίποτα από τη μικρή Σουζάν εκείνα τα δύσκολα για όλη την ανθρωπότητα χρόνια, αν και τα χρήματα δεν στάθηκαν ικανά να σώσουν τον μικρό της αδελφό, ο οποίος πέθανε σε ηλικία μόλις τριών ετών.
Μέχρι να μπει στην εφηβεία, δεν είχε ανακαλύψει το ταλέντο της στο τένις. Ήταν όμως καλή σε διάφορα παιδικά παιχνίδια, όπως το diabolo, ένα είδος γιο-γιο που προσπαθείς να ισορροπήσεις μια σβούρα σε ένα νήμα που συγκρατούν δύο κοντάρια. Ο πατέρας της, ο οποίος είχε παίξει τένις σε αρκετά υψηλό επίπεδο, θεώρησε ότι η κόρη του μπορούσε να διακριθεί στο άθλημα που αποκτούσε όλο και μεγαλύτερη δημοφιλία στη Γαλλία και τον υπόλοιπο κόσμο.
Όταν η Σουζάν ήταν δώδεκα ετών, τής έκανε δώρο μια παιδική ρακέτα και μερικά μπαλάκια που είχε αγοράσει με μόλις τριάμισι φράγκα από ένα τοπικό κατάστημα παιχνιδιών, προτρέποντάς την να δοκιμάσει την τύχη της μπροστά στο φιλέ. Η πρώτη πρόβα τον εντυπωσίασε τόσο πολύ, που αποφάσισε να αναλάβει ο ίδιος τη συστηματική προπόνηση της κόρης του με σκοπό να τη φτάσει όσο πιο ψηλά γινόταν, αφού στο μεταξύ της αγόρασε μια ρακέτα κανονικών διαστάσεων.
Το αυστηρό και συχνά εξαντλητικό πρόγραμμα προπόνησης του μπαμπά Λανγκλέν έφερε αποτελέσματα, αφού η εξέλιξη της Σουζάν ήταν ραγδαία. Η κατάκτηση του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος του 1914, με νίκη επί της κατά δώδεκα χρόνια μεγαλύτερής της, Ζερμέιν Γκόλντινγκ, ήταν ενδεικτική των σπάνιων ικανοτήτων της. Τα χρόνια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου συνέχισε να προπονείται συστηματικά, συχνά απέναντι σε άνδρες παίκτες απ’ το πιο δυναμικό στιλ των οποίων προσπαθούσε να αφομοιώσει στοιχεία. Είχε ήδη μετακομίσει οικογενειακώς στη Νίκαια και με το τέλος του πολέμου άρχισε να σαρώνει τους τίτλους στα μεγάλα τουρνουά.
Η κατάκτηση του Γουίμπλεντον στις 5 Ιουλίου 1919, με τη δύσκολη επικράτηση στον τελικό επί της 40χρονης επτά φορές νικήτριας του θεσμού, Ντορόθια Λάμπερτ-Τσέιμπερς (10-8, 4-6, 9-7), καθιέρωσε την Λανγκλέν ως την κορυφαία τενίστρια στον κόσμο. Τον αγώνα παρακολούθησαν 8.000 θεατές και ήταν η πρώτη φορά που το ενδιαφέρον του κοινού πλησίασε το αντίστοιχο για το τουρνουά των ανδρών, αφού το θέαμα ήταν υψηλού επιπέδου. Γι’ αυτό οι διοργανωτές αναγκάστηκαν να αυξήσουν τη χωρητικότητα των κεντρικών κορτ από το 1922.
Έπινε, βαφόταν και δεν υπολόγιζε κανέναν
Μαζί με την αγωνιστική κυριαρχία της Λανγκλέν, άρχισε να ανεβαίνει και το επίπεδο του τένις γυναικών. Οι υπόλοιπες παίκτριες προσπάθησαν να της μοιάσουν κι άρχισαν να εξασκούνται πιο συστηματικά για να έχουν ελπίδες να την κοντράρουν. Το κατάφερε όμως μόνο η Νορβηγοαμερικανίδα Μόλι Μάλορι, στο πλαίσιο του US Championship του 1921.
Παράλληλα η Γαλλίδα τενίστρια ανανέωσε διαρκώς την γκαρνταρόμπα της, κάτι για το οποίο φρόντιζαν διάφοροι σχεδιαστές μόδας της εποχής όπως ο Ζαν Πατού. Τον χειμώνα κατέβαινε στα κορτ με γούνινα παλτά και εσάρπες από δέρμα ερμίνας, ενώ το καλοκαίρι αγωνιζόταν με αμάνικα ολόσωμα φορέματα, που συχνά της χάριζαν εντυπωσιακό μαύρισμα.
Εμφανιζόταν πάντοτε μακιγιαρισμένη στους αγώνες, ενώ δεν έκρυβε τη λατρεία της για το ποτό. Πολλές φορές την είχαν δει να πίνει κονιάκ ή κρασί στα διαλείμματα μεταξύ των γκέιμ και των σετ, κάτι που ουδόλως επηρέαζε την απόδοσή της. «Την ώρα του αγώνα αδιαφορώ για την εικόνα μου και δεν σκέφτομαι τίποτα άλλο παρά το παιχνίδι. Προσπαθώ να χτυπήσω το μπαλάκι με όλη μου τη δύναμη και να το στείλω εκεί όπου δεν βρίσκεται ο αντίπαλός μου», έλεγε χαρακτηριστικά.

Η Σουζάν Λανγκλέν με μια από τις πολλές μπαντάνες που φορούσε και εξελίχθηκε σε σήμα κατατεθέν της εμφάνισής της.
Η νίκη της επί της ανερχόμενης Αμερικανίδας Έλεν Γουίλς-Μούντι, στο επονομαζόμενο «ματς του αιώνα» που διεξήχθη τον Φεβρουάριο του 1926 στις Κάννες (για τον οποίο η τιμή των εισιτηρίων έφτασε έως τα 300 φράγκα, υπέρογκο ποσό για την εποχή), έδιωξε κάθε αμφιβολία για το ποια ήταν η κορυφαία τενίστρια στον κόσμο. Η ολοένα αυξανόμενη δημοτικότητά της, όμως, είχε αντίκτυπο στη συμπεριφορά της. Ήταν ντίβα με όλη τη σημασία της λέξης και συχνά φερόταν αλαζονικά στους σοφέρ της ή και στους δημοσιογράφους που της έπαιρναν συνεντεύξεις.
Το αποκορύφωμα ήρθε στο Γουίμπλεντον του 1926. Οι διοργανωτές προγραμμάτισαν τον αγώνα της κόντρα στην Κλερ Μπάκιγχαμ για τον τρίτο γύρο του μονού πριν από τον αντίστοιχο του μικτού διπλού, ώστε να ικανοποιήσουν την επιθυμία της Βασίλισσας Μαρίας του Τεκ. Η Λανγκλέν δυσαρεστήθηκε από την αλλαγή και ζήτησε να διεξαχθεί πρώτα ο αγώνας της στο διπλό, όμως παρότι το αίτημά της απορρίφθηκε, εμφανίστηκε στο κορτ με σημαντική καθυστέρηση. Όταν οι διοργανωτές τής έκαναν παρατήρηση επειδή υποχρέωσε τη βασίλισσα να περιμένει, εκείνη θύμωσε και απέσυρε τη συμμετοχή της από το τουρνουά.
Η στροφή στον επαγγελματισμό
Το συμβάν αυτό σήμανε και το τέλος της ερασιτεχνικής καριέρας της Λανγκλέν, η οποία από το 1921 που καθιερώθηκε η επίσημη κατάταξη των γυναικών δεν είχε πέσει ποτέ από το Νο 1. Ήταν η πρώτη φορά που η φήμη της κλονίστηκε, γι’ αυτό τον Αύγουστο του 1926 αποδέχθηκε την πρόταση να πραγματοποιήσει τετράμηνη τουρνέ στις ΗΠΑ, υπογράφοντας συμβόλαιο αξίας 50.000 δολαρίων (ποσό που αγγίζει τα 800.000 ευρώ σε σημερινά χρήματα).
Η μετατροπή της Γαλλίδας «θεάς» σε επαγγελματία, σήμαινε ότι έχανε το δικαίωμα να αγωνιστεί ξανά στα επίσημα τουρνουά του τένις αλλά και στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Τούτο, όμως, ελάχιστα την απασχολούσε πια. Μέχρι τον Φεβρουάριο του 1927 κέρδισε όλους τους αγώνες επίδειξης που έδωσε στο μονό κόντρα στη Μέρι Μπράουν κι αποκόμισε ακόμα περισσότερα έσοδα από τις εισπράξεις και τις χορηγίες.
Συνέχισε την περιοδεία της στη Βρετανία, με την ίδια αγωνιστική και οικονομική επιτυχία και αδιαφόρησε για την κριτική που της άσκησε το κοινό για τη στροφή της στον επαγγελματισμό. Η απάντησή της ήταν ότι με το ταλέντο και τη φήμη της είχε κάνει επί δώδεκα χρόνια πλούσιους τους διοργανωτές των μεγάλων τουρνουά, ενώ η ίδια δεν είχε αποκομίσει τα χρήματα που δικαιούταν (την εποχή του καθαρού ερασιτεχνισμού δεν προβλεπόταν η πληρωμή των παικτών).
«Μ’ αυτό το παράλογο και απαρχαιωμένο σύστημα του ερασιτεχνισμού, μόνο κάποιος πλούσιος θα μπορούσε να παίξει τένις και η αλήθεια είναι ότι μόνο πλούσιοι παίζουν τένις. Είναι αυτό δίκαιο; Βοηθάει το άθλημα να προοδεύσει;», είχε δηλώσει.
Η επαγγελματική καριέρα της Λανγκλέν δεν συνεχίστηκε, αλλά ούτε η ίδια δέχθηκε να ανακτήσει το ερασιτεχνικό στάτους, ακόμα κι όταν της έγινε η σχετική πρόταση το 1932 – αφού στο μεταξύ είχε χάσει και τον πατέρα της, το 1929. Έγραψε βιβλία με μαθήματα τένις, ασχολήθηκε με την προπονητική και άνοιξε μέχρι και δική της σχολή. Το 1935 έκανε και τη μοναδική της εμφάνιση ως ηθοποιός στον κινηματογράφο, υποδυόμενη (τι άλλο;) την τενίστρια «Μαντάμ Μπομπαρντιέ» στη βρετανική ταινία «Things Are Looking Up».
Στην προσωπική της ζωή, ωστόσο, δεν στάθηκε τυχερή. Ο μοναδικός γνωστός δεσμός ήταν με τον Μπόλντουιν Μπόλντουιν, γόνος επιχειρηματικής οικογένειας της Καλιφόρνια τον οποίο είχε γνωρίσει κατά τη διάρκεια της τουρνέ της στις ΗΠΑ. Ήταν, όμως, παντρεμένος και δεν μπόρεσε να πάρει διαζύγιο από τη σύζυγό του, με αποτέλεσμα η παράνομη σχέση τους να λήξει άδοξα το 1932.
Το πρόωρο και μυστηριώδες τέλος
Η ντίβα του παγκόσμιου αθλητισμού είχε περάσει τον πρώτη σοβαρή περιπέτεια με την υγεία της τον Οκτώβριο του 1934, όταν είχε πάθει οξεία περιτονίτιδα κι είχε χρειαστεί χειρουργική επέμβαση για να κρατηθεί στη ζωή. Τον Ιούνιο του 1938, λίγο καιρό αφότου είχε αναλάβει τη διεύθυνση της εθνικής σχολής αντισφαίρισης στο Παρίσι, ένιωσε έντονη αδιαθεσία την ώρα του μαθήματος.
Οι γιατροί που την εξέτασαν διέγνωσαν παθολογική αναιμία και της έκαναν πολλές μεταγγίσεις, όμως δεν μπόρεσαν να βρουν την ακριβή αιτία του προβλήματος. Δεδομένου ότι η αναιμία ήταν ιάσιμη από εκείνη την εποχή, ο θάνατος της Λανγκλέν στις 4 Ιουλίου 1938 προκάλεσε έντονες συζητήσεις, με τις φήμες ότι στην πραγματικότητα έπασχε από σοβαρότερη ασθένεια όπως η λευχαιμία να δίνουν και να παίρνουν. Ποτέ, ωστόσο, δεν μαθεύτηκε η πλήρης αλήθεια.

Η είδηση του θανάτου της Λανγκλέν, όπως παρουσιάστηκε στην εφημερίδα «Αθλητικόν Βήμα» που κυκλοφόρησε στις 6 Ιουλίου 1938 (πηγή: Ψηφιακή Βιβλιοθήκη Βουλής των Ελλήνων).
Η είδηση του θανάτου της έκανε τον γύρο του κόσμου και προκάλεσε παντού συγκίνηση, παρότι είχαν περάσει αρκετά χρόνια από την εποχή της αθλητικής ακμής της. Λέγεται, άλλωστε, ότι στον κύκλο των γνωριμιών της υπήρχαν βασιλείς, όπως ο Γουσταύος της Σουηδίας (με τον οποίο υπάρχουν κινηματογραφημένα πλάνα στα οποία τον αντιμετωπίζει σε αγώνα τένις) και διάσημες ηθοποιοί του Χόλιγουντ όπως η Μέρι Πίκφορντ.
Οι Γάλλοι την έχουν τιμήσει δίνοντας το ονοματεπώνυμό της στη λεωφόρο όπου στεγάζεται η λέσχη αντισφαίρισης της Νίκαιας και εισάγοντας την μετά θάνατον στο Εθνικό Τάγμα της Λεγεώνας της Τιμής. Το 1978 εισήχθη και στο International Hall of Fame του τένις.
Πηγές: Wikipedia, «Court couture: why tennis fashion owes it all to Suzanne Lenglen» (Hannah Jane Parkinson – theguardian.com), «Outrageous, unconventional and brilliant: The iconic Suzanne Lenglen» (Karen Henry – wtatennis.com), «”La Divine” Suzanne Lenglen lights up the Antwerp 1920 Games» (Olympics.com).
Άλλα γεγονότα στην Ελλάδα και τον κόσμο στις 3 Ιουλίου
2022: Η Εθνική πόλο των ανδρών επικρατεί της Κροατίας με 9-7 και κατακτά την τρίτη θέση στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της Βουδαπέστης. Πρόκειται για το τρίτο χάλκινο μετάλλιο της Ελλάδας σε Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, ύστερα από εκείνα του Καζάν το 2015 και του Μόντρεαλ το 2005.
2018: Η Αγγλία σπάει την αρνητική της παράδοση στις διαδικασίες των πέναλτι, αφού αποκλείει με αυτόν τον τρόπο την Κολομβία (4-3, έπειτα από το 1-1 στα 120′) και προκρίνεται στους «8» του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Ρωσίας.
2012: Πεθαίνει σε ηλικία 86 ετών ο Ιταλός σχεδιαστής αυτοκινήτων, Σέρτζιο Πινινφαρίνα.
2010: Η Γερμανία συντρίβει με 4-0 την Αργεντινή στον προημιτελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Νοτίου Αφρικής και προκρίνεται πανηγυρικά στα ημιτελικά. Ο Τόμας Μίλερ ανοίγει το σκορ στο 3′ και το τελικό 4-0 διαμορφώνεται στο δεύτερο μέρος με δύο γκολ του Μίροσλαβ Κλόζε (68′, 89′) κι ένα του Άρνε Φρίντριχ (74′). Ο αγώνας αυτός θα αποδειχθεί και ο τελευταίος του Ντιέγκο Μαραντόνα στην τεχνική ηγεσία της Εθνικής Αργεντινής.
2005: Ο Ρότζερ Φέντερερ νικά στον τελικό του Γουίμπλεντον τον Άντι Ρόντικ με 3-0 σετ (6-2, 7-6, 6-4) και γίνεται μόλις ο τέταρτος τενίστας στην ιστορία που κατακτά το μεγάλο τουρνουά του Λονδίνου για τρίτη σερί χρονιά. Είχαν προηγηθεί οι Πιτ Σάμπρας, Μπιορν Μποργκ και Φρεντ Πέρι.
1999: Η Ιταλία κατακτά το Ευρωμπάσκετ που φιλοξενείται σε έξι πόλεις της Γαλλίας, νικώντας στον τελικό την Ισπανία με 64-56. Πολυτιμότερος παίκτης της διοργάνωσης αναδεικνύεται ο σλοβένικης καταγωγής Γκρέγκορ Φούτσκα, ενώ πρώτος σκόρερ στον τελικό είναι ένας άλλος νατουραλιζέ των Ιταλών, ο Κάρλτον Μάιερς (18 πόντοι).
1998: Η Γαλλία προκρίνεται στους «4» του Παγκοσμίου Κυπέλλου που διεξάγεται στα εδάφη της, αφού νικά με 4-3 στα πέναλτι την Ιταλία, ύστερα από το 0-0 της κανονικής διάρκειας και της παράτασης. Μοιραίος παίκτης για τους «Ατζούρι» είναι ο Λουίτζι Ντι Μπιάτζιο, ο οποίος στέλνει στο δοκάρι το τελευταίο πέναλτι, ενώ νωρίτερα έχουν αποτύχει να σκοράρουν και οι Μπισέντε Λιζαραζού και Ντεμέτριο Αλμπερτίνι. Στον άλλο προημιτελικό της ημέρας, η Βραζιλία νικά με 3-2 την αξιόμαχη Δανία (11′ Μπεμπέτο, 27′, 60′ Ριβάλντο/2′ Γιόργκενσεν, 50′ Μπρ. Λάουντρουπ).
1994: Η Ρουμανία νικά με 3-2 την Αργεντινή στον πιο θεαματικό αγώνα του Παγκοσμίου Κυπέλλου των ΗΠΑ και προκρίνεται στα προημιτελικά. Κορυφαίος παίκτης του αγώνα είναι ο Ίλιε Ντουμιτρέσκου, ο οποίος πετυχαίνει τα δύο πρώτα γκολ της Ρουμανίας στο 11′ και το 18′, ενώ σερβίρει και το τρίτο στον Γκεόργκι Χάτζι (58′). Η Αργεντινή, χωρίς τον Ντιέγκο Μαραντόνα ο οποίος έχει πιαστεί ντοπέ πριν τον τελευταίο αγώνα του ομίλου με τη Βουλγαρία, μοιάζει έξω απ’ τα νερά της αλλά σκοράρει με τους Γκαμπριέλ Μπατιστούτα (16′, πέν.) και Άμπελ Μπάλμπο (75′) και παλεύει μέχρι τέλους για την ισοφάριση, χωρίς επιτυχία.
1990: Η Αργεντινή νικά με 4-3 στα πέναλτι την Ιταλία, στον πρώτο ημιτελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου που διεξάγεται στη Νάπολι. Ο τερματοφύλακας Σέρχιο Γκοϊκοτσέα αποκρούει τις εκτελέσεις των Ρομπέρτο Ντοναντόνι και Άλντο Σερένα υπό τις επευφημίες των Ναπολιτάνων φιλάθλων, οι οποίοι στην πλειονότητά τους υποστηρίζουν το είδωλό τους, Ντιέγκο Μαραντόνα.
1983: Ο Πανιώνιος νικά με 3-2 τον Μακεδονικό σε ένα συγκλονιστικό μπαράζ παραμονής στον Βόλο και διατηρεί το σερί των παρουσιών του σε όλα τα πρωταθλήματα της Α’ Εθνικής (από το 1959-60). Κομβικής σημασίας είναι η απόδοση του Δημήτρη Σαραβάκου, ο οποίος πετυχαίνει δύο εξαιρετικά γκολ, ανάμεσά τους και το νικητήριο στο 86ο λεπτό.
1974: Η Ολλανδία προκρίνεται στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Δυτικής Γερμανίας, αφού νικά δίκαια με 2-0 τη Βραζιλία στον καθοριστικό αγώνα του 1ου ημιτελικού ομίλου. Τα γκολ των «Οράνιε» σημειώνουν οι Γιόχαν Νέεσκενς (50′) και Γιόχαν Κρόιφ (65′). Η Βραζιλία τελειώνει τον αγώνα με δέκα παίκτες, λόγω αποβολής του Λουίς Περέιρα (84′). Στον τελικό έχει προκριθεί μερικές ώρες νωρίτερα η γηπεδούχος Δυτική Γερμανία, η οποία νικά στον άλλο ουσιαστικό ημιτελικό την Πολωνία με 1-0 με γκολ του Γκερντ Μίλερ στο 76′. Οι νικητές είχαν χάσει νωρίτερα πέναλτι με τον Ούλι Χένες (απέκρουσε ο Γιαν Τομασέφσκι).
1971: Ο Αμερικανός Πατ Μάτσντορφ σημειώνει νέο παγκόσμιο ρεκόρ στο άλμα εις ύψος με 2.29 μ., καταρρίπτοντας το παλιό του Σοβιετικού, Βαλέρι Μπρούμελ με 2.28 μ., που άντεχε από το 1963.
1969: Ο Εθνικός προκρίνεται στους «4» του Κυπέλλου Ελλάδας νικώντας τον ΠΑΟΚ με 5-4 στην παράταση, ενώ είχε μείνει πίσω στο σκορ με 2-0 και 3-1! Το νικητήριο γκολ σημειώνει στο 95′ ο Μιχάλης Κρητικόπουλος.
1959: Ο Περουβιανός Άλεξ Ολμέδο κατακτά τον μοναδικό του τίτλο στο Γουίμπλεντον, επικρατώντας στον τελικό με 3-0 σετ του Αυστραλού, Ροντ Λέιβερ (6-4, 6-3, 6-4).
1949: Η ΑΕΚ κατακτά το Κύπελλο Ελλάδας χάρη στη νίκη της με 2-1 επί του Παναθηναϊκού 1 στην παράταση, στον επαναληπτικό τελικό που διεξάγεται στο γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας. Και τα δύο γκολ της Ένωσης πετυχαίνει ο Παναγιώτης Πατάκας, στο 10′ και το 105′, ενώ σκόρερ των «πρασίνων» είναι ο Μπάμπης Φυλακτός (69′). Ο πρώτος τελικός είχε διεξαχθεί στις 19 Ιουνίου και ήταν ισόπαλος 0-0 μέχρι τη διακοπή του στο 109′ λόγω σκότους.
1920: Ο Μπιλ Τίλντεν γίνεται ο πρώτος Αμερικανός που κερδίζει τον τίτλο του απλού ανδρών στο Γουίμπλεντον, όταν νικά τον Αυστραλό Τζέραλντ Πάτερσον με 3-0 σετ (2-6, 6-3, 6-2, 6-4).
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
- Μεντιλίμπαρ: «Ο τίτλος του πρωταθλητή χειμώνα δεν σημαίνει τίποτα»
- Μήνυμα της ΠΑΕ ΠΑΟΚ για τον τραυματισμό του Τζίμα: «Μείνε δυνατός Στέφανε, είμαστε όλοι δίπλα σου»
- Ολυμπιακή Φλόγα: Ξεκίνησε από το Παναθηναϊκό Στάδιο το ταξίδι της για την Ιταλία
- Μπαφές: «Πάνω από όλα η ασφάλεια φιλάθλων και εργαζομένων, τα κυβικά νερού στην οροφή του ΣΕΦ ήταν ασύλληπτα»
- Σπανούλης: Η Μονακό «έτρεξε» με 125 κι έσπασε το ρεκόρ του Παναθηναϊκού!
